
Kathimerini.gr
Οι αγορές έστειλαν στην κυβέρνηση των ΗΠΑ ένα επείγον μήνυμα: να αντιμετωπίσει το τεράστιο χρέος και το εκρηκτικό έλλειμμα. Και το Κογκρέσο ουσιαστικά απάντησε «αντ’ αυτού, θα εκδώσουμε περισσότερο χρέος». Αυτό δεν θα έχει καλό τέλος για τις ΗΠΑ, τουλάχιστον όσον αφορά την αντιμετώπισή τους από τους επενδυτές. Το σίγουρο είναι ότι ο Τραμπ δεν σταματά να εκπλήσσει. Μέσα σε λίγες μέρες οι ανησυχίες για τους δασμούς έδωσαν τη θέση τους στις ανησυχίες για τη δημοσιονομική κατάσταση των ΗΠΑ, με αφορμή την υποβάθμιση της πιστοληπτικής τους αξιολόγησης από τη Moody’s, η οποία αφαίρεσε και το τελευταίο τριπλό «Α» που είχαν οι ΗΠΑ από τους μεγάλους οίκους. Τις ανησυχίες αυτές ενίσχυσε και το «Big, beautiful bill», το περίφημο νομοσχέδιο του Ντόναλντ Τραμπ, το οποίο κάθε άλλο παρά «όμορφο» το θεωρούν οι επενδυτές.
Το «Sell America», ή «πουλήστε τα αμερικανικά περιουσιακά στοιχεία», επέστρεψε, έτσι, έπειτα από ένα μικρό διάλειμμα τις τελευταίες εβδομάδες, με αποτέλεσμα το δολάριο και τα αμερικανικά ομόλογα να συναντήσουν και πάλι τους «τιμωρούς» τους. Οι αγορές, όπως έχουν αποδείξει πολλές φορές στο παρελθόν, δεν «συγχωρούν» τη δημοσιονομική αταξία και την αλαζονεία και έστειλαν και πάλι τις αποδόσεις των αμερικανικών Treasuries, το κόστος δανεισμού δηλαδή των ΗΠΑ, στα ύψη, γυρίζοντας την πλάτη στο δολάριο. Το διογκούμενο χρέος των ΗΠΑ που σύντομα θα ξεπεράσει, ως ποσοστό του ΑΕΠ, αυτό πολλών χωρών, ακόμα και της Ελλάδας, σε συνδυασμό με το εκρηκτικό έλλειμμα αποτελεί έναν εφιάλτη για τον Τραμπ, από τον οποίο δύσκολα θα απελευθερωθεί όσο και αν «τζογάρει» στο ότι οι επενδυτές θα χρηματοδοτήσουν τα πειράματά του.
Το ευρύ νομοσχέδιο άνω των 1.000 σελίδων του Τραμπ για φορολογία και μετανάστευση εγκρίθηκε από το Κογκρέσο, αν και οριακά, και εστάλη στη Γερουσία. Το νομοσχέδιο επεκτείνει τις φορολογικές περικοπές που ψηφίστηκαν κατά την πρώτη θητεία Τραμπ το 2017, ενώ παρέχει δαπάνες για άμυνα και για τη χρηματοδότηση των μαζικών απελάσεων. Επίσης, καταργεί προσωρινά ορισμένους φόρους, ενώ προβλέπει σημαντικές περικοπές δαπανών, συμπεριλαμβανομένων του προγράμματος υγειονομικής περίθαλψης Medicaid και του Snap, ενός προγράμματος επισιτιστικής βοήθειας. Ο Τραμπ ελπίζει ότι το νομοσχέδιο θα «μεταμορφώσει» τη λειτουργία της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, ότι οι νέες φορολογικές μειώσεις σε συνδυασμό με την απορρύθμιση θα μειώσουν το έλλειμμα του προϋπολογισμού στο 3% από το σημερινό 6,4%, και θα εκτοξεύσουν την ανάπτυξη στο 5,2% τα επόμενα τέσσερα χρόνια, δημιουργώντας 7,4 εκατ. νέες θέσεις εργασίας και αυξάνοντας τις επενδύσεις.
Οι επενδυτές όμως έχουν διαφορετική γνώμη. Προεξοφλούν ότι η δημοσιονομική κρίση είναι αναπόφευκτη. Το κόστος του «μεγάλου όμορφου νομοσχεδίου», όπως το έχει ονομάσει ο Τραμπ, είναι βαρύ. Αναλυτές εκτιμούν ότι οι σαρωτικές φορολογικές μειώσεις που προωθεί θα προσθέσουν 3-5 τρισ. δολάρια στο εθνικό χρέος μέσα στην επόμενη δεκαετία, το οποίο ήδη ξεπερνά τα 36 τρισ. δολ. Ο δείκτης εθνικού χρέους, από 98% του ΑΕΠ σήμερα, αναμένεται να ξεπεράσει κατά πολύ το 130% του ΑΕΠ έως το 2030. Αναλυτές προβλέπουν ότι το φορολογικό νομοσχέδιο θα προσθέσει 600 δισ. δολ. στο έλλειμμα του προϋπολογισμού ωθώντας το στο 7% του ΑΕΠ. Οι επενδυτές «δηλώνουν» ξεκάθαρα απρόθυμοι να συνεχίσουν να χρηματοδοτούν τα τεράστια ελλείμματα και τα υπέρογκα χρέη των ΗΠΑ και αυτό φάνηκε και στην ισχνή ζήτηση (16 δισ. δολ.) που σημειώθηκε στη δημοπρασία αμερικανικών 20ετών ομολόγων στα μέσα της εβδομάδας. Για τον λόγο αυτό ζητούν υψηλή απόδοση για να συνεχίσουν να διακρατούν το αμερικανικό χρέος. Στα 10ετή ομόλογα, η απόδοση ξεπερνά και πάλι το 4,5% και στα 20ετή και τα 30ετή το 5% και σε επίπεδα λίγο πριν από τη χρηματοπιστωτική κρίση.
«Το μεγάλο και… όμορφο νομοσχέδιο του Τραμπ είναι ένα μπερδεμένο μείγμα φορολογικών περικοπών που στοχεύουν βασικές ομάδες ψηφοφόρων. Είναι οικονομικός λαϊκισμός μεταμφιεσμένος σε πολιτική», όπως σημειώνει ο Νάιτζελ Γκριν, διευθύνων σύμβουλος της deVere Group, από τους μεγαλύτερους οίκους χρηματοοικονομικής συμβουλευτικής στον κόσμο. «Αγνοεί το κόστος του κεφαλαίου, αγνοεί το κόστος του χρέους και στοιχηματίζει ότι ο υπόλοιπος κόσμος θα συνεχίσει να χρηματοδοτεί το πείραμα Τραμπ. Αλλά ο κόσμος απομακρύνεται, το παιχνίδι έχει ήδη αλλάξει. Η αγορά ομολόγων προβάλλει τη μόνη σοβαρή αντίσταση σε μια πολιτική κατεύθυνση που έχει χάσει την επαφή με την πραγματικότητα. Οι επενδυτές ουσιαστικά λένε: δεν σας πιστεύουμε πια».
Κατά τον Γιώργο Σαραβέλο, αναλυτή της Deutsche Bank, δύο είναι οι λύσεις: «Οι ΗΠΑ είτε να αναθεωρήσουν δραστικά το τρέχον νομοσχέδιο, ώστε να οδηγήσει σε μια αξιόπιστα αυστηρότερη δημοσιονομική πολιτική, είτε η αξία του αμερικανικού χρέους εκτός δολαρίου να μειωθεί σημαντικά μέχρι να γίνει αρκετά φθηνό για να επιστρέψουν οι ξένοι επενδυτές». Οπως προειδοποιεί, «προετοιμαστείτε για ακόμα μεγαλύτερη αναταραχή στις αγορές».
Με λίγα λόγια, οι αγορές θα δοκιμάσουν το «όριο αντοχής» του Τραμπ αναγκάζοντάς τον να οπισθοχωρήσει από μια μη βιώσιμη δημοσιονομική πολιτική, όπως ακριβώς συνέβη και με την εμπορική πολιτική του.
Κλονίζεται η εμπιστοσύνη προς το δολάριο
Αίσθηση προκαλεί η προειδοποίηση που έστειλε η ΕΚΤ όσον αφορά την αντίληψη των επενδυτών για τα αμερικανικά περιουσιακά στοιχεία, υπογραμμίζοντας –ούτε λίγο ούτε πολύ– ότι οι αγορές χάνουν την εμπιστοσύνη τους στις ΗΠΑ λόγω των πολιτικών Τραμπ.
«Υπάρχουν ενδείξεις ότι η αλλαγή της κυβερνητικής πολιτικής κάνει τους επενδυτές να ανησυχούν για τα αμερικανικά περιουσιακά στοιχεία», όπως σημείωσε η ΕΚΤ στην εξαμηνιαία έκθεσή της για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Ειδικότερα, όπως τόνισε, «η απρόβλεπτη φύση των αμερικανικών πολιτικών φαίνεται να έχει οδηγήσει τους επενδυτές να απαιτούν υψηλότερα ασφάλιστρα κινδύνου για τα αμερικανικά περιουσιακά στοιχεία». Παράλληλα, συμπλήρωσε, «μπορεί επίσης να έχει κλονίσει την εμπιστοσύνη στο δολάριο ΗΠΑ ως παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα και στα κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ ως ασφαλή περιουσιακά στοιχεία».
Η υποβάθμιση από τη Moody’s έχει ενισχύσει τις ανησυχίες ότι ο οίκος δεν θα είναι ο μόνος ο οποίος «απαντά» στη μη συνετή δημοσιονομική πολιτική που ασκούν οι ΗΠΑ. H Moody’s ήταν ο τελευταίος από τους τρεις μεγάλους που έβγαλαν τις ΗΠΑ από το ελίτ κλαμπ των τριών «Α». Το είχαν κάνει ήδη η S&P το 2011 και η Fitch το 2023. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι πιστωτικές αγορές, μέσω της τιμολόγησης των συμβολαίων ανταλλαγής πιστωτικού κινδύνου (CDS) προβλέπουν επί του παρόντος υποβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης των ΗΠΑ κατά 6 βαθμίδες και στο ΒΒΒ+.
H Scope Ratings βαθμολογεί τις ΗΠΑ επίσης με δύο «Α», δίνει ωστόσο και αρνητικές προοπτικές, που σημαίνει πιθανή υποβάθμιση προσεχώς. Ηδη την περασμένη εβδομάδα δημοσίευσε έκθεση-προειδοποίηση. «Η πορεία του δημοσίου χρέους των ΗΠΑ και οι πληρωμές τόκων αναμένεται να επιδεινωθούν και να ξεπεράσουν αυτές των χωρών με αντίστοιχη βαθμολογία», όπως τόνισε. «Χωρίς ουσιαστικά διορθωτικά δημοσιονομικά μέτρα, ο δείκτης χρέους θα φτάσει το 133% του ΑΕΠ έως το 2030, υπερβαίνοντας αυτόν της Γαλλίας (122%) και του Ηνωμένου Βασιλείου (111%), ενώ οι πληρωμές τόκων θα αντιστοιχούν κατά μέσον όρο στο 12% των εσόδων, τουλάχιστον διπλάσιο από αυτό των άλλων χωρών», υπογράμμισε. Οπως πρόσθεσε, τα επίμονα υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα, η αύξηση των εξόδων τόκων και η περιορισμένη δημοσιονομική ευελιξία είναι οι κύριοι παράγοντες που οδηγούν στην ανοδική πορεία του δείκτη χρέους, ενώ σημείωσε πως εκτιμά ότι το έλλειμμα θα κινηθεί πάνω από το 7% την περίοδο 2026-2030.
Η DBRS, η οποία ακόμη διατηρεί τις ΗΠΑ στο «ΑΑΑ», έστειλε επίσης τη δική της προειδοποίηση. «Η απουσία μιας στρατηγικής για την τοποθέτηση των δημοσιονομικών σε μια βιώσιμη πορεία θα μπορούσε να αποδυναμώσει την πιστοληπτική ικανότητα των ΗΠΑ μεσοπρόθεσμα», υπογράμμισε χαρακτηριστικά.
Πιέσεις από το ΔΝΤ
«Τα ελλείμματα των ΗΠΑ είναι πολύ μεγάλα και πρέπει να μειωθούν», τόνισε η Γκίτα Γκόπιναθ, αναπληρώτρια γενική διευθύντρια του ΔΝΤ, προειδοποιώντας πως οι ΗΠΑ επηρεάζονται από την «πολύ αυξημένη» αβεβαιότητα της εμπορικής πολιτικής τους παρά τις θετικές εξελίξεις, όπως η άρση των δασμών στην Κίνα.
Η εκτίμηση της ΕΚΤ
«Η αλλαγή της κυβερνητικής πολιτικής κάνει τους επενδυτές να ανησυχούν για τα αμερικανικά περιουσιακά στοιχεία», προειδοποίησε η ΕΚΤ. Η απρόβλεπτη φύση των αμερικανικών πολιτικών μπορεί να έχει κλονίσει την εμπιστοσύνη στο δολάριο ως παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα και στα κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ».
Ο μεγάλος κίνδυνος
«Οι ΗΠΑ πιθανώς να περιέλθουν σε στασιμοπληθωρισμό, καθώς αντιμετωπίζουν τεράστιους κινδύνους από γεωπολιτικές συνθήκες, ελλείμματα και πιέσεις τιμών», επισήμανε ο διευθύνων σύμβουλος της JPMorgan, Τζ. Ντάιμον. «Το δημοσιονομικό έλλειμμα θα είναι μεγάλο και πιθανώς θα αυξάνεται», πρόσθεσε.