ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Ο σεισμός των 12 ημερών

Τα αμερικανικά Β-2 άλλαξαν το ισοζύγιο της ισχύος. Ποιες παγίδες κρύβει η επόμενη μέρα του πολέμου

Kathimerini.gr

Πέτρος Παπακωνσταντίνου

Την περασμένη Τετάρτη η σύνοδος κορυφής του ΝΑΤΟ στη Χάγη μετατράπηκε σε γύρο του θριάμβου του Ντόναλντ Τραμπ για τον βομβαρδισμό ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων, δύο ημέρες νωρίτερα. «Αυτή η επίθεση έληξε τον πόλεμο (Ισραήλ – Ιράν). Δεν θέλω να χρησιμοποιήσω το παράδειγμα της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι, ουσιαστικά όμως ήταν το ίδιο πράγμα», είπε ο Αμερικανός πρόεδρος. Οι πανηγυρισμοί του μπορεί να αποδειχθούν πρόωροι, αλλά ο ανατριχιαστικός παραλληλισμός δεν αποκλείεται να βγει σωστός: όπως η 6η και η 9η Αυγούστου 1945 εγκαινίασαν την εποχή της πυρηνικής επισφάλειας, έτσι και ο «πόλεμος των 12 ημερών», όπως έχει πολιτογραφηθεί, ενδέχεται να καταγραφεί ως ιστορικό ορόσημο, ανοίγοντας μια καινούργια σελίδα τεκτονικών αλλαγών και μεγάλων κινδύνων για τη Μέση Ανατολή και για όλο τον κόσμο.

58 χρόνια μετά

Η ορολογία παραπέμπει, βέβαια, στον Πόλεμο των Εξι Ημερών του 1967, όταν το Ισραήλ πέτυχε τη μεγαλύτερη νίκη του εναντίον των συνασπισμένων αραβικών κρατών. Πέραν των εδαφικών κερδών, που ξεπερνούσαν την τότε έκταση του Ισραήλ, ο πόλεμος του 1967 ενταφίασε οριστικά τα αραβικά όνειρα για μια ρεβάνς του 1948 και έπεισε τους πάντες ότι το εβραϊκό κράτος ήρθε για να μείνει στην περιοχή ως ισχυρή δύναμη, προστατευόμενη από τη Δύση. Σχεδόν έξι δεκαετίες αργότερα, με την Αίγυπτο και την Ιορδανία να έχουν προ πολλού συνθηκολογήσει και τα εχθρικά αραβικά κράτη του Ιράκ, της Λιβύης και της Συρίας να έχουν καταστραφεί από διαδοχικές επεμβάσεις των ΗΠΑ και συμμάχων τους, το Ισραήλ αποδυνάμωσε σοβαρά τον τελευταίο και ισχυρότερο στρατηγικό του αντίπαλο, το Ιράν.

Από τις πρώτες ώρες του πολέμου, το Ισραήλ εξόντωσε ανώτατα στελέχη του αντίπαλου στρατού, των Φρουρών της Επανάστασης και του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος, ενώ κατέκτησε απόλυτη κυριαρχία στον αέρα, βομβαρδίζοντας κατά βούληση οποιονδήποτε στόχο ήθελε στην Τεχεράνη και σε ολόκληρη την ιρανική επικράτεια. Σε 12 ημέρες πολέμου, η Χεζμπολάχ, η Χαμάς, οι Χούθι και οι σιιτικές πολιτοφυλακές στο Ιράκ δεν έπληξαν κανέναν ισραηλινό ή αμερικανικό στόχο, επιβεβαιώνοντας τη δραστική αποδυνάμωσή τους από τα ισραηλινά πλήγματα των προηγούμενων μηνών. Καθώς πέφτει η σκόνη, η εικόνα που αναδύεται είναι ενός Ισραήλ στον ρόλο της ισχυρότερης περιφερειακής δύναμης, χωρίς πραγματικά απειλητικό ανταγωνιστή για το προβλέψιμο μέλλον.

