ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ας μην κλαίμε επί ερειπίων

Του Ανδρέα Ανδρέου

Του Ανδρέα Ανδρέου

Η προ λίγων ημερών τραγική κατάληξη του σεισμού στη Σάμο φέρνει ξανά στην επιφάνεια το κεφάλαιο των κτηρίων, που δεν πληρούν τα κριτήρια της επαρκούς αντισεισμικής θωράκισης ή/ και που πάσχουν γενικώς καθιστώντας τα εν δυνάμει επικίνδυνα για την ανθρώπινη ασφάλεια.

Παρόλο που σηκώνει μεγάλη συζήτηση για το αν αρκεί ένας απλός χρονολογικός διαχωρισμός των κτηρίων, όπως για παράδειγμα στην προ και τη μετά της εφαρμογής του αντισεισμικού κανονισμού εποχή, ή στην προ και τη μετά της εφαρμογής της αναγκαστικής επίβλεψης εποχή, σήμερα δεν θα μπω στον πειρασμό αυτής της συζήτησης. Θα αρκεστώ στο να θέσω κάποιους προβληματισμούς ως προς τα κτήρια που προηγούνται σχεδιαστικά και κατασκευαστικά της χρονολογίας εφαρμογής του Κυπριακού Αντισεισμικού Κανονισμού, δηλαδή του 1993. Πληροφοριακά, η επίβλεψη κατά την κατασκευή κατέστη υποχρεωτική από το 1998, ενώ από την 1η Ιανουαρίου 2012 ισχύουν αυστηρότερες πρόνοιες για την ανάλυση και το σχεδιασμό κατασκευαστικών έργων αφού έγινε υποχρεωτική η εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Κώδικα.

Αν πάρουμε το σύνολο των κτηρίων που κτίστηκαν μέχρι το 1993, μπορεί να ειπωθεί με αυξημένο βαθμό σιγουριάς πως δεν προσφέρουν καμία ουσιαστική αντισεισμική προστασία. Και αυτό κυρίως επειδή ποτέ δεν σχεδιάστηκαν με σκοπό τη συμπεριφορά τους υπό συνθήκες σεισμού. Αλλά και όσα σχεδιάστηκαν με τέτοια προοπτική τότε, δεν μπορεί να θεωρηθούν ότι ανταποκρίνονται στις σημερινές απαιτήσεις καθώς στην πορεία η όλη φιλοσοφία αντιμετώπισης σεισμών έχει εξελιχθεί με άλλες παραδοχές, με άλλα πιο εξελιγμένα υλικά, άλλες τεχνολογίες, για να αναφέρω μόνο μερικά. Άστε που κανένας σεισμός δεν είναι ο ίδιος, αλλά και που σεισμοί παρόμοιων χαρακτηριστικών συμπεριφέρονται διαφορετικά ή επιφέρουν διαφορετικά αποτελέσματα σε περιοχές που διαφέρουν σε γεωγραφικά χαρακτηριστικά.

Επιπλέον, τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν τότε και πως αυτά συμπεριφέρθηκαν έκτοτε παίζουν σημαντικό ρόλο στη σημερινή φυσική κατάσταση του κτηρίου και κατ’ επέκταση στις αντοχές του. Αν βάλουμε και τον ανθρώπινο παράγοντα μέσα στην εξίσωση, δηλαδή πόσα και τι κάνει ο μέσος ιδιοκτήτης ενός τέτοιου ακινήτου για να το συντηρεί σωστά ή/ και τι επίβλεψη έγινε κατά την ανέγερση του έτσι ώστε το τι σχεδιάστηκε να συνάδει με το τι κτίστηκε, γίνεται αντιληπτό πως τα πράγματα δεν ζωγραφίζουν και την καλύτερη εικόνα.

Ερχόμενοι πίσω στην κατηγορία αυτών των κτηρίων, βλέπουμε τρεις εξόφθαλμες υποκατηγορίες. Αυτά που είναι ερειπωμένα και ετοιμόρροπα, αυτά που είναι κακώς συντηρημένα αλλά σε χρήση και αυτά που είναι σε ικανοποιητικό επίπεδο συντήρησης και σε χρήση. Όταν κάποιος κρούει τον κώδωνα του κινδύνου συνήθως αναφέρεται στην πρώτη κατηγορία. Ένα παράδειγμα είναι το περσινό στην Οδό Ιπποκράτους στην εντός των τειχών Λευκωσία, όπου με μια σύντομη βροχόπτωση μια εγκαταλειμμένη οικοδομή έπεσε σαν χάρτινο κατασκεύασμα. Σαν τέτοια υπάρχουν και άλλες περιπτώσεις σε όλη την Κύπρο, οι οποίες αποτελούν δημόσιο κίνδυνο. Φαίνεται να έχουμε ελλιπείς νόμους και δεν μπορούμε να θέσουμε τους ιδιοκτήτες τέτοιων υποστατικών προ των ευθυνών τους και να εξαναγκάζονται να τα φτιάχνουν. Πάνω από όλα όμως είναι και η νοοτροπία του «δεν μπορούν να μου κάνουν τίποτε, δεν ασχολούμαι…».

Εξίσου όμως σημαντικές είναι και οι άλλες δύο υποκατηγορίες. Για παράδειγμα, αποτελεί συχνό πλέον φαινόμενο η επέκταση ενός παλαιού κτηρίου με ένα ή δύο επιπλέον ορόφους ή βλέπουμε παλιά κτήρια να επενδύονται με πάνελ αλουμινίου ή HPL ή άλλως πως. Είναι απορίας άξιο τι μελέτες γίνονται και πόσο διερευνητικές είναι έτσι ώστε αυτές οι προσθήκες να μην υπερακοντίζουν ένα υποκείμενο νόσημα ενός κτηρίου.

Στην περίπτωση των επενδύσεων του εξωτερικού κελύφους μιας οικοδομής ενδεχομένως τα πράγματα να είναι πιο σοβαρά, επειδή μια τέτοια ανακαίνιση μπορεί να μην απαιτεί και την εξασφάλιση άδειας. Ποιος έχει την ευθύνη και ποιος ελέγχεται αν αύριο μια τέτοια εξωτερική κατασκευή έχει αστοχία και καταρρεύσει, επειδή ο υφιστάμενος φέροντας οργανισμός του κτηρίου δεν ήταν ικανός να συγκρατήσει τα κάθετα φορτία του νέου περιβλήματος αλλά και την καταπόνηση από τις αέριες μάζες;

Στην περίπτωση της προσθήκης ορόφων πάνω από υφιστάμενη κατασκευή τα πράγματα δεν είναι τόσο ανεξέλεγκτα επειδή εκεί απαιτείται η εξασφάλιση άδειας. Το θέμα είναι σε πόσο βάθος ελέγχεται η επάρκεια του υφιστάμενου φέροντα οργανισμού και το κατά πόσο αυτός θωρακίζεται περαιτέρω με ενίσχυση του. Μια σωστή οικονομοτεχνική μελέτη του όλου εγχειρήματος θα πρέπει να λαμβάνει και αυτό υπόψη, δηλαδή το κόστος της σωστής ενίσχυσης του υφιστάμενου. Αν κρίνουμε από αυτό που ακούμε συχνά – πυκνά από ιδιοκτήτες, ότι δηλαδή «μου είπαν ότι αν κάνουμε «ελαφροκατασκευή», δεν θα έχει πρόβλημα…», δηλώνει ότι έχει σοβαρό πρόβλημα αν τα πράγματα μένουν ως εκεί.

Για να νιώθουμε όλοι ασφαλείς, πρέπει τάχιστα να μπει πρόγραμμα επιθεώρησης όλου αυτού του κτηριακού στοκ και να μπει πρόγραμμα αναβάθμισής του. Όπου έχουμε ελλιπείς νομοθετικές ρυθμίσεις θα πρέπει να τις καλύψουμε για να μπει ένα τέλος σε πιθανή εκμετάλλευση κενών που μπορεί να στοιχίσουν σε ανθρώπινες ζωές. Ας μην κλαίμε επί ερειπίων.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Ανδρέα Ανδρέου

Ανδρέας Ανδρέου: Τελευταία Ενημέρωση