ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Ζελένσκι: Με το σχέδιο Τραμπ ή με την αβεβαιότητα των Ευρωπαίων;

Παρά τους πανηγυρισμούς για «πρόοδο» στις συνομιλίες της Γενεύης, οι Ευρωπαίοι παραμένουν αδύναμοι ή υπερβολικά… φοβικοί για να διασώσουν την Ουκρανία

Kathimerini.gr

Ευρωπαίοι αξιωματούχοι αντάλλασσαν χθες συγχαρητήρια, μετά τις συνομιλίες στη Γενεύη για το Ουκρανικό, κατά τις οποίες αφέθηκε να εννοηθεί ότι ο Ντόναλντ Τραμπ θα λάβει υπόψη τις ανησυχίες τους σε ό,τι αφορά τον κίνδυνο επιβολής ενός «κακού» ειρηνευτικού σχεδίου.

«Παρόλο που πρέπει να γίνει κι άλλη δουλειά, υπάρχει πλέον μια στέρεα βάση για να πάμε μπροστά», δήλωσε η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, κάνοντας λόγο για «θετική πρόοδο» χάρη σε μια «ισχυρή ευρωπαϊκή παρουσία» στις συνομιλίες.

Ηταν πράγματι «πρόοδος», σχολιάζει το Politico, το γεγονός ότι ανώτατοι σύμβουλοι από την Ε.Ε. και το Ηνωμένο Βασίλειο προσκλήθηκαν στις συνομιλίες της Κυριακής στην Ελβετία, αφού είχαν αρχικά αποκλειστεί από τη σύνθεση του σχεδίου των 28 σημείων του Τραμπ, το οποίο φοβούνταν ότι ήταν τόσο μεροληπτικό που θα ενθάρρυνε τη Ρωσία να προχωρήσει σε περαιτέρω επιθέσεις.

Οι πανηγυρισμοί όμως δεν κράτησαν για πολύ, συνεχίζει το δημοσίευμα.

Το απόγευμα της Δευτέρας, η Ρωσία ουσιαστικά απέρριψε το επικαιροποιημένο κείμενο της συμφωνίας, που είχε επανασυνταχθεί με προσθήκες της ουκρανικής πλευράς και των συμμάχων της από τις μεγάλης διάρκειας συνομιλίες με τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο.

Το δίλημμα

Ο κίνδυνος για την Ουκρανία, κατά το Politico, είναι πλέον ότι ο Βλαντιμίρ Πούτιν θα «τραβήξει» τον Τραμπ πίσω στην αρχική του θέση: Μια συμφωνία 28 σημείων που προκάλεσε μετασεισμούς στις Βρυξέλλες, καθώς ανάγκαζε το Κίεβο να παραχωρήσει εδάφη στη Μόσχα, να εγκαταλείψει τις ελπίδες ένταξης στο ΝΑΤΟ και να μειώσει τον στρατό του σε 600.000 στρατιώτες, από περίπου ένα εκατομμύριο.

Εάν συμβεί αυτό, ο Ουκρανός πρόεδρος, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, θα έρθει αντιμέτωπος με ένα οδυνηρό δίλημμα: να δεχθεί την προσφορά που θα έχουν «μαγειρέψει» ο Τραμπ και ο Πούτιν ή να ποντάρει το μέλλον της χώρας του στην ελπίδα ότι κάποια μέρα θα λάβει αρκετή βοήθεια από τους Ευρωπαίους συμμάχους.

Οπως τονίζει, ωστόσο, το Politico, πρόκειται για τους ίδιους συμμάχους που –έπειτα από περίπου τέσσερα χρόνια πολέμου– δεν του στέλνουν στρατεύματα ή τα όπλα που χρειάζεται, ούτε αξιοποιούν τα «παγωμένα» ρωσικά περιουσιακά στοιχεία στις τράπεζές τους, για να τον βοηθήσουν να αγοράσει μόνος του τις απαραίτητες προμήθειες.

«Απρόθυμοι να πολεμήσουν»

Για κάποιους Ρεπουμπλικανούς στις ΗΠΑ, οι Ευρωπαίοι που ενίστανται στο σχέδιο Τραμπ και στους συμβιβασμούς που αυτό απαιτεί κοροϊδεύουν τους εαυτούς τους. «Ποια είναι η εναλλακτική;», διερωτάται, μιλώντας στο Politico ο Γκρεγκ Σουένσον, επικεφαλής των «Ρεπουμπλικανών του Εξωτερικού» στο Ηνωμένο Βασίλειο.

