ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ποιους εκθέτει το πόρισμα Καλογήρου

Ψευδείς παραστάσεις, πολιτογραφήσεις χωρίς να πληρούνται τα κριτήρια και απουσία ελέγχου από τις αρμόδιες αρχές

Της Μαρίνας Οικονομίδου

Της Μαρίνας Οικονομίδου

economidoum@kathimerini.com.cy

Κάθε άλλο από ανώδυνα αναμένεται να κλείσει το κεφάλαιο των πολιτογραφήσεων αν λάβει κανείς υπόψη τα συμπεράσματα και ευρήματα της τριμελούς ερευνητικής επιτροπής που κλήθηκε από το υπουργικό συμβούλιο τον περασμένο Νοέμβριο να ελέγξει 26 περιπτώσεις για τις οποίες θα ξεκινούσε διαδικασία αποστέρησης διαβατηρίου. Η «Κ» έχει αποκλειστικά την έρευνα της τριμελούς επιτροπής υπό την προεδρία της Δήμητρας Καλογήρου, η οποία εντοπίζει προχειρότητες, απουσία ελέγχου από αρμόδιες αρχές, ψευδείς δηλώσεις που αξίζει να ερευνηθούν ποινικά. Προχειρότητα, ανεπάρκεια, σε ένα επενδυτικό πρόγραμμα που από το 2013-2018 θεωρείτο ιδιαίτερα σημαντικό για την οικονομική ανάκαμψη.

Ένα υπουργείο Εσωτερικών που λειτουργούσε διεκπεραιωτικά, ένα υπουργείο Οικονομικών που δεν έλεγχε αν το ποσό της επένδυσης ανταποκρινόταν στην πραγματική του αξία, με αποτέλεσμα να υποβόσκει νέα φούσκα ακινήτων, έντυπα με κενά, συστατικές επιστολές αμφιβόλου γνησιότητας τις οποίες υπέγραφαν ασκούμενοι δικηγόροι και γραμματείες των γραφείων παροχής υπηρεσιών, ελλιπή ως και παραπλανητικά βιογραφικά σημειώματα αλλά και τιμές των επενδύσεων που καθορίζονταν σε τεχνητά επίπεδα για να ικανοποιηθούν τα κριτήρια του επενδυτικού προγράμματος, είναι κάποια από τα συμπεράσματα που καταγράφονται στην πολυσέλιδη έκθεσή της η τριμελής επιτροπή.

Εσωτερικών ως διεκπεραιωτής

Γραφείο αρχειοθέτησης χωρίς ουσιαστικές ικανότητες ελέγχου και αξιολόγησης των επενδυτών, παρουσιάζει το υπουργείο Εσωτερικών η έκθεση της τριμελούς επιτροπής καθώς όπως διαπιστώνει ήταν υποστελεχωμένο χωρίς κατάλληλη τεχνογνωσία προσώπων. «Ο ρόλος του περιοριζόταν στη συγκέντρωση των σχετικών εγγράφων [χωρίς να γίνεται ουσιαστικός έλεγχος του περιεχομένου ή της γνησιότητας αυτών]» σημειώνεται στην έκθεση προσθέτοντας πως δεν υπήρχε εξειδικευμένο τμήμα που να ασχολείται με τον έλεγχο των αιτήσεων, ήταν υποστελεχωμένο χωρίς την κατάλληλη τεχνογνωσία. Ενδεικτικό ότι όπως σημειώνεται το υπουργείο απασχολούσε αρχικά έναν λειτουργό για τις κατ’ εξαίρεση πολιτογραφήσεις και στη συνέχεια προστέθηκαν άλλοι δύο. Τρεις συνολικά λειτουργοί δηλαδή, ασχολούνταν και έλεγχαν την πλειάδα αιτήσεων για πολιτογραφήσεις.

Χωρίς συνεχή έλεγχο

Και λέμε πλειάδα καθώς όπως στην έκθεση, μία συνηθισμένη μέρα, υποβάλλονταν 5-6 αιτήσεις κατ’ εξαίρεση πολιτογράφησης για τις οποίες υπήρχε η πίεση να διεκπεραιωθούν εντός σύντομου χρονικού διαστήματος. Κάτι τέτοιο όπως σημειώνεται δεν άφηνε περιθώρια για ενδελεχή έλεγχο των αιτήσεων και κατάλληλη έρευνα των επενδυτών. Αξίζει να σημειωθεί πάντως πως μετά την πολιτογράφηση, δεν γινόταν ο οποιοσδήποτε συνεχής έλεγχος (on going monitoring) ούτε καν στις περιπτώσεις που λαμβάνονταν αρνητικά δημοσιεύματα ή αρνητικές πληροφορίες από άλλες υπηρεσίες της Δημοκρατίας.

Ζήτημα μπαίνει και για τον ρόλο της ΜΟΚΑΣ, καθώς φέρεται να μην υπήρχε θεσμοθετημένη πρακτική. Ενημέρωνε προφανώς το υπουργείο σε περιπτώσεις που λάμβανε σχετική πληροφορία για άτομα που είχαν πολιτογραφηθεί.

Αιτήσεις με ελλιπή στοιχεία

Η απουσία βεβαίως ελέγχου και η υποστελέχωση του υπουργείο Εσωτερικών δεν ήταν το μόνο δείγμα που καταδείκνυε πως το πρόγραμμα, χειριζόταν με προχειρότητα. Ακόμα και οι αιτήσεις των πολιτογραφήσεων σε πολλές περιπτώσεις έχει κενά και ελλιπή στοιχεία, χωρίς το υπουργείο Εσωτερικών να επιμένει στη σχολαστική συμπλήρωση όλων των πεδίων. Ενδεικτικό, ότι σε αρκετές περιπτώσεις, δεν αναγράφονταν τα τέκνα, ο σύζυγος του επενδυτή, ακόμα και τα άτομα που αποτελούσαν τις συστάσεις του. Όμως εκτός από κενά που παρουσίαζαν οι αιτήσεις, το μεγάλο αγκάθι είναι αυτό τον ψευδών ή παραπλανητικών δηλώσεων σύμφωνα με την έκθεση.

Οι επενδυτές στις πλείστες περιπτώσεις κατέβαλαν πέραν του 200% της πραγματικής αξίας των επενδύσεων.

Συγκεκριμένοι πάροχοι φέρεται να προχωρούσαν σε ψευδείς δηλώσεις.

Η επιτροπή εισηγείται όπως η Κεντρική Τράπεζα Κύπρου ελέγξει κατά πόσο συγκεκριμένα τραπεζικά ιδρύματα άσκησαν δέουσα επιμέλεια αναφορικά με τις συναλλαγές που διεκπεραίωσαν.

Συστατικές από τους ασκούμενους….

Στο πεδίο συστάσεων, οι 2-3 υπάλληλοι του γραφείου που προωθούσε την έκθεση υπέγραφαν ότι γνωρίζουν τον επενδυτή. «Θεωρούμε την εν λόγω δήλωση ενδεχομένως ψευδής ή και παραπλανητική με δεδομένο ότι οι υπογράφοντες ήταν συνήθως γραμματείς ή ασκούμενοι σε λογιστικά ή/και δικηγορικά γραφεία των παρόχων υπηρεσιών χωρίς πραγματική γνώση των επενδυτών». Στο ίδιο πλαίσιο ανεπάρκειας και ελλιπών στοιχείων ήταν και τα βιογραφικά σημειώματα των επενδυτών καθώς σύμφωνα με την έκθεση «δεν παρείχε πληροφορίες ούτως ώστε να μπορεί να αξιολογηθεί επαρκώς η οικονομική ευρωστία του επενδυτή». «Το γεγονός αυτό δεν φαίνεται να προβλημάτισε ούτε τους παρόχους υπηρεσιών ούτε το υπουργείο Εσωτερικών» σημειώνεται στην έκθεση της τριμελούς επιτροπής.

Ενδεικτικό της απουσίας επαρκών πληροφοριών τρεις περιπτώσεις που καταγράφονται στην έκθεση

• Η αιτήτρια δήλωνε γενικά και αόριστα πως είναι chairperson σε εταιρεία, ενώ στην πραγματικότητα τόσο η ίδια όσο και ο σύζυγός της ήταν ιδιοκτήτες άλλης εταιρείας που εμπλέκεται σε υπόθεση χρήσης βίας, σε υπόθεση αρπαγής ακίνητης περιουσίας. Όταν αποκαλύφθηκαν οι δραστηριότητες της εν λόγω εταιρείας, υπήρξε προσωρινή αναστολή της χρηματοδότησης της χώρας καταγωγής τους από τη Διεθνή Τράπεζα
• Ο σύζυγος αιτήτριας δήλωνε ως επάγγελμα «civil servant». Μετά από σχετικό ερώτημα του υπουργείου Εσωτερικών, προέκυψε πως από το 1993, ήταν διορισμένος σε διάφορα πολιτικά αξιώματα μεταξύ άλλων και ως υπουργός Οικονομικών
• Το βιογραφικό επενδυτή έγραφε πως ήταν διευθυντής εταιρείας, η οποία όπως φάνηκε εκ των υστέρων ήταν η εταιρεία μέσω της οποίας έγινε η επένδυση.

Η νέα φούσκα ακινήτων

Στην έκθεση καταγράφεται πως στις πλείστες περιπτώσεις κατέβαλαν πέραν του 200% της πραγματικής αξίας των επενδύσεων οδηγώντας δηλαδή τις τιμές των επενδύσεων σε τεχνητά επίπεδα για να ικανοποιηθούν τα κριτήρια του επενδυτικού προγράμματος ασχέτως της εκτίμησης της πραγματικής αξίας του ακίνητου από το τμήμα κτηματολογίου. «Αυτό το φαινόμενο φαίνεται να συνέβαλε στη δημιουργία μακροοικονομικών στρεβλώσεων/ανισορροπιών οι οποίες έπρεπε να προβληματίσουν». Σε αυτό, φέρεται πως ευθύνη είχε και το υπουργείο Οικονομικών καθώς απέφευγε να διερευνήσει το κατά πόσο το ποσό της επένδυσης ανταποκρινόταν στην πραγματική του αξία. Σημειώνεται ενδεικτικά, ότι από το 2016 το υπουργείο Οικονομικών μπορούσε να ζητά εκτίμηση από εγκεκριμένους εκτιμητές, ωστόσο δεν διαφαίνεται να αξιοποιήθηκε αυτή η ευχέρεια του υπουργείου.

Πάντως, πιο τρανταχτές περιπτώσεις υπερεκτίμησης ακινήτων ήταν δύο, το 2015 και το 2016, μετά δηλαδή την φούσκα των ακινήτων:

• Αγορά ακινήτου για το ποσό των 2.250.000 τη στιγμή που η εκτιμημένη αξία από το τμήμα κτηματολογίου ήταν 935.000 (240% υπερεκτίμηση) (2015)
• Αγορά κατοικίας αξίας 5.500.000 τη στιγμή που η εκτιμημένη αξία από το τμήμα κτηματολογίου ήταν 800.000 ευρώ (2016)

Τους πέρασε ο ΥΠΟΙΚ…

Υπήρξαν και περιπτώσεις πάντως σύμφωνα με την έκθεση, που δεν φαίνεται να ικανοποιήθηκε το οικονομικό κριτήριο του σχεδίου. Και οι δύο περιπτώσεις καταχωρήθηκαν το 2010 και 2011. Σύμφωνα με την έκθεση δύο επενδυτές υπέβαλαν αίτηση, η οποία ενώ αρχικά απορρίφθηκε καθώς δεν ικανοποιούνταν τα οικονομικά κριτήρια, στη συνέχεια το αίτημά τους εγκρίθηκε μετά από την παρέμβαση του τότε υπουργού Οικονομικών, με το επιχείρημα των σημαντικών δραστηριοτήτων τους και του οικονομικού οφέλους που θα προκύψει για την οικονομία.

Επένδυαν τα μισά χρήματα επί δύο χρόνια…

Πολυσέλιδη και περιγραφική είναι η έκθεση σε ό,τι αφορά τις δραστηριότητες των παρόχων υπηρεσιών. Φέρεται πως ευνοούνταν περιπτώσεις συλλογικών σχεδίων επενδύσεων που είχε ως αποτέλεσμα να μειώνεται το κόστος της επένδυσης για προσέλκυση αυξημένου αριθμού επενδυτών και πραγματοποίηση μεγαλύτερων έργων στη δημοκρατία. Βάσει των φακέλων που ερεύνησε η τριμελής επιτροπή οι συλλογικές επενδύσεις αποτελούνταν από οποιουσδήποτε 5 τουλάχιστον επενδυτές με συνολική επένδυση ύψους τουλάχιστον 12.500.000. Οι επενδυτές ωστόσο δεν είχαν καμία σχέση μεταξύ τους, οδηγώντας έτσι στο συμπέρασμα την τριμελή επιτροπή ότι οι παρόχοι υπηρεσιών ομαδοποιούσαν πέντε τυχαίους ενδιαφερόμενους επενδυτές, με αποτέλεσμα η συντριπτική πλειοψηφία των επενδυτών κατά την περίοδο 2014-2016, να επενδύουν τα μισά χρήματα από αυτά που προνοούσε στην ουσία το επενδυτικό πρόγραμμα.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός, ότι μεταξύ των 26 περιπτώσεων που μελέτησε η τριμελής επιτροπή, καμία από τις αιτήσεις δεν υποβλήθηκε από τον αιτητή. Υπήρξαν όπως σημειώνεται δύο περιπτώσεις όπου οι αιτητές υπέβαλαν την αίτηση μόνοι τους και απορρίφθηκε. Από εκεί ανέλαβαν οι πάροχοι υπηρεσιών των οποίων η εμπλοκή τους σε συνδυασμό με την αλλαγή κριτηρίου του επενδυτικού σχεδίου οδήγησε στην έγκρισή τους.

Έρευνα από τις αρμόδιες εποπτικές αρχές

Η πρακτική που ακολουθείτο για την κατ’ εξαίρεση πολιτογράφηση ήταν να γίνεται μέσω οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου που προωθούσε την αίτηση στο υπουργείο Εσωτερικών και αναλάμβανε την διεκπεραίωση όλων των σχετικών εργασιών και μεσολαβήσεων με κρατικές αρχές και τράπεζες προκειμένου ο επενδυτής να αποκτήσει την εξαίρεση πολιτογράφηση. Η έκθεση της τριμελούς επιτροπής, εισηγείται να ελεγχθούν από τις εποπτικές αρχές κατά πόσο η πάροχοι υπηρεσιών των συγκεκριμένων φακέλων διενήργησαν επαρκείς ελέγχους και «να βεβαιωθούν ότι τα κεφάλαια των επενδυτών –πελατών τους δεν προήλθαν από παράνομες δραστηριότητες». Η επιτροπή, θεωρεί απαραίτητη την ενημέρωση των αρμόδιων εποπτικών αρχών για τυχόν ενέργειές τους. Εισηγείται μάλιστα να αποσταλούν για περαιτέρω διερεύνηση στις αρμόδιες εποπτικές αρχές όπως τη νομική υπηρεσία, την αστυνομία τη δικαστική υπηρεσία ή την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και τον Έφορο Φορολογίας.

Η έκθεση καταγράφει και περιπτώσεις που ενδεχομένως να παρουσιάσουν ποινικά ζητήματα καθώς υπάρχει το ενδεχόμενο μέσω των ερευνών να έγιναν ψευδείς δηλώσεις: 

1. Αίτηση με πάροχο δικηγορικό γραφείο, υπογράφηκε ενώπιον πρωτοκολλητή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου στις 6/9/2016, όμως σε ημερομηνία που όπως διαφάνηκε ο αιτητής δεν ήταν καν στην Κύπρο, στέλνοντας το μήνυμα πως κάποιος άλλος υπέγραψε δήλωση στη θέση της. «Από τις αφίξεις και αναχωρήσεις στη Δημοκρατία» σημειώνεται στην έκθεση «φαίνεται ότι η αιτήτρια και ο σύγχυγός της ήρθαν συνολικά δύο μέρες στην Κύπρο, στις 11.8.2016 μέχρι 13.8.2016». «Η δήλωση» σημειώνεται στην έκθεση «ότι η αίτηση υπεγράφη ενώπιον του Πρωτοκολλητείου του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου στις 6.9.2016 να είναι ψευδής, ενόψει του ότι η αιτήτρια και ο σύζυγος της δεν βρίσκονταν στην Κύπρο εκείνη την ημερομηνία». Στην έκθεση υπογραμμίζεται ότι ψευδής ένορκος δήλωση αποτελεί ποινικό αδίκημα.
2. Υπήρξαν δύο περιπτώσεις σύμφωνα με την έκθεση της επιτροπής που τα χρήματα της επένδυσης εισπράχθηκαν και κρατούνται από μία εταιρεία η οποία ενεργεί ως εμπιστευματοδόχος της εταιρείας στην οποία διενεργήθηκε η επένδυση ημερομηνίας 16.8.2016. Η συγκεκριμένη εταιρεία δεν φαίνεται να εμπίπτει στην κατηγορία των δικαιούχων προσώπων που μόνο αυτοί μπορούν να παρέχουν διοικητικές υπηρεσίες καθώς δεν είναι εταιρεία συμφερόντων δικηγόρων/ λογιστών ή κατέχει άδεια ΕΠΔΥ από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Σύμφωνα με την επιτροπή θα πρέπει να διερευνηθεί η περίπτωση παράνομης παροχής διοικητικών υπηρεσιών. «Η ίδια εταιρεία» όπως καταγράφεται «φαίνεται να παρείχε παράνομα διοικητικές υπηρεσίες σε άλλες δύο περιπτώσεις επενδυτών και ο γενικός διευθυντής της φαίνεται να προέβηκε σε ψευδή δήλωση αναφορικά με την διενέργεια επένδυσης από ένα άτομο, ενώ στην πραγματικότητα έγινε από άλλο άτομο».
3. Υπάρχει περίπτωση αιτητή ο οποίος φαίνεται να ήταν πελάτης συγκεκριμένου δικηγορικού. Σύμφωνα με την έκθεση θα πρέπει αν ελεγχθεί από την εποπτική αρχή του εν λόγω δικηγορικού γραφείου αν ασκήθηκε η δέουσα επιμέλεια κατά την παροχή υπηρεσιών προς τον εν λόγω επενδυτή και κάτω από ποιες συνθήκες έγινε πελάτης του χωρίς να ελεγχθεί η πηγή εσόδων του. Όπως σημειώνεται στην έκθεση «από τα στοιχεία που προώθησε στην τριμελή επιτροπή η ΜΟΚΑΣ, ενδεχομένως το εν λόγω δικηγορικό γραφείο να είχε γνώση για τις ψευδείς δηλώσεις του εν λόγω επενδυτή». Όπως σημειώνεται ο εν λόγω επενδυτής χρησιμοποιούσε δύο διαφορετικά ονόματα και προσπάθησε να ανοίξει διαφορετικούς τραπεζικούς λογαριασμούς χρησιμοποιώντας τα δύο διαφορετικά ονόματα. «Αναγνωρίστηκε» όπως σημειώνεται «από κάποιους τραπεζικούς υπαλλήλους και κίνησε υποψίες λόγω του ότι μερικούς μήνες πριν το εν λόγω περιστατικό είχαν εξετάσει αίτημα κάποιου άλλου προτιθέμενου πελάτη με άλλο όνομα ο οποίος παρουσίαζε μεγάλη ομοιότητα με τον αιτητή». Όπως καταγράφεται στην έκθεση το αίτημα του άλλου ατόμου υποβλήθηκε από το ίδιο δικηγορικό γραφείο το οποίο όμως απορρίφθηκε από την τράπεζα λόγω του ότι δεν κατέστη δυνατό να εξακριβώσουν την πηγή πλούτου του προτιθέμενου πελάτη. «Από τα πιο πάνω ενδεχομένως το δικηγορικό γραφείο που εξυπηρετούσε τα δύο αυτά ονόματα να ήξερε ότι ήταν το ίδιο άτομο και φαίνεται ότι το εν λόγω πρόσωπο προέβαινε σε ψευδείς δηλώσεις».

Οι τράπεζες και ο έλεγχος

Κενά και προβλήματα διαπιστώνει η έκθεση της επιτροπής στην κίνηση κεφαλαίων. «Ο οποιοσδήποτε έλεγχος διενεργείτο από τράπεζες στις περισσότερες φορές δεν αφορούσε τον επενδυτή αλλά λογαριασμούς πελατών της εταιρείας ανάπτυξης γης ή άλλων παρόχων που εισέπρατταν το ποσό από τον επενδυτή μέσω μιας ξένης τράπεζας». Όπως σημειώνεται τα χρήματα για τις επενδύσεις σε πολλές περιπτώσεις έφταναν στα κυπριακά τραπεζικά ιδρύματα μέσω άλλων τραπεζών σε τρίτες χώρες ή κράτη μέλη της ΕΕ ή και μέσω μεσολάβησης άλλων corresponding banks. «Δεν κατέστη δυνατό να εντοπιστούν πληροφορίες για ολόκληρη τη διαδρομή των συναλλαγών» σημειώνεται ενδεικτικά στην έκθεση προσθέτοντας πως τα τραπεζικά ιδρύματα είχαν υποχρέωση να ασκήσουν δέουσα επιμέλεια αναφορικά με την πηγή των κεφαλαίων που εισέπραξαν, τουλάχιστον στις περιπτώσεις ανοίγματος τραπεζικού λογαριασμού ούτως ώστε να δικαιολογήσουν την προέλευσή τους. Ήταν όπως σημειώνεται υποχρεωμένα να ρωτήσουν για την προέλευση των χρημάτων των επενδυτών. Σύμφωνα με το πόρισμα της τριμελούς επιτροπής, δεν εφάρμοσαν κατάλληλες διαδικασίες εξέτασης των συναλλαγών και παρακολούθησης των λογαριασμών των επενδυτών για να εντοπίσουν ασυνήθιστες ή ύποπτες συναλλαγές, να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα και ενέργειες στη βάση των ευρημάτων της διερεύνησης και να διαπιστώσουν την πηγή και προέλευση των χρημάτων.

Η πρακτική του υπουργικού…

Ενδιαφέρον παρουσιάζει στην έκθεση η πρακτική που ακολουθείτο στο υπουργικό συμβούλιο για την έγκριση κατ’ εξαίρεσης πολιτογραφήσεων. Το υπουργείο Εσωτερικών ετοίμαζε τυποποιημένο σημείωμα προς το υπουργικό συμβούλιο περιγράφοντας περιληπτικά στον αιτητή, το νομοθετικό πλαίσιο και εισήγηση κατά πόσον πληρούνται τα οικονομικά κριτήρια του επενδυτικού σχεδίου.

Τα σημειώματα, όπως αναφέρεται στην έκθεση ήταν ιδιαίτερα σύντομα και τυποποιημένα. Επισυνάπτονταν

• τα σχετικά άρθρα του νόμου
• αντίγραφο διαβατηρίου και πιστοποιητικό γεννήσεως
• πότε εισήλθε και πότε εξήλθε στην Κύπρο
• Το κριτήριο που ικανοποιούσε η αίτηση
• Βεβαίωση ότι ενημερώθηκε η βουλή

Τα σημειώματα περιλάμβαναν μάλιστα εισήγηση να μην ανακοινωθεί η πολιτογράφηση διότι αφορούσε ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα, ασχέτως αν υπήρχε υποχρέωση δημοσίευσης σε ημερήσια εφημερίδα. Το σημείωμα του Εσωτερικών, ήταν η μόνη πηγή πληροφόρησης. Όπως καταγράφεται στην έκθεση, παρά το γεγονός ότι υπήρχαν αρνητικές πληροφορίες που αφορούσαν τους αιτητές εις γνώση του υπουργείου εσωτερικών, το γεγονός αυτό δεν αναφέρθηκε στο σημείωμα προς το υπουργικό συμβούλιο.

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Της Μαρίνας Οικονομίδου

Πολιτική: Τελευταία Ενημέρωση

X