
Της Μαρίνας Οικονομίδου
Τον Αύγουστο του 2020, το Προεδρικό διέρρεε συντεταγμένα στους δημοσιογραφικούς κύκλους πως η Κυπριακή Δημοκρατία δεχόταν έναν υβριδικό και εν πολλοίς υπόγειο πόλεμο, για «συγκεκριμένους και σαφείς λόγους». Αφορμή για το παραλήρημα, αποτέλεσαν οι αποκαλύψεις του καταρινής προέλευσης ειδησεογραφικού πρακτορείου Al Jazeera για σωρεία παρατυπιών, λαθών και προχειροτήτων που εμπέδωναν πως ένα μεγάλο φαγοπότι στήθηκε, πίσω από το πρόγραμμα των πολιτογραφήσεων. Ο τότε κυβερνητικός εκπρόσωπος Κυριάκος Κούσιος συνέδεε τη χρονική συγκυρία των αποκαλύψεων, με τις «πολλαπλές επιθέσεις» που δεχόταν εκείνο το διάστημα η χώρα από την Τουρκία. Και ο υπουργός Εσωτερικών Νίκος Νουρής το έπαιρνε ένα βήμα παραπέρα, καθώς διερωτάτο γιατί το «ελεγχόμενο» ειδησεογραφικό πρακτορείο δεν ερευνούσε και την Τουρκία για το δικό της πρόγραμμα πολιτογράφησης.
Κανείς από τους αρμοδίους όμως δεν απαντούσε για την ουσία: αν ίσχυαν ή όχι οι αποκαλύψεις. Αντιθέτως, στήθηκε ένα βολικό αφήγημα για τη μικρή και ανυπεράσπιστη χώρα που υπονομεύεται από τους ισχυρούς. Που πέρασε με επιτυχία στις συνειδήσεις, ότι όσοι τολμούν να διερωτηθούν για τα σκάνδαλα είναι αυτοί που πλήττουν τελικά το δημόσιο συμφέρον. Και ενώ η κυβέρνηση που εμπλεκόταν στο σκάνδαλο έβλεπε σκοπιμότητες χωρών που ήθελαν είτε να υπονομεύσουν το πρόγραμμα επενδύσεων είτε να διαρρηχθεί η «καλή» σχέση της χώρας με τη Ρωσία, αυτοί που όφειλαν να την ελέγξουν, φάνηκαν στην ουσία πρόθυμοι να την καλύψουν. Δημοσιογράφοι στοχοποίησαν τον αγγελιαφόρο της είδησης, αντί τον υπεύθυνο για το σκάνδαλο. Και η αντιπολιτευτική ΕΔΕΚ, για παράδειγμα, του Μαρίνου Σιζόπουλου, που σήμερα συμπτωματικά ελέγχεται για σκάνδαλο με χρυσά διαβατήρια, έδειξε ιδιαίτερη ζέση. Όχι βέβαια για να δοθούν εξηγήσεις από την κυβέρνηση, αλλά για να κλείσουν το στόμα όσων ευθύνονται για τη διαρροή.
Ήταν μία περίεργη αντίληψη του τι εξυπηρετεί τελικά το δημόσιο συμφέρον και που επιχείρησε να διαστρεβλώσει στα μάτια των πολιτών το ποιος είναι τελικά ο θύτης και ποιο το θύμα. Το ερώτημα του ποιος φταίει τελικά για το κατάντημα, επανήλθε σήμερα με το σκάνδαλο του τερματικού στο Βασιλικό και η απάντηση ήταν εξόχως προβληματική. Γιατί την ώρα που η Ε.Ε. ζητούσε από την Κυπριακή Δημοκρατία πίσω τα 67 εκατομμύρια που έδωσε, αυτό που επιβεβαιωνόταν ήταν η κακοδιαχείριση, οι αποτυχημένες πρακτικές επί διακυβέρνησης Αναστασιάδη και το σοβαρό ενδεχόμενο διαφθοράς των εμπλεκομένων.
Πρώτος που θα έπρεπε να δώσει εξηγήσεις για το πώς φτάσαμε στον διασυρμό ήταν ο τότε υπουργός Ενέργειας και μέχρι πρόσφατα εξαφανισμένος Γιώργος Λακκοτρύπης. Και λέμε μέχρι πρόσφατα, δεδομένου ότι στην πρόσφατη εμφάνισή του στο Legal Matters, όχι μόνο δεν έδωσε εξηγήσεις για τα λάθη και τις παραλείψεις, αλλά παρουσιάστηκε λίγο πολύ ως ένας εμπειρογνώμονας που χθες προσγειώθηκε στην Κύπρο. Χωρίς να λογοδοτεί, χωρίς να ερωτάται και κυρίως χωρίς να νιώθει την οποιαδήποτε αίσθηση ευθύνης για την κατάρρευση του ενεργειακού προγράμματος.
Κανείς δεν ζήτησε λοιπόν εξηγήσεις από τον άμεσα αρμόδιο. Αντίθετα, κλήθηκε να λογοδοτήσει ακόμη μία φορά ο αγγελιαφόρος. Δεν ευθύνεται λοιπόν η κυβέρνηση Αναστασιάδη για την ανικανότητα αλλά και τις σκιές που τη συνοδεύουν. Ούτε ότι η κυβέρνηση Χριστοδουλίδη άφησε μία πληγή που κληρονόμησε να κακοφορμίσει με την ανευθυνότητα και την ανεπάρκειά της. Φταίει αυτός που αποκάλυψε την παρανομία.
Το πιο ανησυχητικό είναι ότι αυτός ο τυχοδιωκτισμός και η ασυδοσία, εμπεδώνεται καθημερινά μέσα μας. Από τις θέσεις αρχών που συνεχώς μεταβάλλονται αναλόγως των εποχών και του τι θεωρούμε πως μας συμφέρει. Στηρίζοντας πρώτα άνευ όρων τη Ρωσία εξαιτίας των Ρώσων ολιγαρχών που έφεραν χρήμα στη χώρα και στη συνέχεια αποκηρύσσοντάς τους με την ίδια ένταση. Αποκτώντας σήμερα μία μορφή δουλοπρέπειας με το Ισραήλ. Υπακούοντας σε ντιρεκτίβες και βαφτίζοντας τη γενοκτονία στη Γάζα σε ανθρωπιστική τραγωδία. Καμία θέση αρχών, καμία απολύτως συνέπεια. Μία παρεξήγηση του ποιος είναι ο θύτης και ποιο το θύμα. Χωρίς να αντιλαμβανόμαστε πως το ανήθικο σπάνια μπορεί να θεωρηθεί μακροπρόθεσμα βιώσιμο. Και κυρίως χωρίς να αντιλαμβανόμαστε πως το ανήθικο, η στρεβλή αυτή αντίληψη του ποιος τελικά εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον και ποιος το υπονομεύει, οδηγεί ολόκληρη τη χώρα σε μία τραγική φαυλότητα.