
Του Παναγιώτη Διογένους
Όταν τον Ιούλιο επισκέφθηκα τους καλούς μου φίλους στην DRM μπουτίκ της Tudor στο Anna Street, στο Μάντσεστερ, θα μπορούσε να ήταν απλώς μια ευγενική υπενθύμιση της σταθερότητας του καλού γούστου. Αντιθέτως, ήρθα - απρόσμενα, ομολογουμένως - ξανά σε επαφή με εκείνο το συναίσθημα που ένιωσα, όταν το πρώτο ρολόι μου με έκανε να δω την ωρολογοποιία, όχι ως δείκτη κοινωνικής θέσης, αλλά σαν εργαλείο - και βαθιά προσωπική επιλογή. Υπάρχει, βλέπετε, κάτι πολύτιμο στο να βλέπεις ένα ρολόι στον καρπό σου που ξέρεις ότι το έχεις διαλέξει για εσένα και στέκει αυθύπαρκτα. Ανεξαρτήτως μάρκας, τιμής και status. Η Tudor προσφέρει το συγκεκριμένο συναίσθημα απλόχερα.
Στην προσπάθειά μου να αποφασίσω εάν ένα Tudor έχει μια θέση σε μια συλλογή, ή, εάν μια τέτοια αγορά απλά μειώνει τον ελεύθερο χώρο στο κουτί και τον μεγαλώνει στο πορτοφόλι, αναζήτησα κάτι καινούριο. Φαντάζεστε την απογοήτευση στο βλέμμα μου - και την αναπάντεχη προσβολή που ένιωσα - όταν μου προτείναν ένα Βlack Βay 58. Ένα πανέμορφο ρολόι, στιβαρά κομψό, που δίπλα στο Submariner και Daytona μιας συλλογής φαντάζει διαχρονικά ανιαρό. Μα αυτό δεν ήταν το κλασσικό σου 58. Ήταν το boutique exclusive. Μπρούντζινο, ιδιαίτερο και ότι πιο απομακρυσμένο από το κοινότυπο έχω δει.
Ένα λουράκι δώρο, συμμετρία στην αισθητική σύνθεση, αντίθεση στην υφή και αρμονία στη χρωματική παλέτα. Νιώθω ξανά 16 χρονών, κρατώντας το πρώτο μου ρολόι.
39 μιλίμετρα, καφε-κόκκινη, περιστρεφόμενη στεφάνη και μια πατίνα που μεγαλώνει και αλλάζει μαζί σου, είναι η τέλεια στέγη για την κίνηση MT5400 της Tudor. Το σατινέ φινίρισμα του μπρασελέ και κάσας δεν μπορεί παρά να είναι εκκωφαντικά διακριτικό, ενώ το μπορντό λουράκι που έρχεται σαν δώρο και κυλάει νωχελικά μέσα στο ομόχρωμο καντράν, θυμίζει τις παλιές καλές εποχές που η Apple έβαζε στις συσκευασίες δώρο φορτιστές, ακουστικά, αυτοκόλλητα και πιθανόν ένα οικόπεδο στον Πρωταρά. Στο χέρι φοράει σαν κλασικό Black Bay 58, με ακατέργαστη φινέτσα. Το καφέ/χρυσαφί χρώμα του, δεν είναι τόσο επιδεικτικό ώστε να σε αναγκάσει να κινείσαι με μπράβους, μα ούτε και τόσο διακριτικό ώστε να περάσει απαρατήρητο σε ένα τραπέζι. Μην ξεχνάμε όμως ότι η μαγεία του, είναι στα μάτια του ιδιοκτήτη, ο οποίος για μια εξαιρετικά προσιτή τιμή, παίρνει ένα ρολόι για κάποιον που ξέρει ποιος είναι, τι θέλει, και δεν δείχνει ποτέ βαρετός.
Στην καρδιά του black bay 58, η MT5400 δίνει σε κάθε χτύπο το δικό του βάρος. Επίμονα, ήσυχα και ουσιαστικά.
