ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Μεταστροφή της διεθνούς κοινής γνώμης εναντίον Ισραήλ για Γάζα

Τι «βλέπει» ο διεθνής Τύπος

ΚΥΠΕ

Η σύγκρουση Ισραήλ-Χαμάς στη Γάζα αποτελεί πρωταρχικό θέμα του διεθνούς Τύπου, με δημοσιεύματα που καταγράφουν μια αξιοσημείωτη μεταστροφή στη στάση της διεθνούς κοινότητας. Συγκεκριμένα, αναλυτές επισημαίνουν μια σημαντική αλλαγή στη διεθνή αντίληψη για τις επιχειρήσεις του Ισραήλ, με παραδοσιακά φιλοϊσραηλινά μέσα να μετατοπίζουν τη στάση τους.

Η ανανεωμένη ισραηλινή επίθεση έχει προκαλέσει διεθνή καταδίκη, με αναφορές σε «σφαγές» και προειδοποιήσεις του ΟΗΕ για τον θάνατο χιλιάδων βρεφών. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο Υπουργός Εξωτερικών ανακοίνωσε μέτρα όπως η αναστολή εμπορικών συνομιλιών με το Ισραήλ και κυρώσεις σε ακραίους εποίκους, μέτρα που χαρακτηρίζονται από επικριτές ως "συμβολικές ανοησίες".

Ο καναδικός Τύπος παρουσιάζει μια διαφορετική οπτική, με επικρίσεις κατά της προηγούμενης κυβέρνησης του Καναδά για την στάση της απέναντι στο Ισραήλ και την υποστήριξη της Διεθνούς Ποινικής Δικαιοσύνης για το ένταλμα σύλληψης του Ισραηλινού Πρωθυπουργού, που προκάλεσαν αντιδράσεις από εβραϊκές οργανώσεις.

Στο διεθνές σκηνικό, άλλα σημαντικά θέματα περιλαμβάνουν την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης και την ανάγκη τερματισμού των εισαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου, τις εντάσεις μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, και τις αυξανόμενες εντάσεις μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν μετά από επίθεση σε σχολικό λεωφορείο στο Μπαλοχιστάν. Τέλος, εξετάζεται η στρατηγική Τραμπ για τον πόλεμο στην Ουκρανία, με εκτιμήσεις ότι η Μόσχα είναι προετοιμασμένη για παρατεταμένη σύγκρουση παρά τις σημαντικές απώλειες.

Ο δυτικός Τύπος

Ο Mariusz Kamiński, στο άρθρο του « Η Ευρώπη δεν πρέπει να επιτρέψει στη Ρωσία να υπονομεύσει τα κέρδη στην ενεργειακή ασφάλεια» που δημοσιεύτηκε στην The Washington Times (ημερομηνία πρόσβασης 22 Μαΐου), υποστηρίζει την ανάγκη η Ευρωπαϊκή Ένωση να τερματίσει τις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου έως το τέλος του 2027. Αυτή η κίνηση, αν και καθυστερημένη, θεωρείται "θετική", καθώς "το ρωσικό αέριο βλάπτει το περιβάλλον και συνδέεται με διαφθορά στην Ευρώπη". Ο Kamiński τονίζει ότι η εξάρτηση από τη Ρωσία ενίσχυσε την επιθετικότητά της, όπως φάνηκε στις επιθέσεις κατά της Γεωργίας το 2008 και της Ουκρανίας το 2014, οδηγώντας σε πόλεμο και αστάθεια, όπως γράφει. Η σταδιακή κατάργηση των ρωσικών εισαγωγών είναι κρίσιμη για την ειρήνη και την ασφάλεια της Ευρώπης. Ο συγγραφέας προτείνει συνεργασία με τις ΗΠΑ, τον μεγαλύτερο εξαγωγέα υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), για να αντικατασταθεί το ρωσικό αέριο. Η κυβέρνηση Τραμπ, αντιστρέφοντας την απαγόρευση του Μπάιντεν για νέες άδειες εξαγωγής LNG, ανοίγει δρόμους για την Ευρώπη. Η Πολωνία, με υπάρχουσες υποδομές όπως ο τερματικός σταθμός LNG στο Swinoujscie, θα μπορούσε να γίνει ενεργειακός κόμβος για την περιοχή των Τριών Θαλασσών. Κλείνοντας ο Kamiński, καλεί σε ισχυρότερη δράση κατά της Ρωσίας, αντιτιθέμενος στην επαναλειτουργία του Nord Stream 2 και σε νέες ρωσικές ενεργειακές υποδομές.

