
Στις 16 Αυγούστου, μία ημέρα μετά τη σύνοδο κορυφής με τον Ντόναλντ Τραμπ, ο Βλαντιμίρ Πούτιν συγκέντρωσε τους ισχυρούς της Ρωσίας στην Αίθουσα του Τάγματος της Αγίας Αικατερίνης στο Κρεμλίνο.
Χτισμένη για να αναδεικνύει τη δόξα της τσαρικής αυτοκρατορίας, η αίθουσα χρησιμοποιήθηκε αυτή τη φορά για τον απολογισμό της επίσκεψης του Ρώσου προέδρου στην Αλάσκα, πρώην ρωσική κτήση.
Παρά τις προηγούμενες δεσμεύσεις του, δεν έχει επιβάλει κυρώσεις, ούτε απαιτεί κατάπαυση του πυρός ως προϋπόθεση διαπραγμάτευσης
Ο Πούτιν επαίνεσε την «ειλικρίνεια» του Τραμπ και την προσπάθειά του να τερματίσει τον πόλεμο, σημειώνοντας ότι «μας φέρνει πιο κοντά στη λήψη αναγκαίων αποφάσεων».
Στην ίδια αίθουσα, πριν από τριάμισι χρόνια, είχε καλέσει τρομοκρατημένους τους αυλικούς του για να τους αναγκάσει να εισηγηθούν την αναγνώριση των «φιλορωσικών» περιοχών στην ανατολική Ουκρανία – κίνηση που προανήγγειλε την εισβολή.
Η νέα σύναξη δείχνει ότι ο Πούτιν βλέπει πιθανό τον τερματισμό του πολέμου, υπό τους δικούς του όρους. Το μήνυμα ήταν διπλό: κόπωση από τη σύγκρουση, αλλά και αυτοπεποίθηση πως μπορεί να κερδίσει είτε στο πεδίο είτε με διαπραγμάτευση.
Ο τόνος του ήταν συμφιλιωτικός: «Σεβόμαστε τη θέση της αμερικανικής διοίκησης που θέλει να σταματήσουν οι εχθροπραξίες το συντομότερο δυνατό. Το ίδιο κι εμείς».
Ο Τραμπ φαίνεται να λαμβάνει τα λόγια του Πούτιν κυριολεκτικά, εμφανίζοντας σχεδόν εξάρτηση από τον Ρώσο ηγέτη και αποφεύγοντας κάθε πίεση παρά τις εκκλήσεις Κιέβου και Ευρωπαίων.
Σε σύνοδο στην Ουάσιγκτον με τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι και επτά Ευρωπαίους ηγέτες, μικρόφωνο που έμεινε ανοιχτό κατέγραψε τον Τραμπ να ψιθυρίζει στον Εμανουέλ Μακρόν: «Νομίζω ότι [ο Πούτιν] θέλει να κλείσει μια συμφωνία για εμένα. Οσο τρελό κι αν ακούγεται». Παρά τις προηγούμενες δεσμεύσεις του, δεν έχει επιβάλει κυρώσεις, ούτε απαιτεί κατάπαυση του πυρός ως προϋπόθεση διαπραγμάτευσης.
Η Μόσχα δεν ανησυχεί για τις δηλώσεις υποστήριξης προς το Κίεβο που βγήκαν από τον Λευκό Οίκο. Κατά την αντίληψή της, υπήρξαν μόνο γενικόλογες αναφορές σε εγγυήσεις ασφαλείας – που θα ισχύσουν μόνο εφόσον ο Πούτιν συναινέσει σε ειρήνη.
Την ώρα που συνεδρίαζε με τους Ευρωπαίους, ο Τραμπ τηλεφώνησε στον Πούτιν, διαβεβαιώνοντάς τον ότι δεν θα κάνει καμία κίνηση χωρίς να τον συμβουλευθεί.
Η συνάντηση του Πούτιν με τον Τραμπ υπήρξε, αντίθετα, επιτυχία. Από διεθνώς απομονωμένος, ο Ρώσος πρόεδρος έτυχε υποδοχής με κόκκινο χαλί και χειροκροτήματα, με τον Τραμπ να τον αποκαθιστά ως «παίκτη ισχύος» στην Ευρώπη.
Ο υπερεθνικιστής θεωρητικός Αλεξάντρ Ντούγκιν εξήρε το αποτέλεσμα: «Να τα κερδίζεις όλα και να μη χάνεις τίποτα – μόνο ο Αλέξανδρος Γ΄ μπορούσε να το κάνει».
Ο Πούτιν, ωστόσο, δεν πήγε στην Αλάσκα για να διαπραγματευτεί, αλλά για να επιδειχθεί: το ακροατήριο ήταν τόσο οι Αμερικανοί όσο και οι Ρώσοι πολίτες.
Δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το 70% των Ρώσων πιστεύει πως η χώρα τους πέτυχε στο πεδίο, αλλά το 60% επιθυμεί διαπραγματεύσεις.
«Κανείς δεν νοιάζεται πώς θα τελειώσει, αρκεί να τελειώσει. Ο Πούτιν μπορεί να πουλήσει τα πάντα ως νίκη», λέει χαρακτηριστικά ένας επιχειρηματίας.
Στόχος του Κρεμλίνου είναι τουλάχιστον η αναγνώριση από τις ΗΠΑ της προσάρτησης της Κριμαίας και του χερσαίου διαδρόμου προς αυτήν, ο αποκλεισμός της Ουκρανίας από το ΝΑΤΟ και εκλογές στο Κίεβο. «Καμία συμφωνία δεν είναι πιθανή όσο ο Ζελένσκι παραμένει στην εξουσία», λέει Ρώσος γνώστης των εξελίξεων.
Η νέα διπλωματική κινητικότητα του Πούτιν πηγάζει από περιορισμούς. Η ρωσική οικονομία οδεύει σε ύφεση· το δημοσιονομικό έλλειμμα έχει ήδη ξεπεράσει τον ετήσιο στόχο μέσα σε επτά μήνες, καθώς οι δαπάνες αυξήθηκαν κατά 20%. Τουλάχιστον 5% των κρατικών δαπανών κατευθύνεται στον στρατό που μάχεται στην Ουκρανία, ενώ η έλλειψη εργατικών χεριών πιέζει τη βιομηχανία.
«Αυτό αυξάνει τον κίνδυνο και την εσωτερική ένταση, αλλάζει ριζικά την αντίληψη των Ρώσων για το κόστος του πολέμου», τονίζει ο Κιρίλ Ρόγκοφ του think tank Re:Russia.
Παρά τις πιέσεις, η θέση του Πούτιν δεν είναι κρίσιμη. Μπορεί να επιβάλει κι άλλες θυσίες στην οικονομία, αλλά φοβάται την επιστράτευση και την προοπτική πολέμου για ακόμη έναν χρόνο.
Η αποτυχία του στρατού να επιβληθεί στο μέτωπο –μόλις ένα επιπλέον 1% ουκρανικού εδάφους από το 2023– καθιστά το κόστος δυσβάσταχτο.
«Ολοι καταλαβαίνουν ότι είναι παράλογο να συνεχιστεί και πως ήρθε η ώρα να τελειώσει», παραδέχεται μέλος της επιχειρηματικής ελίτ.
Ο Ρώσος πρόεδρος, ωστόσο, δεν σκοπεύει να σταματήσει. Ελπίζει σε διάσπαση των ουκρανικών γραμμών τους επόμενους δύο μήνες, ποντάροντας στις ελλείψεις ανθρώπινου δυναμικού και στη λιποταξία στο Κίεβο. «Ανοίγει τη διπλωματική πόρτα ως εναλλακτική, σε περίπτωση που η επίθεση δεν αποδώσει», εκτιμά ο Ρόγκοφ.
Για τον Πούτιν, οι ατελείωτες διαπραγματεύσεις είναι ακόμη ένα όπλο στον πόλεμο. Κρατούν τον Τραμπ στο πλευρό του και τροφοδοτούν τον στρατηγικό στόχο: τη διάσπαση της Δύσης και της Ουκρανίας εκ των έσω.
Η απαίτησή του να παραχωρήσει η Ουκρανία περιοχές του Ντονμπάς που δεν έχει καταλάβει στρατιωτικά στοχεύει στη δημιουργία πολιτικής κρίσης στο Κίεβο. Ξέρει ότι ο Ζελένσκι έχει δεσμευθεί να μην εγκαταλείψει εδάφη, αλλά κινδυνεύει να χάσει τη στήριξη του Τραμπ εάν δεν υποχωρήσει.
Ο στρατηγικός στόχος του Κρεμλίνου παραμένει αμετάβλητος: αποδόμηση της μεταψυχροπολεμικής αρχιτεκτονικής ασφαλείας, πολιτική αποσταθεροποίηση της Ουκρανίας, απομάκρυνση της Αμερικής από την Ευρώπη και υπονόμευση της ευρωπαϊκής στήριξης. Ούτε ένα από αυτά δεν έχει επιτευχθεί.
Ακόμη κι αν οι μάχες κοπάσουν, η προσπάθεια του Πούτιν να διαλύσει τη δυτική ενότητα θα συνεχιστεί.
Πηγή: The Economist