Γράφει ο Γιάννης Παπαδόπουλος
Είχαν περάσει 1.317 ημέρες από την απώλεια της κόρης της όταν στα τέλη Σεπτεμβρίου, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη, η Εμα Μέισον μίλησε σε εκδήλωση που οργάνωσε η κυβέρνηση της Αυστραλίας για την «προστασία των παιδιών στην ψηφιακή εποχή». «Το Snapchat, το Instagram, το Facebook, το TikTok, όλα συνέβαλαν στον θάνατό της», τόνισε.
Μίλησε για τις καταστροφικές συνέπειες που είχε στον ψυχισμό της μεγαλύτερης κόρης της η διακίνηση μιας ψεύτικης γυμνής φωτογραφίας. Τη μοιράστηκε ένας συμμαθητής της στο Snapchat, αρχικά με άλλους πέντε εφήβους. «Μέσα σε λίγες ώρες την είχαν δει πάνω από 3.000 παιδιά. Εκείνη τη νύχτα η Τίλι έκανε απόπειρα αυτοκτονίας», είπε η Μέισον.
Να γίνουν πάλι παιδιά
Τα παιδιά έχουν την ψευδαίσθηση ότι μέσω των social media διασυνδέονται, αλλά στην πραγματικότητα αποξενώνονται. Αυτός ο νόμος δίνει τη δυνατότητα να κερδίσουν τη χαμένη τους παιδική ηλικία.
Εμα Μέισον
Απευθύνθηκε στην οικογένεια του μαθητή, στο σχολείο και στην αστυνομία, δίχως αποτέλεσμα. Ο εκφοβισμός και οι προσβολές συνεχίστηκαν και σε άλλες πλατφόρμες, γιγαντώθηκαν σαν ψηφιακή χιονοστιβάδα. Η κόρη της κλείστηκε στον εαυτό της, σταμάτησε να παρακολουθεί τα μαθήματα χορού που τόσο αγαπούσε, απέφευγε να βγαίνει από το σπίτι. Ωσπου τον Φεβρουάριο του 2022 αυτοκτόνησε. Ηταν 15 ετών.
«Εάν γίνει παράνομη η πρόσβαση στα social media σε παιδιά κάτω των 16 ετών θα σωθούν ζωές», τόνισε η μητέρα της σε εκείνη την ομιλία, σε μια κατάμεστη αίθουσα στη Νέα Υόρκη, προτρέποντας τους εκπροσώπους και άλλων κρατών να ακολουθήσουν το παράδειγμα της πατρίδας της.
Η Μέισον είναι το κεντρικό πρόσωπο πίσω από την απόφαση της Αυστραλίας να απαγορεύσει την πρόσβαση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σε ανηλίκους κάτω των 16 ετών. Η δική της μαρτυρία είχε κομβικό ρόλο στη διαμόρφωση της πρώτης παγκοσμίως σχετικής νομοθεσίας που υποχρεώνει δέκα μεγάλες πλατφόρμες (μεταξύ των οποίων το Facebook, το Instagram και το TikTok) να μπλοκάρουν περίπου ένα εκατομμύριο ανήλικους χρήστες, αλλιώς θα αντιμετωπίσουν υψηλά πρόστιμα. Η «Κ» μίλησε μαζί της στις 10 Δεκεμβρίου, την πρώτη ημέρα που τέθηκε σε ισχύ η απαγόρευση.
«Ηταν κουραστική αυτή η διαδρομή, αυτή η προσπάθεια των τελευταίων τεσσάρων ετών», λέει η Μέισον, δικηγόρος στο επάγγελμα. «Τα παιδιά έχουν την ψευδαίσθηση ότι μέσω των social media διασυνδέονται, αλλά στην πραγματικότητα απομακρύνονται, αποξενώνονται. Αυτός ο νόμος δίνει πλέον τη δυνατότητα να κερδίσουν τη χαμένη τους παιδική ηλικία, να αφήσουν στην άκρη τα κινητά, να σηκώσουν το κεφάλι και να συνδεθούμε ξανά ως οικογένειες, ως κοινωνία».
