Kathimerini.com.cy
Του ΒΑΣΙΛΗ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗ
Το Μουσείο της Ρωμαϊκής Αγοράς, στο αρχαιολογικό πάρκο του Κολοσσαίου, απλώνει τις ρίζες του βαθιά μέσα στον χρόνο που γέννησε και συντηρεί, μέχρι τις μέρες μας, τα μεγαλύτερα ρωμαϊκά μνημεία της αιώνιας πόλης. Ένα μουσείο που σήμερα εδράζεται στο μεταγενέστερο μεσαιωνικό μοναστήρι της Santa Francesca Romana και που στους εκθεσιακούς του χώρους, ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει εκθέματα από τις ανασκαφές στην περιοχή αλλά και εκθέσεις σύγχρονης τέχνης. Μία από αυτές είναι και η έκθεση «Cyprea, το δίχτυ της Αφροδίτης» στην οποία συμμετέχουν Κύπριοι και Ιταλοί καλλιτέχνες. Εκτός από τους εκλεκτούς φίλους και συνεργάτες από την Ιταλία, είχα την τιμή να έχω μαζί μου σ’ αυτό το ταξίδι, άξιους συνοδοιπόρους από την Κύπρο με τους οποίους ταξιδέψαμε μαζί τον τελευταίο ενάμιση χρόνο μέχρι την ολοκλήρωση της πρώτης φάσης της εκδήλωσης. Πρόκειται για τους Λευτέρη Τάπα, Πανίκο Τεμβριώτη και Ελένη Κινδύνη. Ως καλλιτέχνες και ως άτομα στάθηκαν με επαγγελματισμό και υπευθυνότητα στο ύψος των περιστάσεων, συμβάλλοντας καθοριστικά, με το έργο τους, στη διατήρηση τού ομολογουμένως υψηλού επιπέδου της εκδήλωσης, όπως αυτό εκφράστηκε εξάλλου, με τον πιο επίσημο τρόπο από τους καθ’ ύλην αρμόδιους υπουργούς των δύο χωρών. Στο κείμενό μου, στον κατάλογο της έκθεσης, με αφορμή την κυπριακή αποστολή στην Ιταλία, έγραψα χαρακτηριστικά: «Κομίζουμε στη Ρώμη δύο δοξασμένα ξόανα, ένα αποτύπωμα της Θεάς πάνω στη ψυχή μιας γυναίκας, ένα εικαστικό αφήγημα στη διάλεκτο της θάλασσας και μια καλειδοσκοπική προβολή του μύθου της Κύπριδας Θεάς στο κοσμικό πάνθεον του υποσυνείδητο.
Ο άχρονος χώρος
Στην καλλιτεχνική πρόταση του Λευτέρη Τάπα οι εικόνες κινούνται αργά και μας αποκαλύπτουν τα θραύσματα μιας προϋπάρχουσας μνήμης που επιστρέφει. Το έργο του Τάπα δίνει την εντύπωση πως λειτουργεί και τελετουργικά, σαν ένα εξαγνιστικό Μάντρα που επαναλαμβάνεται στο διηνεκές.
Σ’ αυτή την έκθεση, το έργο του Λευτέρη Τάπα δημιουργεί ενδιαφέρουσες εννοιολογικές αλλά και αισθητικές αντιθέσεις. Το εμφανές μυθολογικό στοιχείο της έκθεσης, και κυρίως των αρχαιολογικών εκθεμάτων του μουσείου, προσδίδει στα έργα μια στατική, μουσειακή διάσταση. Στην καλλιτεχνική πρόταση όμως του Λευτέρη, το μοναδικό video art της έκθεσης, υπάρχει κίνηση, οι εικόνες κινούνται αργά και έτσι όπως αιωρούνται στροβοσκοπικά σε μια αργή, αποκλίνουσα τροχιά στον άχρονο, σκοτεινό χώρο, μας αποκαλύπτουν τα θραύσματα μιας προϋπάρχουσας μνήμης που επιστρέφει. Μέσα σε ένα μουσείο με βουβά, ακίνητα εκθέματα, αυτό το έργο δεν έχει μόνο κίνηση αλλά και ήχο. Κι όμως, καταφέρνει να παραμένει το πιο ήσυχο έργο της έκθεσης, κι όποιος φυσικά γνωρίζει προσωπικά τον Λευτέρη Τάπα, δεν θα αργήσει να κάνει τον συσχετισμό. ∆εν πρόκειται για μια απόκοσμη σιωπή, όπως θα μπορούσε κάποιος να φανταστεί, αλλά για τον ήχο της σιωπής μιας βαθιάς ενδοσκόπησης στα υγρά υπόγεια του υποσυνείδητου. Είναι ένα έργο «υπνωτικό» όπως το χαρακτήρισε ο επιμελητής της έκθεσης Giorgio Calcara, το οποίο μας αφήνει να ρίξουμε μια κλεφτή ματιά μέσα στο κοχύλι και να δούμε τι πραγματικά συμβαίνει στον μικρόκοσμό του. Το έργο του Τάπα προβάλλεται συνεχώς σε μια οθόνη, κι αυτή η επανάληψη δεν γίνεται μόνο για να ικανοποιήσει τις ανάγκες αναπαραγωγής ενός βίντεο μερικών λεπτών. ∆ίνει την εντύπωση πως λειτουργεί και τελετουργικά, σαν ένα εξαγνιστικό Μάντρα που επαναλαμβάνεται στο διηνεκές, βυθίζοντας ασυναίσθητα τους επισκέπτες στο υπόστρωμα μιας συμπαντικής μνήμης. Είναι γι’ αυτό τον λόγο που ενώ στην οθόνη βλέπουμε εικόνες και κινήσεις που θυμίζουν διαστημικό σκηνικό χωρίς ατμόσφαιρα και βαρύτητα, μέσα μας νοιώθουμε το βάρος της μνήμης που σκάβει. Και είναι τόσο συγκινητικό να βιώνεις αυτό το αίσθημα ανασκαφής στο κέντρο του μεγαλύτερου σε επισκεψιμότητα αρχαιολογικού χώρου στον κόσμο.
