
Kathimerini.com.cy
Το περπάτημα είναι το πρώτο πράγμα που μαθαίνουμε να κάνουμε ως νήπια. Μπορεί όμως να είναι και το τελευταίο που ξαναθυμόμαστε να κάνουμε σωστά. Και σίγουρα δεν το εκτιμάμε όσο του αξίζει. Μας πηγαίνει από το ένα σημείο στο άλλο, αλλά μπορεί να μας πάει και πιο μακριά: να μας φέρει ξανά κοντά στο σώμα μας, να βελτιώσει τη φυσική μας κατάσταση, να μας δώσει χαρά.
Με αυτά τα λόγια θα μπορούσε να συνοψίσει κανείς τη φιλοσοφία της Gill Stewart, της Βρετανίδας ειδικού στην ήπια φυσική άσκηση, που με το βιβλίο της Περπάτα σωστά!, το οποίο κυκλοφορεί για πρώτη φορά στα ελληνικά αυτή την Κυριακή 14/9 με την «Καθημερινή της Κυριακής» μάς δείχνει πώς ακόμη και το πιο απλό πράγμα στον κόσμο –το να βγεις για έναν περίπατο– μπορεί να γίνει πράξη φροντίδας, ενδυνάμωσης και αποκατάστασης.
Η ίδια είναι η ιδρύτρια του WALX, ενός πρωτοποριακού δικτύου ομαδικού περπατήματος που συνδυάζει την άσκηση με τη φύση, την κοινωνικότητα και την ευεξία. Το WALX σήμερα δραστηριοποιείται σε όλη τη Βρετανία, με δεκάδες τοπικές ομάδες που προσφέρουν από απλούς περιπάτους έως διαδρομές στη φύση με ενσωματωμένες ασκήσεις ενδυνάμωσης και ισορροπίας. Η φιλοσοφία του παραμένει σταθερή: κανείς δεν είναι υποχρεωμένος να αθληθεί, αλλά όλοι μπορούν να ωφεληθούν από τη σωματική κίνηση, ένα βήμα τη φορά.
Μιλήσαμε μαζί της για την έννοια του «ολιστικού περπατήματος», για τις ιστορίες ανθρώπων που άλλαξαν μέσα από αυτό, και για όλα εκείνα που χρειάζονται όσοι ψάχνουν λίγη έμπνευση για να κάνουν το πρώτο βήμα.
— Τι είναι το ολιστικό περπάτημα και γιατί διαφέρει από έναν απλό περίπατο;
Το ολιστικό περπάτημα δεν αφορά μόνο τα πόδια. Είναι μια προσέγγιση που εμπλέκει ολόκληρο το σώμα αλλά και το μυαλό. Δεν περπατάς μόνο για να «κάψεις θερμίδες». Περπατάς με επίγνωση της στάσης σου, της αναπνοής, της ισορροπίας, της διαδρομής. Παρατηρείς πώς κινείται το σώμα σου, πώς νιώθεις. Αυτή η επίγνωση, αυτή η σύνδεση με τον εαυτό σου, κάνει τη διαφορά. Μπορεί να βελτιώσει τη φυσική σου κατάσταση χωρίς πίεση, και την ψυχική σου ισορροπία χωρίς φάρμακα.
Άλλωστε, μην ξεχνάμε πως το σώμα μας έχει φτιαχτεί για να περπατά, αλλά όχι πάντα με τον ίδιο τρόπο. Δεν είμαστε σχεδιασμένοι να κινούμαστε σε ευθείες, επίπεδες διαδρομές με σταθερή ταχύτητα. Ως ζώα, κάποτε περπατούσαμε άλλοτε γρήγορα, άλλοτε αργά· σκύβαμε, σκαρφαλώναμε, στεκόμασταν ακίνητοι. Αυτή η ποικιλία μάς κρατά ζωντανούς. Αν προσθέσεις τα στοιχεία της παρατήρησης, της πρόθεση και της επίγνωση στο πώς περπατάς, αν προσέξεις τη στάση σου, την αναπνοή σου, το έδαφος, τη φύση γύρω σου, τότε μετατρέπεις μια καθημερινή κίνηση σε πλήρη σωματική και ψυχική εμπειρία.
— Εσείς πώς στραφήκατε στο περπάτημα, πώς το είδατε διαφορετικά;
Ήμουν για χρόνια μέσα στον χώρο του fitness: γυμναστήρια, προγράμματα άσκησης, προπόνηση με αντιστάσεις, όλα. Δούλευα με ανθρώπους που ήταν πολύ αγύμναστοι, που είχαν παθήσεις ή έντονη παχυσαρκία, και έβλεπα ότι δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα άλλο εκτός από το να περπατήσουν. Δεν χρειάζονταν ειδικό εξοπλισμό, δεν χρειαζόταν να μάθουν μια νέα τεχνική. Και ενώ στην αρχή μου φαινόταν «λίγο», σχεδόν σαν χάσιμο χρόνου σε σχέση με το γυμναστήριο, σύντομα κατάλαβα ότι έκανα λάθος. Γιατί είδα μπροστά μου ανθρώπους που ξεκίνησαν με ελάχιστη κινητικότητα και έφτασαν να τρέχουν μαραθώνιο. Και ακριβώς επειδή το περπάτημα είναι κάτι που μας είναι οικείο, γίνεται και το πιο μεταμορφωτικό είδος άσκησης.
— Υπάρχουν παραδείγματα ανθρώπων που ξεκίνησαν να κάνουν κάποιο πρόγραμμα ολιστικού περπατήματος τα οποία ξεχωρίζουν στο μυαλό σας;
Πάρα πολλά. Θα μπορούσα να γεμίσω βιβλίο μόνο με ιστορίες. Αλλά αν πρέπει να ξεχωρίσω μία, είναι αυτή της Τσαντρίκα. Ήταν μια γυναίκα κλεισμένη στο σπίτι, χωρίς καμία επαφή με την άσκηση, μάλλον σε βαθιά κατάθλιψη. Κι όμως, μέσα από την ομάδα, βρήκε μια νέα δύναμη. Μου είχε πει «δεν μπορώ να πιστέψω ότι βγαίνω στη βροχή και το απολαμβάνω». Δεν ήταν μόνο η φυσική της κατάσταση που άλλαξε, αλλά ολόκληρη η καθημερινότητά της. Ήταν σαν να ξαναγύρισε στη ζωή. Αυτές οι μικρές νίκες είναι που με συγκινούν. Υπάρχει και ένας άλλος συμμετέχων, ένας νεαρός άντρας 30 ετών με σοβαρό καρδιολογικό ιστορικό, ο οποίος έχασε 50 κιλά, έγινε αρχηγός ομάδας και τώρα κάνει κάμπινγκ στα βουνά. Δεν έμεινε στην ομάδα, αλλά αυτό δεν με πειράζει. Η ουσία είναι ότι προχώρησε και η ζωή του άλλαξε.
— Και τι είναι τελικά το πρόγραμμα ολιστικού περπατήματος που περιγράφετε στο βιβλίο;
Πρόκειται για περπάτημα, αλλά όχι μόνο. Είναι μια ολόκληρη προσέγγιση που περιλαμβάνει ισορροπία, ενδυνάμωση, σταδιακή αύξηση της δυσκολίας και σύνδεση με το περιβάλλον. Ξεκινήσαμε να δουλεύουμε με τη λογική μιας λέσχης γυμναστικής και ευεξίας χωρίς τοίχους, δηλαδή μια λέσχη περπατήματος με μέλη από όλη τη Βρετανία, για την οποία το «γυμναστήριο» είναι το πάρκο, η πόλη, το δάσος. Δουλέψαμε πολύ πάνω στο να δημιουργούμε συνήθειες, όχι μόνο στο να διδάσκουμε την τεχνική. Γι’ αυτό και δεν λέμε απλώς «μάθε να περπατάς με μπατόν» (σ.σ. Τα ειδικά μπατόν είναι κεντρικά στο πρόγραμμα που προτείνει η Stewart). Θέλουμε να συνεχίσεις, να εξελιχθείς, να «μείνεις στο μονοπάτι».
— Όλα αυτά όμως μπορούν να γίνουν και σε ένα αστικό τοπίο;
Φυσικά. Δεν χρειάζεται να είσαι στο τέλειο πάρκο ή στο βουνό. Αντί να νιώθεις αμήχανα επειδή δεν θες να κάνεις διατάσεις σε κοινή θέα, μπορείς απλώς να καθίσεις δέκα φορές σε ένα παγκάκι· να, ορίστε, κάνεις τα βαθιά καθίσματά σου. Ή να ανέβεις δύο φορές τις σκάλες. Όλα αυτά είναι κινήσεις του σώματος που μπορούμε να ενσωματώσουμε χωρίς να φαίνονται σαν γυμναστική. Αν μάθεις να βλέπεις την πόλη με άλλα μάτια, γεμάτη ευκαιρίες για κίνηση, τότε έχεις κερδίσει.
Βέβαια, ακόμα κι αν βρίσκεσαι στην πόλη, το να βγεις από τον «αστικό διάδρομο» έχει τεράστια σημασία. Η φύση σε αναγκάζει να προσαρμοστείς: το έδαφος αλλάζει, τα χρώματα, οι μυρωδιές, οι ήχοι. Αυτό ενεργοποιεί το νευρικό σύστημα με τρόπο που ένας διάδρομος γυμναστικής, για παράδειγμα, δεν μπορεί. Είσαι πιο προσεκτικός, πιο ζωντανός, πιο ανθρώπινος. Και τελικά, είναι αυτό που έχουμε ξεχάσει περισσότερο: να είμαστε συντονισμένοι με το περιβάλλον μας.
— Υπάρχουν άνθρωποι που σας λένε πως ντρέπονται ή νιώθουν άβολα να κάνουν τέτοιου είδους γυμναστική δημόσια;
Το ακούω συχνά. Είναι όπως με τα μπαστούνια βάδισης: πολλοί λένε «θα τα χρησιμοποιήσω μόνο όταν είμαι με ομάδα, όχι μόνος μου στην πόλη». Αλλά σκεφτείτε τους δρομείς: κάνουν διατάσεις στο πεζοδρόμιο χωρίς κανείς να τους κοιτάει παράξενα. Η αλήθεια είναι πως όλοι νομίζουμε ότι μας παρατηρούν, αλλά κανείς δεν το κάνει. Κι αν κάποιος το κάνει, μπορεί αύριο να δοκιμάσει να κάνει κι εκείνος την ίδια κίνηση. Είναι θέμα νοοτροπίας. Προσωπικά, λέω πάντα ότι βάζω εσκεμμένα τα ποτήρια του κρασιού σε ψηλό ράφι, για να τεντώνομαι και να ανεβαίνω στο ένα πόδι όταν τα κατεβάζω. Το θέμα είναι να εντάξουμε πάλι την προσπάθεια στην καθημερινότητά μας. Το πρόβλημα με τον σύγχρονο άνθρωπο είναι ότι εξαλείψαμε την προσπάθεια. Κάναμε τα πάντα τόσο εύκολα που σταματήσαμε να κινούμαστε.
— Τι θα λέγατε σε όσους μετρούν βήματα, θερμίδες ή θέλουν πάντα να βλέπουν τα αποτελέσματα με αριθμούς για να νιώσουν ότι γυμνάστηκαν;
Οι εφαρμογές και οι μετρήσεις δεν είναι από μόνες τους κακές. Αν σε βοηθούν να μείνεις ενεργός, καλώς. Αλλά δεν πρέπει να γίνονται ο μόνος τρόπος μέτρησης της προόδου. Το σημαντικό είναι να αναρωτιέσαι: ένιωσα καλύτερα; Χάρηκα τη διαδρομή; Ήμουν ευγενικός με το σώμα μου σήμερα; Η φυσική κατάσταση δεν είναι πάντα θέμα αριθμών. Είναι και θέμα σύνδεσης, συνήθειας και ενέργειας. Αν μια εφαρμογή σου λέει ότι πρέπει να σηκωθείς επειδή δεν το έκανες αρκετά σήμερα, ίσως χρειάζεται να ακούσεις λιγότερο την εφαρμογή και περισσότερο τον εαυτό σου.
— Μπορεί ο καθένας να συμμετάσχει σε ένα τέτοιο πρόγραμμα ολιστικού περπατήματος;
Βεβαίως. Πολλοί που έρχονται σε εμάς δεν ξέρουν από γυμναστική, ή φοβούνται μήπως πιεστούν. Κάποιοι έχουν τραυματισμούς, άλλοι έχουν απλώς χάσει την αυτοπεποίθησή τους. Αλλά όταν βλέπουν ότι μπορούν να κινηθούν χωρίς πόνο, ότι νιώθουν καλύτερα, ότι χτίζουν μια νέα σχέση με το σώμα τους, τότε μένουν. Ακόμα και όσοι κάποτε έτρεχαν, συχνά επιλέγουν να μείνουν στο περπάτημα, γιατί βρίσκουν κάτι πιο βαθύ και πιο βιώσιμο.
Επίσης, ποτέ δεν είναι αργά. Έχω δουλέψει με ανθρώπους 70 και 80 ετών. Δεν χρειάζεται να τρέξουν ούτε να κουραστούν. Το μόνο που χρειάζεται είναι να περπατήσουν σωστά, με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση, χωρίς φόβο και χωρίς πόνο. Μπορεί να είναι ένα βήμα τη φορά, αλλά αυτά τα βήματα μπορούν να αλλάξουν τη ζωή τους. Και ξέρετε κάτι; Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία είναι και οι πιο πειθαρχημένοι. Όταν νιώσουν το όφελος, συνεχίζουν.
— Ποιον θέλατε να βοηθήσετε όταν γράψατε αυτό το βιβλίο;
Δεν ήθελα να γράψω ένα βιβλίο για αθλητές. Ήθελα να γράψω ένα βιβλίο για γυναίκες στα 50 τους που είχαν χάσει την επαφή με το σώμα τους. Για ανθρώπους που ένιωθαν ότι «δεν μπορούν». Για όσους φοβούνται τη λέξη «άσκηση». Ήθελα να τους δείξω ότι μπορούν. Ότι κάθε βήμα, όσο μικρό κι αν είναι, αξίζει.
Μη χάσετε το βιβλίο «Περπάτα σωστά!» που κυκλοφορεί αυτή την Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου με την «Καθημερινή».