ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Τα Βαρώσια ακόμα επιμένουν να θυμούνται

Αποστολή της «Κ» στην περίκλειστη πόλη της Αμμοχώστου, με «φρουρούς» σε κάθε γωνιά της και τις μνήμες να μη ξεθωριάζουν

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

«Τα χελιδόνια τση Βλαχιάς και τα πουλιά τση Δύσης / κλαίσιν αργά, και κλαίσιν ταχιά, κλαίσιν το μεσημέρι, κλαίσιν την Αντριανούπολη τη βαροκουρσεμένη, οπού την εκουρσεύαν ετσι τρεις γιορτές του χρόνου·/ τω Χριστουγέννω για κερί, και τω Βαγιώ για βάγια / και την ημέρα τση Λαμπρής για το Χριστός Ανέστη», αυτό το παραδοσιακό Ριζίτικο ήταν το πρώτο τραγούδι που έπαιξε το cd που είχα στο αυτοκίνητο, μόλις το άνοιξα, και αφού είχα περάσει το οδόφραγμα της Δερύνειας... σαν να ήθελε η μοίρα να με προετοιμάσει, με έναν θρήνο. Το Ριζίτικο αυτό το κατέγραψε για πρώτη φορά στην Κρήτη, το 1837, ο Άγγλος περιηγητής Pashley και έμελλε η επίσκεψή μου στην Αμμόχωστο, στην πόλη που για 47 χρόνια έμενε κλειστή, να σημαδευτεί από αυτό το τραγούδι...

Κατά τη μιάμιση το μεσημέρι περνούσα τον έλεγχο για να μπω στην πόλη, σαν επισκέπτης ενός αλλόκοτου μουσείου, ως δημοσιογράφος για να καλύψω την εκδήλωση διαμαρτυρίας που είχε οργανωθεί από ομάδα Ε/κ και Τ/κ στον Δημοτικό Κήπο, ως περίεργος περιπατητής. Δεν κατάφερα να προσδιορίσω την ιδιότητά μου, τι κι αν έμεινα στην πόλη έως πολύ αργά το απόγευμα, λίγο πριν κλείσει... η πόλη. Το Βαρώσι ήταν εκεί, βουβό. Η ησυχία δε του μεσημεριού έκανε πιο απόκοσμα τα πράγματα, μόνο τα τζιτζίκια και της γης τα ερπετά συνέχιζαν ανενόχλητα τον κιρκαδιανό ρυθμό τους, αμφίβολο αν τον διέκοψαν ποτέ. Εντύπωση μου έκανε που δεν είδα γάτες...

 

 Ο κ. Μάριος, ο οποίος έμενε στην οδό Αργυρού Νικόλα και έφυγε στην ηλικία των 13 ετών, τα συναισθήματά του ανάμεικτα: «Αναπνέω τον βαρωσιώτικο αέρα, αλλά ταυτόχρονα στεναχωριέμαι που θα πρέπει να φύγω...» και η λέξη επισκέπτης που χρησιμοποίησα, όταν τον ρώτησα πώς αισθάνεται που επιστρέφει ως επισκέπτης στην πόλη του, τον ενεργοποίησε... «Αντιλαμβάνεσαι σε τι θέατρο του παραλόγου ζούμε;».

Η κα Κατερίνα έμενε στην οδό Ρούσβελτ και η κα Θεανώ επίσης Βαρωσιώτισα επισκέπτονται για πρώτη φορά τα Βαρώσια και μου λένε χαρακτηριστικά: «Έρχονται εικόνες από την παιδική μας ηλικία» λέει η κα Κατερίνα και η κα Θεανώ προσθέτει, «ενώνεται η κορδέλα... εκεί που λείπει ένα κομμάτι από τη ζωή σου έρχεται τώρα και ενώνεται». Ταυτόχρονα και οι δύο εκφράζουν την απογοήτευσή τους και η επιστροφή υπό τ/κ διοίκηση... είναι και για τις δύο μία πρόκληση, και σε καμία περίπτωση δεν θα ένιωσαν συνεργοί στα σχέδια διχοτόμησης... με μία φωνή μου λένε και οι δύο: «Εμείς είμαστε τα θύματα που δεχόμαστε το αποτέλεσμα της διχοτόμησης».

Μία άλλη κυρία προσπαθεί να εξηγήσει στις φίλες της πού βρίσκεται το σπίτι που γεννήθηκε σε κάποια κάθετη της Δημοκρατίας... «εδώ γεννήθηκα και έζησα τα πρώτα χρόνια μου...» και ξαφνικά μπαίνει στο στενό δρόμο για να δει έστω και φευγαλέα το σπίτι που γεννήθηκε... Διασκορπιζόμαστε οι υπόλοιποι για να μη δώσουμε αφορμή στους «φρουρούς» της πόλης... Μια από τις φίλες της κοντοστέκεται και μου δείχνει το κατάστημα με τα παιχνίδια... «εδώ ερχόμασταν για τα παιχνίδια μας τις γιορτές» και τα μάτια της καρφώθηκαν στη βιτρίνα...