Η κόκκινη γραμμή

Στους αραβοϊσραηλινούς πολέμους οι ΗΠΑ στήριξαν με όπλα και πληροφορίες το Ισραήλ, αλλά δεν συμμετείχαν άμεσα στις συγκρούσεις. Ο Ντόναλντ Τραμπ πέρασε την κόκκινη γραμμή που είχαν σεβαστεί όλοι οι προκάτοχοί του και έστειλε τους πιλότους του να πολεμήσουν, έστω για λίγο, μαζί με τους Ισραηλινούς. Το 1967 και το 1973 η Σοβιετική Ενωση στήριξε με όπλα, συμβούλους και πληροφορίες τα αραβικά κράτη. Αυτή τη φορά ο Βλαντιμίρ Πούτιν περιορίστηκε σε λόγια χωρίς δόντια, να παρακολουθεί τη δεύτερη σημαντική ήττα της Ρωσίας στην περιοχή μετά την ανατροπή του Ασαντ στη Συρία. Παρότι είχε υπογράψει συνθήκη στρατηγικής συνεργασίας με τον Ιρανό πρόεδρο Πεζεσκιάν από τον Ιανουάριο, δεν έδωσε στο Ιράν αυτά που κυρίως ζητούσε από τη Μόσχα, δηλαδή μαχητικά αεροσκάφη Su-35 και συστήματα αεράμυνας S-400. Αμέτοχη στη σύγκρουση έμεινε και η Κίνα, παρότι το ιρανικό πετρέλαιο καλύπτει σημαντικό μέρος των ενεργειακών αναγκών της.

Υπό αυτό το πρίσμα, ο πόλεμος των 12 ημερών είχε αντίκτυπο που ακούστηκε πολύ μακρύτερα από τη Μέση Ανατολή. Ισως μάλιστα αυτό να ήταν το βασικό κίνητρο που ώθησε τον Τραμπ να βομβαρδίσει, παρά τους προηγούμενους φιλιππικούς του εναντίον των «ατέρμονων πολέμων» των προκατόχων του. Ο σύμμαχός του γερουσιαστής Λίντσεϊ Γκράχαμ, από τα γεράκια των Ρεπουμπλικανών, τον έψηνε, όπως αποκάλυψε η Wall Street Journal, με τα εξής λόγια: «Θα γίνεις ο νέος σερίφης στην πόλη και αυτό θα καθορίσει τη σχέση σου με όλο τον υπόλοιπο κόσμο». Γαλβανίζοντας το υπερτροφικό του Εγώ, του έλεγε ότι θα περάσει στην Ιστορία ως ο πρόεδρος που ξέπλυνε την ταπεινωτική απόσυρση από το Αφγανιστάν επί Τζο Μπάιντεν και αναστήλωσε το φόβητρο της αμερικανικής ισχύος απέναντι στους Ρώσους, στους Κινέζους και σε κάθε άλλον δυνητικό ανταγωνιστή.

Η επίδειξη δύναμης των ΗΠΑ έστειλε μηνύματα όχι μόνο στους γεωπολιτικούς αντιπάλους τους, αλλά και στους Ευρωπαίους συμμάχους. Ενδεικτική, από αυτή την άποψη, ήταν η ατμόσφαιρα στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ, όπου Ευρωπαίοι ηγέτες επιδίδονταν σε διαγωνισμό γλοιώδους κολακείας του Τραμπ, με πρώτο και χειρότερο τον γενικό γραμματέα της Συμμαχίας Μαρκ Ρούτε, ο οποίος τον παραλλήλισε με «μπαμπάκα» που αναγκάζεται να βάζει τις φωνές στα άτακτα παιδιά.

Οχι ακόμη νέα τάξη

Θα ήταν όμως πρόωρο να συμπεράνει κανείς ότι βαίνουμε προς μια αδιατάρακτη Pax Americana στη Μέση Ανατολή. Η εκεχειρία μεταξύ Ισραήλ και Ιράν μπορεί ανά πάσα στιγμή να καταρρεύσει, όπως συνέβη με την προηγούμενη εκεχειρία που επέβαλε ο Τραμπ μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς, τον Ιανουάριο. Παρά τις σημαντικές καταστροφές που προκάλεσε η ισραηλινή αεροπορία, το Ιράν διατήρησε μεγάλο μέρος των βαλλιστικών εκτοξευτήρων και πυραύλων του, που απέδειξαν ότι η ισραηλινή αεράμυνα δεν είναι αδιαπέραστη, αντίθετα εμφανιζόταν πιο ευάλωτη από μέρα σε μέρα, ένδειξη ότι οι πανάκριβοι αμυντικοί πύραυλοι εξαντλούνταν.

Ονειρο θερινής νύχτας αποδείχθηκε, σε αυτή τη φάση, ο άλλος διακηρυγμένος στόχος του Ισραήλ, δηλαδή η αλλαγή καθεστώτος, καθώς ο λαός του Ιράν συσπειρώθηκε γύρω από τη σημαία ανεξάρτητα από τις διαφορές του με την ηγεσία, κάτι που κατά κανόνα συμβαίνει με τα έθνη που δέχονται άδικη και απρόκλητη επίθεση. Ασφαλώς το σοκ των 12 ημερών θα ανοίξει μια μεγάλη εσωτερική συζήτηση στους κόλπους των ιρανικών ελίτ, ενδεχομένως και στην ιρανική κοινωνία, και πρέπει να αναμένονται μεγάλης κλίμακας πολιτικές αλλαγές, η κατεύθυνση των οποίων παραμένει για την ώρα αδιευκρίνιστη.

Τι καταστράφηκε

Μεγάλος παράγοντας αβεβαιότητας είναι η κατάσταση και οι προοπτικές του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος μετά τα πλήγματα που δέχθηκε. Παρά τις θριαμβολογίες του Τραμπ για ολοκληρωτικό αφανισμό, η εικόνα που αναδύεται από τις αντικρουόμενες αναφορές των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών παραμένει θολή. Ολοι οι σοβαροί αναλυτές συμφωνούν πάντως ότι είναι αδύνατο να καταστραφεί με αεροπορικούς βομβαρδισμούς και μόνο η τεχνογνωσία που έχει αποκτήσει μια χώρα, όπου χιλιάδες πυρηνικοί επιστήμονες εργάζονται σε αυτό το πρόγραμμα από την εποχή του σάχη και του Αϊζενχάουερ. Πολύς λόγος γίνεται και για τα 408 κιλά ισχυρά εμπλουτισμένου ουρανίου που είχε αποθηκεύσει το Ιράν – ποσότητα ικανή για την κατασκευή μικρού αριθμού πυρηνικών βομβών, η οποία θεωρείται σχεδόν βέβαιον ότι μεταφέρθηκε εγκαίρως σε άγνωστα, ασφαλή σημεία.

Το 2003 οι νεοσυντηρητικοί της κυβέρνησης Μπους εξαπέλυσαν τον ολέθριο πόλεμο εναντίον του Ιράκ με αναίσχυντα ψέματα περί όπλων μαζικής καταστροφής του Σαντάμ Χουσεΐν και έδειξαν τους επόμενους στόχους τους με το πυροτέχνημα περί «Αξονα του Κακού» Ιράκ – Ιράν – Βόρειας Κορέας. Απέναντι στην άμεση αμερικανική απειλή, η Τεχεράνη προσπάθησε να προστατευθεί με δύο τρόπους. Από τη μια πλευρά, με την καταλυτική συμβολή του ταξιάρχου των Φρουρών της Επανάστασης Κασέμ Σολεϊμανί δημιούργησε τον σιιτικό «Αξονα της Αντίστασης» σε Ιράκ, Λίβανο, Συρία και Υεμένη, προικίζοντας τη χώρα με μεγάλο στρατηγικό βάθος. Από την άλλη, κλιμάκωσε το πυρηνικό πρόγραμμα με στόχο να γίνει το Ιράν «κατωφλιακό πυρηνικό κράτος», όπως ήταν ήδη η Γερμανία, η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα, ο Καναδάς και η Νότια Αφρική: κράτη που δεν έχουν μεν πυρηνικά όπλα, αλλά κατέχουν την τεχνολογία και τα υλικά που θα τους επιτρέψουν να τα αποκτήσουν γρήγορα αν τα χρειαστούν.

Από την πλευρά της η Βόρεια Κορέα ακολούθησε τον πιο ευθύ δρόμο: αποχώρησε από τη συνθήκη μη εξάπλωσης των πυρηνικών όπλων το 2003 και τρία χρόνια αργότερα έκανε την πρώτη δοκιμή πυρηνικής βόμβας. Οι Αμερικανοί δεν τόλμησαν να τη χτυπήσουν, μάλιστα ο ίδιος ο Τραμπ συναντήθηκε προσωπικά με τον Κιμ Γιονγκ Ουν επιδιώκοντας συμφιλίωση στην πρώτη προεδρική θητεία του. Επομένως θα ήταν πολύ περίεργο αν η σημερινή ή και η αυριανή ιρανική ηγεσία δεν προσπαθήσει να κατασκευάσει με κάθε μυστικότητα έστω και μια χονδροειδή πυρηνική βόμβα, ως μοναδική ασφάλεια ζωής απέναντι στον άξονα ΗΠΑ – Ισραήλ. Ηδη η ψήφιση νομοσχεδίου για τη διακοπή συνεργασίας με τους επιθεωρητές της Διεθνούς Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας λέει πολλά.

Μεταμορφώσεις

Αλλά ο μεγαλύτερος παράγοντας αβεβαιότητας είναι ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ. Οι οβιδιακές μεταμορφώσεις του δεν επιτρέπουν καμία πρόβλεψη για το κατά πόσο θα επιδιώξει μια λογική πολιτική λύση στο ιρανικό πρόγραμμα (όπως και στο Παλαιστινιακό, το πρόβλημα των προβλημάτων στη Μέση Ανατολή) ή αν θα επενδύσει ξανά στον πόλεμο και στην αλλαγή καθεστώτος. Το ερώτημα είναι ποιος ηγέτης σοβαρού κράτους μπορεί να εμπιστευθεί έναν Τραμπ που εξαπατάει συστηματικά τους συνομιλητές του με πέντε γύρους διπλωματικών συνομιλιών και δημόσια δήλωση για διορία 15 ημερών ώστε να υπάρξει πολιτική λύση, για να τους αποκοιμίσει και να τους βομβαρδίσει ανηλεώς μόλις μία ημέρα αργότερα; Η μόνη βεβαιότητα στη σχιζοφρενικά απρόβλεπτη πολιτική του είναι ότι επιβάλλει στις διεθνείς σχέσεις τον νόμο της ζούγκλας, όπου βασιλεύει το δίκαιο του ισχυροτέρου, φουσκώνοντας τα πανιά όλων των εθνικιστών, αυταρχικών ηγετών που ορέγονται εδάφη και την κυριαρχία των ασθενέστερων γειτόνων τους.

Οι αριθμοί

1.200 αποστολές σε 12 ημέρες είχε εκτελέσει η Ισραηλινή Πολεμική Αεροπορία (IAF) κατά του Ιράν, σε απόσταση 1.000 χιλιομέτρων από τις βάσεις της

20% του ΑΕΠ του Ισραήλ θα κόστιζε η διατήρηση της εκστρατείας για έναν χρόνο, σύμφωνα με κυβερνητικές εκτιμήσεις.

55.000 νεκροί είναι ο απολογισμός του πολέμου στη Γάζα μετά 21 μήνες, περιλαμβάνοντας αμάχους και μαχητές.

10% του ΑΕΠ του Ισραήλ έχει φτάσει το συνολικό κόστος του πολέμου στη Γάζα.

2% του ΑΕΠ θα αυξανόταν το δημοσιονομικό έλλειμμα αν επεκτεινόταν προσωρινά η επιχείρηση στη Γάζα, ανεβάζοντας το δημόσιο χρέος στο 71% του ΑΕΠ.

21% των Ισραηλινών πιστεύει σήμερα σε ένα ειρηνικό, ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος, σε σύγκριση με 50% το 2013.

73% των Ισραηλινών υποστήριξαν τις επιθέσεις στο Ιράν.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση