ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Πλησιάζει η ώρα αποφάσεων για καταθετικά

Η πίεση στους δανειολήπτες έχει αρχίσει ήδη να γίνεται αισθητή – Ενδεχομένως οι τράπεζες να πρέπει να «δίνουν κάτι πίσω»

Του Παναγιώτη Ρουγκάλα

Του Παναγιώτη Ρουγκάλα

Την Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου έγινε η τέταρτη κατά σειρά αύξηση των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), με τα καταθετικά επιτόκια να έχουν διαμορφωθεί στο 2% και τα δανειστικά στο 2,5%. Όπως έχει φορτωθεί όλη η αύξηση στα επιτόκια των δανείων, έτσι θα πρέπει κάποια στιγμή να ανοίξει η συζήτηση για απόδοση επιτοκίων και στις καταθέσεις. Μετά και τη νέα αύξηση των επιτοκίων και αναμένοντας άλλες τρεις κατά πάσα πιθανότητα εντός του 2023, γίνεται εύκολα αντιληπτό πως το κεφάλαιο «καταθετικά επιτόκια» θα πρέπει επίσης να ρυθμιστεί. Οι τράπεζες έχουν ήδη λάβει αρκετά εκατομμύρια ευρώ από την πλεονάζουσα ρευστότητα που είχαν στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, χρήματα για τα οποία μέχρι και πριν από ενάμιση χρόνο πλήρωναν απλά για να είναι κατατεθειμένα στην ΕΚΤ. Τον τελευταίο ενάμιση χρόνο έγιναν κινήσεις από τις κυπριακές τράπεζες ώστε τα αρνητικά επιτόκια να μετακυλίονται στους μεγάλους εταιρικούς πελάτες, ενίοτε και στους μεγάλους ιδιώτες. Από τον Ιούλιο του 2022, ωστόσο, σταμάτησαν τα αρνητικά επιτόκια και τώρα κινούμαστε σε επίπεδα θετικών επιτοκίων σε μια προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να περιορίσει τον πληθωρισμό. Το μήνυμα της προέδρου της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ ήταν ξεκάθαρο, ότι θα γίνονται αυξήσεις στα επιτόκια μέχρι να αντιμετωπιστούν οι πληθωριστικές τάσεις. Οι τράπεζες είναι ξεκάθαρα οι κερδισμένες από αυτές τις αυξήσεις. Απλώς με την πλεονάζουσα ρευστότητά τους, που λειτουργεί θετικά για τις κυπριακές τράπεζες, έχουν κέρδη, δίχως να παράγουν οποιοδήποτε έργο. Κυριαρχεί δε μια άποψη πως οι κινήσεις της αύξησης των επιτοκίων, άρα και η δημιουργία κερδών στις τράπεζες από τα επιτόκια είναι απότοκο ρυθμιστικής πράξης της ΕΚΤ και δεν θα έπρεπε να προκαλεί αξία.

Για το πότε θα πρέπει να «δώσουν κάτι πίσω» οι τράπεζες και για τις καταθέσεις, ενδεχομένως να υπάρξουν πιέσεις εντός του 2023 για να γίνει. Το βάρος πιθανό να βαραίνει τους εγχώριους επόπτες, δηλαδή την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου και το υπουργείο Οικονομικών ώστε να δώσουν το κατάλληλο σήμα στα εγχώρια τραπεζικά ιδρύματα για να προσαρμοστούν καταλλήλως και με τα καταθετικά επιτόκια. Θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι ο ανταγωνισμός λειτουργεί σωστά και δεν δημιουργούνται βάρη είτε στους καταθέτες, είτε στους δανειολήπτες. Βάρη που «αύριο» μπορεί να απειλήσουν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Η πίεση στους δανειολήπτες εξάλλου έχει αρχίσει ήδη να γίνεται αισθητή, ακόμα και για εκείνους που μέχρι πρότινος δεν αντιμετώπιζαν οποιοδήποτε πρόβλημα. Αν οι δανειολήπτες που δεν αντιμετώπιζαν πρόβλημα έχουν αντιληφθεί την αύξηση των επιτοκίων στα δάνειά τους, ερωτηματικά σίγουρα γεννιόνται για δανειολήπτες που είναι σε πιο οριακό σημείο για την καταβολή των δόσεών τους.