Η αποθήκη της μπουτίκ, είχε να μου χαρίσει ένα ακόμη μυστικό. Αυτό, ακόμη πιο ιδιαίτερο και αποκλειστικό. Ένα Black Bay το οποίο πειραματίζεται με ατόφια χρυσή κάσα και μπρασελέ, 18 καρατιών. Ο μηχανισμός ΜΤ5400 μένει σταθερός, μα αυτή τη φορά είναι σε κοινή θέα με το exhibition case-back. Το χρώμα, ένα έντονο κίτρινο χρυσό με αβρούς υποτόνους πράσινου, δένει αρμονικά στο βαθύ σκουροπράσινο καντράν. Για ένα χρυσό ρολόι, συμπεριφέρεται απροσδόκητα σαν ένα κλασσικό Tudor. Αποφεύγει την λάμψη και έντονη παρουσία, με το σατινέ φινίρισμα του σε όλες τις επιφάνειες να απορροφάει το φως, παρά να το αντανακλά. Δεν θα το έλεγε κανείς φτηνό κομμάτι, αφού με τα ίδια λεφτά μπορείς να αγοράσεις ένα Daytona· ή ένα Datejust 41 και ένα Submariner μαζί· ή και προκαταβολή για εκείνο το οικόπεδο στο Πρωταρά. Το βαρύ της τιμής του, μεταφράζεται και στον καρπό, αφού η πυκνότητα του χρυσού θα σου εξασφαλίσει μια αίσθηση στιβαρότητας και πολυτέλειας που δεν περνά απαρατήρητη.
Η πατίνα του μπρούντζου μεγαλώνει πλάι στον ιδιοκτήτη της, και αποτυπώνει τις ιστορίες του χρόνου, καθώς ωριμάζει.
Φεύγοντας, κοιτάω τον καρπό μου και το “στεναχωρημένο” μου submariner. Ένα ρολόι που όσο λατρεμένο είναι από το κοινό - τόσο παραμελημένο είναι από τη Rolex. Ένα ρολόι που παρακαλεί για διαφορετικότητα και αλλαγή. Κάποτε τραβούσε όλα τα βλέμματα. Τώρα, περνάει απαρατήρητο, σαν τον ωραίο του σχολείου που εμφανίστηκε στο reunion με το ίδιο μαλλί, άρωμα και ρούχα από το ‘90. Η Rolex, μέσα από την εμμονή της με τη διατήρηση του status quo, ξέχασε την επαφή της με το ρίσκο και το ένστικτο που κάποτε την έκανε επαναστατική. Παράλληλα, εξακολουθεί να είναι η μόνη εταιρία που μπορεί να παρουσιάσει την ίδια κάσα με νέο reference και να δημιουργήσει παγκόσμια λίστα αναμονής. Αντιθέτως, η Tudor που κάποτε μεγάλωνε στη σκιά, αποφάσισε να χορέψει μόνη της, χωρίς να ρωτάει τη μαμά της.
Για ένα χρυσό ρολόι, συμπεριφέρεται απροσδόκητα σαν ένα κλασικό Tudor.
Αυτό, αγαπητοί αναγνώστες, είναι ίσως το πιο τολμηρό πράγμα που μπορεί να κάνει μια εταιρία: να καινοτομήσει όχι για να εντυπωσιάσει αλλά για να εκφραστεί. Ένα χρυσό Black Bay – παρά την ομοιότητα- δεν είναι φτηνό υποκατάστατο ενός χρυσού Submariner, είναι η επιλογή εκείνου που απαρνήθηκε το προφανές υπέρ του ουσιαστικού.
Δεν είναι φτηνό υποκατάστατο ενός χρυσού Submariner. Είναι το προϊόν πάθους, καινοτομίας και η άρνηση στο προφανές υπερ του ουσιαστικού.
Έτσι, στο ερώτημα εάν η Tudor έχει θέση σε μια συλλογή, η απάντηση είναι απλή. Αν η συλλογή έχει ζωή, αν αντικατοπτρίζει εσένα και όχι το πορτοφόλι σου, τότε όχι μόνο έχει θέση, έχει φωνή. Εκκωφαντικά διακριτική. Λεπτεπίλεπτη και καινοτόμα. Και, τολμώ να πω, έχει και την τελευταία λέξη.