Μύθος και ιστορία
Τα έργα του Πανίκου Τεμβριώτη συνυπάρχουν ισότιμα πλάι στα αγάλματα των ∆ιόσκουρων του 5ου αιώνα π.Χ. και στα ταφικά κτερίσματα του 10ου αιώνα π.Χ. Μία αινιγματική αποτύπωση μιας προσπάθειας του ανθρώπου να προσεγγίσει το ανεξήγητο και να ερμηνεύσει το άγνωστο.
Τα έργα του Πανίκου Τεμβριώτη στέκονται μέσα σε δύο μεγάλες, μουσειακές προθήκες στο εσωτερικό περιστύλιο του μοναστηριού. ∆υο συνθέσεις σαν ντανταϊστικά assemblage που δεν «πιάνονται» με τίποτα. Λες και οι επιβλητικές προθήκες, κατασκευασμένες από το Μουσείο αποκλειστικά για τα έργα του Πανίκου, έγιναν για να πλαισιώσουν με κάποιο τρόπο τα δύο έργα που εννοιολογικά μοιάζουν να φεύγουν προς όλες τις κατευθύνσεις. Απλές συνθέσεις με κεφάλι Αφροδίτης και ευτελή υλικά, δίνουν την εντύπωση ότι μιμούνται με εντυπωσιακό θράσος, αν όχι και με ειρωνεία, τα εκθέματα του υπόλοιπου μουσείου. Κι όμως, εκεί που νομίζεις ότι πλησιάζεις σε μια αποκωδικοποίηση του έργου, συνειδητοποιείς ότι έχεις ξεγελαστεί. Όχι από τα έργα αλλά από το τεμπέλικό σου μυαλό που προτρέχει να ερμηνεύσει με βιασύνη τα πάντα. ∆ιότι τα έργα αυτά, συνυπάρχουν ισότιμα πλάι στα αγάλματα των ∆ιόσκουρων του 5ου αιώνα π.Χ., στα ταφικά κτερίσματα του 10ου αιώνα π.Χ. και στα πρόσφατα ευρήματα από το λεγόμενο αναθηματικό κοίτασμα του γκρεμού του Καπιτωλίου. Τόσο απλά. Μια συνέχεια της ιστορίας του μύθου τελικά, είναι τα έργα του Πανίκου Τεμβριώτη. Αινιγματική αποτύπωση μιας προσπάθειας του ανθρώπου να προσεγγίσει το ανεξήγητο και να ερμηνεύσει το άγνωστο. Από τα έργα αυτά κρατάω την ματιά των επισκεπτών που τα περιτριγυρίζουν, ψάχνοντας απεγνωσμένα την άκρη του νήματος μιας κοινής λογικής που όμως δεν υπάρχει. Περπατούν γύρω τους σε κύκλους και κοιτάζουν ερευνητικά. Το έργο του Τεμβριώτη δικαιώνεται μόνο όταν στο τέλος ο θεατής αποφασίζει να απομακρυνθεί αργά, παραδεχόμενος την ήττα του και μέσα από τα δόντια ψιθυρίζει «θα επιστρέψω».
Αφήνεται να πάθει…
Τα έργα της Ελένης Κινδύνη δίνουν την εντύπωση ότι έχουν μέσα τους κάτι γιγάντιο. Πλησιάζοντας όμως ο θεατής αρχίζει να επικεντρώνεται περισσότερο στη φόρμα. Όμορφες, θηλυκές φόρμες που εκτός από τον ερωτισμό, παραπέμπουν επίσης σε εικόνες κύησης.
Τα έργα της Ελένης Κινδύνη, δύο μονοτυπίες μέσα σε ψηλές λευκές κορνίζες, ακουμπούν προσεχτικά στους τοίχους του μουσείου δίπλα από νωπογραφίες του 14ου αιώνα. Tα έργα αυτά δίνουν την εντύπωση ότι έχουν μέσα τους κάτι γιγάντιο και σίγουρα δεν είναι μόνο το μέγεθός τους που ευθύνεται γι’ αυτό. Από μακριά μοιάζουν με μεγάλες, έγχρωμες ραδιογραφίες, δύο κόκκινα στίγματα αποτυπωμένα σε άσπρο φόντο. Πλησιάζοντας όμως ο θεατής αρχίζει να επικεντρώνεται περισσότερο στη φόρμα. Μιλώντας για τα έργα της Ελένης, αρκετοί ομιλητές στα εγκαίνια αλλά και στη συνέντευξη Τύπου της έκθεσης, αναφέρθηκαν στο στοιχείο αυτό που παραπέμπει σε όλα τα χαρακτηριστικά της Αφροδίτης. Όμορφες, θηλυκές φόρμες που εκτός από τον ερωτισμό, παραπέμπουν επίσης σε εικόνες κύησης, σαν υπερηχογραφήματα μήτρας εγκυμονούσας γυναίκας. Για μένα, το έργο της Κινδύνη ολοκληρώνεται πλήρως, όταν πλησιάζοντας ο θεατής, αντιλαμβάνεται την υφή που περιγράφει αυτό το χρωματικό αποτύπωμα. Από κοντά αποκαλύπτεται μια πυκνή, υφασμάτινη πλέξη, σαν γυναικείο καλσόν ή σαν επίδεσμος που προσωπικά μου δημιουργεί την αίσθηση πρόχειρου τυλίγματος μιας αιμάσσουσας πληγής. Κι επειδή το μυαλό μου είναι συνηθισμένο να δημιουργεί ιστορίες, σκέφτομαι πάντα μια γιγαντιαία, θεότητα να στηρίζει με δύναμη ένα πληγωμένο μέρος του σώματός της για να προχωρήσει ή για να σταθεί στα πόδια της. Κι εκεί όπου ακούμπησε, η πληγή άφησε στην επιφάνεια το αιμάτινο αποτύπωμά της. Με συγκινούν δύο πράγματα. Η ιδέα ότι μια θεότητα μπορεί να είναι πληγωμένη αλλά παρόλα αυτά συνεχίζει, και η ιδέα ότι για να σταθεί στα πόδια της στηρίχτηκε πάνω στην ψυχή ενός καλλιτέχνη. Και η Ελένη Κινδύνη κάνει αυτό που κάνει κάθε καλλιτέχνης. Αφήνεται να πάθει.
Ο Ήλιος της ζωής
Πήρα μαζί μου δύο ιστορίες στη διάλεκτο της θάλασσας. Ένα σκουριασμένο δοχείο κρυμμένο στη μήτρα της Μεσογείου, το οποίο εξακολουθεί να φυλάει ανέπαφο το πιο κρυφό μυστικό και μια Αφροδίτη που τυφλώθηκε από τον μύθο της
Εγώ πήρα μαζί μου δύο ιστορίες στη διάλεκτο της θάλασσας. Ένα σκουριασμένο δοχείο κρυμμένο στη μήτρα της Μεσογείου, το οποίο εξακολουθεί να φυλάει ανέπαφο το πιο κρυφό μυστικό και μια Αφροδίτη που τυφλώθηκε από τον μύθο της. Λες και θυσίασε την αυταρέσκεια του καθρεφτισμού της για να μπορεί να κοιτάζει κατάματα το απόλυτο μαύρο. Κι αυτό δεν είναι λίγο. Όπως σχολίασε και ο υπουργός Πολιτισμού της Ιταλίας για το συγκεκριμένο έργο, δεν είναι τυχαίο που η Αφροδίτη μπορεί να κοιτάξει μέσα από το μαύρο, αφού είναι το πρώτο άστρο που μας παίρνει από το χέρι πριν έρθει η νύχτα του θανάτου και το τελευταίο που μας αφήνει όταν σιγουρευτεί ότι οΉλιος της ζωής έχει επιστρέψει. Μας συνοδεύει από τη ζωή στον θάνατο και πίσω.
Πληροφορίες: «Cyprea: Το δίχτυ της Αφροδίτης», Αρχαιολογικό Πάρκο Κολοσσαίου, Ρώμη. ∆ιάρκεια έως 26 Νοεμβρίου.