Το πραγματικό επιτόκιο υπολογίζεται όταν μειώσουμε από το ονομαστικό επιτόκιο τον πληθωρισμό.

Όπως και να έχει, είναι θέμα χρόνου οι τράπεζες της Κύπρου να κληθούν να λάβουν αποφάσεις και για τα καταθετικά επιτόκια. Το σίγουρο είναι πως η πολιτική της κάθε τράπεζας και τα δεδομένα που έχει μπροστά της θα είναι διαφορετικά από τις ανταγωνίστριές της, όπως επίσης θα είναι διαφορετική και η πολιτική που θέλει να ακολουθήσει.

Ονομαστικά και πραγματικά

Το να ανεβάζει δύο φορές τα επιτόκια η ΕΚΤ κατά 0,75% και άλλες δύο κατά 0,5% από τον Ιούλιο του 2022 μέχρι σήμερα είναι μια εποπτική απόφαση νομισματικής πολιτικής, που έχει παράγει τεράστια αξία για τις τράπεζες και αποτυπώνεται ήδη στα οικονομικά τους αποτελέσματα. Όπως διαχωρίζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σε σχετικό ενημερωτικό ριπόρτ, ο τόκος είναι το κόστος με το οποίο δανείζεται ένας πολίτης χρήματα, αλλά και τα χρήματα που κερδίζει από τις αποταμιεύσεις του. Όπως εξηγεί απλά στη συνέχεια, αν ένας πολίτης έλαβε δάνειο από μία τράπεζα, τόκος είναι αυτό που πληρώνει για το δάνειό του, ενώ παράλληλα αν έχει χρήματα σε λογαριασμό ταμιευτηρίου, τόκος είναι η απόδοση που του δίνει η τράπεζα γι’ αυτά τα χρήματα. Τα επιτόκια εκφράζουν αυτό το κόστος ή αυτήν την απόδοση ως ποσοστό του ποσού που έχει λάβει ο πολίτης, ή χορηγήσει ως δάνειο (δεδομένου ότι «δανείζετε» τις αποταμιεύσεις σας στην τράπεζα). Οι οικονομολόγοι κάνουν διάκριση μεταξύ «ονομαστικών» και «πραγματικών» επιτοκίων. Το ονομαστικό επιτόκιο είναι το επιτόκιο που στην ουσία συμφωνεί ο πολίτης να καταβάλλει. Για παράδειγμα, είναι το επιτόκιο που καταβάλλουν οι ιδιοκτήτες κατοικίας για το στεγαστικό τους δάνειο, ή η απόδοση που λαμβάνουν οι αποταμιευτές για τις καταθέσεις τους. Οι δανειολήπτες καταβάλλουν το ονομαστικό επιτόκιο, ενώ οι αποταμιευτές το λαμβάνουν. Σημαντικό για τους δανειολήπτες και για τους αποταμιευτές δεν είναι μόνο το ποσό που καταβάλλουν ή λαμβάνουν σε ονομαστικούς όρους, αλλά και η ποσότητα των αγαθών, των υπηρεσιών ή οτιδήποτε άλλο θα μπορούσαν να αγοράσουν με το ποσό αυτό. Αυτό αποκαλείται από τους οικονομολόγους αγοραστική δύναμη του χρήματος. Αυτή συνήθως μειώνεται με την πάροδο του χρόνου καθώς οι τιμές αυξάνονται λόγω του πληθωρισμού. Το πραγματικό κόστος δανεισμού και η πραγματική απόδοση επί των αποταμιεύσεων φαίνονται όταν λαμβάνουμε υπόψη τον πληθωρισμό. Το πραγματικό επιτόκιο υπολογίζεται όταν μειώσουμε από το ονομαστικό επιτόκιο τον πληθωρισμό.

Γιατί φτάσαμε στο 2,5%

Στις 11 Ιουλίου 2022, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ αύξησε τα επιτόκια για πρώτη φορά τα τελευταία 11 χρόνια (κατά 0,5%). Η αύξηση που αποφασίστηκε τον Σεπτέμβριο ήταν η μεγαλύτερη στην ιστορία της ΕΚΤ (κατά 0,75%), ενώ περαιτέρω αυξήσεις σημειώθηκαν, η μία κατά 0,75% και την προηγούμενη Πέμπτη κατά 0,5%. Σύμφωνα με την ΕΚΤ, όταν οι τιμές στην οικονομία αυξάνονται υπερβολικά γρήγορα –δηλαδή όταν ο πληθωρισμός είναι υπερβολικά υψηλός– η αύξηση των επιτοκίων βοηθά να τον επαναφέρουμε στον στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα. Η ΕΚΤ σημειώνει πως παρακολουθεί τις προσδοκίες για τον πληθωρισμό και γι’ αυτό ακριβώς αυξάνει τα επιτόκια. Για να δείξει ότι δεν θα αφήσει τον πληθωρισμό να παραμείνει πάνω από το 2% και ότι οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό θα παραμείνουν υπό έλεγχο.

Στο 8,1% ο πληθωρισμός

Ο πληθωρισμός (Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή) παρουσίασε αύξηση 8,1% τον Νοέμβριο του 2022 σε σχέση με αύξηση 8,6% τον Οκτώβριο του 2022 και για την περίοδο Ιανουαρίου - Νοεμβρίου του 2022 είναι στο 8,1. Τα επιτόκια που προσφέρουν οι τράπεζες στους πολίτες και στις επιχειρήσεις συνήθως συμβαδίζουν με τα επιτόκια που καθορίζει η ΕΚΤ, επηρεάζονται όμως και από άλλους παράγοντες. Σε μια οικονομία ελεύθερης αγοράς όπως η ζώνη του ευρώ, τα επιτόκια καθορίζονται επίσης από τη ζήτηση και την προσφορά πιστώσεων. Με άλλα λόγια, από το πόσα χρήματα θέλουν να δαπανήσουν και να επενδύσουν οι επιχειρήσεις και οι πολίτες και το πόσες πιστώσεις είναι διαθέσιμες.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑ

Οι Τράπεζες εργάζονται υπό συστηματική κακοδιαχείριση εκ του Διοικητικού Συμβουλίου των και της Διεύθυνσής των, όταν μάλιστα οι υπάλληλοι χρηματίσθηκαν Βγενοπουλικά με την ανοχή της κάθε ΕΤΥΚ υπό τον τέως (παν)ισχυρόν της κ. κ. Χατζηκω€£$ σε ένα παίγνιον κατά του συνόλου των πολιτών και της ευημερίας του από τις αγοραπωλησίες μέσω του Χρηματιστηρίου.
Τα καταθετικά επιτόκια, τα τελευταία χρόνια, αποφέρουν περισσότερα κέρδη στις Τράπεζες παρά στους καταθέτες.
Το κούρεμα ξιούρισμα, εδώ, ούτως ή άλλως συνεχίζεται μέχρι και το τέλος του ερχομένου Φεβρουαρίου ότε και ολοκληρώνεται η απεχθής δεκαετία, η ακολουθήσασα την προηγούμενη όμορον απεχθή πενταετία.
Μία κρίση εξαχθείσα εσκεμμένα εκ των ΗΠΑ, το 2007, ταλανίζει έκτοτε την Ε.Ε. με δολοπλοκίες και της ΕΚΤ, την ευρισκομένην υπό την Λανκάρντ τώρα και η οποία βρισκόταν στα πέρα τότε.

Γ. Αργυρού
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Παναγιώτη Ρουγκάλα

Οικονομία: Τελευταία Ενημέρωση