ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Τι θα μπορούσε να ωθήσει τη Ρωσία στην ειρήνη

Επειτα από μαραθώνιες διαπραγματεύσεις χωρίς αποτέλεσμα, η Μόσχα εμφανίζεται σίγουρη ότι αντέχει τον πόλεμο, σύμφωνα με ανάλυση των New York Times

Μετά από σχεδόν πέντε ώρες συνομιλιών την Τρίτη μεταξύ Αμερικανών και Ρώσων διαπραγματευτών για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία, δεν υπήρξε καμία πρόοδος.

Σύμφωνα με Ρώσο διαπραγματευτή, ο Βλαντιμίρ Πούτιν εμφανίστηκε επικριτικός απέναντι στις προτάσεις που του παρουσιάστηκαν.

Πριν από τη συνάντηση είχε δηλώσει ότι είναι έτοιμος να πολεμήσει με τους Ευρωπαίους συμμάχους της Ουκρανίας, οι οποίοι στηρίζουν το Κίεβο οικονομικά και στρατιωτικά: «Δεν σχεδιάζουμε να πολεμήσουμε με την Ευρώπη, αλλά αν η Ευρώπη ξαφνικά αρχίσει πόλεμο με εμάς, είμαστε έτοιμοι αυτή τη στιγμή».

Το ερώτημα που αναδύεται είναι τι θα μπορούσε να αναγκάσει τη Ρωσία να σταματήσει τον πόλεμο. Ελλείψει σοβαρής πίεσης, όπως ισχυρότερες κυρώσεις από τη διοίκηση Τραμπ, η απάντηση περιορίζεται στην οικονομία και στο πεδίο των μαχών, όπως επισημαίνουν αναλυτές.

Υπάρχουν δυσκολίες για τη Ρωσία και στα δύο μέτωπα, όμως καμία δεν είναι αρκετά οξεία ώστε να προσφέρει στις ΗΠΑ καθοριστικό μοχλό πίεσης στις συνομιλίες, στην τρίτη προσπάθεια Τραμπ να μεσολαβήσει για ειρήνη.

«Υπάρχουν σημεία που ο Πούτιν πιθανόν νιώθει πιεσμένος, αλλά κανένα από αυτά δεν έχει φτάσει σε σημείο να θεωρεί ότι πρέπει να πάρει μια απόφαση ή ότι έχει ξεμείνει από επιλογές», ανέφερε η Φιόνα Χιλ, ανώτερη ερευνήτρια στο Brookings Institution και πρώην υπεύθυνη για τις ρωσικές και ευρωπαϊκές υποθέσεις στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας κατά την πρώτη θητεία Τραμπ.

Πριν από τις συνομιλίες της Τρίτης, ο Πούτιν πραγματοποίησε σπάνια επίσκεψη σε στρατιωτικό αρχηγείο και σε οικονομικό φόρουμ, επιδιώκοντας να δείξει ότι η Ρωσία διαθέτει τόσο την οικονομία όσο και τις ένοπλες δυνάμεις για να συνεχίσει τον πόλεμο.

Η ρωσική ελίτ λειτουργεί ως ηχώ σε αυτό το αφήγημα. Ο Φιοντόρ Λουκιάνοφ, διακεκριμένος σχολιαστής εξωτερικής πολιτικής, έγραψε στη Rossiyskaya Gazeta ότι η στρατιωτική ισχύς παραμένει το βασικό μέσο για την επίτευξη των ρωσικών στόχων, συμπεριλαμβανομένου του «ξεκλειδώματος εθνικών οικονομικών ευκαιριών».

Τα έσοδα από πετρέλαιο και φυσικό αέριο που χρηματοδοτούν τον πόλεμο έχουν μειωθεί, ενώ νέες αμερικανικές κυρώσεις κατά της Rosneft και της Lukoil επιβλήθηκαν τον Οκτώβριο.

Σύμφωνα με στοιχεία του ρωσικού υπουργείου Οικονομικών, οι φόροι που συγκεντρώθηκαν από τους παραγωγούς ενέργειας ανήλθαν σε σχεδόν 10 δισ. δολάρια τον Οκτώβριο, μειωμένοι κατά 27% σε σχέση με τον ίδιο μήνα πέρυσι.

Οι κυρώσεις συνέβαλαν στην πτώση, σε συνδυασμό με χαμηλότερες τιμές πετρελαίου και ενίσχυση του ρουβλίου. Παρά τη μείωση, η Ρωσία εξακολουθεί να αποκομίζει σημαντικά ποσά από τις εξαγωγές ενέργειας, παρά τις δυτικές προσπάθειες περιορισμού του στόλου δεξαμενόπλοιων-«σκιών» που μεταφέρει μεγάλο μέρος των εξαγωγών.

Η πτώση των ενεργειακών εσόδων «πιθανότατα θα αποτελεί έναν μόνιμο πονοκέφαλο που θα διαβρώνει τη ρωσική πολεμική προσπάθεια», δήλωσε ο Κλίφορντ Κάπτσαν, πρόεδρος του Eurasia Group.

Ωστόσο, κατά τον ίδιο, για να μειωθεί ριζικά το εισόδημα της Ρωσίας θα απαιτούνταν πολύ ισχυρότερες κυρώσεις, όπως ο αποκλεισμός πωλήσεων προς την Κίνα ή σημαντική ζημιά στις εξαγωγές από ουκρανικά πλήγματα – σενάρια που θεωρούνται απίθανα.

Μια τραπεζική κρίση θα μπορούσε επίσης να πιέσει τον Πούτιν, αλλά μέχρι στιγμής η ομάδα οικονομολόγων της ρωσικής κυβέρνησης έχει μετριάσει τις επιπτώσεις του πολέμου.

Η εκτόξευση των δαπανών για την παραγωγή οπλισμού τα δύο πρώτα χρόνια του πολέμου προκάλεσε ραγδαία αύξηση τιμών, και η Κεντρική Τράπεζα απάντησε με υψηλά επιτόκια. Το βασικό επιτόκιο έχει μειωθεί στο 16,5%, όμως σημαντικές επιχειρήσεις δυσκολεύονται να αποπληρώσουν τα δάνειά τους.

Οι Ρωσικοί Σιδηρόδρομοι, κρατικό μονοπώλιο, έχουν προβλήματα με χρέη άνω των 50 δισ. δολαρίων καθώς οι όγκοι φορτίων μειώνονται.

Οι καταναλωτές υφίστανται επίσης πίεση λόγω των επιτοκίων, γεγονός που περιορίζει τις πωλήσεις ακριβών προϊόντων όπως τα αυτοκίνητα.

Η AvtoVAZ, ο μεγαλύτερος κατασκευαστής αυτοκινήτων της χώρας, ανακοίνωσε τετραήμερη εργασία την εβδομάδα και μείωση παραγωγής κατά 40%. Στην κρατική τηλεόραση επιτρέπονται ορισμένες γκρίνιες για αυτά τα ζητήματα.

Ο καθηγητής Αντρέι Μπεζρούκοφ δήλωσε σε δημοφιλές ρωσικό talk show ότι «δυστυχώς, λογιστές διοικούν τη χώρα και την οικονομία της» και δεν διαθέτουν μακροπρόθεσμο στρατηγικό σχέδιο.

Ωστόσο, σύμφωνα με τον Ρώσο οικονομολόγο Κονσταντίν Σόνιν του Πανεπιστημίου του Σικάγο, δύσκολα οι πολίτες θα διαδηλώσουν για οικονομικά ζητήματα.

Στο μέτωπο των επιχειρήσεων, η Ρωσία προωθείται σταθερά, ιδιαίτερα στο νοτιοανατολικό Ντονέτσκ. Τη Δευτέρα ανακοίνωσε ότι κατέλαβε την πόλη Ποκρόφσκ, ισχυρισμό που αμφισβήτησαν τόσο η Ουκρανία όσο και φιλορώσοι στρατιωτικοί μπλόγκερ.

Οι επιτυχίες έχουν υψηλό ανθρώπινο κόστος, το οποίο ωστόσο δεν φαίνεται να επηρεάζει τις ρωσικές εκτιμήσεις στις ειρηνευτικές επαφές.

Ο Πούτιν έχει συνδέσει την πολιτική του κληρονομιά με την έκβαση του πολέμου.

Υψηλές πληρωμές προς τους στρατιώτες σημαίνει ότι νέοι νεοσύλλεκτοι αντικαθιστούν τους σχεδόν 30.000 που χάνονται κάθε μήνα, ανέφεραν αναλυτές.

Μονάδες της πρώτης γραμμής έχουν περιορίσει το ουκρανικό πλεονέκτημα στη χρήση drones, διεισδύοντας με μικρές ομάδες για να σκοτώσουν τους χειριστές, σύμφωνα με στρατιωτικούς αναλυτές, αλλά στη συνέχεια δεν διαθέτουν τη συγκέντρωση δυνάμεων και αρμάτων που απαιτείται για μεγαλύτερες κατακτήσεις.

Φαινομενικά άνετος με έναν πόλεμο φθοράς, ο Πούτιν επαναλαμβάνει ότι η Ρωσία κερδίζει.

«Ο ρυθμός της επίθεσης είναι ο ίδιος εδώ και έναν χρόνο και θα συνεχιστεί έτσι», ανέφερε ο στρατιωτικός αναλυτής Ντμίτρι Κούζνετς από το ανεξάρτητο ρωσικό μέσο Meduza.

Πηγή: New York Times

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση

X