ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Η Γη μπορεί να ξεπεράσει ένα κρίσιμο όριο για το κλίμα

Ο WMO αναμένει ότι τα επόμενα χρόνια θα υπάρξει επίσημη υπέρβαση του ορίου του 1,5 βαθμού Κελσίου

Πριν από επτά χρόνια, η Διακυβερνητική Επιτροπή του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) προέβλεπε ότι η θερμοκρασία της Γης δεν θα υπερβεί τον 1,5 βαθμό Κελσίου σε σύγκριση με τα προβιομηχανικά επίπεδα πριν το 2040.

Δύο χρόνια αργότερα, η ίδια επιτροπή αναθεώρησε την πρόβλεψή της, εκτιμώντας ότι το όριο αυτό θα ξεπεραστεί μεταξύ 2030 και 2035.

Ωστόσο, σύμφωνα με νέα στοιχεία του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού (WMO) που δημοσιεύτηκαν την Τετάρτη, η Γη αναμένεται να ξεπεράσει αυτό το κρίσιμο σημείο μέσα στα επόμενα δύο χρόνια.

Η επιτάχυνση αυτή οφείλεται στις υψηλότερες από τις αναμενόμενες θερμοκρασίες τα τελευταία χρόνια, στη μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που είχε ως αποτέλεσμα την παροδική ψύξη του πλανήτη, καθώς και στη συνεχιζόμενη αύξηση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, παρά την παγκόσμια ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

Αυτό σημαίνει πως τα μη αναστρέψιμα «σημεία καμπής» του κλιματικού συστήματος, όπως είναι το λιώσιμο των πάγων στην Αρκτική ή η μαζική κατάρρευση των κοραλλιογενών υφάλων, είναι πιο κοντά απ’ όσο πίστευαν μέχρι πρόσφατα οι επιστήμονες.

Η έκθεση του WMO προβλέπει άλλα πέντε χρόνια με εξαιρετικά υψηλές θερμοκρασίες, οι οποίες σε συνδυασμό με το φαινόμενο Ελ Νίνιο, αναμένεται να οδηγήσουν στην επίσημη υπέρβαση του ορίου του 1,5 βαθμού Κελσίου μέχρι το 2027.

«Δεν υπάρχει τρόπος, εκτός από τη γεωμηχανική, να αποτραπεί η υπέρβαση του 1,5 βαθμού», δήλωσε ο Ζέκε Χάουσφαδερ, κλιματικός επιστήμονας και επικεφαλής κλιματικής έρευνας στην εταιρεία Stripe. Η γεωμηχανική αναφέρεται σε τεχνικές σκόπιμης ψύξης του πλανήτη, όπως η έγχυση αερολυμάτων στην ατμόσφαιρα – μια πρακτική που προκαλεί έντονες αντιδράσεις και διχάζει την επιστημονική κοινότητα.

Πριν σχεδόν μια δεκαετία, αντιπρόσωποι από περισσότερες από 190 χώρες υπέγραψαν τη Συμφωνία του Παρισιού, δεσμευόμενοι να καταβάλουν «προσπάθειες για τον περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας» στον 1,5°C, έπειτα από διαμαρτυρίες νησιωτικών κρατών που προειδοποιούσαν ότι υψηλότερες θερμοκρασίες θα ανεβάσουν τη στάθμη της θάλασσας και θα βυθίσει μέρος των εδαφών τους.

Αν και δεν υπάρχει επίσημος ορισμός, οι περισσότεροι επιστήμονες και η Διακυβερνητική Επιτροπή του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) κατανοούν ότι ο στόχος είναι μια μακροπρόθεσμη μέση θερμοκρασία σε περίοδο 20 ή 30 ετών. (Σε ένα μεμονωμένο έτος, οι θερμοκρασίες μπορεί να αυξηθούν προσωρινά λόγω του φαινομένου Ελ Νίνιο ή άλλων συγκυριακών παραγόντων.) Γι’ αυτό και όταν, τον Φεβρουάριο του 2024, ο πλανήτης ξεπέρασε για πρώτη φορά τον μέσο όρο του 1,5°C σε περίοδο 12 μηνών, οι επιστήμονες προειδοποίησαν ότι αυτό δεν σήμαινε απαραίτητα το τέλος του στόχου.

Όμως πλέον, με τις νέες προβλέψεις του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού (WMO), ακόμη και αυτή η μικρή ελπίδα φαίνεται να εξανεμίζεται. Σύμφωνα με τη νέα ανάλυση, είναι πολύ πιθανό ότι τα επόμενα πέντε χρόνια θα καταγραφούν, κατά μέσο όρο, θερμοκρασίες πάνω από τους 1,5°C. Σε συνδυασμό με τα δύο πολύ ζεστά τελευταία χρόνια και τις ακόμη υψηλότερες θερμοκρασίες που αναμένονται μετά το 2030, το 2027 είναι πιθανό να είναι η πρώτη χρονιά όπου ο μέσος όρος θερμοκρασίας σε βάθος χρόνου θα ξεπεράσει σταθερά το όριο του 1,5 βαθμού Κελσίου, εξήγησε ο κλιματικός επιστήμονας Ζικ Χάουσφαδερ.

Από τη Συμφωνία του Παρισιού του 2015, ο στόχος του 1,5°C αποτέλεσε κάτι σαν φάρο για το παγκόσμιο κίνημα για το κλίμα. Διαδηλωτές φώναζαν το σύνθημα ««Κρατήστε το 1,5 ζωντανό» έξω από διεθνείς διασκέψεις για το κλίμα, ενώ οι επιστήμονες προειδοποιούσαν ότι μια τέτοια άνοδος της θερμοκρασίας θα προκαλούσε εξάπλωση λοιμωδών νοσημάτων, καταστροφή καλλιεργειών και ακραία καιρικά φαινόμενα.

Ωστόσο, ο στόχος αυτός ήταν εξ αρχής φιλόδοξος. Στη Συμφωνία, οι χώρες συμφώνησαν να διατηρήσουν την υπερθέρμανση «κατά πολύ κάτω από τους 2°C» και να καταβάλουν προσπάθειες για να μην ξεπεράσουν τον 1,5°C. Ακόμη και τότε όμως, πολλοί επιστήμονες και ειδικοί εξέφραζαν ιδιωτικά επιφυλάξεις, θεωρώντας ότι, λόγω της δυσκολίας να μεταμορφωθεί το παγκόσμιο ενεργειακό σύστημα, ο πιο φιλόδοξος στόχος ίσως αποδειχθεί ανέφικτος.

«Υπάρχει τεράστια αδράνεια στο βιομηχανικό σύστημα», δήλωσε ο καθηγητής δημόσιας πολιτικής Ντέιβιντ Βίκτορ από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Σαν Ντιέγκο, ο οποίος αμφισβητούσε τη ρεαλιστικότητα του στόχου ήδη από πριν τη Συμφωνία του Παρισιού. «Δεν αλλάζει εύκολα».

Αν και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έχουν σημειώσει εντυπωσιακή πρόοδο την τελευταία δεκαετία, αποτελούν μόλις το ένα τρίτο του παγκόσμιου ενεργειακού μείγματος. Την ίδια ώρα που αυξάνεται η χρήση αιολικής, ηλιακής ενέργειας και μπαταριών, η ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια παγκοσμίως βρίσκεται σε ιστορικό υψηλό.

Η αποτυχία επίτευξης του στόχου σηματοδοτεί το τέλος μιας ελπιδοφόρας φάσης στη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής και την αρχή μιας περιόδου αβεβαιότητας για το τι ακολουθεί. Παράλληλα, η ανθρωπότητα θα έρχεται όλο και πιο συχνά αντιμέτωπη με ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως φονικά κύματα καύσωνα, τα οποία ενισχύονται για κάθε δέκατο του βαθμού που αυξάνεται η θερμοκρασία.

Η εξέλιξη αυτή φέρνει σε δύσκολη θέση πολιτικούς και διαπραγματευτές, οι οποίοι προσπαθούσαν μέχρι σήμερα να κινητοποιήσουν την παγκόσμια κοινότητα για τη μείωση των εκπομπών. Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες, για παράδειγμα, έχει δηλώσει ότι ο στόχος του 1,5°C βρίσκεται «στην εντατική» και ότι «σύντομα θα είναι νεκρός». Πολύ σύντομα, τα κράτη θα χρειαστεί να αναγνωρίσουν αυτή την αποτυχία – και να διαμορφώσουν έναν νέο στόχο.

«Θα μπορούσε κανείς να φανταστεί κυβερνήσεις να λένε: “Εντάξει, ο στόχος του 1,5°C δεν είναι πλέον εφικτός, αλλά να τι σκοπεύουμε να κάνουμε και πού θα εντείνουμε τις προσπάθειες μας”», δήλωσε ο Ντέιβιντ Βίκτορ. «Αυτή είναι μία προσέγγιση. Μια άλλη θα ήταν απλώς να τα παρατήσουμε».

Ορισμένες χώρες και επιστήμονες έχουν εναποθέσει τις ελπίδες τους σε μια έννοια που ονομάζεται «υπέρβαση» (overshoot) – δηλαδή να ξεπεραστεί προσωρινά το όριο των 1,5 βαθμών Κελσίου και στη συνέχεια να απομακρυνθεί διοξείδιο του άνθρακα από την ατμόσφαιρα, ώστε να μειωθεί εκ νέου η θερμοκρασία. Ωστόσο, πολλοί ερευνητές προειδοποιούν ότι, αφού οι χώρες δεν επενδύουν καν τα απαραίτητα για τις ανανεώσιμες πηγές και τις μπαταρίες, η ιδέα της μαζικής απομάκρυνσης CO₂ από την ατμόσφαιρα μοιάζει με ουτοπία.

«Προσωπικά είμαι πολύ δύσπιστος ως προς τη διάθεση των κρατών να ξοδέψουν δεκάδες τρισεκατομμύρια δολάρια για να αντιμετωπίσουν την “υπέρβαση”», δήλωσε ο Χάουσφαδερ.

Μία εναλλακτική θα μπορούσε να είναι η επικέντρωση στον λιγότερο φιλόδοξο στόχο της Συμφωνίας του Παρισιού – τη συγκράτηση της υπερθέρμανσης κάτω από τους 2 βαθμούς Κελσίου. Αν και αυτός ο στόχος είναι πιο εφικτός, προς το παρόν παραμένει αβέβαιος, καθώς ο πλανήτης βρίσκεται σε πορεία προς τους 2,5°C.

«Όσο περισσότερο καθυστερούμε, τόσο πιο δύσκολο θα γίνεται», προειδοποιεί ο Χάουσφαδερ. «Μετά από άλλη μια δεκαετία αδράνειας, θα μιλάμε για τον στόχο των 2°C όπως μιλάμε τώρα για τον 1,5°C».

Πηγή: The Washington Post

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Περιβάλλον: Τελευταία Ενημέρωση