Ο κ. Γιώργος Μπέρος, εργαζόταν στο σνακ μπαρ Vienna και μου λέει πόση εντύπωση του έκανε από την πρώτη κιόλας φορά που πέρασε στα Κατεχόμενα η αίσθηση των αποστάσεων... Μετά μου λέει ότι κάθε Κυριακή όλο και κάποια φιλαρμονική παιάνιζε στον Δημοτικό Κήπο... «Είχα την τιμή να έχω τραγουδήσει και εγώ, ως μέλος της Φιλαρμονικής της ΠΕΟ... έχω αναμνήσεις...» και προσθέτει ο κ. Γιώργος ότι η Αμμόχωστος δεν ήταν μόνο ο τουρισμός και η αστική ανάπτυξη, αλλά και η ανάπτυξη του πολιτισμού... ο κ. Γιώργος τελείωσε την αφήγησή του με τη λέξη «αναμνήσεις» δις!

 

Οι ταμπέλες Ελληνικόν Γυμνάσιον και Λύκειον Ελληνίδων Αμμοχώστου.
Ίδρυμα Μαρίας και Παναγιώτη Ιωάννου καλύφθηκαν...
φευ! βαροκουρσεμένη, αλλά και τα πουλιά της Δύσης έπαψαν να κλαιν!

Δύο βέρες Βαρωσιώτισσες, όπως μου τονίζουν, μπροστά από τον Δημοτικό Κήπο, αμέσως η πρώτη μου λέει χωρίς περιστροφές: «Δαμαί θέλω να με θάψουνε εμένα. Έφυγα 14 Αυγούστου και 15 μπήκαν οι Τούρκοι», το σπίτι της ήταν στην Αγία Τριάδα, κοντά στο Φλόριντα... «πέρασα τα σκοινιά και μπήκα στο σπίτι μου και ας φακκούν και ας με βουρούν που πίσω». Η φίλη της δίπλα η κα Χρύσω μου λέει: «Έφυγα στις 13 Αυγούστου και σκοτώσανε τα όνειρά μου τότε το ’74 και τώρα μου τα ξανασκοτώσανε με την επιστροφή» και με μάτια και κόμπο στον λαιμό «Γύρισε να δεις... ενοχλούσε τους η ταμπέλα του Γυμνασίου...». Όσο για το αν θα επέστρεφαν στην πόλη και οι δύο μου λένε ότι με τις συνθήκες που επικρατούν είναι δύσκολο, μού τονίζουν όμως ότι θέλουν την πόλη τους πίσω: «Δεν μπορούν να μας τη στερήσουν... δεν μπορώ να έρχομαι επισκέπτρια. Να έρχεσαι να στέκεσαι δαμαί συγκροτημένη και να είσαι περικυκλωμένη από αστυνομία... μη νομίζεις ότι είναι εύκολο πράμα...» λέει η κα Μιράντα: «Εν έχω δύναμη εγώ... αν πιάσεις την καρδία μου...» όταν της λέω καλή δύναμη... και καταλαβαίνω το άτοπο της φράσης μου...

Τον κ. Νίκο Καζαμία τον συνάντησα πριν από λίγες ημέρες στη Λεμεσό. Δεν επιθυμεί να επισκεφθεί το κατάστημα του πατέρα του «Μάρκος Ν. Καζαμίας. Υφάσματα της Οκάς», που ήταν στην οδό Ερμού και Γενναδίου, απέναντι από το τζαμί του Μπιλάλ Αγά. Δίπλα από το κατάστημα του Μίμη Ποιητή. Ο λόγος, όπως μου εξηγεί, είναι ότι δεν θέλει να χαλάσει την εικόνα που έχει. Θέλει να θυμάται το μαγαζί που πήγαινε μικρός και βοηθούσε όπως το άφησε όταν έφυγαν. Ο κ. Καζαμίας, όπως μου λέει, κάτι που επιβεβαιώνω και από άλλους συνομιλητές, δεν θυμάται καν να αναφέρονται οι παλιοί σε κάποιο τζαμί, ούτε φυσικά να το επισκέπτονται Τ/κ.

«Αλλά και τώρα ακόμη που γράφω τούτο σ’ ένα πολύ παλιό αρχοντικό στα Βαρώσια–ένα σπίτι που πάει να γίνει φυτό–, μου φαίνεται πως όλα κρυσταλλώθηκαν γύρω από τις πρώτες, τις νωπές αισθήσεις εκείνου του αργοπορημένου φθινοπώρου» Γ. Σεφέρης, από τη σημείωση στην πρώτη έκδοση της συλλογής «Κύπρον ου μ’ εθέσπισεν».

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Κύπρος: Τελευταία Ενημέρωση