ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Τέμπη: Aπαντήσεις για τις εκταφές

Γιατί είχαν απορριφθεί τα δύο πρώτα αιτήματα, τι θα γίνει με αυτά που κατατέθηκαν τις προηγούμενες ημέρες και πότε μπορούν να υποβληθούν νέα. Η «Κ» εξηγεί το χρονικό της υπόθεσης και τη συνέχειά της

Της Σοφίας Σπίγγου

Εχουν υποβληθεί αιτήματα εκταφής κατά την ανάκριση;

Κατά τη διάρκεια της ανάκρισης που διεξήγαγε ο εφέτης ανακριτής Σωτήρης Μπακαΐμης υποβλήθηκαν τρία αιτήματα εκταφής, για δύο θύματα του δυστυχήματος. Το πρώτο αίτημα κατατέθηκε στα τέλη του 2024 από τον Παύλο Ασλανίδη για εκταφή του γιου του, Δημήτρη, προκειμένου να διαπιστωθεί η ύπαρξη ξυλολίου ή άλλων ουσιών. Το δεύτερο αίτημα κατατέθηκε το 2025 από το ίδιο πρόσωπο, για να απορριφθεί τόσο από τον ανακριτή όσο και από το δικαστικό συμβούλιο, ενώ το τρίτο αίτημα κατατέθηκε τον Μάιο του 2025 από τον Χρήστο Τηλκερίδη και είχε την ίδια «τύχη» με τα προηγούμενα δύο.

Με ποιο σκεπτικό απορρίφθηκαν;

Ο λόγος απόρριψης του πρώτου αιτήματος ήταν η προωρότητά του, καθώς την περίοδο που κατατέθηκε εκκρεμούσε ακόμη η παράδοση της έκθεσης του καθηγητή Δημήτρη Καρώνη για τα αιτία της «πυρόσφαιρας». Μάλιστα, ο κ. Ασλανίδης προσέφυγε κατά της διάταξης του ανακριτή στο αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο, αλλά έλαβε την ίδια απάντηση.

Το σκεπτικό απόρριψης του δεύτερου και του τρίτου αιτήματος ήταν πως συνδέονται με τον ισχυρισμό μερίδας διαδίκων ότι στην εμπορική αμαξοστοιχία μεταφερόταν παράνομα ποσότητα διαλυτών – υδρογονανθράκων και η εκταφή ζητείται να λάβει χώρα προς επίρρωση αυτού του ισχυρισμού, αλλά μετά τις εκθέσεις τριών καθηγητών πανεπιστημίων το ενδεχόμενο έχει –κατά τον ανακριτή– αποκλειστεί.

Εξέταση σε 30 ημέρες – Το άρθρο 248 ΚΠΔ ορίζει ότι «αν ο εισαγγελέας παραγγείλει ή το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο διατάξει συμπληρωματική ανάκριση, ο ανακριτής οφείλει να την περατώσει μέσα σε τριάντα ημέρες».

«Πλην όμως, από τον συνδυασμό των χημικών αναλύσεων και των λοιπών εγγράφων που έχει αποστείλει το ΓΧΚ, των εκθέσεων πραγματογνωμοσύνης των καθηγητών ΕΜΠ Δημητρίου Καρώνη (χημικός μηχανικός), Πέτρου Τσακιρίδη (μεταλλουργός) και των ενόρκων καταθέσεων του επιστημονικού συνεργάτη ΑΠΘ, μηχανολόγου – ηλεκτρολόγου μηχανικού Κων/νου Πασπαλά και των εκθέσεων που μας έχει καταθέσει προκύπτει ότι η πυρόσφαιρα και η εξ αυτής πυρκαγιά προκλήθηκε από τη δημιουργία και ανάφλεξη, υπό θερμοκρασία ηλεκτρικού τόξου, εκνεφώματος – αερολύματος ελαίου σιλικόνης από το κύκλωμα ψύξης των μετασχηματιστών των ηλεκτραμαξών των συγκρουσθεισών αμαξοστοιχιών και όχι από άλλη αιτία και δη τυχόν μεταφερόμενη ποσότητα υδρογονάνθρακα», ανέφερε ο κ. Μπακαΐμης στο απορριπτικό του σημείωμα.

Εχει υποβάλει ο Πάνος Ρούτσι αίτημα εκταφής;

Αίτημα εκταφής από τον Πάνο Ρούτσι δεν έχει κατατεθεί. Ωστόσο, αυτό που επιδόθηκε στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου στις 16 Σεπτεμβρίου 2025 ήταν μια «εξώδικη δήλωση-καταγγελία και πρόσκληση για ικανοποίηση αιτήματος» διαδίκων (γονέων θυμάτων που παρίστανται προς υποστήριξη της κατηγορίας) στην «υπόθεση των Τεμπών», με την οποία ζητούν τη διενέργεια περαιτέρω ανακριτικών πράξεων και ειδικότερα εκταφής «προς ανάδειξη της αλήθειας προς εντοπισμό της χημικής σύνθεσης του αγνώστου καυσίμου». Παράλληλα, στις 25 Σεπτεμβρίου κατατέθηκε και υπόμνημα στο Εφετείο Λάρισας το οποίο υπογράφουν 78 συγγενείς θυμάτων και μεταξύ άλλων ζητείται η εκταφή της σορού του Ντένις Ρούτσι.

Πώς ξεπεράστηκε ο σκόπελος της μη υποβολής επίσημου αιτήματος στην περίπτωση Ρούτσι;

Κατά τον υπουργό Δικαιοσύνης Γιώργο Φλωρίδη, ο οποίος ερμήνευσε σε πρόσφατες δηλώσεις του την ανακοίνωση του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Κωνσταντίνου Τζαβέλλα, θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι υποβλήθηκε αίτημα με έμμεσο τρόπο. «Λέει ο εισαγγελέας ότι μπορεί ενδεχομένως η εισαγγελική αρχή να εκτιμήσει ότι στην εξώδικη δήλωση που έστειλε ο κ. Ρούτσι υπάρχει μια έστω έμμεση αναφορά σε αυτό το ζήτημα, δηλαδή της ταυτοποίησης της σορού, και κατά συνέπεια η εισαγγελική αρχή θα το εξετάσει και θα απαντήσει σύντομα», εκτίμησε ο κ. Φλωρίδης.

Εχει υποβληθεί αίτημα εκταφής από άλλον συγγενή θύματος μετά την ανάκριση;

Εχουν κατατεθεί συνολικά τέσσερα άμεσα και «έμμεσα» αιτήματα εκταφής. Το πρώτο επίσημο αίτημα μετά το κλείσιμο της ανάκρισης κατατέθηκε την Τετάρτη. Πρόκειται για το τρίτο κατά σειρά αίτημα εκταφής που υπέβαλε ο Παύλος Ασλανίδης ενώπιον της διευθύνουσας το Εφετείο Λάρισας προέδρου Εφετών, Μαρίας Λιάνου, στα χέρια της οποία βρίσκεται πλέον η δικογραφία του σιδηροδρομικού δυστυχήματος των Τεμπών. Στην ίδια κίνηση προχώρησε και η πρόεδρος του Συλλόγου Πληγέντων Δυστυχήματος Τεμπών Μαρία Καρυστιανού ζητώντας εκταφή της κόρης της, Μάρθης, ενώ αίτημα κατατέθηκε και από τον Χρήστο Κωνσταντινίδη. Τέλος, κατατέθηκε την Πέμπτη κι ένα συμπληρωματικό υπόμνημα στο Εφετείο Λάρισας, στο οποίο μεταξύ άλλων ζητείται η εκταφή της σορού του Ντένις Ρούτσι.

Για ποιο σκοπό ζητείται η εκταφή;

Στο ένα αίτημα ζητείται η εκταφή των τεμαχίων του σώματος του Δημήτρη Ασλανίδη για να γίνει έλεγχος DNA «στα πέντε “ορφανά” τεμάχια εκ των οκτώ που ερρίφθησαν στο φέρετρο, δεδομένου ότι έλεγχος DNA έχει γίνει μόνο στα τρία εξ αυτών». Στην ίδια αίτηση ζητείται να διενεργηθούν οι αναγκαίες βιοχημικές, ιστολογικές και τοξικολογικές εξετάσεις, για να διαπιστωθούν τα αίτια του θανάτου του νεαρού παιδιού.

Ερευνά και το δικαστήριο – Κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας μπορούν να υποβληθούν αιτήματα που απορρίφθηκαν κατά τη διάρκεια της ανάκρισης. Ο,τι έχει «εκφύγει» από τον ανακριτή, το ερευνά το δικαστήριο.

Το αίτημα της Μαρίας Καρυστιανού έχει διττή βάση, καθώς ζητάει την εκταφή για λόγους ταυτοποίησης αλλά και για λόγους εντοπισμού των χημικών που προκάλεσαν την πυρόσφαιρα.

Πώς θα επηρεάσει την ανάκριση και τον χρόνο έναρξης της δίκης η αποδοχή του αιτήματος;

Η απάντηση εξαρτάται από τον λόγο που γίνεται ένα αίτημα εκταφής. Οπως έγινε γνωστό από την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, εξετάζονται τα αιτήματα που «αποβλέπουν σε εξακρίβωση και πιστοποίηση της ταύτισης ή μη του DNA των σορών που παραδόθηκαν προς ταφή, κατά τη διάρκεια της αυτεπάγγελτης προανάκρισης, με το DNA των ήδη αιτούντων την εκταφή προσώπων».

