ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Tαξίδι αποκάλυψη: Πεκίνο

Δεν είναι η ωραιότερη πόλη που έχω δει. Είναι όμως η πιο παράξενη, η πιο αντιφατική, γι’ αυτό και τόσο ενδιαφέρουσα

Kathimerini.gr

Δεν είναι η ωραιότερη πόλη που έχω δει. Είναι όμως η πιο παράξενη, η πιο αντιφατική, γι’ αυτό και τόσο ενδιαφέρουσα. Ίσως η πιο ανοίκεια, ενίοτε φοβιστική. Και σίγουρα η πιο μεγάλη.

Είχα διαβάσει, ήδη από την εφηβεία μου, την ερωτική εξομολόγηση του Νίκου Καζαντζάκη στην... Κίνα. «Ξέχασα μεμιάς όλες τις χώρες που είχα αγαπήσει, όλους τους νόμιμους και παράνομους γεωγραφικούς έρωτες, και στράφηκα αλάκερος προς τη νέαν ερωτική περιπέτεια – προς την αλαργινή χώρα με τα λοξά μογγόλικα μάτια και το ασάλευτο, σκληρό, όλο μυστήριο χαμόγελο. [...] Είναι άραγε το Πεκίνο η ωραιότερη πολιτεία που είδα στον κόσμο ή μήπως έτυχε καλόβολη η στιγμή που το αντίκρισαν για πρώτη φορά τα μάτια μου;» έγραφε στο «Ταξιδεύοντας: Ιαπωνία – Κίνα», που εκδόθηκε το 1938. Επισκέφθηκε την κινεζική πρωτεύουσα για πρώτη φορά το 1935 κι έπειτα ξανά το 1957, και στις δύο και πλέον δεκαετίες που μεσολάβησαν ανάμεσα σ’ αυτά τα ταξίδια δεν έκρυβε τη λαχτάρα του να τη δει και πάλι. «Πάντα ο νους μου στην Κίνα», έλεγε.

Όταν έτυχε και σ’ εμένα καλόβολη στιγμή να ταξιδέψω εκεί, τον Ιανουάριο του 2019, ο πήχυς των προσδοκιών ήταν πολύ ψηλά γι’ αυτό το «καινούργιο λιβάδι για τις πέντε αισθήσεις», όπως ο διεθνής Έλληνας συγγραφέας την αποκαλούσε. Γιατί, στα χρόνια που ακολούθησαν την ανάγνωση του βιβλίου του, στο παζλ μπήκαν κι άλλα κομμάτια που έκαναν την περιέργειά μου –το δέος μου, σε κάποιες περιπτώσεις– να μεγαλώσει: η θρυλική συναυλία των Wham στο Πεκίνο (1985), «Ο τελευταίος αυτοκράτορας» του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι (1987), η αιματηρή καταστολή της εξέγερσης της πλατείας Τιεν Αν Μεν (1989), οι οκτακόσιες σελίδες του συγκλονιστικού μυθιστορήματος της Γιουγκ Τσανγκ «Αγριόκυκνοι» (1997), οι «Αυτοκρατορικοί θησαυροί» στην Εθνική Πινακοθήκη της Αθήνας (2004), αλλά και οι αφηγήσεις φίλων που το είχαν επισκεφθεί.

Δεν θα συμφωνήσω, όμως, με τον Καζαντζάκη. Το Πεκίνο δεν είναι η ωραιότερη πολιτεία που έχω δει. Είναι όμως η πιο παράξενη, η πιο αντιφατική, γι’ αυτό και τόσο ενδιαφέρουσα. Ίσως η πιο ανοίκεια, ενίοτε φοβιστική. Και σίγουρα η πιο μεγάλη: όσο το Λονδίνο, το Παρίσι, το Βερολίνο, η Νέα Υόρκη και το Λος Άντζελες μαζί. Ήτοι 20 εκατομμύρια κάτοικοι. Ένα αχανές πεδίο: το να προσπαθήσεις, έστω, να το εξερευνήσεις και κυρίως να το κατανοήσεις μέσα σε δέκα μέρες –τόσες έμεινα– είναι υπόθεση a priori χαμένη. Μόνο στιγμές συγκεντρώνεις. Όσο περισσότερες μπορείς. Τις πιο πολλές θα τις παρασύρει το ποτάμι του χρόνου και των νέων εμπειριών. Κάποιες θα εγγραφούν στη μνήμη σου κι ίσως αφήσουν ένα αποτύπωμα, τόσο δα μικρό ή μεγαλύτερο. Έτσι δεν συμβαίνει πάντα με τα ταξίδια;

