ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Μπάιντεν - Χάρις σε τροχιά νίκης

Αναλυτές θεωρούν δύσκολο ο 78χρονος να διεκδικήσει και δεύτερη θητεία, συνεπώς, εφόσον νικήσει τον Τραμπ, είναι πιθανότερο να λειτουργήσει ως μεταβατικός πρόεδρος

Kathimerini.gr

ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Το 2008 ο γερουσιαστής Ιλινόι Μπαράκ Ομπάμα έγραψε Ιστορία, καταφέρνοντας να γίνει ο πρώτος μαύρος πρόεδρος της Αμερικής. Οκτώ χρόνια αργότερα όλοι, ή σχεδόν όλοι, περιμέναμε ότι οι ΗΠΑ θα περνούσαν άλλο ένα ορόσημο, φέρνοντας για πρώτη φορά μια γυναίκα στον Λευκό Οίκο. Ωστόσο η Χίλαρι Κλίντον τα κατάφερε να τρέχει μόνη και να έρθει δεύτερη (έστω όχι σε ψήφους, αλλά σε εκλέκτορες), αφήνοντας όλο τον κόσμο να αναρωτιέται από ποιον γαλαξία έπεσε εκείνο το παράξενο πλάσμα στο 1600 της Λεωφόρου Πενσυλβανίας.

Στις προεδρικές εκλογές της 3ης Νοεμβρίου, οι Αμερικανοί θα έχουν άλλη μία ευκαιρία να υπερβούν, έστω και στο συμβολικό επίπεδο, τα κληρονομημένα όρια της Δημοκρατίας τους. Τους την προσέφερε την περασμένη Τρίτη ο Δημοκρατικός προεδρικός υποψήφιος Τζο Μπάιντεν, επιλέγοντας για υποψήφια αντιπρόεδρο τη γερουσιαστή Καλιφόρνιας Κάμαλα Χάρις. Για πρώτη φορά μια μαύρη γυναίκα διεκδικεί ένα τόσο υψηλό αξίωμα ως υποψήφια ενός από τα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας. Οπως κι αν αξιολογεί κανείς την πολιτική διαδρομή της 55χρονης γερουσιαστού, δεν μπορεί να προσπεράσει το γεγονός ότι η επιλογή της αντανακλά, μεταξύ άλλων, και την έντονη επίδραση ισχυρών λαϊκών κινημάτων της τελευταίας διετίας, όπως το φεμινιστικό #MeToo και το κίνημα των μαύρων Black Lives Matter, στην κεντρική πολιτική σκηνή.

Μάλιστα, αρκετοί στις ΗΠΑ είδαν την από καιρό αναμενόμενη απόφαση του Μπάιντεν ως το πρώτο βήμα για την ανάδειξη της Χάρις στην προεδρία το 2024. Εάν νικήσει τον Τραμπ στις 3 Νοεμβρίου, ο τέως αντιπρόεδρος του Ομπάμα θα είναι ο γηραιότερος πρόεδρος των ΗΠΑ στην τελετή της ορκωμοσίας του, έχοντας κλείσει τα 78 του χρόνια. Αναλυτές θεωρούν εξαιρετικά δύσκολο να διεκδικήσει και δεύτερη προεδρική θητεία και πολύ πιθανότερο να λειτουργήσει ως μεταβατικός πρόεδρος, ο οποίος θα επαναφέρει τις ΗΠΑ σε μια κάποια κανονικότητα ύστερα από τη χαώδη τετραετία Τραμπ, για να παραδώσει τη σκυτάλη σε μια νεότερη γενιά πολιτικών υπό την Κάμαλα Χάρις.

