 
                          
                                                Του Γιώργου Σκαφιδά
Η πλευρά Ερντογάν θέλει να βλέπει τη σύγχρονη Τουρκία ως πολύ μεγαλύτερη από τα σύνορά της και δεν τον κρύβει. Στον αντίποδα, φροντίζει να μας το υπενθυμίζει εδώ και χρόνια, με κάθε ευκαιρία, λόγω και έργω.
Τα «σύνορα της τουρκικής καρδιάς», όπως τα έχει παρουσιάσει η ισλαμοεθνικιστική τουρκική ηγεσία, εκτείνονται πέραν των υπαρκτών τουρκικών συνόρων, από τη βόρεια Αφρική έως τα Βαλκάνια και από την Κριμαία έως τη δυτική Κίνα.
Το ανατολικό άκρο του χάρτη με τον «τουρκικό ντουνιά» («Türk Dünyası Haritası»), με τον οποίο φωτογραφίζονταν προ ετών οι κ.κ. Ερντογάν και Μπαχτσελί, έφτανε έως την κινεζική επαρχία Σιντζιάνγκ και τις περιοχές των μουσουλμάνων Ουιγούρων, χρησιμοποιώντας ως σημείο αναφοράς το επονομαζόμενο «ανατολικό Τουρκεστάν».
Το δυτικό άκρο των τουρκικών βλέψεων από την άλλη πλευρά, απολήγει πια, με βάση τα τουρκολιβυκά μνημόνια των περασμένων ετών, στη δυτική Λιβύη.
Στον βορρά, το τουρκικό ενδιαφέρον απλώνεται έως την Κριμαία, με σημείο αναφοράς τους Τατάρους.
Στον νότο από την άλλη, απλώνεται ως τη Σομαλία και το Μογκαντίσου, με ορμητήριο την τουρκική στρατιωτική βάση Camp TURKSOM, ενώ κομβική θέση στο όραμα της ευρύτερης τουρκικής επέκτασης κατέχουν παράλληλα κι άλλοι μοχλοί επιρροής και άσκησης περιφερειακών πιέσεων όπως: ο Οργανισμός Τουρκογενών Κρατών (με αιχμή κυρίως το Αζερμπαϊτζάν, το οποίο η Τουρκία προσεγγίζει ως αδελφή χώρα), οι τουρκικές μειονότητες που ζουν στο εξωτερικό και ευρύτερα οι σουνίτες μουσουλμάνοι τους οποίους η τουρκική ηγεσία διαμηνύει ότι θέλει να προστατεύσει από την «ισλαμοφοβία» των δυτικών.
Τούτων δοθέντων, τα τουρκικά «οράματα» για το μέλλον όπως εκείνα παρουσιάστηκαν από την Αγκυρα τα τελευταία χρόνια με το βλέμμα στραμμένο στα έτη 2040 («Türk Dünyası 2040 Vizyonu»), 2053 (600 χρόνια από την Αλωση της Κωνσταντινούπολης), 2071 (χίλια χρόνια από τη Μάχη του Μαντζικέρτ) και ευρύτερα στον «οδικό χάρτη» του καλούμενου «αιώνα της Τουρκίας» («Türkiye Yüzyılı»), δείχνουν πια να ξεπερνούν κατά πολύ τα όρια της παλαιάς Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αλλά και της επονομαζόμενης «γαλάζιας πατρίδας». Οσοι μιλούσαν άλλοτε για νέο-οθωμανισμό, καλούνται πλέον να αναπροσαρμόσουν τις αναλύσεις τους στα μέτρα μιας Τουρκίας που πορεύεται μεν με μπούσουλα τον νέο-οθωμανικό αναθεωρητισμό χωρίς όμως να περιορίζεται από αυτόν.
Στον πυρήνα ωστόσο των τουρκικών ηγεμονικών διαθέσεων βρίσκονται επί του παρόντος κατά βάση τρεις περιοχές – η Γάζα, η Συρία και η Λιβύη – όπου η Αγκυρα διεκδικεί ενισχυμένο μεταπολεμικό ρόλο καθορισμού των εξελίξεων ή ακόμη και επικυριαρχίας.
