
Της Μαρίνας Οικονομίδου
Την ώρα που ένα μεγάλο μέρος της κυπριακής κοινωνίας ζητούσε από τον Πρόεδρο να αποδοθούν ευθύνες για τη φονική πυρκαγιά και να υπάρξει μία ειλικρινής απολογία από την κυβέρνηση, μία μαραθώνια συζήτηση στη Βουλή αποκάλυπτε υπουργούς και υπηρεσιακούς άμοιρους ευθυνών. Ένα πέπλο ευθυνοφοβίας απλώθηκε στην αίθουσα, το οποίο σκεπάζει το κράτος και τους αξιωματούχους του. Ξεκινώντας από τη δημόσια υπηρεσία και καταλήγοντας σε όσους ηγούνται αυτής της χώρας.
Δεν γνωρίζω αν στόχος του Ανδρέα Γρηγορίου ήταν να καλύψει τους πολιτικούς του προϊστάμενους, όταν με εντυπωσιακή αφέλεια υποστήριζε στη Βουλή ότι μόνος του αποφάσισε εν τω μέσω του πιο επικίνδυνου για ξέσπασμα πυρκαγιάς μήνα να πάει υπηρεσιακό ταξίδι στην Αυστραλία. Το σίγουρο όμως είναι πως από τη συζήτηση αποκαλύφθηκαν τρεις μεγάλες παθογένειες. Ένας υψηλά αμειβόμενος λειτουργός της δημόσιας υπηρεσίας που δεν αντιλαμβάνεται πως η θέση του δεν έχει μόνο ωφελήματα αλλά και υποχρεώσεις. Όχι απέναντι στην εκάστοτε ηγεσία, αλλά απέναντι στους φορολογούμενους πολίτες. Ένα κράτος που υπολειτουργεί, καθώς εναποθέτει, όπως φάνηκε σε έναν και μόνο λειτουργό την πλήρη ευθύνη συντονισμού μιας τέτοιας κρίσης. Και το κυριότερο, μία ηγεσία που αρνείται πεισματικά να αναλάβει την ευθύνη όλης αυτής της κακοδιαχείρισης.
Κάποια στιγμή θα πρέπει να ανοίξει το κεφάλαιο της λογοδοσίας και της απόδοσης ευθυνών σε λειτουργούς της δημόσιας υπηρεσίας για τις ευθύνες που εκπορεύονται από τη θέση τους. Για τους συντονιστές που όπως λένε μόνοι τους αποφασίζουν να γυρίσουν τον κόσμο. Για τα αρμόδια τμήματα που μετά από τραγωδίες γράφουν εκθέσεις. Όχι για να βελτιώσουν την κατάσταση αλλά για να αποσείσουν από πάνω τους την όποια ευθύνη. Όμως προτού γίνει αυτό θα πρέπει να εμπεδωθεί η κουλτούρα της ανάληψης ευθυνών από τους ίδιους τους πολιτικούς αξιωματούχους.
Δεν ξέρω πώς ένιωσε για παράδειγμα η υπουργός Γεωργίας, όταν παρακολουθούσε τον γενικό διευθυντή της να διασύρεται με αυτόν τον τρόπο. Αν αισθάνθηκε με κάποιο τρόπο ντροπή που επιβεβαίωνε πως μόνος του αποφάσισε να πάει στην Αυστραλία χωρίς να χρειάζεται να πάρει από κανέναν άδεια. Αν αντιλήφθηκε πως η συζήτηση που εκτυλίχθηκε εμπέδωνε την αίσθηση ενός κράτους διάτρητου. Χωρίς σχεδιασμό, πλάνο, χωρίς δικλίδες ασφάλειας, χωρίς σοβαρότητα. Και που επιβεβαίωνε κυρίως μία ηγεσία άμοιρη ευθυνών.
Η κοινωνία όμως γνωρίζει καλά πως έχει περάσει μισός μήνας από τη φονική πυρκαγιά και κανείς δεν ανέλαβε ευθύνη για το κακό. Δεν καταλάβαμε ακόμα ποιος είχε το τελικό πρόσταγμα, δεν ακούσαμε μία ειλικρινή απολογία από τον Πρόεδρο και τους υπουργούς του. Ούτε όμως το ελάχιστο ψήγμα αντίληψης του τι εκτυλίχθηκε. Είδαμε μόνο επικοινωνιακά τεχνάσματα για να κερδίσει χρόνο. Πρώτα με το φιάσκο του διαγγέλματος, μετά με τις εκθέσεων των αρμοδίων και στη συνέχεια με την κάθοδο των Αμερικανών.
Καλή λοιπόν η προσπάθεια του Προέδρου να φέρει τεχνοκράτες για να διαπιστώσουν τι πήγε λάθος. Σε ένα κράτος άλλωστε που επιβεβαιώνει μέρα με τη μέρα πως δεν είναι κανονικό, η παρουσία ξένων εμπειρογνωμόνων θεωρείται η μόνη λύση για πολλούς. Πολύ φοβάμαι όμως ότι θα αποτελέσει το νέο χάπι κάθε φορά που η κυβέρνηση θα θελήσει να κλείσουν τα στόματα της αμφισβήτησης. Και που θα θελήσει να αλλάξει την επικαιρότητα.
Όμως η πλειοψηφία της κοινωνίας δεν εξέλεξε τον Νίκο Χριστοδουλίδη για να φέρνει ξένους τεχνοκράτες να διαπιστώνουν τα προβλήματα. Δεν τον επέλεξε για σχολιαστή της επικαιρότητας, ούτε για να αναλαμβάνουν ξένοι τον ρόλο της Πολιτείας, διαμοιράζοντας ευθύνες. Ο Νίκος Χριστοδουλίδης έχει διανύσει τον μισό χρόνο της διακυβέρνησής του. Είναι η ώρα να αποφασίσει αν μπορεί να ηγηθεί με τολμηρές αλλαγές και παραδοχές των λαθών του. Ή αν με την ατολμία που παρουσιάζει θα εμπεδωθεί στην κοινωνία ως ο Πρόεδρος μιας διακυβέρνησης άμοιρης ευθυνών. Μιας κυβέρνησης που ενώ εξελέγη κατά τα άλλα για το ανθρώπινο της προφίλ, τείνει να εμπεδώσει πως της λείπει η όποια πολιτική συνείδηση.