ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ο εμπορικός πόλεμος πλήττει τις επενδύσεις στην Ασία

Kαι ενδέχεται να επιβραδύνει την ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας

Kathimerini.gr

Ο εμπορικός πόλεμος ανάμεσα στην Κίνα και στις ΗΠΑ έχει ήδη πλήξει την επιχειρηματική εμπιστοσύνη και τις επενδύσεις στην Ασία και ενδέχεται να επιβραδύνει την ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας. Στην εκτίμηση αυτή προέβη χθες ο Τσανγκιόνγκ Ρι, διευθυντής Ασίας και Ειρηνικού του ΔΝΤ, ενώ παράλληλα προειδοποίησε πως το Ταμείο ίσως υποβαθμίσει περαιτέρω τις προβλέψεις του για την παγκόσμια οικονομία στην έκθεσή του τον Ιανουάριο.

Σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Reuters, ο κ. Τσανγκιόνγκ Ρι ανέφερε την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα ως τις χώρες της Ασίας που ενδέχεται να πληγούν στον μέγιστο βαθμό από τον εμπορικό πόλεμο, δεδομένης της μεγάλης εξάρτησής τους από τις εξαγωγές τους προς την Κίνα. Αναφερόμενος στις επιπτώσεις που έχουν ήδη καταγραφεί, ο κ. Ρι τόνισε πως έχουν μειωθεί οι επενδύσεις περισσότερο από όσο είχε αρχικά εκτιμηθεί και εξέφρασε την άποψη ότι «ο παράγοντας που πλήττει ήδη την παγκόσμια οικονομία και ιδιαιτέρως τις ασιατικές οικονομίες είναι ο κλονισμός της εμπιστοσύνης». «Επικρατεί μεγάλη αβεβαιότητα και αυτό σημαίνει πως υπάρχει δυναμικό για μεγαλύτερη ανάπτυξη αλλά και κίνδυνος για μικρότερη», τόνισε ο ίδιος και προσέθεσε πως «αυτή τη στιγμή ο κίνδυνος για χαμηλότερη είναι μεγαλύτερος».

Οπως τόνισε, ο ρυθμός ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας είναι ήδη χαμηλότερος από αυτόν που προβλεπόταν τον Οκτώβριο και ίσως το ΔΝΤ να υποβαθμίσει περαιτέρω τις προβλέψεις του τον Ιανουάριο, καθώς ήδη καταγράφονται ενδείξεις επιβράδυνσης όχι μόνον στην Ασία αλλά και στη Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Σημειωτέον ότι το ΔΝΤ έχει ήδη επικαλεστεί μία φορά τον εμπορικό πόλεμο ως λόγο για να υποβαθμίσει την πρόβλεψή του για ανάπτυξη.

Τον Οκτώβριο προέβλεψε πως το παγκόσμιο ΑΕΠ θα αυξηθεί μόνον κατά 3,7% τόσο το τρέχον έτος όσο και το επόμενο, ενώ η προηγούμενη πρόβλεψή του αφορούσε ανάπτυξη 3,9%. Ειδικότερα, όμως, για τις οικονομίες της Ασίας, το Ταμείο προέβλεψε πως φέτος θα έχουν μέσο όρο ανάπτυξης 5,6% που θα επιβραδυνθεί το επόμενο έτος στο 5,4%. Σε ό,τι αφορά την Κίνα, ο κ. Ρι υπογράμμισε πως ενδιαφέρεται να αντιμετωπίσει μακροχρόνιες παθογένειες που μαστίζουν την οικονομία της, όπως για παράδειγμα το υπερβολικό χρέος το οποίο προσπαθεί να περιορίσει.

Απέδωσε, έτσι, σε αυτήν την εκστρατεία μείωσης της υπερχρέωσης το γεγονός ότι το Πεκίνο δεν έχει έως τώρα καταφύγει σε εκτεταμένης κλίμακας μέτρα τόνωσης της οικονομίας, παρά τον αντίκτυπο του εμπορικού πολέμου. Τόνισε, πάντως, πως τίποτε δεν αποκλείει να καταφύγει το Πεκίνο σε μέτρα τόνωσης της ανάπτυξης αν κλιμακωθεί ο εμπορικός πόλεμος ή επιβραδυνθεί σημαντικά η ανάπτυξη. Δεν παρέλειψε, όμως, να τονίσει ότι το Ταμείο συνιστά στο Πεκίνο να δώσει προτεραιότητα σε αυτούς τους μεσοπρόθεσμους στόχους όπως η μείωση του χρέους και του υπερβολικού δανεισμού καθώς «είναι ιδιαίτερο σημαντικό για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα» της Κίνας. Προσέθεσε πως αν καταφύγει τελικά το Πεκίνο σε νέα μέτρα στήριξης της οικονομίας, θα ήταν καλύτερα να είναι δημοσιονομικής φύσης και όχι μια νέα πιστωτική επέκταση.

Συστάσεις στο Πεκίνο

Η Κίνα πρέπει να επισπεύσει τις μεταρρυθμίσεις σε σημαντικούς τομείς της τεχνολογικής καινοτομίας και την προστασία της ατομικής ιδιοκτησίας για να περιφρουρήσει το μακροπρόθεσμο δυναμικό ανάπτυξής της.

Τη σύσταση αυτή απευθύνουν στην κινεζική ηγεσία πρώην και νυν οικονομικοί σύμβουλοί της, μεταξύ των οποίων και ο Τζάστιν Γιφού Λιν, πρώην οικονομολόγος της Παγκόσμιας Τράπεζας. Μιλώντας στο Πανεπιστήμιο του Πεκίνου, ο Τζάστιν Γιφού Λιν τόνισε πως «η Κίνα μπορεί να διατηρήσει ανάπτυξη 6,5% την επόμενη διετία και μέσον όρο ανάπτυξης 5,5% από το 2020 μέχρι το 2030». Προσπάθησε, άλλωστε, να υποβαθμίσει τον αντίκτυπο που έχει ο εμπορικός πόλεμος στην εγχώρια οικονομία, τονίζοντας πως «ακόμη και αν επιβληθούν δασμοί στο σύνολο των κινεζικών προϊόντων που εισάγονται στις ΗΠΑ αξίας 500 δισ. δολαρίων, υπολογίζουμε πως θα μειωθεί η ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας μόλις κατά 0,5% εκατοστιαίες μονάδες και κατά 0,3 εκατοστιαίες μονάδες η ανάπτυξη των ΗΠΑ».

Σημειωτέον ότι η αύξηση του κινεζικού ΑΕΠ ήταν βάσει των επίσημων στοιχείων του Πεκίνου 6,5% το τρίτο τρίμηνο του έτους και ήταν το χαμηλότερο επίπεδο της τελευταίας δεκαετίας.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Οικονομία: Τελευταία Ενημέρωση