Ισραηλινοτουρκικές συγκλίσεις και αποκλίσεις
Οταν ο πόλεμος Ισραήλ-Χαμάς ήταν σε εξέλιξη την περίοδο 2023-2025, η Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έπαιρνε απερίφραστα θέση στο πλευρό της Χαμάς. Τώρα που ο πόλεμος τελείωσε (προσωρινά ή όχι, μένει να φανεί), η Τουρκία επιχειρεί να αναλάβει μεταπολεμικό ρόλο στη Λωρίδα της Γάζας με τις ευλογίες του Ντόναλντ Τραμπ, ως εγγυήτρια της σταθεροποίησης, της ασφάλεια και της ανοικοδόμησης, πράγμα το οποίο προκαλεί όμως καχυποψία και αντιδράσεις πίσω στο Ισραήλ.
Νετανιάχου και Ερντογάν δείχνουν τώρα να «συγκρούονται» για τη σύνθεση της πολυεθνικής δύναμης σταθεροποίησης (International Stabilisation Force – ISF) που πρέπει να κληθεί κάποια στιγμή, με βάση το σχέδιο των 20 σημείων του Ντ. Τραμπ για τη μεταπολεμική Γάζα, να αναλάβει την ασφάλεια στον παράκτιο παλαιστινιακό θύλακα παίρνοντας τη σκυτάλη από τη Χαμάς η οποία θα πρέπει να αφοπλιστεί.
Οι Τούρκοι θα ήθελαν να έχουν θέση σε αυτήν τη δύναμη. Η κυβέρνηση Νετανιάχου θα ήθελε, ωστόσο, να τους κρατήσει μακριά.
«Εμείς ελέγχουμε την ασφάλειά μας και έχουμε καταστήσει σαφές αναφορικά με τις διεθνείς δυνάμεις ότι το Ισραήλ πρόκειται να καθορίσει ποιες από αυτές δεν θα είναι αποδεκτές», δήλωσε ο Ισραηλινός πρωθυπουργός την περασμένη Κυριακή, ενώ σε ανάλογου περιεχομένου δηλώσεις προχώρησαν τις τελευταίες ημέρες κι άλλοι Ισραηλινοί αξιωματούχοι όπως για παράδειγμα ο υπουργός Εξωτερικών Γκίντεον Σάαρ.
Ο Αμερικανός ΥΠΕΞ Μάρκο Ρούμπιο έσπευσε να πάρει θέση στο πλευρό του Ισραήλ στο συγκεκριμένο θέμα. Τι θα κάνει, όμως, μελλοντικά ο ίδιος Τραμπ;
«Φαινομενικά, το ντιμπέιτ δείχνει να σχετίζεται μόνο με τη Γάζα. Στην πραγματικότητα ωστόσο, έχει να κάνει με έναν ευρύτερο αγώνα που είναι σε εξέλιξη για την ηγεμονία στη Μέση Ανατολή», σχολιάζει ο Ζβι Μπαρέλ μέσα από τις σελίδες της ισραηλινής Haaretz. Ενδεικτικά, στην ίδια διαπίστωση είχε καταλήξει τον περασμένο Ιούλιο και η Τουρκάλα Ασλί Αϊντιντασμπάς μέσα από τις σελίδες των Financial Times.
Παρά τα πολλά και βαθιά ισραηλινοτουρκικά ρήγματα των τελευταίων ετών, ρήγματα που είχαν στην πλειονότητά τους ως σημείο εκκίνησης το Παλαιστινιακό (με φόντο για παράδειγμα τη δολοφονία του Αχμέντ Γιασίν το 2004, την κόντρα Ερντογάν-Πέρες στο Νταβός το 2009, το ισραηλινό ρεσάλτο στο τουρκικό Μαβί Μαρμαρά το 2010, τις πολύνεκρες επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου του 2023), η Τουρκία και το Ισραήλ εξακολουθούν να συγκλίνουν σε κάποια μέτωπα.
Αμφότερες οι εν λόγω πλευρές διατηρούν, επί παραδείγματι, πολύ καλές σχέσεις με το Αζερμπαϊτζάν (το αζέρικο πετρέλαιο συνέχιζε να ρέει προς το Ισραήλ μέσω Τουρκίας καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου με τη Χαμάς και των αντεγκλήσεων Νετανιάχου-Ερντογάν τα τελευταία χρόνια), βλέπουν με καχυποψία το Ιράν και ήταν εχθροί του Μπασάρ αλ Ασαντ στη Συρία…
Οταν ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αντάλλαξε θερμή χειραψία με τον Ιρανό ομόλογό του, Μασούντ Πεζεσκιάν, στο πλαίσιο της Συνόδου Κορυφής του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης στην κινεζική Τιεντσίν προ μηνών, πολλοί εντυπωσιάστηκαν, όχι μόνο στην Τουρκία αλλά και στο Ιράν, όπως σχολίαζε χαρακτηριστικά τότε στο Al-Monitor η Αμπεριν Ζαμάν.
«Η Τουρκία αντιμετωπίζεται πια από το Ισραήλ ως ο νέος σατανάς, ως μια απειλή πιο επικίνδυνη ακόμη κι από το Ιράν», γράφει ο Ζβι Μπαρέλ στη Haaretz και συνεχίζει, αναλύοντας τους λόγους της τουρκογενούς ισραηλινής ανησυχίας:
«Την τελευταία δεκαετία, η Τουρκία κατέστη περιφερειακή δύναμη […] Πλέον ανταγωνίζεται το Ισραήλ όχι μόνο στη συριακή και την παλαιστινιακή αρένα, αλλά σε όλη τη Μέση Ανατολή και ακόμη παραπέρα […] Εχει δεκάδες στρατιωτικές βάσεις σε Λιβύη, Κατάρ, Σομαλία και Ιράκ. Ελέγχει εδάφη στη βόρεια Συρία και έχει βάσεις εκπαίδευσης για τον νέο συριακό στρατό. Εχει στρατιωτική παρουσία στο Αζερμπαϊτζάν και στο Τζιμπουτί, ενώ Τούρκοι στρατιώτες που υπηρετούν στην UNIFIL στον Λίβανο […] Παράλληλα δε, τα τελευταία τρία χρόνια η Τουρκία κατάφερε να βελτιώσει τις άλλοτε προβληματικές σχέσεις που είχε με τη Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και την Αίγυπτο […] Πιο πρόσφατα δε, ο Ερντογάν έλαβε τα εύσημα από τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, αφού η Τουρκία θεωρείται ότι ήταν η χώρα που έπεισε τη Χαμάς να αποδεχθεί το σχέδιο των 20 σημείων του Τραμπ…»
Τι θα γίνει στη Γάζα
Με άλλα λόγια, οι υποστηρικτές της Χαμάς (Κατάρ, Τουρκία) βρέθηκαν να ενισχύονται διπλωματικά στα μάτια της αμερικανικής ηγεσίας, ως οι δυνάμεις που θα μπορούσαν να ελέγξουν μεταπολεμικά τη Χαμάς. Ο ίδιος ο Τραμπ το είπε ξεκάθαρα στις 29 Οκτωβρίου, όταν πρωτοπαρουσίασε το σχέδιο των 20 σημείων: «Αραβικές και μουσουλμανικές χώρες έχουν δεσμευτεί να αποστρατιωτικοποιήσουν τη Γάζα και να παροπλίσουν τις στρατιωτικές δυνατότητες της Χαμάς […] Βασιζόμαστε σε αυτές…», είχε πει τότε ο Αμερικανός πρόεδρος, προτού υπογράψει, λίγα 24ωρα αργότερα, τη «Διακήρυξη Τραμπ για τη Διαρκή Ειρήνη και Ευημερία» στο Σαρμ Ελ Σέιχ της Αιγύπτου μαζί με τους της Αιγύπτου, της Τουρκίας και του Κατάρ.
Για λόγους «περιφερειακής ηγεμονίας» λοιπόν, η Τουρκία και το Ισραήλ βρέθηκαν μέσα στο 2025 να «συγκρούονται» στα εδάφη της μετά-Ασαντ Συρίας, την οποία η Τουρκία έχει βαλθεί να μετατρέψει σε «τουρκικό προτεκτοράτο», όπως κατήγγειλε χαρακτηριστικά προ μηνών ένας Ισραηλινός, ο υπουργός Εξωτερικών Γκίντεον Σάαρ, ο οποίος τώρα διαμηνύει ότι το Ισραήλ δεν πρόκειται να αποδεχθεί την παρουσία τουρκικών δυνάμεων στη Γάζα.
«Η Τουρκία έχει, ωστόσο, ήδη εμπλακεί στη Γάζα», γράφει ο Ζβι Μπαρέλ στη Haaretz. Τουρκικές οργανώσεις αρωγής, όπως η IHH (η οποία είχε άμεση σύνδεση με το Mavi Marmara) έχουν ήδη πιάσει δουλειά καθαρίζοντας τα ερείπια από τους δρόμους της Γάζας, ενώ ο Τραμπ πλέκει το εγκώμιο του Ερντογάν.
Ο παράγοντας Τραμπ
Στη διάσκεψη των δωρητών για τη Γάζα, που σχεδιάζει η Αίγυπτος για τις αρχές Νοεμβρίου, η Τουρκία αναμένεται να έχει (συμ)πρωταγωνιστικό ρόλο, γράφει ο Μπαρέλ.
Σύμφωνα με τον Ισραηλινό αναλυτή, εάν ο Τραμπ αποφασίσει ότι θέλει τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις στη Γάζα μελλοντικά, στο πλαίσιο μιας πολυεθνικής δύναμης σταθεροποίησης, τότε η ισραηλινή ηγεσία ίσως αναγκαστεί να το αποδεχθεί, απρόθυμα έστω.
Το μέτωπο της Συρίας
Στη Συρία πάντως, οι Τούρκοι «έπεσαν» πάνω σε πραγματικά ισραηλινά πυρά τους περασμένους μήνες όταν επιχείρησαν να επεκτείνουν την παρουσία τους (στην περιοχή Τιγιάς για παράδειγμα κοντά στη Χομς την περασμένη άνοιξη), ενώ οι Ισραηλινοί εν συνεχεία συνέδραμαν στρατιωτικά και τους Δρούζους στη νοτιοδυτική Σύρια (Σουέιντα) ενάντια στη Δαμασκό και την πλευρά του μεταβατικού Σύρου προέδρου Αχμεντ αλ Σάρα η οποία όμως τελεί υπό τουρκική επιρροή.
Ενδεικτικά των τουρκικών διαθέσεων σε σχέση με τη Συρία, είναι όμως κι όσα αναφέρει σε σημερινό του δημοσίευμα το ειδησεογραφικό πρακτορείο Reuters, επικαλούμενο ως πηγή τις σχετικές ανακοινώσεις του τουρκικού υπουργείου Εθνικής Αμυνας. Σύμφωνα με αυτές τις ανακοινώσεις, Σύροι στρατιώτες αποκτούν πια τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν τουρκικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις ως πεδίο εκπαίδευσης, ενώ 49 Σύροι ξεκινούν αυτήν την εβδομάδα να φοιτούν σε τουρκικές στρατιωτικές ακαδημίες. «Ορισμένες μονάδες του συριακού στρατού έχουν ξεκινήσει στρατιωτική εκπαίδευση στη χώρα μας μέσω της χρήσης στρατώνων και χώρων εκπαίδευσης που ανήκουν στις Τουρκικές Ενοπλες Δυνάμεις», αναφέρει χαρακτηριστικά το τουρκικό ΥΠΑΜ. Την ίδια ώρα ωστόσο, η Αγκυρα επιμένει να ασκεί πιέσεις (και προς την πλευρά των ΗΠΑ), ζητώντας τον αφοπλισμό και τη διάλυση των κουρδικών συριακών δυνάμεων, είτε μιλάμε για τις υπό κουρδική διοίκηση Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF) είτε πιο συγκεκριμένα για τις πολιτοφυλακές YPG και YPJ τις οποίες η πλευρά Ερντογάν επιλέγει να αντιμετωπίζει ως «τρομοκρατικά παρακλάδια του PKK». Τον περασμένο Αύγουστο, Αγκυρα και Δαμασκός υπέγραψαν συμφωνία, βάσει της οποίας η Τουρκία δεσμεύεται να παράσχει στη Δαμασκό οπλικά συστήματα και υλικοτεχνικά μέσα, καθώς και να εκπαιδεύσει τον νέο συριακό στρατό στη χρήση αυτών των συστημάτων. Η πλευρά Ερντογάν προσεγγίζει τη νέα ισλαμιστική ηγεσία στη Δαμασκό με στόχο να τη θέσει υπό τουρκική επιρροή (ή ακόμη και τουρκικό έλεγχο, εάν αυτό καταστεί εφικτό). Για να καταφέρει όμως να κάνει «δική της» της μετά-Ασαντ Συρία, θα πρέπει να βγάλει από τη μέση τους Κούρδους που εξακολουθούν να ελέγχουν τις περιοχές στα βόρεια και βορειοανατολικά. Το «άνοιγμα» των κ.κ. Ερντογάν και Μπαχτσελί προς τον έγκλειστο Οτσαλάν και οι ανακοινώσεις περί αυτοδιάλυσης και αφοπλισμού του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK) που ακολούθησαν, ήταν ένα βήμα προς ακριβώς αυτήν την κατεύθυνση. Οι Κούρδοι της Συρίας επιμένουν ωστόσο να διαμηνύουν, προς μεγάλη απογοήτευση της Αγκυρας, ότι δεν δεσμεύονται από τις όποιες ανακοινώσεις του PKK. Οσο για την υλοποίηση της συμφωνίας που είχαν παρουσιαστεί να «συνυπογράφουν» τον περασμένο Μάρτιο στη Δαμασκό οι Αχμεντ αλ Σάρα και Μαζλούμ Αμπντί, ο πρώην τζιχαντιστής δηλαδή νυν μεταβατικός πρόεδρος της Συρίας και ο ηγέτης των κουρδικών συριακών δυνάμεων, για τη μελλοντική ενσωμάτωση των υπό κουρδική διοίκηση SDF στον υπό αναδιαμόρφωση νέο (υπό τουρκική επιρροή) «εθνικό» στρατό της Συριακής Αραβικής Δημοκρατίας, εκείνη ακόμη εκκρεμεί. Βλέποντας την Τουρκία του Ερντογάν να επεκτείνεται πια εντός των συριακών εδαφών, οι Κούρδοι της Ροζάβα έχουν έναν παραπάνω λόγο να διατηρήσουν την αυτονομία τους.
Η κρίση ως ευκαιρία
Οπως στην περίπτωση της Συρίας έτσι και στη Γάζα, η τουρκική ηγεσία βλέπει πια μια ευκαιρία περιφερειακής ισχυροποίησης που, προς το παρόν τουλάχιστον, δείχνει να αποδίδει καρπούς. Εάν η Αγκυρα εκπληρώσει εκεί έστω κάποιους από τους στόχους της, τότε θα έχει όντως ισχυροποιηθεί στη γειτονιά της Ανατολικής Μεσογείου έναντι του Ισραήλ (απέναντι από την Κύπρο, δίπλα από την Αιγυπτο, κοντά στη Συρία και στον Λίβανο). Το Ισραήλ είναι όμως σαφές ότι δεν πρόκειται να αφήσει τις τουρκικές μεθοδεύσεις αναπάντητες, ανεξάρτητα από όσα μπορεί να ειπωθούν επισήμως ενώπιον του Ντ. Τραμπ.



