Το πρώτο αίτημα που έγινε δεκτό για λόγους ταυτοποίησης δεν επηρεάζει καθόλου την πορεία της υπόθεσης των Τεμπών, αφού είναι ανεξάρτητο από το σιδηροδρομικό δυστύχημα και δεν συνδέεται με τη δικογραφία.

Η πορεία της υπόθεσης θα καθυστερήσει, μόνο αν γίνει δεκτό αίτημα εκταφής προκειμένου να διαπιστωθεί, για παράδειγμα, η ύπαρξη ουσιών που αποδεικνύουν την παρουσία παράνομου φορτίου, αφού κάτι τέτοιο αφορά τη βασική δικογραφία. Σε μια τέτοια περίπτωση ο νόμος ορίζει ότι αν «ο εισαγγελέας παραγγείλει ή το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο διατάξει συμπληρωματική ανάκριση, ο ανακριτής οφείλει να την περατώσει μέσα σε τριάντα ημέρες, αφότου η δικογραφία περιήλθε σε αυτόν».

Μπορεί το δικαστήριο να διατάξει εκταφή, διαρκούσης της δίκης;

Κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας μπορούν να υποβληθούν αιτήματα που υποβλήθηκαν κατά τη διάρκεια της ανάκρισης και απορρίφθηκαν, καθώς και νέα αιτήματα, αφού για ό,τι έχει «εκφύγει» από τον ανακριτή, αρμόδιο να το ερευνήσει είναι το δικαστήριο. Η πρόεδρος του Αρείου Πάγου Αναστασία Παπαδοπούλου αναφερόμενη σε αυτό το ζήτημα ξεκαθάρισε πως «κανένα δικαίωμα δεν χάνεται στην παρούσα φάση. Οποιαδήποτε αίτηση έχει γίνει κατά τη διάρκεια της ανάκρισης και έχει απορριφθεί, μπορεί να υποβληθεί στο ακροατήριο».

Μπορεί να γίνει εκταφή χωρίς εισαγγελική παραγγελία;

Η εκταφή και μεταφορά οστών στην Ελλάδα γίνεται μετά από τρία χρόνια, εκτός εάν δοθεί ειδική άδεια για ανακριτικούς σκοπούς. Πριν από το ελάχιστο όριο των τριών ετών χωρίς εισαγγελική εντολή, δεν μπορούν να προβούν σε εκταφή τα συγγενικά πρόσωπα. Πρακτικά αυτό σημαίνει πως μετά την 28η Φεβρουαρίου 2026, ημέρα που συμπληρώνονται τρία έτη από το τραγικό δυστύχημα, οι οικογένειες μπορούν να προχωρήσουν σε εκταφή.

Τι ίχνη μπορεί να βρεθούν δυόμισι χρόνια μετά

Της Αλεξίας Καλαϊτζή

Μπορεί η εκταφή να οδηγήσει σε ασφαλή επιστημονικά συμπεράσματα;

Η «Κ» επικοινώνησε με ιατροδικαστές και τοξικολόγους ώστε να διευκρινίσει αν η εκταφή δυόμισι χρόνια μετά το δυστύχημα μπορεί να δώσει απαντήσεις για την ταυτότητα των νεκρών και την αιτία θανάτου τους. Η ταυτοποίηση, η οποία είναι μια διαδικασία που έχει ήδη γίνει από την ομάδα ιατροδικαστών πριν από την παράδοση των νεκρών στους συγγενείς τους, μπορεί να επαναληφθεί και τώρα, καθώς είναι δυνατόν να εντοπιστεί γενετικό υλικό στους ιστούς των σορών.

Αυτό το οποίο οι περισσότεροι επιστήμονες με τους οποίους μίλησε η «Κ» θεωρούν ανέφικτο να απαντηθεί είναι το αν ένα θύμα σκοτώθηκε κατά τη σύγκρουση ή αν κάηκε μετά. Η αιτία θα μπορούσε να φανεί μόνο με εργαστηριακές εξετάσεις που θα διεξάγονταν στην αρχή, με τον εντοπισμό των σορών.

Στην παρούσα φάση, ανάλογα με τον τρόπο ταφής και την κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει τα νεκρά σώματα, μπορούν να εξεταστούν μόνο οι κακώσεις που φέρουν οι σοροί, κάτι ωστόσο που είχε διερευνηθεί κατά την αρχική νεκροτομή – νεκροψία όπου ήταν δυνατόν. Εμπειρος ιατροδικαστής υποστηρίζει πως σε αυτή τη φάση μπορούν να γίνουν και τοξικολογικές εξετάσεις οι οποίες δύνανται να μας δώσουν συμπληρωματικά στοιχεία για ουσίες που υπήρχαν στον οργανισμό όσο τα θύματα ήταν ζωντανά.

«Το καλύτερο είναι να γίνονται όλες οι εξετάσεις στις 2-3 ημέρες μετά τον θάνατο. Ο κανόνας είναι πως όσο μεγαλύτερο διάστημα μεσολαβήσει, τόσο πιο δύσκολο είναι να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα», σημείωσε με τη σειρά του ο ιατροδικαστής Φίλιππος Κουτσαύτης.

Ακόμη πιο περίπλοκο είναι το ερώτημα, αν μπορεί δυόμισι χρόνια μετά να εντοπιστούν ίχνη οργανικών διαλυτών, όπως ξυλόλιο ή τολουόλιο, καθώς δεν υπάρχει εκτενής βιβλιογραφία για παρόμοιες περιπτώσεις. Οι διαλύτες είναι λιπόφιλες ουσίες και μπορούν εύκολα να ανακατανεμηθούν στο δέρμα και τους υπόλοιπους ιστούς και μπορούν να παραμείνουν στη σορό και κυρίως στον λιπώδη ιστό μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.

Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, αν η δειγματοληψία γινόταν απευθείας μετά τον εντοπισμό των σορών –και μάλιστα σε ειδικές συνθήκες με αεροστεγή δοχεία– είναι πιθανόν να ήταν ανιχνεύσιμες αυτές οι ουσίες εφόσον υπήρχαν, αν και μάλλον θα ανιχνεύονταν σε μικρότερες συγκεντρώσεις λόγω της υψηλής θερμοκρασίας που προκλήθηκε από τη φωτιά. Μετά την πάροδο του συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος κρίνεται, σύμφωνα με τους επιστήμονες, θεωρητικά απίθανο, αλλά όχι αδύνατον, να εντοπιστούν συγκεντρώσεις διαλυτών σε υπολείμματα ιστών, οστά ή οδοντοστοιχία. Αν υπάρχουν, θα είναι τόσο μικρές οι συγκεντρώσεις τους ώστε θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί ένας ιδιαίτερα ευαίσθητος εξοπλισμός προηγμένης τεχνολογίας για να ανιχνευθούν. Ολα αυτά εξαρτώνται και από τον τρόπο ταφής.

Γιατί δεν έγιναν τοξικολογικές εξετάσεις μετά το δυστύχημα;

Oλοι οι επιστήμονες με τους οποίους συνομιλήσαμε συμπεραίνουν πως σε επίπεδο ιατροδικαστικής διαχείρισης το δυστύχημα των Τεμπών αντιμετωπίστηκε κατά βάσιν ως τροχαίο και όχι ως μαζική καταστροφή, κατηγορία στην οποία εντάσσεται. Τοξικολογικές εξετάσεις και μάλιστα για πολύ συγκεκριμένες ουσίες έγιναν μόνο στις σορούς των εργαζομένων του ΟΣΕ.

Κατατοπιστικό για πρωτόκολλο που πρέπει να ακολουθείται στις μαζικές καταστροφές είναι επιστημονικό άρθρο του Εργαστηρίου Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, στο οποίο αναφέρεται πως όταν έχει ξεσπάσει πυρκαγιά ή έχει εκδηλωθεί έκρηξη, ο τοξικολογικός έλεγχος όλων των ατόμων –περιλαμβανομένων και των επιβατών– έχει καθοριστική σημασία προκειμένου να διαπιστωθεί εάν ήταν εν ζωή όταν άρχισε η πυρκαγιά.

«Η ανεύρεση ανθρακυλαιμοσφαιρίνης καταδεικνύει ότι τα άτομα εισέπνευσαν μονοξείδιο του άνθρακα. Παράλληλα, είναι δυνατόν να αναζητηθούν και να βρεθούν άλλες ουσίες – παράγωγα καύσης υλικών που βρίσκονταν στο μέσο μεταφοράς (πλαστικών κ.ά.). Τα ευρήματα από την τοξικολογική εξέταση σε συνδυασμό με ευρήματα από τη νεκροτομή, όπως αιθάλη εντός της τραχείας και στοιχεία φλεγμονής στις αναπνευστικές οδούς, θα οδηγήσουν σε σχετικά ασφαλές συμπέρασμα όσον αφορά την έναρξη της πυρκαγιάς, ενώ τα θύματα ήταν ζωντανά ή νεκρά».

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Ελλάδα: Τελευταία Ενημέρωση

X