Ιδού λοιπόν, μέσα από τέτοια fragmenta, «το δικό μου» Πεκίνο: Η χαμηλή ορατότητα, λόγω της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, που εξαφανίζει, λες, τα χρώματα κι όλα τα βλέπεις σε αποχρώσεις του καφέ, σαν φωτογραφία σέπια. Η έλλειψη προσανατολισμού: πώς να καταλάβεις πού βρίσκεσαι και προς τα πού κατευθύνεσαι, αφού δεν μπορείς να δεις πού είναι ο ήλιος; Οι προστατευτικές μάσκες που φορούν οι γυναίκες – μάλλινες ή μεταξωτές, καρό ή ριγέ, με στρας ή κεντητές λεπτομέρειες. Η τεράστια ποικιλία σε λευκαντικές κρέμες προσώπου στα καταστήματα καλλυντικών. Τα κόκκινα φαναράκια που κρέμονται από τα δέντρα. Παππούδες και γιαγιάδες που κάνουν τάι τσι στα πάρκα. Τα «ντυμένα» ποδήλατα. Τα ξεχαρβαλωμένα τρίκυκλα έξω από τα χαμόσπιτα στα Χουτόνγκ, τις φτωχικές γειτονιές. Οι συνοικίες των υπερπολυτελών ξενοδοχείων. Οι 8.706 αίθουσες της Απαγορευμένης Πόλης. Οι τεράστιοι μπρούντζινοι λέοντες-φύλακες του παλατιού. Η παγωμένη τάφρος γύρω από την Απαγορευμένη Πόλη. Τα μεγέθη – πέρα από την ανθρώπινη κλίμακα. Οι κωνικές σκεπές. Ο αυστηρός έλεγχος, τύπου αεροδρομίου, για ντόπιους και ξένους στην πλατεία Τιεν Αν Μεν. Τα κάδρα, τα πιάτα, οι κούπες, τα μενταγιόν, οι τσάντες, τα T-shirts, ακόμα και οι πετσέτες με τη μορφή του Μάο Τσε Τουνγκ. Η θέα από το Jingshan Park. Οι ασκήσεις μιμόγλωσσας (οι περισσότεροι Κινέζοι, ακόμα και εργαζόμενοι σε μεγάλα ξενοδοχεία, δεν μιλούν γρι αγγλικά). Τα μαγαζιά του πεζόδρομου Τσιενμέν. Σουβλάκι φίδι, σκορπιοί, ακρίδες και μεταξοσκώληκες στα παραδοσιακά μαγειρεία (για τους Κινέζους). Αχνιστή σούπα με λαχανικά και νουντλς και γεμιστά μπάο μπανς (για μένα). Γεύμα με χλιαρό τσάι (για όλους). Η κινεζική αντίληψη περί ιδιωτικότητας: τα χωρίσματα στις δημόσιες τουαλέτες δεν ξεπερνούν το ένα μέτρο. Η «πυκνότητα» της πόλης και των ανθρώπων της.

Τώρα που το σκέφτομαι, η αίσθηση ότι βρισκόμουν σε μια πόλη τόσο πολλών εκατομμυρίων κατοίκων ήταν η κυρίαρχη. Κι ενώ, από τότε που άρχισα να ταξιδεύω, έβρισκα συναρπαστικό το να βρίσκομαι ολομόναχη σε μια μεγαλούπολη, στο Πεκίνο για πρώτη φορά ένιωσα φόβο. Όπως ίσως θα νιώθω πλέον κάθε φορά που θα βρίσκομαι μέσα στο πλήθος στη μετά τον κορονοϊό εποχή. Πώς να είναι, άραγε;

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

Ταξίδια: Τελευταία Ενημέρωση