Από πολλές απόψεις, η επιλογή του Μπάιντεν ήταν μια προβλέψιμη, ασφαλής κίνηση, χωρίς ιδιαίτερο ρίσκο. Αν και δεν έχει ακόμη κλείσει την πρώτη θητεία της στη Γερουσία, η Χάρις έγινε γνωστή σε πανεθνική κλίμακα με τους φιλιππικούς της εναντίον του δικαστή Μπρετ Κάβανο, στις θυελλώδεις ακροάσεις για τον διορισμό του στο Ανώτατο Δικαστήριο, όπως και με την υποψηφιότητά της για το προεδρικό χρίσμα, πριν από λίγους μήνες. Παρά την ήττα της στις προκριματικές, εδραίωσε την εικόνα της ως ανερχόμενο αστέρι των Δημοκρατικών. Κι αν πάνω στη φωτιά των ντιμπέιτ είπε κάποιες πολύ επώδυνες κουβέντες για τον Μπάιντεν, ο βετεράνος πολιτικός, που μπήκε στη Γερουσία όταν η Χάρις ήταν μόλις οκτώ ετών, δεν ήταν ο άνθρωπος που θα της το κρατούσε μανιάτικο.

Aλλωστε και οι δύο ανήκουν στην ίδια, μετριοπαθή πτέρυγα των Δημοκρατικών, γεγονός που αναμφισβήτητα έπαιξε τον ρόλο του. Στο μεγαλύτερο μέρος της πολιτικής διαδρομής της, η Χάρις υπηρέτησε ως εισαγγελέας Σαν Φρανσίσκο και γενικός εισαγγελέας Καλιφόρνιας, εφαρμόζοντας αυστηρές πολιτικές «νόμου και τάξης». Στις προκριματικές εκλογές, η αριστερή πτέρυγα του κόμματος της κόλλησε τη ρετσινιά «η Χάρις είναι μπάτσος», θυμίζοντας ότι, παρά τις προοδευτικές θέσεις που είχε διακηρύξει για θέματα όπως η θανατική ποινή, η χρήση μαριχουάνας, οι γάμοι ομοφυλοφίλων και πολλά άλλα, απέφυγε να τις εφαρμόσει ως γενική εισαγγελέας. Ωστόσο ο Μπάιντεν υπολογίζει, και μάλλον έχει δίκιο, ότι είναι τέτοια η οργή των προοδευτικών εναντίον του Τραμπ που θα ξεπεράσουν τις όποιες ενστάσεις τους, έστω με κρύα καρδιά, όταν έρθει η ώρα της ψήφου. Το βέβαιο είναι ότι η Χάρις ενισχύει τη συσπείρωση της μαύρης κοινότητας γύρω από τον Μπάιντεν, κάτι ιδιαίτερα σημαντικό σε διαφιλονικούμενες πολιτείες. Το 2016, η αποχή πολλών μαύρων που είχαν υποστηρίξει αναφανδόν τον Ομπάμα στοίχισε πολύ ακριβά στη Χίλαρι Κλίντον.

Προβάδισμα και «φαντάσματα»

Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις πριν από την επιλογή της Χάρις έδιναν στον Μπάιντεν προβάδισμα οκτώ έως δέκα μονάδων έναντι του Τραμπ. Η ψαλίδα έκλεισε κατά δύο έως τρεις μονάδες από τον προηγούμενο μήνα, αλλά παραμένει υψηλή και δύσκολα ανατρέψιμη. Βέβαια πολλοί από τους Δημοκρατικούς βλέπουν μπροστά τους τα φαντάσματα του 2016, όταν η Χίλαρι Κλίντον είχε κι αυτή σημαντικό προβάδισμα έναντι του Τραμπ δυόμισι με τρεις μήνες πριν από τις εκλογές. Τις ανησυχίες τους ενισχύει το γεγονός ότι η διαφορά μεταξύ όσων δηλώνουν ότι είναι σίγουροι για το τι θα ψηφίσουν εμφανίζεται αισθητά μικρότερη (39% Μπάιντεν - 35% Τραμπ). Ωστόσο, οι πιθανότητες να δούμε το ίδιο έργο για δεύτερη φορά είναι μάλλον μικρές.

