ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Σουηδική ουτοπία

Η ιστορία του Stedsans in the Woods παραπέμπει σε σύγχρονο παραμύθι

Kathimerini.gr

Η ιστορία του Stedsans in the Woods παραπέμπει σε σύγχρονο παραμύθι: ένα αγροτικό retreat στα δάση της νότιας Σουηδίας, όπου ο ήλιος ανατέλλει πάντα πάνω από τη λίμνη, τα βράδια οι φιλοξενούμενοι μαζεύονται γύρω από τη φωτιά και κάθε γεύμα είναι μια θρεπτική σκανδιναβική γιορτή, με πρώτες ύλες που είτε προέρχονται από τοπικές φάρμες είτε έχουν συλλεχθεί επιτόπου. H ευεργετική γοητεία αυτής της απομακρυσμένης ουτοπίας, κρυμμένης ανάμεσα σε πεύκα και αιωνόβιες βελανιδιές, έχει απήχηση ακόμα και στην πιο μικρή ψηφιακή οθόνη. Μπορούν, όμως, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να πείσουν κάποιον να οδηγήσει επί ώρες προκειμένου να περάσει μία νύχτα στο δάσος; Φαίνεται πως ναι.

Πριν από την έναρξη της λειτουργίας του, το καλοκαίρι του 2017, το Stedsans in the Woods έμοιαζε με το όνειρο θερινής νυκτός ενός ζευγαριού από τη Δανία, της Mette Helbak και του Flemming Hansen. Το 2016, οι δυο τους έκλεισαν το εστιατόριο που διατηρούσαν στην Κοπεγχάγη, ονόματι Stedsans OsterGRO, και εγκατέλειψαν οικογενειακώς τη δανέζικη πρωτεύουσα, για να ριζώσουν στο νέο σουηδικό σπιτικό τους. Προορισμός τους ήταν μια δασώδης έκταση 69 στρεμμάτων στις όχθες της λίμνης Halla, περίπου τρεις ώρες οδικώς βόρεια της Κοπεγχάγης. Η πλησιέστερη πόλη, έστω μικρού μεγέθους, βρίσκεται 40 χλμ. μακριά. Η Helbak, μάγειρας, στιλίστας και συγγραφέας βιβλίων μαγειρικής, εξηγεί ότι η ονομασία του Stedsans, που στα δανέζικα θα πει «μια αίσθηση τοποθεσίας, μια αίσθηση του πού βρίσκεσαι», εκφράζει τη σημασία που έχει το μέρος για την κοσμοθεωρία του ζευγαριού.

Για τη χρηματοδότηση του retreat, οργανώθηκε καμπάνια crowdfunding στο Kickstarter, κατά την οποία συγκεντρώθηκαν πάνω από 1 εκατ. κορόνες Σουηδίας (περίπου 94.000 ευρώ). Παράλληλα, προσφέρθηκαν να βοηθήσουν εκατοντάδες εθελοντές. «Όταν οι προετοιμασίες ήταν στο απόγειό τους, υπήρχαν άνθρωποι εδώ από όλες τις ηπείρους, πλην της Ανταρκτικής, που εργάζονταν ταυτόχρονα», λέει ο Hansen. «Από τη Βενεζουέλα, τη Χιλή, τις ΗΠΑ, τον Καναδά, το Ιράν, την Ευρώπη, την Ταϊβάν, τη Νέα Ζηλανδία και την Αυστραλία».

Το μέρος εξελίχθηκε σε ένα δαιδαλώδες retreat μέσα στη φύση, με σκηνές Βεδουίνων, μινιμαλιστικές ξύλινες καλύβες, καθώς και ένα εστιατόριο χωρίς ηλεκτρικές εστίες –το φαγητό ψήνεται στη φωτιά– και με πρώτες ύλες από το δάσος ή τον μπαξέ του κτήματος. «Είναι εκπληκτικό το ότι στο δάσος η τροφή είναι στα πόδια σου χωρίς να χρειάζεται να κάνεις απολύτως τίποτα», παρατηρεί η Helbak.

ΕΝΑΣ ΑΛΛΟΣ ΚΟΣΜΟΣ

Το προσωπικό αποτελείται από μια πολυεθνική παρέα εθελοντών, πρακτικάριων και νεαρών ιδεαλιστών, που καλλιεργούν τη γη, συλλέγουν την τροφή, μαγειρεύουν, σερβίρουν και κατασκευάζουν το μεγαλύτερο μέρος των εγκαταστάσεων του resort κάθε σεζόν. Η ατμόσφαιρα είναι κάτι ανάμεσα σε θερινή κατασκήνωση και κοινόβιο. Πολλοί από τους εργαζoμένους θεωρούν τα παπούτσια περιττό βάρος και οι φιλοξενούμενοι ενθαρρύνονται να τους ακολουθήσουν. Πινακίδες έξω από τις καλύβες γράφουν: «Το να περπατάς ξυπόλυτος μειώνει το στρες και ενισχύει το ανοσοποιητικό» – ισχυρισμός που βέβαια δεν είναι τεκμηριωμένος επιστημονικά. Τα αγαθά που λείπουν από το Stedsans, δηλαδή το ηλεκτρικό και το τρεχούμενο νερό, είναι και μέρος της γοητείας του. Εδώ αποσυνδέεσαι από τον έξω κόσμο και επανασυνδέεσαι με τη φύση (όταν ακούς το κάλεσμά της, πηγαίνεις στις υπαίθριες τουαλέτες κομποστοποίησης).

Η Helbak και ο Hansen γρήγορα παραδέχονται ότι η ζωή στο δάσος δεν είναι ποτέ τόσο νοικοκυρεμένη όσο υπονοούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Το πρώτο καλοκαίρι, θυμάται η Helbak, «η λάσπη έφτανε μέχρι τα γόνατα και συστήναμε στον κόσμο να φέρνει μαζί του γαλότσες». Πέρυσι, η Helbak μετακόμισε σε ένα γειτονικό χωριό – μια δύσκολη απόφαση, την οποία επέσπευσε εν μέρει η επικείμενη γέννηση της τρίτης κόρης του ζευγαριού.

Όπως και πολλοί άλλοι φιλοξενούμενοι του Stedsans, το γνώρισα μέσω Ίνσταγκραμ. Είχα θαυμάσει την πλωτή ξύλινη σάουνα της λίμνης σε σχήμα Α. Είχα σκρολάρει τις εικόνες με τις πολύχρωμες, πασπαλισμένες με λουλούδια, σαλάτες που σερβίρονται στο ρουστίκ εστιατόριο. Είχα κλικάρει πάνω στις φωτογραφίες με τις κομψές καλύβες που αποπνέουν μια ιδιαίτερη αίσθηση θαλπωρής.

Αυτό που δεν είδα στο Ίνσταγκραμ ήταν τα έντομα: τα σμήνη από μύγες πάνω από το τραπέζι του πρωινού, τα νέφη από σκνίπες το σούρουπο, τις ύπουλες αράχνες, τα κουνούπια και τα άγρια μικρά μυγάκια, που δαγκώνουν και οι Σουηδοί αποκαλούν knott. Σας διαβεβαιώ πως υπάρχουν.

Το περασμένο καλοκαίρι ταξίδεψα δύο φορές από τη Στοκχόλμη στο Stedsans in the Woods, μέσω Κοπεγχάγης –ομολογουμένως, δεν είναι αυτός ο πιο σύντομος δρόμος–, οδηγώντας επί ώρες στη νότια Σουηδία με προορισμό το retreat. Στη δεύτερη επίσκεψή μου, ένα Σάββατο στα τέλη Ιουνίου, ο σύζυγός μου οδήγησε το νοικιασμένο αμάξι μας σε έναν μακρύ χαλικόδρομο, τον οποίο πλαισίωναν σημύδες δεξιά και αριστερά. Στο τέλος του δρόμου, μια χειρόγραφη επιγραφή επιβεβαίωνε ότι είχαμε φτάσει στον προορισμό μας. Βρισκόμασταν στην αρχή ενός κύματος καύσωνα που θα σάρωνε τη Σουηδία όλο το καλοκαίρι, αλλά τα γύρω δάση και χωράφια ήταν ως επί το πλείστον ακόμη πράσινα.

Ο χώρος υποδοχής του Stedsans ήταν ένα τραπέζι γεμάτο χαρτιά σε στοίβες, μέσα σε μια παλιά αποθήκη, όπου μια μαυρισμένη, ξυπόλυτη κοπέλα, κρατώντας ένα ντοσιέ στο χέρι, ανέθετε δουλειές στους υπόλοιπους εργαζομένους. Ήταν λες και βρισκόμασταν σε θερινή κατασκήνωση. Μας οδήγησε στο Μονοπάτι της Λίμνης (Lake Trail), το οποίο μας μύησε γρήγορα στο δάσος, περνώντας μέσα από πυκνά χαμόκλαδα και παρατεταγμένα ξύλινα μαδέρια – βασική δυσκολία της διαδρομής για όποιον είχε κάνει το λάθος να πάρει μαζί του πολλά μπαγκάζια. Μετά από δέκα λεπτά, διακρίναμε τη λίμνη ανάμεσα στα δέντρα. Μια επιγραφή με στριφογυριστά γράμματα έδειχνε τον δρόμο για τις καλύβες, τη σάουνα, τα εξωτερικά ντους και το εστιατόριο.

Η καλύβα Νο 2 ήταν παρόμοια με τις υπόλοιπες: μια απλή ξύλινη κατασκευή από έλατο, με απότομη επικλινή σκεπή, προβιές αντί χαλιών, ένα άνετο κρεβάτι και τεράστια παράθυρα από το πάτωμα έως την οροφή, που προσέφεραν πανοραμική θέα στο δάσος. Υπήρχαν κεριά, δύο βοηθητικά τραπεζάκια, δύο πετσέτες από οργανικό βαμβάκι και λίγα ακόμα πράγματα στον χώρο. Αφού αφήσαμε τα σακίδιά μας και ψεκαστήκαμε με εντομοαπωθητικά, περπατήσαμε μέχρι το μαύρο υπόστεγο φύλαξης σκαφών, δίπλα στη λίμνη, όπου είχαν αρχίσει να συγκεντρώνονται οι υπόλοιποι φιλοξενούμενοι.

ΔΕΙΠΝΟ - ΓΙΟΡΤΗ

Καθώς σουρούπωνε, το δείπνο σερβιρίστηκε στο εστιατόριο. Στην τεράστια σκηνή με τους γυάλινους τοίχους, πάνω από τριάντα άνθρωποι μοιράστηκαν τρία μεγάλα μοναστηριακά τραπέζια. Το γεύμα έξι πιάτων αποτελούνταν από προϊόντα που παράγονται εντός της έκτασης, η οποία καλλιεργείται βάσει των αρχών της περμακουλτούρας. «Καλλιεργείς λαχανικά μαζί με τη φύση, φροντίζοντάς την κατά κάποιον τρόπο καθώς το κάνεις», μας εξήγησε ο Henno Matzen, ένας Δανός κηπουρός και μάγειρας με μαλλί ράστα. Τα γυμνά πόδια του ήταν η πιο τρανή απόδειξη της αφοσίωσης που δείχνει στη δουλειά του. «Βρισκόμαστε τόσο κοντά στη φύση, αφθονούν τα αγαθά της που μπορείς να συλλέξεις και να χρησιμοποιήσεις»: μούρα, μήλα, μανιτάρια και άγρια βότανα, όπως λάπαθα και εκουιζέτα.

Οι φιλοξενούμενοι άρχισαν να συγκεντρώνονται σε ένα ξέφωτο, κάτω από παλιά πανιά κρεμασμένα από τις κορυφές των δέντρων. Ο Hansen σέρβιρε απεριτίφ και συστηνόταν στους παρευρισκομένους, που εκείνο το βράδυ ήταν αποκλειστικά ζευγάρια νεαρής και μέσης ηλικίας, κυρίως από τη Δανία. Μια χούφτα μάγειρες πηγαινοέρχονταν ανάμεσα στην υπαίθρια κουζίνα, στους λάκκους με τη φωτιά και στην αναμμένη ψησταριά. Και όταν πια και οι τελευταίοι είχαν το ποτήρι τους στο χέρι, ο οικοδεσπότης μας επιδόθηκε σε ένα χειμαρρώδες καλωσόρισμα, που παρέπεμπε σε μανιφέστο. Μόλις καθίσαμε στους ντυμένους με δέρμα προβάτου πάγκους, ακολούθησε ένα δείπνο που είχε όλα τα χαρακτηριστικά γιορτής προορισμένης για την κοινότητα. Ήταν σχεδιασμένο με τέτοιο τρόπο, ώστε οι συμμετέχοντες να έρθουν πιο κοντά. Μεγάλες πιατέλες περνούσαν από τον ένα στον άλλο για να σερβιριστούν μόνοι τους, όπως συνήθως συμβαίνει στα οικογενειακά τραπέζια: ψητά φρέσκα κρεμμυδάκια και τηγανητές τσουκνίδες, μελάτα αυγά από τον πτηνοτροφικό συνεταιρισμό, ποταμολάβρακο στη χόβολη, τρυφερές πρασινάδες και πατατούλες που είχαν συγκομιστεί από τον κήπο μόλις μερικές ώρες νωρίτερα. Ευρωπαϊκά, φυσικά, βιοδυναμικά κρασιά συνόδευαν το γεύμα και την εύθυμη ατμόσφαιρα που το πλαισίωνε. «Το δωρεάν φαγητό είναι το αγαπημένο μας», μούγκρισε ο Hansen, κρατώντας μια πιατέλα γεμάτη φρεσκοκομμένα μυρωδικά από το δάσος. Ό,τι δεν παράγεται στο κτήμα προέρχεται από τη γύρω περιοχή. Το ψάρι του δείπνου είχε αλιευτεί λίγα χιλιόμετρα μακριά.

Τα τελευταία δύο πιάτα –τυρί από το γειτονικό τυροκομείο και ένα επιδόρπιο με ραβέντι, κρέμα και άνθη κουφοξυλιάς– σερβιρίστηκαν γύρω από τη φωτιά. Πολλοί Δανοί είχαν γίνει ήδη φίλοι. Ξεκαρδίζονταν στα γέλια το σούρουπο, προσπαθούσαν να κρατήσουν σταθερά πάνω στα γόνατά τους τα πιάτα με το επιδόρπιο, σήκωναν πρόθυμα τα ποτήρια τους για λίγο ακόμα γλυκό πορτοκαλί κρασί. Σύντομα, ο Hansen απομακρύνθηκε διακριτικά και το προσωπικό αποσύρθηκε σε μια γωνιά του δάσους. Ο σύζυγός μου και εγώ αναζητήσαμε τον δρόμο της επιστροφής στην καλύβα μας, κρατώντας αναμμένο τον φακό του iPhone μέσα στο σκοτάδι.

Το επόμενο πρωί επικρατούσε ηρεμία. Το μόνο που ακουγόταν ήταν το κελάηδισμα των πουλιών και το θρόισμα των φύλλων. Για το πρωινό, κατευθυνθήκαμε στην αποθήκη όπου είχαμε κάνει check in το προηγούμενο μεσημέρι. Έξω είχε μια ελαφριά ψύχρα και μέσα, σε ένα μακρύ ξύλινο τραπέζι, είχε στηθεί μπουφές: φέτες δανέζικου ψωμιού σικάλεως, γεμιστού με σταφίδες και ξερά βερίκοκα, μια πιατέλα με τυριά και γιαούρτι, σπιτική γκρανόλα και ζεστό πόριτζ με φύτρα. Στον εξωτερικό χώρο, ένας εργάτης τηγάνιζε αυγά σε μαντεμένια τηγάνια – μια δουλειά χρονοβόρα, καθώς το πρωινό αεράκι δεν επέτρεπε στη φωτιά να πάρει τα πάνω της.

Στο μεταξύ, χάζεψα στο κινητό μου τις φωτογραφίες που είχα τραβήξει την προηγούμενη. Καμία δεν μπορούσε να συγκριθεί με τις επαγγελματικές εικόνες στο προφίλ του Stedsans στο Ίνσταγκραμ, που άνετα θα μπορούσαν να έχουν δημοσιευτεί σε περιοδικό. Τελικά βρήκα μία, την οποία και ανέβασα. Την επόμενη εβδομάδα, οι φίλοι μου δεν σταμάτησαν να μου μιλούν γι’ αυτήν, ζητώντας περισσότερες πληροφορίες για το φανταστικό μέρος με την πλωτή σάουνα στη λίμνη. Κάθε φορά, τους απαντούσα πως ήταν το Stedsans in the Woods και πως ήταν πράγματι μαγικό. Δεν είπα κουβέντα για τα έντομα...

ΧΡΗΣΙΜΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Το Stedsans in the Woods (Bohult 109, Hyltebruk, stedsans.org) απέχει περίπου 2 ώρες οδικώς από το Γκέτεμποργκ ή το Μάλμε και λιγότερο από 3 ώρες από την Κοπεγχάγη. Λειτουργεί από τον Μάιο έως τον Οκτώβριο και ως επιλογή διαμονής προσφέρει είτε ιδιωτικές καλύβες είτε κάμπινγκ. Για το 2019, το πακέτο μιας διανυκτέρευσης για 2 άτομα σε ιδιωτική καλύβα με σνακ, δείπνο 6 πιάτων, συνοδευτικό κρασί και πρωινό κοστίζει 750 ευρώ.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Ταξίδια: Τελευταία Ενημέρωση

X