«Μπορείς να λες μεγάλα λόγια, να πηγαίνεις σε όλες αυτές τις διπλωματικές συναντήσεις και να στέλνεις τους ικανότερους ανθρώπους σου στη Γενεύη, αλλά ο μόνος τρόπος να νικήσεις τον Πούτιν είναι να πολεμήσεις – και κανένας από αυτός δεν είναι πρόθυμος να το κάνει», αναφέρει στο Σουένσον. «Είναι, λοιπόν, μόνο λόγια. Ολα ακούγονται τέλεια όταν μιλάς για δημοκρατία και για υπεράσπιση της Ουκρανίας. Στην πραγματικότητα, όμως, απλώς δεν είναι πρόθυμοι να το κάνουν».

Από την πλευρά τους, Ευρωπαίοι πολιτικοί και αξιωματούχοι θα διαφωνούσαν, κάνοντας αναφορά στις τεράστιες ποσότητες χρημάτων και όπλων που έχουν στείλει οι κυβερνήσεις τους στο Κίεβο από τότε που ξεκίνησε ο πόλεμος. Επιπλέον, θα επισήμαιναν την οικονομική πρόκληση του περιορισμού των εμπορικών σχέσεων με τη Ρωσία, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων. Από τότε που οι ΗΠΑ απέσυραν την υποστήριξή τους, η Ευρώπη έχει κάνει σημαντικές κινήσεις για να καλύψει το κενό.

Στην πραγματικότητα, όμως, τονίζει το Politico, η αρχική πρόταση του Τραμπ προκάλεσε πανικό σε αξιωματούχους και διπλωμάτες τόσο εντός όσο και εκτός Βρυξελλών, καθώς ξέρουν ότι ο Ζελένσκι δεν μπορεί να βασιστεί μόνο στην Ευρώπη για να λάβει την απαραίτητη στήριξη για τη χώρα του.

Αδιέξοδο για τα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία

Πριν από έναν μήνα, οι ηγέτες της Ε.Ε. συναντήθηκαν στις Βρυξέλλες και προέβλεψαν με υπερβολική αισιοδοξία ότι θα διασφαλίσουν μια συμφωνία-ορόσημο για την αξιοποίηση «παγωμένων» ρωσικών περιουσιακών στοιχείων ύψους 140 δισ. ευρώ ως «δάνειο αποζημιώσεων», ώστε να θέσουν το Κίεβο σε μια ασφαλή οικονομική βάση για τουλάχιστον δύο χρόνια.

Ολα εξελίχθηκαν όμως σε διπλωματική και πολιτική «γκάφα», καθώς το σχέδιο κατέρρευσε εν μέσω απροσδόκητων αντιρρήσεων από το Βέλγιο.

Οι συζητήσεις τώρα κλιμακώνονται μεταξύ αξιωματούχων της Κομισιόν και ευρωπαϊκών κυβερνήσεων –ειδικά με τους Βέλγους–, ωστόσο δεν υπάρχει ακόμη κάποιο σημάδι διεξόδου, σύμφωνα με αρκετές πηγές που μιλούν στο Politico υπό τον όρο της ανωνυμίας.

Kάποιοι διπλωμάτες ελπίζουν ότι η πίεση του Τραμπ θα αναγκάσει τους Βέλγους και άλλες ευρωπαϊκές χώρες να εγκαταλείψουν τις επιφυλάξεις τους και να προχωρήσει το σχέδιο για τα «παγωμένα» ρωσικά περιουσιακά στοιχεία. Μια σκέψη που δεν έχει αποκλειστεί είναι αυτά να χρησιμοποιηθούν μαζί με κοινά ομόλογα της Ε.Ε. ή ενδεχομένως με άμεσες οικονομικές συνεισφορές από κυβερνήσεις της Ενωσης. 

Ωστόσο, ορισμένοι Ευρωπαίοι διπλωμάτες φοβούνται ότι η όλη ιδέα ενός δανείου επανορθώσεων προς την Ουκρανία με τη χρήση των παγωμένων περιουσιακών στοιχείων θα καταρρεύσει, εάν το τελικό σχέδιο ειρήνης αναφέρεται σε χρήση των ίδιων κεφαλαίων.

Το αρχικό σχέδιο πρότεινε τη χρήση των περιουσιακών στοιχείων σε μια επενδυτική προσπάθεια στην Ουκρανία, με τα μισά έσοδα να πηγαίνουν στις ΗΠΑ, μια ιδέα που οι Ευρωπαίοι απέρριψαν ως «σκανδαλώδη». Ωστόσο, όταν κάποια στιγμή αρθούν οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας, η Euroclear –ο οργανισμός με έδρα το Βέλγιο που κατέχει τα παγωμένα περιουσιακά στοιχεία– ίσως αναγκαζόταν να επιστρέψει τα χρήματα στη Μόσχα.

Αυτό θα μπορούσε να αναγκάσει τους φορολογουμένους της Ε.Ε. να πληρώσουν οι ίδιοι. Ενα σενάριο, γράφει το Politico, που θα επιβαρύνει σοβαρά τις κυβερνήσεις της Ε.Ε., ενώ οι συζητήσεις βρίσκονται σε εξέλιξη και θα κλιμακωθούν την ερχόμενη εβδομάδα.

Οι φόβοι των Ευρωπαίων

Επειτα, υπάρχει το ζήτημα της διατήρησης της ειρήνης. Νωρίτερα φέτος, ο Γάλλος πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν, και ο Βρετανός πρωθυπουργός, Κιρ Στάρμερ, ηγήθηκαν των προσπαθειών για μια διεθνή ειρηνευτική δύναμη από χώρες που θα σχημάτιζαν –εθελοντικά– τον «συνασπισμό των προθύμων». Εναν χρόνο νωρίτερα, ο Μακρόν είχε μάλιστα διατυπώσει την ιδέα να σταλούν στρατιώτες στην περιοχή, πριν τελειώσει η σύγκρουση.

Πλέον, ο Γάλλος πρόεδρος δεν υιοθετεί αυτή τη ρητορική. Οποιαδήποτε συζήτηση στη Γαλλία για αποστολή στρατευμάτων στην Ουκρανία θα ήταν πολύ δύσκολη. Χαρακτηριστικό είναι το δραματικό μήνυμα, την περασμένη εβδομάδα, από αρχηγό των ενόπλων δυνάμεων της Γαλλίας, Φαμπιέν Μαντόν, προς τους δημάρχους να προετοιμάσουν τους πολίτες για έναν πιθανό πόλεμο με τη Ρωσία. Ενα μήνυμα που προκάλεσε αναταραχή και εισέπραξε καταδίκη από τα μεγάλα πολιτικά κόμματα. Ο Μαντόν είχε προειδοποιήσει ότι, εάν η Γαλλία «δεν είναι έτοιμη να χάσει τα παιδιά της και να υποφέρει οικονομικά επειδή θα δοθούν προτεραιότητες στην αμυντική παραγωγή, τότε βρισκόμαστε σε κίνδυνο».

Ο ίδιος ο Μακρόν προσπάθησε να ρίξει τους τόνους και υπογράμμισε ότι τα λόγια του Μαντόν παρερμηνεύθηκαν. 

Στη Γερμανία, ο υπουργός Εξωτερικών Γιόχαν Βάντεφουλ δήλωσε ότι το Βερολίνο «ήδη συμβάλλει σημαντικά στην ανατολική πλευρά», τοποθετώντας μια ταξιαρχία έτοιμη για μάχη στη Λιθουανία. «Ολόκληρη η περιοχή της Βαλτικής είναι μια βασική περιοχή στην οποία θα επικεντρωθεί ο γερμανικός στρατός. Νομίζω ότι αυτό είναι ένα δείγμα επαρκούς και εκτεταμένης υποστήριξης για την Ουκρανία».

Οι Ουκρανοί θα ήθελαν μια «βαθύτερη» δέσμευση στο έδαφός τους, αλλά οι Δυτικοευρωπαίοι είναι επιφυλακτικοί, φοβούμενοι μεγάλες απώλειες αν στείλουν στρατιώτες στην πρώτη γραμμή, σχολιάζει το Politico.

«Τουλάχιστον ο Τραμπ είναι ειλικρινής ως προς αυτό», καταλήγει ο Σουένσον στο δημοσίευμα. «Θα μπορούσαμε να νικήσουμε τη Ρωσία. Θα τους κερδίζαμε, νομίζω, γρήγορα, υποθέτοντας βέβαια ότι δεν θα υπήρχε εμπλοκή πυρηνικών όπλων. Θα νικούσαμε τη Ρωσία, αλλά πολλοί άνθρωποι θα πέθαιναν».

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση