Ο πρόεδρος της Βενεζουέλας Νικολάς Μαδούρο απηύθυνε αίτημα προς τη Ρωσία, την Κίνα και το Ιράν για στρατιωτική βοήθεια εν μέσω ενίσχυσης της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στην Καραϊβική, σύμφωνα με εσωτερικά έγγραφα της αμερικανικής κυβέρνησης που επικαλείται η Washington Post.
Ορισμένα μέσα διεθνή ενημέρωσης ανέφεραν ότι η διοίκηση Τραμπ φέρεται να αποφάσισε να επιτεθεί σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις στη Βενεζουέλα, που εμπλέκονται σε εμπορία ναρκωτικών. Οι σχεδιαζόμενες επιθέσεις λέγεται ότι στοχεύουν στην καταστροφή στρατιωτικών εγκαταστάσεων που χρησιμοποιούνται για εμπορία ναρκωτικών.
Σε δηλώσεις του, ωστόσο, ο Τραμπ απέκλεισε το ενδεχόμενο στρατιωτικών πληγμάτων εντός της Βενεζουέλας. Σε ερώτηση δημοσιογράφου μέσα στο Air Force One σχετικά με τα δημοσιεύματα που ανέφεραν ότι εξετάζει επιθέσεις εντός της χώρας, ο Τραμπ απάντησε μονολεκτικά: «Οχι».
Δεν ήταν σαφές αν απέκλεισε οριστικά το ενδεχόμενο ή αν απλώς δήλωσε πως δεν έχει ληφθεί τελική απόφαση.
Τις τελευταίες εβδομάδες, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αυξήσει σημαντικά τη στρατιωτική τους παρουσία στην Καραϊβική, με πολεμικά πλοία, μαχητικά αεροσκάφη και χιλιάδες στρατιώτες.
Η έκκληση Μαδούρο
Τα έγγραφα που επικαλείται η WP αποκαλύπτουν ότι ο Μαδούρο συνέταξε επιστολές προς τους προέδρους Βλαντιμίρ Πούτιν και Σι Τζινπίνγκ ζητώντας ραντάρ, επισκευές αεροσκαφών και πιθανώς πυραυλικά συστήματα με σκοπό την ενίσχυση της άμυνας της χώρας.
Η επιστολή προς τη Μόσχα επρόκειτο να παραδοθεί από ανώτερο συνεργάτη του κατά την επίσκεψή του στη ρωσική πρωτεύουσα στις αρχές Οκτωβρίου.
Στην επιστολή προς τον Κινέζο πρόεδρο, ο Μαδούρο ζήτησε «διεύρυνση της στρατιωτικής συνεργασίας», ώστε να αντιμετωπιστεί «η κλιμάκωση μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Βενεζουέλας».
Παράλληλα, ο υπουργός Μεταφορών Ραμόν Σελεστίνο Βελάσκεθ φέρεται να συντόνισε αποστολή στρατιωτικού εξοπλισμού και drones από το Ιράν, αναζητώντας «συστήματα παθητικής ανίχνευσης» και «παρεμβολείς GPS».
Σύμφωνα με τα αμερικανικά έγγραφα, ο Μαδούρο περιέγραψε την παρουσία αμερικανικών δυνάμεων στην Καραϊβική ως «ενέργεια κατά της Κίνας λόγω της κοινής ιδεολογίας τους», επιχειρώντας να συνδέσει την τύχη του καθεστώτος του με αυτήν των συμμάχων του.
Δεν είναι σαφές πώς απάντησαν η Μόσχα, το Πεκίνο ή η Τεχεράνη στα αιτήματα αυτά.
Η Ρωσία παραμένει ο βασικός στρατηγικός εταίρος της Βενεζουέλας. Στις 27 Οκτωβρίου, ρωσικό μεταγωγικό αεροσκάφος Ιλιούσιν Il-76 -που έχει τεθεί υπό αμερικανικές κυρώσεις από το 2023- προσγειώθηκε στο Καράκας, ακολουθώντας διαδρομή μέσω Αφρικής για να αποφύγει τον δυτικό εναέριο χώρο.
Μία ημέρα πριν, Μόσχα και Καράκας επικύρωσαν νέα στρατηγική συμφωνία συνεργασίας.
Παρά τις κινήσεις αυτές, Ρώσοι και Δυτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι το ενδιαφέρον της Μόσχας για τη Βενεζουέλα έχει περιοριστεί.
