ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Tαξίδι αποκάλυψη: Περού

Το Περού συνδύαζε πολιτισμό, φύση και τα περίφημα κοκτέιλ pisco sours

Kathimerini.gr

Μια περιπέτεια ταξιδιωτικής ωρίμανσης από την οικειότητα της Ευρώπης στο μακρινό άγνωστο της Λατινικής Αμερικής.

Αφού κατακτήσαμε και την ψηλότερη ελληνική κορυφή με τη σχοινοσυντρόφισσά μου, όπως αποκαλούμαστε μεταξύ μας οι «κολλητοί» στο βουνό, αυτοί που εμπιστευόμαστε ο ένας τη ζωή του στον άλλο μέσα από την ασφάλιση σε σχοινιά, δεν μας κρατούσε πια ο τόπος. Έπρεπε να σκαρφαλώσουμε ψηλότερα, να νιώσουμε τις παρενέργειες του μεγάλου υψομέτρου, να δούμε παγετώνες και να ακούσουμε αυτόν τον απόκοσμο ήχο που κάνουν οι χιονοστιβάδες όταν αποκολλώνται από τις παγωμένες πλαγιές. Οι Άνδεις ήταν το μέρος.

Το Περού συνδύαζε πολιτισμό, φύση και τα περίφημα κοκτέιλ pisco sours. Για μένα ήταν και κάτι παραπάνω. Ήταν το μέρος όπου η παιδική μου φαντασία θα συναντούσε την πραγματικότητα. Θα αντίκριζα το μυθικό βουνό Artesonraju (6.095 μ.), που εμφανίζεται ως σήμα της εταιρείας παραγωγής ταινιών Paramount Pictures. Θα ανακάλυπτα τον μαγικό κόσμο του νονού μου, ενός λάτρη της λατινοαμερικανικής κουλτούρας και φανατικού συλλέκτη της παραδοσιακής τους μουσικής, που στα οικογενειακά τραπέζια ταξίδευε με τα DJ sets του τους μεγάλους και άφηνε εμάς τους μικρούς απαρατήρητους να παίζουμε με τα αγαλματάκια των μυστηριωδών Ίνκα που βρίσκονταν τοποθετημένα σε ράφια και τραπεζάκια. Είχε έρθει όμως και η ώρα της ταξιδιωτικής μου ενηλικίωσης. Έχοντας μεγαλώσει σε μια οικογένεια που ταξίδευε μακριά, αλλά μόνο με πρακτορείο, ένα μη οργανωμένο ταξίδι έξω από τα σύνορα της οικείας Ευρώπης φαινόταν σχεδόν αδιανόητο. Μέσα μου έτρεμα. Πάντα ριζωμένη στο κεφάλι μου ήταν η φωνή της (Ελληνίδας) μάνας: «Πού θα πάτε δυο κορίτσια μόνα στην άκρη του κόσμου; Πού θα μείνετε; Μπάνιο πού θα κάνεις στα βουνά;».

Με δυο τρεις ξένους ταξιδιωτικούς οδηγούς ανά χείρας προσπαθήσαμε να οργανώσουμε το ταξίδι εν έτει 2010, όταν σελίδες ταξιδιωτικών εντυπώσεων γκρουπ στο διαδίκτυο ήταν ακόμη στα γεννοφάσκια τους. Όσο όμως και να διαβάσεις, όσο και να προγραμματίσεις, όσες προειδοποιήσεις κι αν λάβεις, όταν ταξιδεύεις μόνος, η μαγεία της ανατροπής είναι το μισό ταξίδι. Τα μαθήματα που παίρνεις, με τον σκληρό τρόπο, αποδεικνύονται βέβαια εξαιρετικά χρήσιμα για το επόμενο ταξίδι. Μάθημα πρώτο. Μην τσιγκουνεύεσαι λίγα ευρώ που δεν κάνουν διαφορά στον προϋπολογισμό σου. Φτάσαμε στη Λίμα άυπνες μετά από 16 ώρες σε αεροπορικές θέσεις που δεν χωρούσαν να τεντώσεις τα πόδια σου. Σε συνδυασμό με το jet lag, το μόνο που κατορθώσαμε ήταν δυο μέρες να σερνόμαστε από την κούραση. Την ίδια «οικονομία» επιδείξαμε και με το ταξί που μας μετέφερε στο κέντρο της πόλης. Έτσι, αφού περάσαμε από τις φαβέλες της Λίμα, αντί των κεντρικών λεωφόρων (επιλογή ενός ταξιτζή που δεν είχε άδεια), σφίγγοντας η μία το χέρι της άλλης, καταλήξαμε σε ένα κοινόβιο με έξι δωμάτια και χωρίς μπάνιο. (Αχ, το είπε η μάνα μου: Πού θα κάνεις μπάνιο;) «Πού το έγραφε αυτό;» ξεφύλλιζα ξανά και ξανά τον ταξιδιωτικό οδηγό-βίβλο. Η ορολογία στα αγγλικά θα ήταν σαφής για έναν έμπειρο ταξιδιώτη, όχι όμως και για εμάς που δεν ξέραμε ότι «basic accommodation» στη Λίμα ήταν κάτι λιγότερο από ένα απλό ενοικιαζόμενο δωμάτιο.

 

Μάθημα δεύτερο. Διάλεξε καλά με ποιον ταξιδεύεις. Αφού ανταλλάξαμε μπόλικες βαριές κουβέντες μεταξύ μας τις πρώτες μέρες (κυρίως γιατί εγώ είχα πάθει υστερία με το ντους), τα μούτρα ξεχάστηκαν μονομιάς και τα χέρια σφίχτηκαν και πάλι δυνατά, όταν ξεκίνησε το οδικό ταξίδι από τη Λίμα για το Huaraz, την πύλη εισόδου στις Άνδεις. Με δύο μονές λωρίδες χωρίς διαχωριστικό και με πλήρη αδιαφορία για τους κανόνες οδικής κυκλοφορίας από τους οδηγούς, το ταξίδι έμοιαζε με παιχνίδι καρτ. Η αποζημίωση για τη φρίκη της διαδρομής ήταν το ίδιο το Huaraz. Εδώ χτυπάει η καρδιά του Περού. Στα περίχωρα οι κάτοικοι φοράνε ακόμη τις παραδοσιακές τους στολές, ακούν φανατικά μουσική και πάντα χαμογελούν, παρά τη φτώχεια τους. Όσο η νύχτα πέφτει και οι δουλειές στα χωράφια έχουν τελειώσει, κατακλύζουν τους δρόμους, πουλώντας από λιγοστές πατάτες και ψωμί μέχρι βότανα και αφεψήματα.

Το trekking στην Cordillera Blanca των Άνδεων, μια διαδρομή κατά μήκος της κοιλάδας του ποταμού Santa Cruz που φτάνει μέχρι τα 4.750 μ. υψόμετρο, ξεκίνησε με άσχημο εγκλιματισμό. Τα μικρά και σταθερά βήματα ήταν ο μόνος τρόπος για να αντεπεξέλθουμε στη φοβερή εξάντληση, στον στομαχικό ίλιγγο και στους πονοκεφάλους που προκαλεί το υψόμετρο. Μοναδικό καταπραϋντικό το τσάι από φύλλα κόκας (που χωρίς τη χημική επεξεργασία έχει μόνο αναλγητικές και διουρητικές ιδιότητες). Οι εικόνες από εντυπωσιακές κορυφές και χωριά χαμένα μέσα στα βουνά, οι άνθρωποι που ζουν χωρίς ηλεκτρικό και ύδρευση και επιβιώνουν ακούγοντας μουσική και πουλώντας μπουκαλάκια coca cola ήταν ένα ταξίδι σε έναν άλλο χωροχρόνο.

Επιστρέφοντας στη Λίμα δέκα μέρες μετά, για να πάρουμε τον δρόμο για το αδιαμφισβήτητο πολιτιστικό κέντρο της νοτιοαμερικανικής ηπείρου, το Cuzco και το Machu Picchu, συναντήθηκα με τους γονείς μου, που βρίσκονταν επίσης στη Λίμα σε ένα οργανωμένο ταξίδι. Ανταλλάξαμε εντυπώσεις απολαμβάνοντας τη θέα από τον τελευταίο όροφο του πολυτελούς ξενοδοχείου τους. Φαινόταν πως είχαμε ταξιδέψει σε μια «άλλη» χώρα. Δεν μιλούσαν αγγλικά/όλοι μιλούσαν αγγλικά, δεν τηρούσαν τις συμφωνίες/ήταν πολύ τίμιοι, το φαγητό ήταν πολύ ιδιαίτερο/έμοιαζε με την ευρωπαϊκή κουζίνα... ακόμα και τα ζώα στη ζούγκλα φαίνεται να ήταν πιο φιλικά με το ταξιδιωτικό γραφείο. Βυθίστηκα για καμιά ώρα στην μπανιέρα του δωματίου τους, μια πράξη που έμοιαζε περισσότερο με μια μυστική συμφωνία «ασφάλειας» μεταξύ μητέρας και κόρης. Μάζεψα το σακίδιό μου και φύγαμε για τον σταθμό των λεωφορείων: βουή, άνθρωποι πολλοί, ντόπιοι και ξένοι, μιλούσαν γλώσσες άγνωστες. Ένιωθα ανασφάλεια, αλλά και λαχτάρα για το άγνωστο. Ήταν ξεκάθαρο πια για μένα. Το ταξίδι ήταν εκεί: ανάμεσα στον κόσμο, στις μυρωδιές του, στις συνήθειές του, στα χρώματα και στις μουσικές του. Το λουτρό μπορούσε να περιμένει.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

Ταξίδια: Τελευταία Ενημέρωση