Σε αντίθεση με τη Χίλαρι Κλίντον, ο Τζο Μπάιντεν δεν έχει ταυτιστεί με τη διαπλοκή και δεν προκαλεί τόσο ισχυρές αντιπάθειες σε μεγάλη μερίδα του εκλογικού σώματος. Αν το 2016 το Δημοκρατικό Κόμμα ήταν ανοιχτά διασπασμένο και πολλοί οπαδοί του αριστερού Μπέρνι Σάντερς δεν πήγαν να ψηφίσουν (μεταξύ άλλων γιατί δεν περίμεναν ότι θα μπορούσε να βγει ο Τραμπ), αυτή τη φορά ο Μπάιντεν έχει την υποστήριξη όλων, από τον Μπιλ Κλίντον και τον Μπαράκ Ομπάμα μέχρι τον Σάντερς. Στο μεταξύ, η τραγελαφική διαχείριση της COVID-19 και η οικονομική κρίση διαβρώνουν σταθερά την επιρροή του Τραμπ ακόμη και στις πιο ευνοϊκές για τον ίδιο κατηγορίες του εκλογικού σώματος, όπως οι λευκοί συνταξιούχοι. Τέλος, στις περισσότερες από τις διαφιλονικούμενες πολιτείες, που θα κρίνουν την πλειοψηφία στο κολέγιο των εκλεκτόρων, η πλάστιγγα γέρνει, περισσότερο ή λιγότερο αποφασιστικά, στην πλευρά του Μπάιντεν, ενώ οι Ρεπουμπλικανοί κινδυνεύουν να υποστούν πανωλεθρία και στα δύο Σώματα του Κογκρέσου, χάνοντας και τη Γερουσία.

Απρόβλεπτοι παράγοντες

Καθώς η πανδημία έχει ματαιώσει τα σχέδιά του για μεγάλες προεκλογικές συγκεντρώσεις, ο Τραμπ εναποθέτει τις ελπίδες του για αντιστροφή του κλίματος στα ντιμπέιτ με τον Μπάιντεν. Εχουν προγραμματιστεί τρεις αναμετρήσεις, με την αυλαία να ανοίγει στις 29 Σεπτεμβρίου, στο Κλίβελαντ, ενώ στις 7 Οκτωβρίου θα γίνει το μοναδικό ντιμπέιτ μεταξύ των υποψήφιων αντιπροέδρων. Αντιδρώντας σπασμωδικά στα δυσοίωνα προγνωστικά, ο Τραμπ εμφανίζει τον αντίπαλό του περίπου ως ανοϊκό, ανίκανο να αρθρώσει δυο προτάσεις στη σειρά και, κατά το συνήθειό του, προεξοφλεί ότι θα τον συντρίψει. Κάτι πολύ αμφίβολο, όμως. Στη διάρκεια της πανδημίας ο Τραμπ είχε το μονοπώλιο με τα καθημερινά μπρίφινγκ, αλλά εκείνο που κατάφερε ήταν να βάλει πολλά γκολ στη δική του εστία, με τις ανεκδιήγητες δηλώσεις του περί χρήσης απορρυπαντικών, υπεριωδών ακτίνων και πάει λέγοντας. Αλλοι απρόβλεπτοι παράγοντες ανησυχούν περισσότερο τους Δημοκρατικούς. Λόγω COVID-19 είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ψηφοφόρους να συνωστίζονται σε μεγάλες ουρές επί ώρες. Ηδη 19 πολιτείες έχουν πει «ναι» στην επιστολική ψήφο, δυνατότητα την οποία προβλέπεται να χρησιμοποιήσουν τουλάχιστον 89 εκατομμύρια Αμερικανοί. Ο Τραμπ έχει ήδη δηλώσει την αντίθεσή του και πολλοί φοβούνται κύμα ενστάσεων και προσφυγών, ιδίως αν το αποτέλεσμα είναι οριακό σε κάμποσες πολιτείες. Οι New York Times προειδοποιούσαν για τον κίνδυνο να έχουμε «όχι μία, αλλά 12 Φλόριντα». Εκτός, βέβαια, αν η διαφορά είναι τόσο συντριπτική εις βάρος του Τραμπ, που θα κλείσει μεμιάς όλα τα στόματα, ακόμη και το δικό του.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΗΠΑ  |  Εκλογές  | 

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση

X