
ΠΗΓΗ: Reuters
Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν και ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ θα πραγματοποιήσουν την Παρασκευή κατ’ ιδίαν συνάντηση στο περιθώριο της συνόδου κορυφής τους στην Αλάσκα, πριν παραχωρήσουν κοινή συνέντευξη Τύπου, όπως ανακοίνωσε ο σύμβουλος του Κρεμλίνου Γιούρι Ουσακόφ.
Σύμφωνα με τον Ουσακόφ, το πρόγραμμα της συνόδου έχει συμφωνηθεί και θα ξεκινήσει στις 11:30 τοπική ώρα. Οι δύο ηγέτες θα συναντηθούν αρχικά μόνο με τους διερμηνείς τους, σε μια συζήτηση που αναμένεται να καλύψει «ευαίσθητα ζητήματα».
Στη ρωσική αντιπροσωπεία θα συμμετέχουν, μεταξύ άλλων, ο υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ, ο ίδιος ο Ουσακόφ, ο πρώτος αναπληρωτής πρωθυπουργός Αντρέι Μπελούσοφ, ο υπουργός Οικονομικών Αντόν Σιλουάνοφ και ο επικεφαλής του Ρωσικού Ταμείου Άμεσων Επενδύσεων (RDIF) Κιρίλ Ντμίτριεφ.
Μετά τη συνάντηση κατ’ ιδίαν, Πούτιν και Τραμπ θα έχουν ευρύτερη συνεδρίαση με τις αντιπροσωπείες τους, η οποία θα περιλαμβάνει και γεύμα εργασίας.
Κεντρικό θέμα της συνόδου, όπως ανέφερε ο Ουσακόφ, θα είναι η «ρύθμιση της κρίσης στην Ουκρανία», ενώ στην ατζέντα θα περιληφθούν και ζητήματα εμπορίου και οικονομικής συνεργασίας, τομείς στους οποίους –κατά τον ίδιο– υπάρχει «τεράστιο ανεκμετάλλευτο δυναμικό».
Η σύνοδος θα ολοκληρωθεί με κοινή συνέντευξη Τύπου των δύο ηγετών στην Αλάσκα.
Μηνύματα συγκρατημένης αισιοδοξίας στην Ε.Ε.
Μια εντατική διπλωματική ημέρα φάνηκε να μετριάζει τους φόβους των Ευρωπαίων ηγετών ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες, υπό τον Ντόναλντ Τραμπ, θα μπορούσαν να αποδεχθούν μια συμφωνία ειρήνης με τη Ρωσία η οποία θα περιλάμβανε παρασκηνιακές παραχωρήσεις ουκρανικών εδαφών.
Ωστόσο, η ανησυχία παραμένει, ενόψει της προγραμματισμένης για την Παρασκευή συνάντησης Τραμπ–Πούτιν στην Αλάσκα.
Οι πρόσφατες δηλώσεις Τραμπ περί πιθανών ανταλλαγών εδαφών προκάλεσαν έντονη ανησυχία στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ότι η Ουάσιγκτον θα μπορούσε να προχωρήσει σε μια συμφωνία με τη Μόσχα παρακάμπτοντας το Κίεβο και τους συμμάχους του.
Αυτή η προοπτική θεωρείται ως υπονόμευση της ουκρανικής κυριαρχίας και των αρχών που έχουν τεθεί από την αρχή του πολέμου.
Στην τηλεδιάσκεψη της Τετάρτης, οι Ευρωπαίοι έλαβαν την εντύπωση ότι ο Τραμπ συμμερίζεται τη θέση πως μια κατάπαυση πυρός πρέπει να προηγηθεί οποιασδήποτε συζήτησης για εδαφικές ρυθμίσεις και ότι η Ουκρανία πρέπει να συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις.
Παράλληλα, υπήρξαν ενδείξεις πως η Ουάσιγκτον ίσως εξετάζει το ενδεχόμενο να διαδραματίσει ρόλο στην παροχή εγγυήσεων ασφαλείας μετά τον πόλεμο.
Ο Γερμανός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς δήλωσε ότι ο Τραμπ «σε μεγάλο βαθμό συμμερίζεται» τις ευρωπαϊκές θέσεις, άποψη που συμμερίζονται ο Εμανουέλ Μακρόν και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Αντόνιο Κόστα. Η Λετονή πρωθυπουργός Έβικα Σιλίνα, της οποίας η χώρα συνορεύει με τη Ρωσία, σημείωσε πως «όλοι είμαστε στην ίδια σελίδα» για την τελική συμφωνία ειρήνης.
Ωστόσο, ανώτερη ευρωπαϊκή πηγή που παρακολούθησε τη συζήτηση προειδοποίησε: παρά το θετικό κλίμα, ο Τραμπ μιλούσε «με τρόπο που κανείς δεν μπορούσε να πει με σιγουριά τι ακριβώς θα κάνει».
Ο Τραμπ εμφανίζεται να σκληραίνει τη ρητορική του προς τον Πούτιν, μιλώντας για «σοβαρές συνέπειες» εάν η Μόσχα δεν δείξει διάθεση να τερματίσει τον πόλεμο. Πιθανολογείται ότι εννοεί κλιμάκωση δευτερογενών κυρώσεων σε χώρες που συναλλάσσονται με τη Ρωσία.
Ωστόσο, το ευρωπαϊκό στρατόπεδο θυμάται τις στιγμές που ο Τραμπ είχε ταπεινώσει τον Ζελένσκι, είχε προτείνει χρηματοδότηση του πολέμου μέσω συμφωνιών για ορυκτούς πόρους και είχε δείξει ενδιαφέρον για οικονομικές συμφωνίες με τον Πούτιν.
Ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Τζ. Ντ. Βανς, γνωστός επικριτής της Ουκρανίας, φαίνεται να έχει μετριάσει τη στάση του μετά από συναντήσεις με Ουκρανούς αξιωματούχους στη Βρετανία.
Παρά τις ενδείξεις μεγαλύτερης διάθεσης για αναζήτηση λύσεων, ο Βανς επανέλαβε την αντίθεσή του σε περαιτέρω αμερικανική χρηματοδότηση του πολέμου, προτείνοντας οι Ευρωπαίοι να αγοράζουν οι ίδιοι αμερικανικά όπλα.
Το παιχνίδι τακτικής πριν την Αλάσκα
Αναλυτές, όπως ο Γιαν Τέχαου της Eurasia Group, υπογραμμίζουν ότι ο Τραμπ μπαίνει στη συνάντηση με διαφορετικές επιδιώξεις από τους Ευρωπαίους. Κύριο μέλημά του είναι να μη φανεί «χαμένος» απέναντι στον Πούτιν, κάτι που θα έπληττε την εικόνα του.
Οι Ευρωπαίοι προσπαθούν να του μεταδώσουν γνώσεις για την τακτική του Ρώσου προέδρου, ώστε να μη «παγιδευτεί» στη διαπραγμάτευση.
Παράλληλα, υπάρχει διάχυτη δυσπιστία για τις προθέσεις του Πούτιν, ο οποίος δεν έχει εγκαταλείψει τον στρατηγικό στόχο της καταστροφής της ανεξάρτητης, δημοκρατικής Ουκρανίας.
Φόβοι εκφράζονται ότι μπορεί να προσφέρει ένα «κενό» αντάλλαγμα, όπως τοπική παύση βομβαρδισμών, για να πείσει τον Τραμπ ότι επιθυμεί ειρήνη.
Η μεγαλύτερη ανησυχία των Ευρωπαίων είναι μήπως ο Τραμπ συμφωνήσει σε λύση που θα περιλαμβάνει επιπλέον παραχωρήσεις εδαφών ή άρση κυρώσεων κατά της Ρωσίας χωρίς ουσιαστικές εγγυήσεις.
Σε ένα τέτοιο σενάριο, το Κίεβο και οι Ευρωπαίοι πιθανότατα θα την απορρίψουν, δίνοντας όμως στον Τραμπ την ευκαιρία να τους κατηγορήσει ως «εμπόδια στην ειρήνη».
Πρόσθετο στοιχείο ανησυχίας: ο Τραμπ εξακολουθεί να αναπαράγει αφηγήματα ευνοϊκά προς τη Μόσχα, επικαλούμενος πρόσφατα τον Βίκτορ Όρμπαν, ο οποίος φέρεται να δήλωσε ότι «οι πόλεμοι είναι αυτό που η Ρωσία ξέρει να κάνει καλύτερα» — σχόλιο που ο Αμερικανός πρόεδρος χαρακτήρισε «πολύ ενδιαφέρουσα παρατήρηση».
Το ρούβλι υποχωρεί
Το ρωσικό ρούβλι απομακρύνθηκε την Πέμπτη από το υψηλό μιας εβδομάδας, υποχωρώντας προς τις 80 μονάδες έναντι του δολαρίου, καθώς οι ελπίδες για θετική έκβαση των συνομιλιών ΗΠΑ–Ρωσίας αυτή την εβδομάδα μετριάστηκαν από τη μείωση των κρατικών παρεμβάσεων στις αγορές συναλλάγματος και τη μείωση των εξαγωγικών εσόδων.
Η ρωσική αγορά παραμένει νευρική μετά την προειδοποίηση Τραμπ, ο οποίος έθεσε στις 8 Αυγούστου προθεσμία στη Ρωσία να συμφωνήσει σε ειρήνη για την Ουκρανία, διαφορετικά θα αντιμετωπίσει αυστηρότερες κυρώσεις. Όλα τα βλέμματα στρέφονται πλέον στη συνάντηση της 15ης Αυγούστου στην Αλάσκα μεταξύ του Τραμπ και του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν.
«Είναι αδύνατο να προβλεφθεί το αποτέλεσμα αυτής της συνάντησης, γεγονός που σημαίνει ότι η ισοτιμία του ρουβλίου τις επόμενες ημέρες ενδέχεται να παρουσιάσει αυξημένη μεταβλητότητα», δήλωσε ο Μαξίμ Τιμοσένκο της Russian Standard Bank.
Η τιμή του αργού Brent, διεθνές σημείο αναφοράς για το βασικό εξαγωγικό προϊόν της Ρωσίας, ενισχυόταν κατά 0,4% στα 65,87 δολάρια το βαρέλι.
Η Ρωσία έχει μειώσει τις καθαρές πωλήσεις ξένου συναλλάγματος τον Αύγουστο, περιορίζοντας τη στήριξη προς το ρούβλι.
Ο Τιμοσένκο επεσήμανε επίσης τη συσσωρευμένη ζήτηση για εισαγωγές, την πτώση των εξαγωγικών εσόδων και τα δημοσιονομικά προβλήματα –το έλλειμμα του προϋπολογισμού Ιανουαρίου–Ιουλίου εκτοξεύθηκε στο 2,2% του ΑΕΠ ή 4,9 τρισ. ρούβλια (61,4 δισ. δολάρια)– ως επιπλέον παράγοντες πίεσης.