ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Η ζωή του επιχειρηματία Νίκου Νικολάου στο ντοκιμαντέρ «The Projectionist»

Ο αγώνας του ομογενή Ελληνοκύπριου να κρατήσει ανοιχτές κινηματογραφικές αίθουσες στη Νέα Υόρκη

Του Αποστόλη Ζουπανιώτη

Ο αγώνας του ομογενή Ελληνοκύπριου επιχειρηματία Νίκου Νικολάου να κρατήσει ανοιχτές κινηματογραφικές αίθουσες στη Νέα Υόρκη, κόντρα στα multiplex των μεγάλων εταιρειών, ήταν το θέμα του ντοκιμαντέρ «The Projectionist», του σκηνοθέτη Abel Ferrara, το οποίο προβλήθηκε στο φεστιβάλ κινηματογράφου Tribeca και παρουσιάστηκε στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης Νέας Υόρκης (ΜΟΜΑ), στο πλαίσιο ενός αφιερώματος για τον 67χρονο αμερικανό σκηνοθέτη που θα διαρκέσει όλο τον Μάιο.

Το διάρκειας 84 λεπτών ντοκιμαντέρ είναι γυρισμένο στο Ζύγι και στην Καλαβασό της Κύπρου – απ’ όπου έφυγε σε ηλικία 14 ετών ο ήρωας του έργου Νίκος Νικολάου – και στις περιοχές της Νέας Υόρκης που εργάστηκε από ηλικίας σχεδόν 15 ετών, στο Μανχάταν.

Στο ντοκιμαντέρ πέραν του Νίκου Νικολάου και του σκηνοθέτη – που κάνει και τις ερωτήσεις – παρουσιάζονται μέλη της οικογένειας του Νίκου, σκηνές από ταινίες που βίωσε ως εργαζόμενος σε διάφορους κινηματογράφους, τη μεγάλη νικηφόρα μάχη του ενάντια στις πολυεθνικές, κερδίζοντας τη διανομή ταινιών πρώτης προβολής στον κινηματογράφο του στο Φόρεστ Χίλς και διαλόγους του παλιούς τους συνεργάτες αλλά και με νέους που περιμένουν στην ουρά για να παρακολουθήσουν μία ταινία σε μία από τις αίθουσές του.

Η φιλοσοφία του Νίκου Νικολάου πως «μία αίθουσα κινηματογράφου δίνει χαρακτήρα στη γειτονιά», μεταφράστηκε στην επιθυμία να κρατήσει ζωντανές τις αίθουσες κινηματογράφου, κάτι που όπως εξηγεί στο ντοκιμαντέρ, τον οδήγησε να διατηρεί ως σινεμά το Cinema Village στο Νότιο Μανχάταν, τη στιγμή που αν έχτιζε διαμερίσματα, θα κέρδιζε εκατομμύρια.

Το ότι ο συγκεκριμένος επιχειρηματίας δίνει τέτοιες άνισες μάχες ως σύγχρονος Δον Κιχώτης, δεν πρέπει να εκπλήττει κανέναν, αφού είναι γιος του Χαμπή Νικολάου, βετεράνου της Κυπριακής Παροικίας και γνωστού τόσο για τους αγώνες του, όσο και για το γεγονός ότι συνδέθηκε φιλικά με όλους τους προέδρους της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Της παρουσίασης στο ΜΟΜΑ ακολούθησε συζήτηση με το κοινό, με συμμετοχή του σκηνοθέτη, ενώ ο Νίκος Νικολάου είχε την ευκαιρία να συνομιλήσει με την «Κ». Τo πρώτο που του επισημάναμε είναι ότι ακολουθεί – σε μικρογραφία – ως ομογενής κινηματογραφικός επιχειρηματίας, έναν δρόμο που άνοιξαν οι μεγάλοι Αδελφοί Σκούρα κι άλλοι Έλληνες επιχειρηματίες του χώρου.
«Αυτοί είναι πολύ μεγάλοι άνδρες», μας λέει. «Όμως θέλω να γνωρίζετε πως ακόμη και πίσω από μεγάλες αμερικανικές ταινίες υπάρχει ένας Έλληνας που αγαπά τον κινηματογράφο, ο Χρήστος Κωνσταντακόπουλος. Είναι φανταστικό αυτό που κάνει».

Όπως μας αφηγείται, δούλεψε στα σινεμά από ηλικίας σχεδόν 15 χρονών και αγαπά τον κινηματογράφο. «Όπως εξήγησαν και στο ντοκιμαντέρ, ο κινηματογράφος δεν είναι απλά να δεις μία ταινία, αλλά είναι μία κοινωνική εκδήλωση. Να βρεθείς μαζί με πολλούς άλλους ανθρώπους και να συμμεριστείς συναισθήματα. Να γελάσεις μαζί με άλλους, ή να συγκινηθείς … Είναι διαφορετικό από το να καθίσεις μόνος σου ή με μικρή παρέα, στην πολυθρόνα του σπιτιού σου και να δεις μία ταινία. Αυτός είναι κι ο λόγος που δεν φοβούμαι το Netflix κι άλλες εταιρείες, γιατί η αίσθηση που σου δίνει το σινεμά είναι μοναδική».


Αυτή τη στιγμή ο Νίκος Νικολάου έχει αίθουσες κινηματογράφου σε τέσσερα συγκροτήματα της Νέας Υόρκης. «Τα αστρονομικά ενοίκια που ζητούσαν οι ιδιοκτήτες των κτηρίων, όταν έληγαν οι μισθώσεις κι έπρεπε να τις ανανεώσουμε, μας ανάγκασαν να αφήσουμε πολλούς χώρους», μας είπε.

«Κάθε φορά που αναγκαζόμουν να κλείσω ένα σινεμά, ήταν πόνος καρδιάς. Κι αυτό με βοήθησε να χρησιμοποιήσω όσα χρήματα είχα κι όσα μπορούσα να εξασφαλίσω, για να αγοράζω τα κτήρια στα οποία είχα τις αίθουσες και να μην αναγκάζομαι να νιώθω την πίκρα να τα εγκαταλείπω. Τελικά, αυτή μου η απόφαση αποδείχθηκε η καλύτερη επιχειρηματική πράξη που έκανα. Όμως η πραγματική αιτία ήταν η αγάπη μου για τον κινηματογράφο».

Αν και δεν αποτέλεσε μέρος του ντοκιμαντέρ, πολλές αίθουσες του Νίκου Νικολάου έχουν φιλοξενηθεί προβολές ελληνικών ταινιών, στο πλαίσιο φεστιβάλ ελληνικού κινηματογράφου, αλλά και μεμονωμένων ελληνικών παραγωγών που σε αντίθετη περίπτωση δεν θα μπορούσαν ποτέ να προβληθούν στην Αμερική.

«Ήμουν χθες στο Guild (στο φεστιβάλ της Hellenic Film Society) με τον Τζίμι Ντιμέτρο. Όταν ξεκινούσαν απλά τους έλεγαν να πληρώσουν αυτά τα χρήματα που μπορούν», μας είπε.

Η Κὐπρος

Η Κύπρος είναι η μεγάλη αγάπη του Νίκου Νικολάου και της συζύγου του και περνά αρκετό χρόνο στα τελευταία 25 χρόνια, στο νησί που γεννήθηκε.

«Η αγορά της Κύπρου είναι περιορισμένη και σεβάστηκα αυτούς που ασχολούνται με τους κινηματογράφους. Υποχρεώθηκα όμως πριν από έξι μήνες να ανοίξω κι εγώ κινηματογραφική αίθουσα. Τότε άνοιξε το πιο ωραίο Mall στη Λευκωσία, με χώρους για κινηματογράφο και επειδή κανείς από τους ντόπιους επιχειρηματίες δεν ενδιαφέρθηκε, θα ερχόταν κάποια εταιρεία από το εξωτερικό. Αναγκάστηκα να το κάνω εγώ, γιατί αν ερχόταν κάποια εταιρεία από το εξωτερικό, θα έριχνε πολλά χρήματα και θα έκλεινε τους ντόπιους. Δημιούργησα έναν πολύ όμορφο κινηματογράφο, τον πλέον σύγχρονο στην Κύπρο, με Dolby Utmost και με τελευταίου τύπου μηχανήματα προβολής. Έβαλα, λοιπόν, ψηλά τον πήχη και κάλεσε τους συναδέλφους μου να ανταποκριθούν. Το σινεμά είναι κάτι πολύ σημαντικό. Όταν οι δημιουργοί των ταινιών θέλουν να σου δείξουν κάτι κι ο αιθουσάρχης κάτι άλλο, είναι κρίμα».

Από τον ανταποκριτή της «Κ» στη Νέα Υόρκη.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Πολιτισμός: Τελευταία Ενημέρωση