ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Dark tourism: Όταν η ανθρώπινη τραγωδία προσελκύει το ενδιαφέρον των ταξιδιωτών

Οι φίλοι του «σκοτεινού τουρισμού», αναζητούν στα ταξίδια τους εμπειρίες που σχετίζονται με θανάτους, μακάβριες εμπειρίες και δυσάρεστες καταστάσεις.

Kathimerini.gr

Κείμενο: Maria Cramer c.2022 The New York Times Company / Απόδοση: Ελευθερία Αλαβάνου

Βόρεια Κορέα. Ανατολικό Τιμόρ. Ναγκόρνο-Καραμπάχ, ένας ορεινός πυρήνας που λειτουργεί ως Κουτί της Πανδώρας ανάμεσα στην Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν. Δεν πρόκειται για τυπικούς τουριστικούς προορισμούς. Μην το πείτε, όμως, στον Erik Faarlund, έμπειρο ταξιδιώτη από τη Νορβηγία, ο οποίος τους έχει επισκεφτεί και τους τρεις. Το επόμενο ταξίδι που ονειρεύεται είναι να βρεθεί στις Φιλιππίνες το Πάσχα, για να δει ανθρώπους που προσφέρονται εθελοντικά να τους καρφώσουν επάνω σε ένα σταυρό, προκειμένου να τιμήσουν έτσι το μαρτύριο του Ιησού (πρακτική που μάλιστα αποθαρρύνεται από την Καθολική Εκκλησία).

Ο Faarlund έχει δηλώσει ότι συχνά ταξιδεύει μόνος – η γυναίκα του φαίνεται ότι προτιμά τις ηλιόλουστες παραλίες της Μεσογείου. «Αυτή αναρωτιέται γιατί στο καλό επιλέγω τα συγκεκριμένα μέρη κι εγώ με τη σειρά μου αναρωτιέμαι το ίδιο για εκείνη», αναφέρει ο 52χρονος Νορβηγός, που έχει επισκεφθεί προορισμούς, οι οποίοι εμπίπτουν στην κατηγορία του λεγόμενου «σκοτεινού τουρισμού» (dark tourism). Πρόκειται για έναν όρο-ομπρέλα, που περιλαμβάνει ταξίδια σε μέρη τα οποία συνδέονται με θανάτους, τραγωδίες και γενικώς μακάβριες καταστάσεις.

Καθώς ο τουρισμός επιστρέφει στην κανονικότητα, οι περισσότεροι άνθρωποι αξιοποιούν τον χρόνο των διακοπών τους για τους γνωστούς λόγους: για να ξεφύγουν από την πραγματικότητα, να χαλαρώσουν και να γεμίσουν τις μπαταρίες τους. Αυτό δεν συμβαίνει στην περίπτωση των οπαδών του dark tourism, που χρησιμοποιούν τις διακοπές τους για να δουν από κοντά τις άγριες γωνιές αυτού του κόσμου. Λένε ότι το να ταξιδέψει κανείς σε εγκαταλελειμμένους πυρηνικούς σταθμούς ή σε χώρες όπου έλαβαν χώρα γενοκτονίες είναι ένας τρόπος για να συλλάβει το σκληρό πολιτικό γίγνεσθαι των ημερών. Τις κλιματικές καταστροφές, τον πόλεμο και την αυξανόμενη απειλή των αυταρχικών καθεστώτων.

«Όταν ο πλανήτης είναι έτοιμος να πάρει φωτιά και οι άνθρωποι δεν μπορούν να πληρώσουν τους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος, το να ξαπλώνεις σε μια παραλία ενός πεντάστερου ξενοδοχείου μοιάζει ντροπιαστικό», υποστηρίζει η Jodie Joyce, ιδιωτική υπάλληλος βρετανικής εταιρείας, που έχει ταξιδέψει σε Τσερνόμπιλ και Βόρεια Κορέα. Ο Faarlund, από την άλλη, ο οποίος δεν θεωρεί ότι τα οδοιπορικά του ανήκουν στην κατηγορία του «σκοτεινού τουρισμού», επιθυμεί να δει από κοντά μέρη στα οποία η πραγματικότητα είναι «εντελώς διαφορετική» απ’ ό,τι στην πατρίδα του.

Όποιο κι αν είναι το κίνητρο, ο Faarlund και η Joyce δεν είναι μόνοι. Ένα 82% των Αμερικανών ταξιδιωτών δηλώνουν ότι έχουν επισκεφτεί τουλάχιστον έναν «σκοτεινό προορισμό» στη ζωή τους, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Passport-photo.online, στην οποία συμμετείχαν πάνω από 900 άτομα. Περισσότεροι από τους μισούς δήλωσαν ότι προτιμούν να επισκέπτονται εμπόλεμες ζώνες. Το 30% των ερωτηθέντων, μάλιστα, ανέφερε ότι μόλις τελειώσει ο πόλεμος στην Ουκρανία, θέλουν να επισκεφθούν το εργοστάσιο χάλυβα Azovstal, εκεί όπου οι Ουκρανοί στρατιώτες αντιστάθηκαν σθεναρά στις ρωσικές δυνάμεις.

Η αυξανόμενη δημοτικότητα του «σκοτεινού τουρισμού» υποδηλώνει ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι γυρίζουν την πλάτη στις «διακοπές της απόδρασης», επιλέγοντας να βρεθούν σε τόπους που έχουν δοκιμαστεί. Σε μέρη για τα οποία ό,τι γνώριζαν ήταν από τις ειδήσεις. Οι τουρίστες έχουν κουραστεί να βλέπουν την εξιδανικευμένη εκδοχή αυτού του κόσμου, σύμφωνα με τον Gareth Johnson, ιδρυτικό μέλος της Young Pioneer Tours, της εταιρείας που διοργάνωσε τα οδοιπορικά της Joyce και του Faarlund.

Το δάσος Aokigahara είναι γνωστό και ως «δάσος των αυτοκτονιών». Βρίσκεται κοντά στο όρος Φούτζι, στην Ιαπωνία (Φωτογραφία: Ko Sasaki/The New York Times)

Ένα χόμπι από την εποχή των μονομάχων

Ο όρος «σκοτεινός τουρισμός» επινοήθηκε το 1996 από τους ακαδημαϊκούς J. John Lennon και Malcolm Foley, οι οποίοι έγραψαν το βιβλίο «Dark Tourism: The Attraction to Death and Disaster». Στην πραγματικότητα, όμως, σύμφωνα με τον Craig Wight, αναπληρωτή καθηγητή Μάνατζμεντ του Τουρισμού στο Πανεπιστήμιο Napier του Εδιμβούργου, οι άνθρωποι, επί εκατοντάδες χρόνια, χρησιμοποιούσαν τον ελεύθερο χρόνο τους για να γίνουν μάρτυρες της φρίκης. «Η τάση ανάγεται στην εποχή της αρχαίας Ρώμης και τις μάχες των μονομάχων. Οι άνθρωποι έβγαιναν από το σπίτι τους για να παρακολουθήσουν δημόσιους απαγχονισμούς. Κάθονταν αναπαυτικά στις άμαξές τους και παρακολουθούσαν τη Μάχη του Βατερλώ», σημειώνει.

Ο Wight υποστηρίζει ότι ο «σκοτεινός τουρίστας» των ημερών μας κατά πάσα πιθανότητα θα επιλέξει μια τοποθεσία συνυφασμένη με τραγικά γεγονότα και αυτό θα λειτουργήσει ως κινητήριος δύναμη για να συνδεθεί με τον τόπο, κάτι που δύσκολα συμβαίνει αν απλώς μάθει τα γεγονότα που συνέβησαν εκεί. Υπό αυτό το πρίσμα, ο καθένας είναι, εν δυνάμει, «σκοτεινός τουρίστας». Ένας επισκέπτης που πηγαίνει στη Νέα Υόρκη για city break θα κάνει μια στάση στο Ground Zero. Οι ταξιδιώτες της Βοστώνης θα οδηγήσουν βόρεια, προς το Σάλεμ της Μασαχουσέτης, για να μάθουν περισσότερα για το κυνήγι μαγισσών του 17ου αιώνα. Οι επισκέπτες Γερμανίας και Πολωνίας ενδέχεται να επισκεφθούν ένα πρώην στρατόπεδο συγκέντρωσης, είτε για να τιμήσουν τα θύματα της γενοκτονίας είτε για να κατανοήσουν καλύτερα την Ιστορία. Σε γενικές γραμμές, όμως, σκοτεινός τουρίστας είναι κάποιος που συνηθίζει να αναζητά μέρη, τα οποία συνδέονται με καταστάσεις τραγικές, νοσηρές ή ακόμα και επικίνδυνες.

Τα τελευταία χρόνια οι επαγγελματίες του τουρισμού εξαπλώθηκαν σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, διοργανώνοντας εξορμήσεις σε προορισμούς που σχετίζονται με πρόσφατες τραγωδίες. Ακολούθησε η προσοχή των ΜΜΕ και κάπως έτσι γεννήθηκαν ορισμένα ερωτήματα σχετικά με τις προθέσεις των επισκεπτών, σύμφωνα με την Dorina-Maria Buda, καθηγήτρια Τουριστικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Νότιγχαμ. Οι ιστορίες ανθρώπων που τριγύριζαν χαζεύοντας σε γειτονιές της Νέας Ορλεάνης, οι οποίες καταστράφηκαν από τον τυφώνα Κατρίνα ή που πόζαραν για μία selfie στο Νταχάου προκάλεσαν αφενός αποστροφή αφετέρου οργή. Ποιο ήταν τελικά το κίνητρο των ανθρώπων που αποφάσισαν να επισκεφτούν αυτά τα μέρη, «οι ηδονοβλεπτικές τους τάσεις ή η ανάγκη τους να μοιραστούν τον πόνο των άλλων και να δείξουν την υποστήριξή τους;», αναρωτιέται η Buda.