Η Μία Μπάνιστερ δείχνει το τατουάζ που έκανε για τον γιο της, Ολι Χιουζ. «Συμπληρώθηκαν 701 ημέρες από τον θάνατό του», λέει στην «Κ» και προσθέτει: «Η εφαρμογή αυτής της νομοθεσίας μού αφήνει γλυκόπικρη γεύση, γιατί θα έδινα τα πάντα ώστε να είχα σήμερα στο πλευρό μου τον γιο μου. Είμαι, όμως, περήφανη για τη χώρα μου». [Saeed KHAN / AFP]
Γλυκόπικρη γεύση
Στο πλευρό της η Μέισον έχει άλλη μία μητέρα, τη Μία Μπάνιστερ, με την οποία μοιράζεται μια παρόμοια ιστορία. Τον Ιανουάριο του 2024 αυτοκτόνησε ο 14χρονος γιος της, Ολιβερ. Και εκείνη μετράει την κάθε ημέρα έκτοτε. «Συμπληρώθηκαν 701 ημέρες από τον θάνατό του», τονίζει όταν μιλάει στην «Κ». «Η εφαρμογή αυτής της νομοθεσίας μού αφήνει γλυκόπικρη γεύση, γιατί θα έδινα τα πάντα ώστε να είχα σήμερα στο πλευρό μου τον γιο μου. Είμαι, όμως, περήφανη για τη χώρα μου. Η Αυστραλία δείχνει το παράδειγμα παγκοσμίως. Με αυτή τη νομοθεσία προστατεύονται οι νέες γενιές».
Η μαρτυρία της υπήρξε εξίσου καθοριστική για τους Αυστραλούς νομοθέτες. Τον περασμένο Ιούλιο η Μπάνιστερ στάθηκε πλάι στον πρωθυπουργό της χώρας, Αντονι Αλμπανέζε, όταν εκείνος ανακοίνωσε το νέο μέτρο για την προστασία των ανηλίκων στον ψηφιακό κόσμο.
«Ο γιος μου απέκτησε κινητό τηλέφωνο όταν ήταν εννέα ετών. Εχουμε χωρίσει με τον πατέρα του και θεώρησα ότι αυτός ήταν ο καλύτερος τρόπος για να επικοινωνούμε όταν δεν ήμασταν μαζί. Το τηλέφωνο που του αγόρασα, όμως, ισοδυναμούσε με “όπλο”. Είναι εθιστικό», λέει η Μπάνιστερ. «Είναι τόσο δύσκολο να παρακολουθήσεις και να διαχειριστείς όσα βλέπουν τα παιδιά στην οθόνη. Δεν είμαστε ως γονείς τόσο εξοικειωμένοι με την τεχνολογία και οι εταιρείες πίσω από αυτές τις πλατφόρμες και εφαρμογές βρίσκονται 100 βήματα πιο μπροστά από εμάς».
Ο αλγόριθμος
Οπως περιγράφει η Μπάνιστερ, ο γιος της εθίστηκε σε βίντεο του TikTok που σχετιζόταν με την υγιεινή διατροφή και τη γυμναστική. Οσο σκρόλαρε στην οθόνη του και ο αλγόριθμος τον τροφοδοτούσε διαρκώς με αντίστοιχο περιεχόμενο, τόσο πιο άσχημα αισθανόταν για το δικό του σώμα. Σταδιακά περιόρισε τις ποσότητες φαγητού που έτρωγε, ζύγιζε τις μερίδες, μετρούσε τις θερμίδες, έχασε πολλά κιλά. Διαγνώστηκε με νευρική ανορεξία και νοσηλεύθηκε για μεγάλο διάστημα. Το 2023 απουσίασε συνολικά 125 ημέρες από το σχολείο και ήταν υπό ψυχιατρική παρακολούθηση.
«Κοιτάζουμε τις φωτογραφίες των παιδιών μας όταν ήταν πιο μικρά και βλέπουμε ακόμη τη σπίθα για ζωή στα μάτια τους. Οσο, όμως, εξελισσόταν η ασθένειά τους –γιατί ήταν πλέον άρρωστα– τόσο έσβηνε αυτή σπίθα», λέει. «Ο γιος μου είχε πυκνές κόκκινες μπούκλες και με αυτές έκρυβε από ένα σημείο κι έπειτα το πρόσωπό του. Ηταν η ασπίδα του για να μην τον βλέπουν οι άλλοι. Δεν είχε αυτοεκτίμηση».
Στις επιπτώσεις της λειτουργίας του αλγορίθμου αντίστοιχων εφαρμογών αναφέρεται και η Μέισον. Οσο η κόρη της βυθιζόταν στην κατάθλιψη, τόσο πιο «σκοτεινό γινόταν το περιεχόμενο των αναρτήσεων που εμφανίζονταν στη δική της οθόνη». Αυτή η έκθεση, σύμφωνα με τη μητέρα της, προκάλεσε μεγαλύτερο κακό στον ήδη ευάλωτο ψυχισμό της. Μετά τον θάνατό της οι αστυνομικοί ερεύνησαν το κινητό τηλέφωνο της 15χρονης. Οπως λέει η Μέισον, εκεί εντόπισαν υλικό, βίντεο και οδηγίες που σχετίζονταν με την αυτοχειρία, ακόμη και υποδείξεις για το πώς θα έφτιαχνε την πιο ανθεκτική θηλιά. «Ξέρουμε ότι τα social media δεν επηρεάζουν μόνο τη συγκέντρωση και τον ύπνο των παιδιών, αλλά και την εικόνα που έχουν για τον εαυτό τους. Αυξάνουν το άγχος, ενισχύουν την κατάθλιψη», τονίζει.
Τοξικό σύμπαν
Πέρα από τον αλγόριθμο, η κόρη της Μέισον είχε να αντιμετωπίσει τον τοξικό λόγο και τη ρητορική μίσους που συχνά συναντούν οι χρήστες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Μετά τη διακίνηση της ψεύτικης γυμνής φωτογραφίας η Τίλι δέχτηκε και μηνύματα συνομηλίκων της που την προέτρεπαν να αυτοκτονήσει. «Νομίζουν ότι μπορούν να γράφουν οτιδήποτε θέλουν χωρίς να σκέφτονται ότι μπορεί να υπάρξουν συνέπειες», λέει η μητέρα της.
Εσβηνε η σπίθα
«Στις φωτογραφίες των παιδιών μας όταν ήταν πιο μικρά βλέπουμε ακόμη τη σπίθα για ζωή στα μάτια τους. Οσο, όμως, εξελισσόταν η ασθένειά τους –γιατί ήταν πλέον άρρωστα– τόσο έσβηνε αυτή η σπίθα», λέει η Μία Μπάνιστερ.
Αντίστοιχη εμπειρία μοιράζεται και η Μπάνιστερ. Δύο συμμαθητές του γιου της τον είχαν προτρέψει στο Snapchat να αυτοκτονήσει. «Μου έδειξε μια ημέρα τα μηνύματά τους με δάκρυα στα μάτια. Πώς μπορούσαν να γράψουν κάτι τέτοιο; Αυτά τα δύο παιδιά ήρθαν έπειτα και στην κηδεία του. Δεν νομίζω ότι είχαν αντιληφθεί τη βαρύτητα των λόγων τους», επισημαίνει. Στόχος διαδικτυακών επιθέσεων έχουν γίνει κατά καιρούς και οι δύο μητέρες. Οπως λένε, όποτε μοιράζονται τις ιστορίες τους, θα υπάρξουν ορισμένοι χρήστες που θα τις βρίσουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και άλλοι που θα σχολιάσουν ότι είναι «άχρηστες ως γονείς».
Η συνάντηση
Τον περασμένο Σεπτέμβριο, σε εκείνη την ομιλία της Μέισον στη Νέα Υόρκη βρισκόταν στο ακροατήριο και ο Ελληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Οταν ήρθε έπειτα η δική του σειρά να λάβει τον λόγο, αναφέρθηκε στην ανάγκη παγκόσμιας δράσης για την προστασία των παιδιών από την ανεξέλεγκτη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Είπε ότι και η ελληνική κυβέρνηση σκέφτεται την απαγόρευση της πρόσβασης στα social media για τις ηλικίες κάτω των 16 ετών, όπως πράττει και η Αυστραλία, και πρόσθεσε ότι έχει ζητήσει να υπάρξει συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών για αυτό το ζήτημα.
Στο περιθώριο της εκδήλωσης η Μέισον είχε τότε και μια σύντομη συνομιλία με τον Ελληνα πρωθυπουργό. «Μου είπε ότι είχε συγκινηθεί από την ομιλία μου. Του ανέφερα ότι δεν μπορεί να συνεργαστεί με τις εταιρείες που βρίσκονται πίσω από τις πλατφόρμες για να βρεθεί από κοινού κάποια λύση, γιατί δική τους προτεραιότητα είναι οι μέτοχοί τους και όχι η προστασία των χρηστών», λέει. «Ενα έθνος με τη δική σας ιστορία και κληρονομιά μπορεί να προχωρήσει μπροστά και να λάβει αντίστοιχα μέτρα».
Η πρόσφατη εφαρμογή της απαγόρευσης στην Αυστραλία δεν σημαίνει ότι ο αγώνας των δύο γυναικών ολοκληρώνεται. Θα συνεχίσουν να μιλούν για την ανάγκη θέσπισης ρυθμιστικού πλαισίου και για άλλες πτυχές της λειτουργίας των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Η Μπάνιστερ μέσω μιας οργάνωσης που έχει ιδρύσει μίλησε τον τελευταίο χρόνο σε 2.500 μαθητές στην πατρίδα της για τους κινδύνους που ελλοχεύουν στο Διαδίκτυο.
«Προσπάθησα να διοχετεύσω τον πόνο μου σε αυτή την εκστρατεία ευαισθητοποίησης», αναφέρει. «Αλλιώς δεν θα είχα άλλο σκοπό στη ζωή. Ο Ολι ήταν ο μοναχογιός μου. Μου λείπει τόσο η φωνή του. Μετράω τα λεπτά, τις ώρες, τις ημέρες από τότε που τον έχασα. Η σιωπή πλέον στο σπίτι είναι εκκωφαντική».



























