
Του Μιχάλη Σοφοκλέους
Όπως σε κάθε έρευνα της Stratego/IMR, τα αποτελέσματα παρουσιάζονται με ξεροκέφαλη αντικειμενικότητα, όπως έγινε την περασμένη Κυριακή. Σήμερα, όμως, είναι η ώρα της δικής μου υποκειμενικής γνώμης, τουλάχιστον για τον ανασχηματισμό της κυβέρνησης και την αναταραχή εντός ΔΗΣΥ.
Ήμουν κι εγώ από εκείνους που πίστευαν ότι από την ώρα που η κυβέρνηση δεν άλλαξε αρχές φθινοπώρου, ο Πρόεδρος θα ανέμενε τις εκλογές του Μαΐου. Πιστεύω ότι και ο ίδιος αυτό υπολόγιζε, λίγη σημασία όμως έχει, αφού με τον ανασχηματισμό έχουμε το μεγάλο U-Turn του Νίκου Χριστοδουλίδη και την ανάληψη από μέρους του ασυνήθιστης μεν αλλά κορυφαίας πολιτικής πρωτοβουλίας.
Η κυβέρνηση έχει πλέον καθαρή εκλογική διάταξη με στόχο τις προεδρικές του 2028 και σταθμό τις βουλευτικές του 2026. Τα «χαριτωμένα» περί τεχνοκρατικής σύνθεσης και τα πειράματα που προηγήθηκαν, αρχειοθετούνται μαζί με τα παραμύθια του Αισώπου. Ο Πρόεδρος κήρυξε δεικτικά την προεκλογική περίοδο, ακόμη και αν τα κόμματα που καλούνται να αναμετρηθούν σε επτά μήνες αδυνατούν να το πράξουν.
Η κίνηση Χριστοδουλίδη έχει δύο ξεκάθαρες επιδιώξεις: Η πρώτη, να ενισχύσει τα κόμματα που στηρίζουν την κυβέρνηση (ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ και ΔΗΠΑ) ή υπηρετούν τη στρατηγική της (ΕΛΑΜ) και, ταυτόχρονα, να τα «σφιχτοδέσει» στο κυβερνητικό άρμα. Η σπουδή της «περιφρόνησης» των κομμάτων ανήκει στο παρελθόν και –με τον ανασχηματισμό– σίγησαν και οι όποιες φυγόκεντρες τάσεις κομματικών στελεχών που έβλεπαν τα ποσοστά να βυθίζονται και φλέρταραν με την έξοδο από την κυβέρνηση μετά τις εκλογές.
Η δεύτερη επιδίωξη είναι άμεσα συνυφασμένη με την πρώτη και αφορά τον ΔΗΣΥ. Το προφανές σχέδιο του Νίκου Χριστοδουλίδη να πιέσει αλύπητα τον Συναγερμό για να τον οδηγήσει σε ασφυκτικό αδιέξοδο μετά τις βουλευτικές, εάν χαμηλά ποσοστά κλονίσουν τη σημερινή ηγεσία και οι προοπτικές εισόδου στον δεύτερο γύρο των προεδρικών φανούν απομακρυσμένες. Ο κ. Χριστοδουλίδης πλαγιοκοπεί τον Συναγερμό, από τη μια με κεντρώα κομματικά στελέχη υπουργούς και από την άλλη διανθίζοντας τα ψηφοδέλτια του ΕΛΑΜ με ανθρώπους της επιρροής του και την κυβέρνηση με ανθρώπους φιλικούς στο κόμμα αυτό, πιστεύοντας ότι έτσι θα πετύχει την πολυπόθητη, για τον ίδιο, στήριξη του ΔΗΣΥ. Η σπουδή μάλιστα ορισμένων, εντός ΔΗΣΥ, να υποθηκεύσουν την πολιτική παρουσία της παράταξης σε μια δεδομένη (θεωρούσαν) συνεργασία με το ΔΗΚΟ, αποδεικνύεται ήδη αίολη.
Εδώ προστίθεται το εύρημα της έρευνας της «Κ», ότι 60% των Συναγερμικών θα επιθυμούσαν τη συμμετοχή στην κυβέρνηση και η συζήτηση που αυτό προκάλεσε. Καταρχάς, αυτό δεν αποτελεί έγκριση της κυβέρνησης. Οι Συναγερμικοί την αποδοκιμάζουν με ποσοστά αντίστροφα (60-40), όπως πράττει και το σύνολο της κοινωνίας (65-35). Η αποτυχία όμως της ηγεσίας του ΔΗΣΥ έγκειται στο ότι έχει μπερδέψει τους ανθρώπους της. Με μια στρατηγική ακατανόητη – εάν υπάρχει. Δεν αντιπολιτεύεται ουσιαστικά την κυβέρνηση, δεν την πιέζει προς συγκεκριμένες κατευθύνσεις, δεν λέει τι είναι λάθος, ούτε τι είναι σωστό, δεν βάζει ατζέντα, δεν παρουσιάζει μια ευδιάκριτη εναλλακτική πρόταση εξουσίας με δικές του, διαφορετικές προτάσεις. Απλώς σχολιάζει.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η ΑΤΑ, οι αστόχευτες παροχές, τα ανύπαρκτα έργα και η γιγαντιαία αύξηση του κρατικού μισθολογίου που θα ξεπεράσει το 40-45% σε μια πενταετία. Το 70% των Κυπρίων δείχνει τεράστια ωριμότητα και ανησυχεί, ο ΔΗΣΥ όμως, το κατεξοχήν κόμμα που θα ανέμενε κάποιος να αντιδράσει, παραμένει σιωπηλός. Όπως σιωπηλός είναι στο θέμα της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών, όπως ξέχασε το οικογενειακό εισόδημα στη φορολογική μεταρρύθμιση, όπως παραλείπει να δώσει με σθένος τη μάχη της μεσαίας τάξης την ώρα που αυτή πιέζεται. Την ώρα μάλιστα που, το πλέον καταθλιπτικό εύρημα της έρευνας της Stratego/IMR δεν είναι το 7% των πολιτών που δεν βγάζουν καθόλου τον μήνα, στοιχείο λογικό, αλλά το 58% δυσκολεύεται να το πράξει, στοιχείο αδιανόητο. Αυτοί δεν είναι ούτε οι πλούσιοι, ούτε οι φτωχοί. Είναι οι μεσαίοι.
Πολλοί στον Συναγερμό λένε «αφού δεν αντιπολιτεύεστε, τουλάχιστον μπείτε στην αδύναμη αυτή κυβέρνηση να κάνετε τα πράγματα καλύτερα», ενώ την ίδια ώρα ο Νίκος Χριστοδουλίδης συνεχίζει ανενόχλητος να διεισδύει εντός της παράταξης. Έτσι είναι που δημιουργήθηκε αυτή η τάση.
Φαινόμενα που επέτρεψε η ηγεσία του ΔΗΣΥ με τη στάση της και –πολύ φοβάμαι– θα συνεχίσει ακόμη πιο έντονα να τα επιτρέπει. Που, αν αυτό συμβεί, μόνο αποτέλεσμα θα είναι να συνεχίσει η παράταξη να φυλλορροεί, με επικίνδυνες τις συνέπειες τόσο για την ίδια, όσο και για την Κύπρο. Γιατί, αλίμονο αν φτάσουμε στο σημείο που θα κληθούμε να συμβιβαστούμε με τη μετριότητα και την εφήμερη και κοντόφθαλμη ψευδαίσθηση: «μα δεν πάθαμε και κάτι».