Ο David Farrier, δημοσιογράφος από τη Νέα Ζηλανδία, πέρασε έναν χρόνο ταξιδεύοντας σε μέρη όπως είναι η Aokigahara (το επονομαζόμενο «δάσος των αυτοκτονιών» στην Ιαπωνία), η πολυτελής φυλακή που δημιούργησε ο Pablo Escobar για τον εαυτό του στην Κολομβία και το περιβόητο McKamey Manor στο Τενεσί, ένα σπίτι που έχει τη φήμη του στοιχειωμένου, όπου οι επισκέπτες πηγαίνουν για να τους χτυπήσουν, να τους θάψουν ζωντανούς και να τους βυθίσουν σε κρύο νερό μέχρι να νιώσουν ότι πνίγονται.

Το ταξίδι τού έδωσε υλικό για την εκπομπή, «Dark Tourist», που προβλήθηκε στο Netflix το 2018 και χλευάστηκε από ορισμένους κριτικούς ως μακάβρια και «ποταπή». Ο ίδιος ο 39χρονος Farrier, μάλιστα, αναφέρει ότι συχνά έχει και ο ίδιος δεύτερες σκέψεις για την ηθική των ταξιδιών του. «Ηθικά, το τοπίο είναι θολό», λέει. Παρόλα αυτά, έκρινε ότι άξιζε τον κόπο να στρέψει τις κάμερες σε μέρη και τελετουργικά για τα οποία οι περισσότεροι άνθρωποι θέλουν να μάθουν κάτι παραπάνω και δεν θα δουν ποτέ από κοντά. Η επίσκεψη σε μέρη όπου εκτυλίσσονταν φρικιαστικά γεγονότα λειτούργησε σαν ένα είδος γείωσης, βοηθώντας τον να αντιμετωπίσει τον φόβο του θανάτου. Σύμφωνα με τα λεγόμενά του, νιώθει προνομιούχος που επισκέφτηκε τα περισσότερα από αυτά τα μέρη, πλην του McKamey Manor, το οποίο «ήταν τρελό», όπως σημειώνει χαρακτηριστικά.

Ευκαιρία για αναστοχασμό

Η αποδοχή που βρίσκει στο ταξιδιωτικό κοινό ο σκοτεινός τουρισμός οφείλεται εν μέρει στο ότι βοηθάει τους ανθρώπους να επεξεργαστούν όσα συμβαίνουν γύρω τους, «καθώς ο κόσμος γίνεται όλο και πιο ζοφερός», σύμφωνα με τον Jeffrey S. Podoshen, καθηγητή Μάρκετινγκ στο Franklin and Marshall College, με ειδίκευση στον «σκοτεινό τουρισμό». «Οι άνθρωποι προσπαθούν να κατανοήσουν δυσνόητα πράγματα, όπως είναι ο θάνατος και η βία», λέει. «Βλέπουν αυτό το είδος τουρισμού σαν έναν τρόπο για να εξοικειωθούν με αυτά».

Ο Faarlund θυμήθηκε ένα ταξίδι που είχε κάνει με τη σύζυγο και τους δίδυμους γιους του στην Καμπότζη, το οποίο περιλάμβανε επίσκεψη στα Killing Fields, όπου μεταξύ 1975 και 1979 περισσότεροι από δύο εκατομμύρια Καμποτζιανοί δολοφονήθηκαν ή πέθαναν από πείνα και ασθένειες υπό το καθεστώς των Ερυθρών Χμερ. Τα αγόρια του, 14 ετών τότε, άκουγαν με προσήλωση τις βάναυσες ιστορίες που έλαβαν χώρα στο κέντρο βασανιστηρίων. Κάποια στιγμή βγήκαν έξω, κάθισαν αμίλητα για αρκετή ώρα και στη συνέχεια συνάντησαν δύο από τους επιζώντες του καθεστώτος των Χμερ. Τα παιδιά ρώτησαν τους δύο αυτούς εύθραυστους άνδρες, ηλικίας 80 και 90 ετών, αν μπορούσαν να τους αγκαλιάσουν και εκείνοι δέχτηκαν. Ήταν ένα συγκινητικό ταξίδι, το οποίο περιλάμβανε κι άλλες, πιο ανώδυνες στάσεις – επισκέψεις σε ναούς όπως το Angkor Wat ή περίεργα γεύματα με στρείδια, καλαμάρια και βάτραχο. Παρότι, όμως, «τους άρεσε πολύ», ο Faarlund δεν μπορεί να τους φανταστεί να έρχονται μαζί του στις Φιλιππίνες, για να παρακολουθήσουν ανθρώπους να αναβιώνουν τα μαρτύρια της Σταύρωσης.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Ταξίδια: Τελευταία Ενημέρωση