«Το γεγονός ότι οι ΗΠΑ έχουν μετακινήσει πάνω από το 10% του ναυτικού τους στην Καραϊβική είναι ήδη νίκη για τον Πούτιν – αποσπά την αμερικανική προσοχή από την Ουκρανία», δήλωσε ο πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στο Καράκας, Τζέιμς Στόρι.
Οι στενές σχέσεις Ρωσίας-Βενεζουέλας εντοπίζονται στην εποχή του Ούγκο Τσάβες και καλύπτουν ενεργειακές επενδύσεις, εξοπλιστικά προγράμματα και κοινές επιχειρήσεις προπαγάνδας. Σήμερα, το Καράκας αντιμετωπίζει τη μεγαλύτερη πρόκληση από την άνοδό του Μαδούρο στην εξουσία το 2013: αμερικανική ναυτική ανάπτυξη, δεκάδες επιχειρήσεις κατά υπόπτων για διακίνηση ναρκωτικών και πίεση για αλλαγή καθεστώτος.
Ο αμερικανικός στόλος, με ναυαρχίδα το αεροπλανοφόρο USS Gerald Ford, έχει αναπτυχθεί στην περιοχή, ενώ το Καράκας καταγγέλλει «πρόβα εισβολής».
Η Ουάσιγκτον υποστηρίζει ότι πρόκειται για επιχείρηση κατά των δικτύων λαθρεμπορίας ναρκωτικών· ωστόσο, σύμφωνα με τη Washington Post, δεν έχουν παρουσιαστεί αποδείξεις ότι τα πλοία που δέχθηκαν πλήγματα σχετίζονταν με διακίνηση.
Σε επιστολή του προς τον Πούτιν, ο Μαδούρο ζητεί «άμεση αποκατάσταση» των μαχητικών Sukhoi Su-30MK2 που είχε προμηθευτεί η Βενεζουέλα, συντήρηση κινητήρων και ραντάρ, καθώς και «14 σετ πυραύλων» ρωσικής προέλευσης. Ζητεί επίσης «τριετές χρηματοδοτικό σχέδιο» μέσω της κρατικής εταιρείας Rostec.
Πηγές ασφαλείας στη Βενεζουέλα αναφέρουν ότι μεγάλο μέρος του ρωσικού οπλοστασίου της χώρας είναι πλέον απαρχαιωμένο ή εκτός λειτουργίας.
«Ο Τσάβες αγόρασε, ή η Ρωσία πούλησε στη Βενεζουέλα, καθαρή σαβούρα», δήλωσε πρώην στρατιωτικός αξιωματούχος στο ρεπορτάζ. Παρ’ όλα αυτά, ο Μαδούρο υποστήριξε πρόσφατα ότι η χώρα διαθέτει 5.000 ρωσικούς φορητούς αντιαεροπορικούς πυραύλους Igla-S.
Παρατηρητές επισημαίνουν ότι μια ενδεχόμενη ανατροπή του Μαδούρο θα συνιστούσε σοβαρό πλήγμα για τη Μόσχα, καθώς η Βενεζουέλα αποτελεί στρατηγικό εταίρο και οικονομικό προγεφύρωμα της Ρωσίας στη Λατινική Αμερική.
Ωστόσο, η Ρωσία, απασχολημένη με τον πόλεμο στην Ουκρανία και υπό αυστηρές κυρώσεις, δύσκολα θα μπορέσει να προσφέρει ουσιαστική στρατιωτική στήριξη.
Ο ειδικός στις ρωσο-λατινοαμερικανικές σχέσεις Βίκτορ Ζέιφετς σημείωσε ότι η πρόσφατη συνθήκη συνεργασίας με τη Βενεζουέλα είναι «γενικόλογη» και δεν περιλαμβάνει σαφείς δεσμεύσεις στρατιωτικής υποστήριξης.
Στο ενεργειακό πεδίο, η Ρωσία εξακολουθεί να έχει σημαντική παρουσία. Ρωσικές κρατικές εταιρείες συμμετέχουν σε τρεις κοινές επιχειρήσεις εξόρυξης πετρελαίου στη Βενεζουέλα, με παραγωγή περίπου 107.000 βαρελιών ημερησίως – περίπου το 11% της συνολικής παραγωγής της χώρας.
Παράλληλα, η Μόσχα κατέχει δικαιώματα εξερεύνησης και εξαγωγής φυσικού αερίου στα κοιτάσματα Πάταο και Μεχιγιόνες.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον Φρανσίσκο Μονάλντι του Πανεπιστημίου Ράις, οι Ρώσοι δεν προχωρούν πλέον σε νέες επενδύσεις.
Πηγή: The Washington Post


