Ο Michael Higgins, στο άρθρο του με τίτλο «Στην περίπτωση του Ισραήλ, οι Φιλελεύθεροι συνεχίζουν να παίρνουν κακές ηθικές αποφάσεις» που δημοσιεύτηκε στην National Post (ημερομηνία πρόσβασης 22 Μαΐου), επικρίνει την στάση της καναδικής κυβέρνησης των Φιλελευθέρων απέναντι στη σύγκρουση Ισραήλ-Χαμάς. Υποστηρίζει ότι ο πόλεμος θα μπορούσε να τελειώσει αν η Χαμάς απελευθέρωνε τους ομήρους που κρατά από τις 7 Οκτωβρίου 2023. Ωστόσο, οι Φιλελεύθεροι του Trudeau, αντί να πάρουν ξεκάθαρη θέση υπέρ του Ισραήλ, επέλεξαν να καταδικάσουν τη χώρα για τη διεξαγωγή του πολέμου, αντί να επικρίνουν τη Χαμάς για τη συνέχισή του. Ο Higgins επισημαίνει ότι, ενώ αρχικά η προηγούμενη κυβέρνηση του Καναδά εξέφρασε υποστήριξη στο Ισραήλ, σύντομα άλλαξαν τόνο, κατηγορώντας το Ισραήλ ακόμα και για περιστατικά όπως η επίθεση στο νοσοκομείο Al-Ahli, που αποδείχθηκε ότι προκλήθηκε από πύραυλο της Χαμάς. Η έλλειψη υποστήριξης από την κυβέρνηση ενίσχυσε τις διαδηλώσεις κατά του Ισραήλ και αύξηση τις αντισημιτικές ενέργειες στον Καναδά. Επιπλέον, η στήριξη του Καναδά στη Διεθνή Ποινική Δικαιοσύνη για ένταλμα σύλληψης του Netanyahu προκάλεσε οργή σε εβραϊκές οργανώσεις. Ο Higgins καταλήγει ότι οι δηλώσεις των Φιλελευθέρων, όπως η κοινή δήλωση Καναδά-ΗΒ-Γαλλίας, δεν προσφέρουν συγκεκριμένες λύσεις, ενώ απλώς επιδεινώνουν την κατάσταση, χωρίς ουσιαστική δέσμευση από καμία πλευρά, ακόμα και από αραβικές χώρες που αποφεύγουν εμπλοκή.

Στο άρθρο γνώμης του Owen Jones με τίτλο «Επιτέλους ήρθε η ώρα της κρίσης: Όχι μόνο για τον Νετανιάχου, αλλά και για τους υποστηρικτές του», που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα The Guardian στις 20 Μαΐου, ο συγγραφέας επισημαίνει μια σημαντική μετατόπιση στη διεθνή στάση απέναντι στην σύγκρουση στη Γάζα. Η ανανεωμένη επίθεση του Ισραήλ έχει προκαλέσει διεθνή καταδίκη, αλλά ο Jones τονίζει ότι πολλοί από τους σημερινούς επικριτές θα έχουν να αντιμετωπίσουν τη δική τους «λογοδοσία». Αναφέρει την «εκπληκτική» κοινοβουλευτική παρέμβαση του Βρετανού βουλευτή Kit Malthouse, ο οποίος ρώτησε την κυβέρνηση σχετικά με την ευθύνη του Πρωθυπουργού και άλλων υπουργών για τη «σφαγή» στη Γάζα, δεδομένης της «υποχρέωσης να ενεργήσουν για την πρόληψη της γενοκτονίας». Αυτή η ιδέα της «λογοδοσίας» απασχολεί πλέον τους δυτικούς πολιτικούς. Αν και ο Βρετανός Yπουργός Εξωτερικών, David Lammy, ανακοίνωσε μέτρα όπως η αναστολή εμπορικών συνομιλιών με το Ισραήλ και κυρώσεις σε ακραίους εποίκους, ο Jones χαρακτηρίζει  αυτά τα καθυστερημένα μέτρα ως «συμβολικές ανοησίες». Σημειώνει ότι το Ηνωμένο Βασίλειο εξακολουθεί να εξάγει εξαρτήματα μαχητικών αεροσκαφών F-35 που καταλήγουν στο Ισραήλ. Η «κρίση» αυτή δεν αφορά μόνο τους άμεσους δράστες, αλλά και τους «υποστηρικτές» του Ισραήλ, όπως ο Keir Starmer. Ο συγγραφέας υπογραμμίζει τη στροφή ακόμα και σε παραδοσιακά φιλοϊσραηλινά μέσα ενημέρωσης, όπως ο Economist και οι Times. Η έκταση του εγκλήματος είναι δυσανάλογη: ο ΟΗΕ προειδοποιεί για τον θάνατο χιλιάδων βρεφών, ενώ Ισραηλινοί αξιωματούχοι εκφράζονται με απάθεια για την καταστροφή. Ο Jones κλείνει επισημαίνοντας την πικρία που αισθάνεται κανείς όταν δικαιώνεται, καθώς ο ίδιος είχε προβλέψει από τον Οκτώβριο του 2023 ότι οι ηγέτες θα προσπαθούσαν να επικαλεστούν άγνοια για τις προθέσεις του Ισραήλ στη Γάζα, κάτι που τότε είχε χαρακτηρίσει ως μια «προαναγγελθείσα καταστροφή».

Η Máriam Martínez-Bascuñán και ο Andrea Rizzi, στο άρθρο τους «Είναι ακόμα ελκυστική η ιδέα της Ευρώπης;» που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα El País στις 21 Μαΐου, εξετάζουν την τρέχουσα κατάσταση της ευρωπαϊκής ιδέας σε έναν όλο και πιο ασταθή κόσμο. Η Ευρώπη, ενώ παραμένει ένα φιλόδοξο εγχείρημα, αντιμετωπίζει προκλήσεις τόσο εντός όσο και εκτός των συνόρων της, με την άνοδο ευρωσκεπτικιστικών και λαϊκιστικών κομμάτων, όπως φάνηκε σε πρόσφατες εκλογές σε Πορτογαλία, Ρουμανία και Πολωνία. Οι συγγραφείς τονίζουν ότι η αγάπη για την Ευρώπη απαιτεί κριτική ματιά, αναγνωρίζοντας τα λάθη της, όπως η πολιτική λιτότητας κατά την κρίση του 2008 και η έλλειψη αλληλεγγύης. Η Martínez-Bascuñán υποστηρίζει ότι η Ευρώπη είναι μια διαρκής περιπέτεια που χρειάζεται συνεχή επανεξέταση, ενώ επισημαίνει την απογοήτευση των πολιτών από τις θεσμικές δομές και την κρίση αξιών, ιδιαίτερα στην αντιμετώπιση των μεταναστών. Ο Rizzi, από την άλλη, θεωρεί την ευρωπαϊκή ιδέα πιο αναγκαία από ποτέ, υπογραμμίζοντας τα επιτεύγματα της ΕΕ, όπως η ειρήνη και η κοινή αγορά, αλλά και την ανάγκη για συνεργασία απέναντι σε εξωτερικές απειλές. Παρά τις απογοητεύσεις, και οι δύο πιστεύουν ότι η Ευρώπη μπορεί να ανακτήσει την ελκυστικότητά της μέσω δημοκρατικής μεταρρύθμισης και κοινής δράσης, αρκεί να αντιμετωπίσει τις αντιφάσεις της.

Ο Τύπος της Μέσης Ανατολής

Ο Tariq Al-Homayed, στο άρθρο του «To Ιράν και οι 'προκλητικές' απαιτήσεις» που δημοσιεύτηκε στην Asharq Al-Awsat την Τετάρτη, 21 Μαΐου, αναλύει την ένταση μεταξύ Ιράν και ΗΠΑ σχετικά με το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης. Ο Ανώτατος Ηγέτης του Ιράν, Αλί Χαμενεΐ, χαρακτηρίζει τις απαιτήσεις της Ουάσινγκτον να σταματήσει ο εμπλουτισμός ουρανίου ως «υπερβολικές» και «προκλητικές», κατηγορώντας τις ΗΠΑ για αλαζονεία, ενώ εκφράζει αμφιβολίες για την επιτυχία των διαπραγματεύσεων. Από την πλευρά του, ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ προειδοποιεί το Ιράν να συμβιβαστεί γρήγορα, αλλιώς θα υπάρξουν συνέπειες. Ο Al-Homayed θεωρεί ότι ο χαρακτηρισμός «προκλητικός» δεν είναι ουσιαστικός αλλά αποτελεί μια τακτική διαπραγμάτευσης. Αντιθέτως, υποστηρίζει ότι η αμερικανική απαίτηση για μηδενικό εμπλουτισμό ουρανίου, λόγω του κινδύνου όπλων, δεν είναι παράλογη. Το πραγματικά προκλητικό, κατά την άποψή του, θα ήταν η απώλεια της ευκαιρίας για αποτροπή ενός καταστροφικού πολέμου στην περιοχή. Ο πόλεμος, όπως σημειώνει, έχει ήδη ξεκινήσει, όχι με συμβατικό τρόπο, αλλά μέσω επιθέσεων του Ισραήλ κατά ιρανικών στόχων και της εξουδετέρωσης των περιφερειακών συμμάχων του Ιράν, όπως στη Συρία και τον Λίβανο. Ο συγγραφέας προειδοποιεί ότι η άρνηση του Ιράν να διαπραγματευτεί σοβαρά δίνει πρόσχημα στον Νετανιάχου για επίθεση, ενώ η απώλεια αυτής της ευκαιρίας δείχνει ότι δεν μάθαμε από τα προηγούμενα λάθη, όπως η σπατάλη πόρων για την ενλίσχυση συμμάχων αντί για την ενίσχυση της ειρήνης. Αυτό που είναι πραγματικά προκλητικό, καταλήγει, δεν είναι η ειρήνη, αλλά η αποτυχία αποτροπής συγκρούσεων.

Ο Lior Ben Ari, στο άρθρο του « To Ιράν δεν έχει εναλλακτικό σχέδιο αν αποτύχουν οι πυρηνικές διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ, προειδοποιούν αξιωματούχοι» που δημοσιεύτηκε στην Yedioth Ahronoth στις 21 Μαΐου, αποκαλύπτει την ανησυχία Ιρανών αξιωματούχων για την έλλειψη βιώσιμου εναλλακτικού σχεδίου σε περίπτωση αποτυχίας των πυρηνικών διαπραγματεύσεων με τις ΗΠΑ. Τρεις αξιωματούχοι δήλωσαν ότι η Τεχεράνη δεν έχει στρατηγική αν οι συνομιλίες καταρρεύσουν, παρά την εικόνα ανθεκτικότητας που προβάλλει. Παράλληλα, αναφορά του CNN υποδεικνύει ότι το Ισραήλ, αμφισβητώντας τις διαπραγματεύσεις, προετοιμάζεται για πιθανό χτύπημα στο Ιράν, φοβούμενο την σύναψη μιας ανεπαρκούς συμφωνίας. Οι Ιρανοί αξιωματούχοι απέρριψαν τις αναφορές αυτές χαρακτηρίζοντάς τις ως «ψυχολογικό πόλεμο». Σε περίπτωση αποτυχίας, το Ιράν σχεδιάζει να ενισχύσει δεσμούς με Ρωσία και Κίνα, αποφεύγοντας κλιμάκωση αλλά διατηρώντας αμυντική στάση. Ωστόσο, προειδοποιούν ότι αυτό το εναλλακτικό σχέδιο είναι προβληματικό, καθώς η Κίνα είναι απασχολημένη με τον εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ και η Ρωσία με την Ουκρανία. Ειδικοί συμφωνούν ότι η υποστήριξη από τις δύο δυνάμεις δεν είναι απεριόριστη. Το Ιράν αντιμετωπίζει εσωτερικές προκλήσεις, όπως οικονομική κρίση λόγω των κυρώσεων, διαδηλώσεις πολιτών και προβλήματα στις υποδομές της χώρας. Επιπλέον, ο «Άξονας της Αντίστασης» έχει αποδυναμωθεί, με τη Χεζμπολάχ και το καθεστώς Άσαντ να πλήττονται. Οι αξιωματούχοι τονίζουν ότι χωρίς άρση κυρώσεων για ελεύθερες πωλήσεις πετρελαίου, η οικονομία του Ιράν δεν θα ανακάμψει. Οι διαπραγματεύσεις, που επανεκκίνησαν πρόσφατα, παραμένουν τεταμένες, με διαφωνίες για τον εμπλουτισμό ουρανίου και την άρση κυρώσεων, ενώ ο Τραμπ απειλεί με «μέγιστη πίεση» αν αυτές αποτύχουν.

O Τύπος της Ασίας

Ο H.M. Nazmul Alam, στο άρθρο του «Όταν η Ινδία συγχέει τη Δύναμη με την Ηθική», που δημοσιεύτηκε στις 21 Μαΐου, καταγγέλλει "την επιθετική στάση της Ινδίας απέναντι στο Μπανγκλαντές". Όπως αναφέρουν οι πηγές τις οποίες επικαλείται το άρθρο, η Ινδία, απογοητευμένη από την αποτυχία της στο Κασμίρ, επιχειρεί να επιβάλει την κυριαρχία της εκδιώκοντας βίαια Μουσουλμάνους που μιλούν Μπενγκάλι στο έδαφος του Μπανγκλαντές, χωρίς να προηγείται μια νομική διαδικασία. Αυτές οι «επιχειρήσεις ώθησης» δεν είναι απλές απελάσεις, αλλά ψυχολογικός πόλεμος, με σκοπό να ταπεινώσουν το Μπανγκλαντές και να επιβεβαιώσουν την περιφερειακή ηγεμονία της Ινδίας. Από τις 4 έως τις 15 Μαΐου, πάνω από 370 άτομα, συμπεριλαμβανομένων ηλικιωμένων, εγκύων και ανηλίκων, εκδιώχθηκαν χωρίς προειδοποίηση ή έγγραφα. Πολλοί είναι Ινδοί πολίτες με επίσημα έγγραφα, που απελάθηκαν λόγω εθνοτικού προφίλ. Η Ινδία σιωπά, παραβιάζοντας διεθνείς συνθήκες, ενώ το Μπανγκλαντές καλείται να αντιδράσει διεθνώς και να προστατεύσει την κυριαρχία του. Ο συγγραφέας προειδοποιεί ότι αυτή η τακτική θα βλάψει την αξιοπιστία της Ινδίας και θα ενισχύσει την αποφασιστικότητα του Μπανγκλαντές να υπερασπιστεί τον εαυτό του.

Σύμφωνα με το δημοσίευμα της Hindustan Times με τίτλο «‘Προσπάθεια εξαπάτησης του κόσμου’: Η Ινδία απορρίπτει την κατηγορία του Πακιστάν για την επίθεση σε σχολικό λεωφορείο στο Μπαλοχιστάν», που δημοσιεύτηκε στις 21 Μαΐου 2025, η Ινδία απέρριψε κατηγορηματικά τις κατηγορίες του Πακιστάν για εμπλοκή της στην επίθεση σε σχολικό λεωφορείο στην πόλη Χουζντάρ του Μπαλοχιστάν. Το περιστατικό, που σημειώθηκε το πρωί της Τετάρτης, θεωρείται επίθεση αυτοκτονίας και είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο τεσσάρων παιδιών, ενώ πολλά άλλα τραυματίστηκαν. Στο λεωφορείο επέβαιναν περίπου 40 μαθητές που κατευθύνονταν σε στρατιωτικό σχολείο. Ο Εκπρόσωπος του Υπουργείου Εξωτερικών της Ινδίας, Ραντχίρ Τζαϊσουάλ, χαρακτήρισε τις κατηγορίες αβάσιμες, υποστηρίζοντας ότι το Πακιστάν χρησιμοποιεί τέτοιες τακτικές για να αποσπάσει την προσοχή από τα δικά του προβλήματα και τη φήμη του ως παγκόσμιο επίκεντρο τρομοκρατίας. Η Ινδία εξέφρασε συλλυπητήρια για την απώλεια ζωών, αλλά τόνισε ότι η προσπάθεια του Πακιστάν να εξαπατήσει τον κόσμο θα αποτύχει. Το Πακιστάν, μέσω του στρατού και του Πρωθυπουργού Σεχμπάζ Σαρίφ, κατηγόρησε «Ινδούς πράκτορες τρομοκρατίας» ως υπεύθυνους χωρίς ωστόσο να προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία. Καμία οργάνωση δεν έχει αναλάβει την ευθύνη για την έκρηξη, η οποία θυμίζει την αιματηρή επίθεση του 2014 σε στρατιωτικό σχολείο στο Πεσαβάρ, όπου σκοτώθηκαν πάνω από 130 παιδιά, με ευθύνη των Ταλιμπάν του Πακιστάν. Στο Μπαλοχιστάν, η βία των αυτονομιστών έχει αυξηθεί πρόσφατα, με επιθέσεις όπως αυτή του Μαρτίου από τον Απελευθερωτικό Στρατό του Μπαλοχιστάν, που στοίχισε 31 ζωές.

Ο Τύπος της Ρωσίας και Ουκρανίας

Στο άρθρο με τίτλο «Τα χαρτιά στο τραπέζι: Η στρατηγική Τραμπ για την Ουκρανία και οι επιπτώσεις για τη Ρωσία» που δημοσιεύτηκε στην Izvestia (ημέρα πρόσβασης 22 Μαΐου), ο Ιβάν Λοσκαρέφ εξετάζει τη στρατηγική του Ντόναλντ Τραμπ για την επίλυση της ουκρανικής κρίσης και τις συνέπειες για τη Ρωσία. Ο Τραμπ αντιμετωπίζει τη διεθνή πολιτική ως παιχνίδι πόκερ, όπου τα «χαρτιά» είναι στρατηγικά πλεονεκτήματα όπως τα πυρηνικά όπλα και οι οικονομικοί πόροι. Η προσέγγισή του στην Ουκρανία στοχεύει κυρίως σε εσωτερικά πολιτικά οφέλη, περιορίζοντας την επιρροή των «γερακιών» του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Η αμερικανική συμμετοχή στις διαπραγματεύσεις είναι περιορισμένη και επιφανειακή, με τις ΗΠΑ να διατηρούν στρατιωτική και πληροφοριακή υποστήριξη προς την Ουκρανία. Ο Τραμπ προτείνει μια συνολική συμφωνία, απορρίπτοντας την ιδέα άνευ όρων εκεχειρίας που προωθεί το Κίεβο. Με αυτόν τον τρόπο, μεταφέρει την ευθύνη στις εμπλεκόμενες πλευρές και αποφεύγει την ευθύνη για πιθανή αποτυχία. Παράλληλα, χρησιμοποιεί το ουκρανικό ζήτημα για να ενισχύσει τη θέση του στην Ευρώπη, εντείνοντας τις διαιρέσεις εντός της ΕΕ. Η Ρωσία φαίνεται να επωφελείται, διατηρώντας βασικά διαπραγματευτικά θέματα και αποδυναμώνοντας τη δυτική ενότητα.

Σύμφωνα με άρθρο του Kyiv Post με τίτλο «Τραμπ: Ο Πούτιν δεν θέλει ειρήνη επειδή πιστεύει ότι κερδίζει – Αλλά ισχύει πραγματικά;» που δημοσιεύτηκε στις 22 Μαΐου, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ παραδέχθηκε για πρώτη φορά σε τηλεφωνική επικοινωνία με Ευρωπαίους ηγέτες ότι ο Βλαντίμιρ Πούτιν δεν επιδιώκει ειρήνη στην Ουκρανία, επειδή θεωρεί ότι η Ρωσία κερδίζει τον πόλεμο. Η δήλωση αυτή έγινε μετά από δίωρη συνομιλία του Τραμπ με τον Πούτιν, την οποία χαρακτήρισε «εξαιρετική». Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στην περιοχή Κουρσκ, ο Πούτιν επανέλαβε την πρόθεσή του να καταλάβει την ουκρανική περιφέρεια Σούμι, κάτι που το Ινστιτούτο Μελέτης του Πολέμου (ISW) θεωρεί ανέφικτο. Στις συνομιλίες της 16ης Μαΐου στην Κωνσταντινούπολη, η Ρωσία απαίτησε τον πλήρη έλεγχο τεσσάρων περιοχών της Ουκρανίας, ενώ το Bloomberg ανέφερε ότι τα ρωσικά στρατεύματα έχουν καταλάβει μόλις το 0,15% του ουκρανικού εδάφους από τον Ιανουάριο. Παρά την αριθμητική υπεροχή, οι ρωσικές δυνάμεις αντιμετωπίζουν σοβαρές απώλειες και περιορισμένα αποτελέσματα. Το ISW εκτιμά ότι η Ρωσία έχει χάσει πάνω από 400.000 στρατιώτες, ενώ κατέχει λιγότερο από το 20% της Ουκρανίας, περιλαμβανομένης της Κριμαίας. Παρά τις δυσκολίες, η Μόσχα δηλώνει έτοιμη να συνεχίσει τον πόλεμο επ’ αόριστον.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Άλλα άρθρα συγγραφέα

ΚΥΠΕ

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση