ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Εμβόλια και Ε.Ε.: Το κόστος της πρόληψης

Η απόφαση μεγάλου αριθμού χωρών να αναστείλουν τη χορήγηση του εμβολίου της AstraZeneca είναι το νεότερο θλιβερό επεισόδιο σε μία εκστρατεία εμβολιασμού που σκοντάφτει συνεχώς

Kathimerini.gr

Γιάννης Παλαιολόγος

Η απόφαση μεγάλου αριθμού ευρωπαϊκών χωρών – και ειδικά των τεσσάρων μεγαλύτερων (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία) – να αναστείλουν τη χορήγηση του εμβολίου της AstraZeneca είναι το νεότερο θλιβερό επεισόδιο σε μία εκστρατεία εμβολιασμού που σκοντάφτει συνεχώς.

Ειδικά σε σχέση με την αγγλο-σουηδική εταιρεία, το τελευταίο δίμηνο έχει υπάρξει εφιαλτικό: στις 22 Ιανουαρίου έγινε γνωστό ότι αντί για 90 εκατομμύρια δόσεις (τον ήδη μειωμένο στόχο για το α’ τρίμηνο) θα παρέδιδε μόνο 31 εκατομμύρια στην Ε.Ε. ως το τέλος Μαρτίου. Κατόπιν πιέσεων και μίας εξαιρετικά δημόσιας αντιπαράθεσης, αύξησε το στόχο αυτό στις 40 εκατομμύρια δόσεις – για να τον μειώσει ξανά, ακόμα περισσότερο, στις 30,1 εκατομμύρια δόσεις, στα τέλη της περασμένης εβδομάδας. Ακόμα κι αυτός ο στόχος εξαρτάται από την έγκριση από τον EMA του ολλανδικού εργοστασίου ενός εκ των υπεργολάβων της εταιρείας (έως σήμερα η AstraZeneca, σύμφωνα με στοιχεία του ECDC, έχει παραδώσει λιγότερες από 15 εκατ. δόσεις στα κράτη-μέλη). Όσο για το β’ τρίμηνο, στις Βρυξέλλες δεν περιμένουν περισσότερες από 70 εκατομμύρια δόσεις – λιγότερο από το 40% των αρχικών δεσμεύσεων (180 εκατομμύρια δόσεις).

Η ευθύνη για το γεγονός αυτό έχει πολλούς αποδέκτες: η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν φρόντισε με τη σύμβαση προ-αγοράς να δεσμεύσει πραγματικά την εταιρεία όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα των δόσεων, κάτι το οποίο πέτυχε πολύ καλύτερα το Ηνωμένο Βασίλειο. Η ίδια η AstraZeneca σαφώς υπερεκτίμησε τις δυνατότητες παραγωγής της, γνωρίζοντας ότι δεν θα υποστεί νομικές συνέπειες αν οι «βέλτιστες εύλογες προσπάθειές της» δεν ευδοκιμήσουν. Η de facto απαγόρευση εξαγωγών που επέβαλλε τον περασμένο Δεκέμβριο ο Τραμπ και την οποία δεν έχει ακυρώσει ο Μπάιντεν σημαίνει ότι δεκάδες εκατομμύρια έτοιμα εμβόλια της εταιρείας και μεγάλες ποσότητες δραστικής ουσίας μαζεύουν σκόνη σε εργοστάσια στις ΗΠΑ, καθώς η εταιρεία δεν έχει καν καταθέσει αίτηση αδειοδότησης στον FDA.

Η μεγάλη καθυστέρηση της Ε.Ε. στους εμβολιασμούς (σύμφωνα με το Bloomberg Vaccine Tracker, 7,7% του πληθυσμού έχει λάβει την πρώτη δόση και μόλις 3,3% έχει εμβολιαστεί πλήρως· τα αντίστοιχα ποσοστά στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι 36,6% και 2,4% και στις ΗΠΑ είναι 21,4% και 11,5%, ενώ καλύτερες είναι επίσης οι επιδόσεις της Χιλής, του Μαρόκου, της Σερβίας και της Τουρκίας) οφείλεται και σε άλλους παράγοντες: την συγκριτική καθυστέρηση στις αδειοδοτήσεις από τον EMA, αλλά και τον σκεπτικισμό που έσπειραν Ευρωπαίοι ηγέτες ειδικά για το εμβόλιο της AstraZeneca (π.χ. οι δηλώσεις Μακρόν περί «ουσιαστικά αναποτελεσματικού» εμβολίου για τους ηλικιωμένους). Αντανακλώντας αυτές τις δηλώσεις, οι αποφάσεις των περισσότερων εθνικών ελεγκτικών αρχών να εγκρίνουν αρχικά το εμβόλιο μόνο για νεότερες ηλικίες (κάτω των 65 ή και των 55 ετών σε κάποιες περιπτώσεις) ενέτειναν την αβεβαιότητα των πολιτών.

Το ντόμινο της αναστολής χρήσης του εμβολίου, παρά τις διαδοχικές παρεμβάσεις του EMA, αλλά και του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, σύμφωνα με τις οποίες δεν προκύπτουν ενδείξεις ότι τα ύποπτα περιστατικά συνδέονται με αυτό, είναι ενδεικτικό της ευρύτερης προβληματικής διαχείρισης του ζητήματος. Είναι βέβαιο ότι το κόστος στις καθυστερήσεις στους εμβολιασμούς σε νοσηλείες και νεκρούς θα είναι πολύ μεγαλύτερο από το κόστος των εξαιρετικά σπάνιων αυτών περιστατικών – ακόμα κι αν αποδειχθεί ότι είναι όντως παρενέργειες του εμβολίου. Κι όμως, δικαιολογούνται στο όνομα μίας στρεβλής αρχής πρόληψης, η οποία υποκρύπτει το φόβο και την ανάγκη κατευνασμού του αντι-εμβολιαστικού κινήματος. Η ειρωνεία είναι ότι ακόμα και αν η σύσταση του EMA μεθαύριο είναι υπέρ της συνέχισης των εμβολιασμών, το επεισόδιο αυτό μάλλον θα οξύνει παρά θα αμβλύνει την ανησυχία του κόσμου.

Η ίδια λογική εν μέρει έχει οδηγήσει στη νέα μεγάλη καθυστέρηση στην υπογραφή της έβδομης σύμβασης προ-αγοράς, με την Novavax. Οι προκαταρκτικές συνομιλίες με την εταιρεία, για 100 συν 100 εκατομμύρια δόσεις του εμβολίου της, έχουν ολοκληρωθεί από τις 17 Δεκεμβρίου.

Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», η – αμερικανική – εταιρεία, όπως και η Pfizer το περασμένο φθινόπωρο, επιμένει να αντιστέκεται στην πλήρη εφαρμογή του ευρωπαϊκού πλαισίου για τη νομική ευθύνη σε περίπτωση παρενεργειών. Αξιωματούχοι της Επιτροπής έχουν επανειλημμένως τονίσει ότι είναι σημαντικό το πλαίσιο αυτό να παραμείνει ακέραιο ώστε να ξέρουν οι Ευρωπαίοι πολίτες ότι καλύπτονται και ότι οι εταιρείες παραμένουν υπόλογες. Ωστόσο δεδομένων των συνθηκών εκτάκτου ανάγκης και του κόστους των καθυστερήσεων, προκαλεί εντύπωση ότι δεν αναζητήθηκε από την ευρωπαϊκή πλευρά μία πιο ευέλικτη λύση.

Η κοινή στρατηγική εμβολίων ήταν υπαρξιακή ανάγκη για την Ε.Ε. Χωρίς αυτήν, χώρες σαν την Ελλάδα ή την Κύπρο μπορεί να περίμεναν ακόμα τις πρώτες δόσεις, ενώ το κλίμα εντός της Ένωσης θα ήταν απολύτως τοξικό. Η Ε.Ε., επιπλέον, έχει υπάρξει καλύτερος πολίτης του κόσμου από άλλες μεγάλες δυνάμεις, εξάγοντας τεράστιες ποσότητες εμβολίων και συνεισφέροντας πολύ μεγάλα ποσά στον μηχανισμό Covax για τον εμβολιασμό του αναπτυσσόμενου κόσμου.

Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έγιναν σοβαρότατα λάθη στην εφαρμογή της στρατηγικής – και ότι δεν είναι κρίσιμο αυτά να αναδειχθούν. Ίσως η κύρια πηγή τους είναι μία υπερβολική αποστροφή απέναντι στο ρίσκο και στο πολιτικό κόστος, που ίσως δικαιολογείται σε φυσιολογικούς καιρούς, αλλά που σε συνθήκες πολέμου όπως αυτές της πανδημίας κοστίζει ανθρώπινες ζωές.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση