
Του Μιχάλη Σοφοκλέους
Για όσους πολιτεύονται, έρχεται αναπόφευκτα η στιγμή που θα βρεθούν μπροστά σε ένα καθοριστικό σταυροδρόμι, όπου θα πρέπει να επιλέξουν την ουσία του χαρακτήρα της δημόσιας εμπλοκής τους. Από τη μία πλευρά βρίσκεται η επιλογή του φόβου: η πορεία που εκμεταλλεύεται τα κατώτερα ένστικτα των μαζών, για να εξασφαλίσει εύκολη υποστήριξη. Η επιλογή του λαϊκισμού και της δημαγωγίας. Η πόλωση του «ή εμείς ή αυτοί». Η αποθάρρυνση των αντιπάλων με προσωπικές επιθέσεις και προσβολές. Η εργολαβική υπονόμευση των θεσμών. Οι συνεχείς προειδοποιήσεις για πιθανές και απίθανες καταστροφές, συνοδευόμενες με ουτοπικές υποσχέσεις προστασίας και ασφάλειας. Αλλά και με απύθμενη δειλία, αφού κάθε θέση που ενοχλεί συμφέροντα, πρέπει να αποφεύγεται. Ο δρόμος του φόβου είναι ο εύκολος δρόμος στην πολιτική. Είναι ο δρόμος που ακολουθούν οι πολλοί.
Από την άλλη πλευρά υψώνεται η επιλογή της ελπίδας: η πορεία που απαιτεί ακούραστη δουλειά στη βάση της κοινωνίας για να καλλιεργηθούν και να μετουσιωθούν σε πράξη μεγάλες ιδέες, ευγενή οράματα και σύγχρονες αλλαγές. Η υπόσχεση ενός καλύτερου μέλλοντος, το κάλεσμα στους πολίτες να συμμετάσχουν, να εργαστούν και να κάνουν θυσίες αν χρειαστεί, για μια νέα ευημερούσα πραγματικότητα. Ο δρόμος της ελπίδας, μπορεί να οδηγήσει σε ιστορικές μεταρρυθμίσεις και κοινωνική πρόοδο. Είναι όμως ο δύσβατος δρόμος στην πολιτική. Ο δρόμος που ακολουθούν ελάχιστοι.
Στην Κύπρο έχουμε εδώ και αρκετά χρόνια μπει στη σφαίρα της καθολικής επικράτησης του φόβου. Όχι μόνο τίποτα δεν αλλάζει, αλλά σιγά-σιγά να εξανεμίζονται όσα πετύχαμε στην πορεία ανασυγκρότησης του κράτους μετά το 1974 και αργότερα με την είσοδό μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε όλα τα ζητήματα, από τα πιο μεγάλα, μέχρι τα πιο μικρά.
Είχαμε για παράδειγμα την εκλογή του κ. Ερχιουρμαν. Μια δημιουργική και τολμηρή πολιτική, θα επέβαλλε την επίθεση φιλίας στον νέο Τουρκοκύπριο ηγέτη. Άμεσες πρωτοβουλίες που θα έριχναν σε εκείνον και κατ’ επέκταση στην ίδια την Τουρκία το βάρος της απόδειξης των προθέσεών τους. Αντιθέτως, ο δικός μας Πρόεδρος, ένας άνθρωπος που χρησιμοποιεί τα κινητά τηλέφωνα ως μόνιμη ενοχλητική προέκταση των χεριών του, έκανε δέκα μέρες να συγχαρεί τον ηγέτη της τουρκοκυπριακής κοινότητας της χώρας. Αφού βέβαια προηγουμένως, όσοι πολιτικοί τον στηρίζουν φανερά ή συγκεκαλυμμένα, φρόντισαν να στείλουν το μήνυμα εσωτερικά και διεθνώς ότι αυτά με την αλλαγή ηγεσίας των Τουρκοκυπρίων είναι για εμάς «ανοησίες» που δεν σημαίνουν τίποτα.
Το ίδιο συμβαίνει και με τη νέα γεωπολιτική πραγματικότητα που δημιουργείται μετά την εκεχειρία στη Γάζα. Όσοι ασχολούνται με τη διεθνή πολιτική γνωρίζουν ότι υπάρχει ξανά κινητικότητα για την ευρύτερη συνεργασία στην περιοχή, κυρίως από τους Αμερικανούς. Γνωρίζουν ακόμη ότι η Τουρκία έχει ξανά αναβαθμιστεί. Και όμως, οι «ανεπίσημοι» φορείς και συνδιαμορφωτές της πολιτικής του Νίκου Χριστοδουλίδη φρόντισαν ήδη, αρθρογραφώντας την περασμένη Κυριακή, να επιτεθούν σφόδρα στον Έλληνα πρωθυπουργό, που με πρωτοβουλίες προσπαθεί να μην αφήσει τον Ελληνισμό ουραγό των εξελίξεων. Πιστοί στο δόγμα της αδράνειας που παρουσιάζεται ως «συνετή στάση» και της απομόνωσης που βαφτίζεται «εθνική αξιοπρέπεια»
Ο φόβος όμως δεν είναι αποκλειστικότητα της κυβέρνησης. Στην Κύπρο, ακόμη πιο επικίνδυνη για την κοινωνία και τη δημοκρατία είναι η ανυπαρξία της αντιπολίτευσης. Στα μεγάλα εθνικά θέματα, το Κυπριακό, την ενέργεια, τον GSΙ, την Ανατολική Μεσόγειο, κανένα από τα κόμματα δεν παρουσιάζει εναλλακτική πολιτική πρόταση. Ούτε και σε κορυφαία τρέχοντα ζητήματα, όπως η ΑΤΑ και η φορολογική μεταρρύθμιση, υπάρχει κάποια διαφορετική τοποθέτηση ουσίας. ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ απλώς σχολιάζουν κυβερνητικές συμπεριφορές και θέτουν δημοσιογραφικά ερωτήματα. Ακόμη και στη μοναδική πραγματική μεταρρύθμιση που επιχείρησε να προωθήσει η κυβέρνηση εδώ και τρία σχεδόν χρόνια, αυτή της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών, η αντιπολίτευση φαίνεται κρυμμένη πίσω από τα ορύγματα του φόβου εκλογικών απωλειών, παρά το ότι ήδη άρχισε να διαφαίνεται η νέα προεδρική κωλοτούμπα.
Τις τελευταίες ημέρες είχαμε το νέο μνημείο ημετεροκρατίας και κουμπαροκρατίας, αυτό της ανακοίνωσης των νέων γενικών διευθυντών των υπουργείων. Ανθρώπων που θα κληθούν να διοικήσουν φορείς με 3, 5, 8 χιλιάδες κόσμο προσωπικό, χωρίς να έχουν την έξωθεν μαρτυρία ότι μπορούν να το πράξουν. Η κοινωνία παρακολουθεί απεγνωσμένη τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να λειτουργεί ως αυτοκράτωρ, την οικογένειά του ως βασιλική και τον περίγυρό του ως αυλή. Και παρακολουθεί, απέναντί τους, ένα πολιτικό σύστημα να συμπεριφέρεται ως η Σύγκλητος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, όπου ο καθένας ασχολείται και μηχανορραφεί σχεδόν αποκλειστικά για τη διαφύλαξη των προσωπικών του συμφερόντων και φιλοδοξιών, αδιαφορώντας για τους πληβείους υπηκόους…
Ζητείται ελπίς.

