ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Το «Γιαξεμπόρε» της Εύας Κοταμανίδου

Οσο προικισμένη ερμηνεύτρια ήταν στη σκηνή και στην οθόνη, τόσο χαμηλών τόνων προσωπικότητα στον δημόσιο βίο

Kathimerini.gr

ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΚΑΤΣΟΥΝΑΚΗ

Αν θέλαμε να αποχαιρετίσουμε την Εύα Κοταμανίδου με ένα τραγούδι θα διαλέγαμε το «Γιαξεμπόρε», που ερμήνευε και αυτή μαζί με όλο το θεατρικό μπουλούκι στον «Θίασο», καθώς πορεύονταν μέσα στο χιόνι, σε ένα ορεινό μονοπάτι. Γιαξεμπόρε, μια παραφθορά του «γεια σου, αμόρε». Η μουσική του Κηλαηδόνη έδινε έναν εύθυμο, ρυθμικό τόνο. Οταν το άκουγες ήταν αδύνατον να μην το ακολουθήσεις με το σώμα σου. «Σωματική» και η δεύτερη ισχυρή μνήμη: η Εύα Κοταμανίδου, μικροαστή, στερημένη, σύζυγος ταγματάρχη, μέλους της ομάδας των «Κυνηγών», μέσα στην αίθουσα του ξενοδοχείου που γιορτάζουν τον ερχομό του νέου χρόνου, μόνη στην άδεια πίστα, φαντασιώνεται, σε έκσταση, ότι χορεύει και κάνει έρωτα με τον Μεγαλειότατο. Ισως είναι ο πιο συγκλονιστικός αυτοσχεδιαστικός χορός στο ελληνικό σινεμά, που καταλήγει σε έναν σπαρακτικό οργασμό. Ο σκηνογράφος και ζωγράφος Γιώργος Ζιάκας έχει πει ότι η σκηνή, που διαρκεί 10 λεπτά, γυρίστηκε 8 φορές, ώς το ξημέρωμα. Ολοι είχαν εξουθενωθεί, εκτός από την πρωταγωνίστρια η οποία δεν έχασε στιγμή ούτε τον οίστρο ούτε την έντασή της.

Δεν ήταν μόνον οι ταινίες του Θόδωρου Αγγελόπουλου (συμμετείχε σε έξι συνολικά), που διαμόρφωσαν το κινηματογραφικό πρόσωπο της Εύας Κοταμανίδου. Ηταν όμως από τις κορυφαίες στιγμές στο πλούσιο βιογραφικό της ηθοποιού, η οποία πέθανε χθες σε ηλικία 84 ετών. Οσο προικισμένη ερμηνεύτρια ήταν στη σκηνή και στην οθόνη, τόσο χαμηλών τόνων προσωπικότητα στον δημόσιο βίο. Η λιτότητα μαζί με το αυξημένο αίσθημα ευθύνης τη χαρακτήριζαν τόσο στην τέχνη όσο και στην πολιτική. Στις εκλογές του 1989 εξελέγη βουλευτής με τον Συνασπισμό. Το 2012 ήταν υποψήφια βουλευτής Επικρατείας με τη Δημοκρατική Αριστερά. Ασχολήθηκε επίσης με τη συγγραφή. Δημοσίευε άρθρα της σε εφημερίδες και λογοτεχνικά περιοδικά, ενώ το 1990 εκδόθηκε (από τον Καστανιώτη) μια συλλογή κειμένων της με τίτλο «Με λογισμό και μ’ όνειρο».

Σε διάλειμμα των γυρισμάτων του «Μεγαλέξανδρου» η Εύα Κοταμανίδου (αριστερά) με τη Λάουρα ντε Μάρκι.

H Εύα Κοταμανίδου γεννήθηκε το 1936 στη Νέα Φιλαδέλφεια (ο δήμος την τίμησε το 2019 σε ειδική τελετή), από γονείς πρόσφυγες από τον Πόντο, σε μια γειτονιά προσφύγων, «αγάπης, τρυφερότητας, αλληλεγγύης, όπου μεγαλώνοντας γνώρισα τι σημαίνει κοινωνία, πολίτης, δικαίωμα, αλλά και υποχρέωση», όπως έλεγε η ίδια. Σπούδασε γαλλική φιλολογία και υποκριτική στο Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν, έκανε τα πρώτα βήματά της εκεί ως ηθοποιός, πολλά χρόνια αργότερα δίδαξε κιόλας στη δραματική σχολή του. «Στο πρώτο έτος του Κουν, παντρεύτηκα. Χώρισα μετά από 4-5 χρόνια. Δεν έκανα παιδιά. Και δεν απέκτησα γιατί ήμουν τόσο παθιασμένη με τη δουλειά μου, που δεν ήθελα να χάσω όχι εννιά μήνες και μετά άλλον ένα χρόνο, αλλά ούτε μία μέρα απ’ το θέατρο. Αυτό πράγματι είναι απωθημένο μου. Ελεγα συνέχεια, “θα κάνω αργότερα”. Τελικά το αργότερα έγινε τίποτα», είχε ομολογήσει σε συνέντευξή της στην «Κ» (2010).

Στο θέατρο

Στο ελεύθερο θέατρο συνεργάστηκε με θιάσους ρεπερτορίου: της Αννας Συνοδινού, του Δημήτρη Μυράτ, με τον Νίκο Κούρκουλο όπου αντικατέστησε (τη δεύτερη χρονιά) τη Μελίνα Μερκούρη στον ρόλο της Τζένης, στην «Οπερα της πεντάρας» του Μπρεχτ, με τον Γιάννη Τσαρούχη στις ιστορικές «Τρωάδες» του (υποδύθηκε την Κασσάνδρα), με την Ασπασία Παπαθανασίου, με τον Λεωνίδα Τριβιζά, με την Αλίκη Γεωργούλη, με το Θέατρο Εξαρχείων, με το Απλό Θέατρο. Συνεργάστηκε επίσης με το ΚΘΒΕ, το Εθνικό Θέατρο, πολλά ΔΗΠΕΘΕ. Στον κινηματογράφο βραβεύθηκε για τις ερμηνείες της στον «Θίασο»(1975), στη «Ρόζα» (1982) του Χριστόφορου Χριστοφή και στη «Ζωή χαρισάμενη» (1993) του Πατρίς Βιβάνκος.

Χθες, με την αναγγελία του θανάτου της, άλλοι θυμήθηκαν τον εμβληματικό 7λεπτο μονόλογό της γύρω από την πολιτική, την ιστορία και την προδοσία στον «Θίασο», άλλοι την «είδαν» με το ματωμένο, στην καρδιά, νυφικό στον «Μεγαλέξανδρο» ή στην ίδια ταινία να χορεύει καθηλωτικά στην πλατεία του χωριού ανεμίζοντας ένα μαντίλι. Η Εύα Κοταμανίδου αγαπούσε τον χορό.
Σε μια συνέντευξή της το 1988, στην «Κ», για το έργο του Ρίτσου «Ο λόφος με το συντριβάνι» που έπαιζε στο ΚΘΒΕ, είχε επιλέξει μία φράση από την ηρωίδα: «Τα ιδανικά δεν είναι για να μας κουβαλάνε σαν παράλυτους στην πλάτη τους, αλλά για να σηκώνουμε ψηλά εμείς στα χέρια μας σαν σημαίες». Της ταιριάζει.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

Πολιτισμός: Τελευταία Ενημέρωση

X