ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ

Το γαμήλιο προσκλητήριο επέστρεψε στα χέρια τους 50 χρόνια μετά

«Ασιλα ήταν γάμοι τζείνοι. Ηταν πολλά ωραία»

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

Μέσα σε πολλά έγγραφα και άλλα ιστορικά ντοκουμέντα, που βρέθηκαν στα χέρια μου, υπήρχε και ένα προσκλητήριο γάμου του 1970, ενός γάμου που τελέστηκε στις 4 Οκτωβρίου 1970, στον ναό του Προφήτη Ζαχαρίου στο Πάνω Δίκωμο, στις 4 το απόγευμα. Σκέφτηκα πως σε εμένα δεν θα ήταν χρήσιμο, σίγουρα όμως θα ήταν πολύτιμο για το ζευγάρι που ξεκινούσε μια κοινή ζωή στο κατεχόμενο σήμερα Δίκωμο, που θα έμενε στα όρια του Πάνω και του Κάτω Δικώμου. Ξεκίνησα αμέσως την αναζήτηση, με τη συστολή που νιώθω πως είναι απαραίτητη, άραγε ζουν, είναι καλά… Χρειάζεται τακτ, αισθανόμουν όμως πως έπρεπε να παραδοθεί στους αρχικούς αποστολείς, τον Δημητράκη και την Ειρήνη, έστω και πενήντα πέντε χρόνια μετά. Τελικά, η αναζήτηση ήταν πολύ πιο εύκολη, απ’ ό,τι υπολόγιζα, ένα τηλεφώνημα στην κοινοτάρχισσα του Πάνω Δικώμου κα Μαρία Τσιούρτου ήταν αρκετό για να βρω τον Δημήτρη Κωνσταντίνου και την Ειρήνη Βενιζέλου από το Κάτω και το Πάνω Δίκωμο αντίστοιχα, πρόσφυγες, και κάτοικοι σε έναν από τους συνοικισμούς του Στροβόλου.

Η κα Τσιούρτου χρειάστηκε λιγότερο από μερικές ώρες για να επικοινωνήσει μαζί μου ξανά και να με ενημερώσει ότι το ζευγάρι είχε εντοπιστεί, και θα επικοινωνούσε μαζί μου ο κ. Δημήτρης. Όπερ και εγένετο και κλείσαμε ραντεβού με τον κ. Δημήτρη για τη Δευτέρα το απόγευμα, θέλησα να επιβεβαιώσω ότι θα ήταν παρούσα και η κα Ειρήνη, «Θα είναι και η σύζυγος μαζί μας;» τον ρώτησα, «φυσικά», μου απάντησε και κανονίσαμε την ώρα. Τη Δευτέρα το απόγευμα, ψάχνοντας να βρω τον αριθμό του σπιτιού του ζευγαριού, ρώτησα δύο κυρίες, μού έδειξαν το σπίτι… είστε κι εσείς πρόσφυγες, ρωτώ, σχεδόν αδιάκριτα, «ναι» μού απαντούν, και επιμένω εγώ, λες και αναζητούσα μία ακόμη περιπέτεια… «από πού είστε», μού απαντούν πρόθυμα, αν και λίγο σκεπτικές, από τον Γερόλακκο η μία, από τον Λάρνακα της Λαπήθου η άλλη… Τις καληνύχτισα και πηγαίνοντας προς το σπίτι του ζευγαριού σκεφτόμουν άραγε τι ιστορίες θα μπορούσαν και εκείνες να μού πουν. Αλλά αμέσως επικεντρώθηκα στην αποστολή μου.

Μετά από λίγο χτυπούσα το κουδούνι του προσφυγικού σπιτιού του ζευγαριού Δημήτρη και Ειρήνης Κωνσταντίνου. Το σπίτι στολισμένο για τα Χριστούγεννα, η υποδοχή τους θερμή, πολύ θερμή και αμέσως ένιωσα ότι είχα κάνει το σωστό. Έπρεπε αυτό το προσκλητήριο γάμου να τους παραδοθεί. Χωρίς χρονοτριβή, λοιπόν, μετά τις πρώτες απαραίτητες συστάσεις, παρέδωσα τον φάκελο στον κ. Δημήτρη, τον ανοίγει ευλαβικά και βγάζει το προσκλητήριο, αμέσως δίπλα του κάθισε και η κα Ειρήνη, σκύβει να διαβάσει το κείμενο… δεν τους ρωτώ τίποτε ακόμη, εκείνη η στιγμή απαιτούσε ησυχία…

Πενήντα πέντε χρόνια μετά, ένα ζευγάρι που έχει περάσει χίλιες περιπέτειες επιστρέφει σε εποχές αθωότητας, ελπίδας και ονείρων –το έβλεπα στα μάτια τους, καθώς το κοιτούσαν– τότε που το μέλλον ήταν όλο δικό τους… Κοιτάνε και ξανακοιτάνε το προσκλητήριο, ο κ. Δημήτρης προσπαθεί να αναγνωρίσει τα γράμματα που έχουν γράψει το όνομα του προσκεκλημένου, «τώρα ποιας αδερφή μου είναι τα γράμματα. Έχω δύο αδελφές δασκάλες, και άλλες δύο, η μία διευθύντρια σε ασφαλιστική εταιρεία και η άλλη μετακόμισε στην Αμερική μετά το 1974» μού λέει. Κοιτάνε και οι δύο το προσκλητήριο, ξεθαρρεύω και εγώ και τους ρωτώ για το πώς γνωρίστηκαν. Ο κ. Δημήτρης απαντάει: «Στο χωριό γνωριστήκαμε, το εξήντα εννιά, ήταν οι αρραβώνες του αδερφού της, που ήταν στρατιώτης μαζί μου. Εκεί γνωριστήκαμε», με την κα Ειρήνη να συμπληρώνει: «Είδε με, είδα τον και ήταν έτσι…, μια ματιά!» και όσο μου μιλάνε για την πρώτη γνωριμία τους, τους παρατηρώ πόσο αυτή η ματιά είναι ακόμα εκεί! Τη Λαμπρή του 1969 γνωρίστηκαν, τον Οκτώβριο του ίδιου έτους αρραβωνιάστηκαν και το επόμενο έτος, στις 4 Οκτωβρίου του 1970, παντρεύτηκαν. «Έχει πόσα χρόνια… είμαστε μαζί. Έχουμε τέσσερα παιδιά, έχουμε οχτώ εγγόνια και τέσσερα δισεγγόνα» μού λέει όλο περηφάνια η κα Ειρήνη και σιγομουρμουρίζει... «Α, μάνα μου, το προσκλητήριο του γάμου μου», και ενώ ο κ. Δημήτρης έστελνε φωτογραφία του προσκλητηρίου στο οικογενειακό γκρουπ που διατηρούν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Συγχαρητήριες επισκέψεις

Θέλω να με βάλουν όσο γίνεται στο κλίμα των ημερών πριν από τον γάμο, και τις ημέρες που αναφέρει το προσκλητήριο πως θα δέχονταν συγχαρητήρια στο σπίτι τους στο Δίκωμο, «Συγχαρητηρίους επισκέψεις θα δεχθούν εις την οικίαν των Κυριακήν και Δευτέραν εις Δίκωμον». «Θέλω λίγο να θυμηθείτε εκείνες τις μέρες του γάμου» ρωτώ, «Πώς κάνατε τα καλέσματα», ο κ. Δημήτρης απαντά: «Η γιαγιά της ήταν η καλέστρα του χωριού. Πήγαινε με το προσκλητήριο και ένα κερί στα χέρια στα σπίτια», η γιαγιά ήταν η Χρυστάλλα Βενιζέλου, ήταν η μητέρα του πατέρα της κας Ειρήνης, και προσθέτει: «έτσι καλούσαν στα παλιά χρόνια» και η κα Ειρήνη συμπληρώνει: «Το Σαββάτο εγένετουν γιορτή εις το σπίτι της μάμμας της νύφης. Να γεμώσουν το κρεββάτι, να πάνε οι κουμέρες, να το πλουμίσουν», και συμπληρώνει ο κ. Δημήτρης: «Επαντρευτήκαμε στον προφήτη Ζαχαρίαν, ήρθαμε περπατητοί»… με την κα Ειρήνη να λέει: «οι φούρνοι γεμάτοι φαγιά, τα τραπέζια στρωμένα, και όποιος ερχόταν μας χαιρετούσε και διούσαν πεντοσέλινο», με τον κ. Δημήτρη να μου εξηγεί ότι οι ξένοι έδιναν πέντε σελίνια στον ένα και πέντε στον άλλο. Οι πιο στενοί έβαζαν περισσότερα. Τη Δευτέρα το αντρόγυνο είχε δηλώσει στο προσκλητήριο πως θα συνέχιζε να δέχεται συγχαρητήρια: «Τη Δευτέρα έγινε ο χορός του αντρογύνου. Έπρεπε να χορέψουμε. Έβαζαν τα πεντόλιρα, όποιος βάλει παραπάνω, ας πούμε. Επιντώναν τα πεντόλιρα. Μπορούσαν να κάνουν και μια λούρα!» λέει η κα Ειρήνη και εμφατικά σημειώνει: «Ασιλα ήταν γάμοι τζείνοι. Ήταν πολλά ωραία. Όσοι ερχόντουσαν έπρεπε να χαιρετήσουν. Να φάνε, να πιουν, να διασκεδάσουν».

«Θα το έχω καδρωμένο»

Σήμερα ο ναός του προφήτη Ζαχαρία στο Πάνω Δίκωμο, όπου τελέστηκε ο γάμος του Δημητράκη και της Ειρήνης, δεν υπάρχει, τον γκρέμισε ο κατοχικός στρατός. Η εκκλησία του προφήτη Ζαχαρία, όπως μου λένε και οι δύο, ήταν σχετικά μικρή, «δεν ήταν πολύ μεγάλη όπως αυτές που φτιάχνουν τώρα. Ήταν λίγο πιο μικρή από τον Άγιο Γεώργιο του Κάτω Δικώμου» λέει ο κ. Δημήτρης, «με τα κυπαρίσσια της, με την αυλή της», συμπληρώνει η κα Ειρήνη, «ήταν η εκκλησία μας». Ο ιερέας που τέλεσε το μυστήριο είναι ο παπα-Αντρέας, ο παπάς του Δικώμου, με καταγωγή από το Πέλλα Πάις, συγγενής του κ. Δημήτρη, από την πλευρά της μητέρας του. Πρόκειται για τον τελευταίο ιερέα του Δικώμου, τον Παπανδρέα Ιωάννου, ο οποίος πέθανε το 1986, μακριά από τους ναούς του Αγίου Γεωργίου και του Προφήτη Ζαχαρίου.

Και, λίγο πριν κλείσουμε την κουβέντα μας, ξανακοιτάζοντας το προσκλητήριο η κα Ειρήνη λέει ξανά: «Παναγία μου, το προσκλητήριό μου. Είχα το πολλήν επιθυμία τούτον το πράμα» και εκεί ξανασκέφτομαι πόσο σημαντικό μπορεί να είναι ένα απλό προσκλητήριο γάμου, και πόσες σκέψεις μπορεί να ξεκλειδώσει! Ο δε κ. Δημήτρης λέει: «Θα το έχω καδρωμένο».

Πριν από την εκκλησία ήταν το εργοστάσιο τζιονιού του πατέρα της κας Ειρήνης, του Μιχαήλ Βενιζέλου, ο πατέρας του κ. Δημήτρη ήταν προπονητής στον ιππόδρομο από τη δεκαετία του 1950… «Αι οικογένειαι: Σάββα Κωνσταντίνου (εκ Κάτω Δικώμου) και Μιχαήλ Βενιζέλου (εκ Πάνω Δικώμου) σας προσκαλούν εις τους γάμους των τέκνων των». Έφυγα από το σπίτι του κ. Δημήτρη και της κας Ειρήνης έμπλεος συναισθημάτων, ένιωθα πως είχα γλεντήσει μαζί τους στον τριήμερο γάμο τους, πως είχα κατά κάποιον τρόπο προσκληθεί και εγώ να παρευρεθώ στη χαρά τους. Τώρα που το σκέφτομαι οφείλω στο αντρόγυνο περισσότερα από πέντε σελίνια.

Εις την οικίαν μας

Το σπίτι του ζευγαριού το είχε χτίσει ο πατέρας της κας Ειρήνης, ο Μιχαήλ Βενιζέλος, είναι σχεδόν στα όρια Πάνω και Κάτω Δικώμου. Πριν δοθεί στο αντρόγυνο, το κτίριο ενοικιάστηκε από την κοινότητα, και εκεί λειτούργησε το σχολείο του Πάνω Δικώμου, με δύο τάξεις, για πέντε με έξι χρόνια. Το σπίτι με την ευκαιρία του γάμου, ανακαινίστηκε, επιπλώθηκε, εξοπλίστηκε, με την κα Ειρήνη να θυμάται την τζαμαρία… Ο πατέρας της κας Ειρήνης, έχοντας το δικό του εργοστάσιο οικοδομικής ύλης, «έντυσε» με μαύρη μαρμαρίνη τη βεράντα. «Ήταν ωραίο» λένε, αλλά το 1973 η μόδα είχε αλλάξει και το ζευγάρι άλλαξε το χρώμα της βεράντας. «Δεν το εχάρηκα το σπίτι μου, τίποτε, αφού την προίκα που μου εκάμαν οι γονιοί μου έμεινε εκεί, χρυσαφικά, ασημικά…». Αλλά παρόλα αυτά ουδείς από τους δύο βαρυγκωμά, δόξα τω Θεώ λένε και χαίρονται για το σπίτι τους στη Λευκωσία, και ότι γεμίζει συχνά από παιδιά, εγγόνια και δισέγγονα. «Τέσσερα χρόνια έκαμα στο σπίτι μου. Έκαμα δύο μωρά. Το ένα ήταν τριών χρονών και το άλλο τριών μηνών» μού λέει η κα Ειρήνη Κωνσταντίνου, το γένος Βενιζέλου, η οποία μέχρι τον Ιούλιο του 1974 έμενε μεταξύ Πάνω και Κάτω Δικώμου, με τον κ. Δημήτρη, τον Δημητράκη του προσκλητηρίου, να συμπληρώνει: «Οποτε πάμε στο Δίκωμο και επιστρέφουμε και βλέπει το σπίτι της, το σπίτι μας, είναι άρρωστη μια εβδομάδα που το μαράζιν αυτό».

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Κύπρος: Τελευταία Ενημέρωση