

Του Παναγιώτη Ρουγκάλα
Η «κόντρα» των τραπεζών της Κύπρου με την Ένωση Τραπεζικών Υπαλλήλων Κύπρου (ΕΤΥΚ) ξεκίνησε από το τέλος του 2017 όταν έπρεπε να ανανεώσουν τις συλλογικές συμβάσεις με τις διοικήσεις των τραπεζών.
Εντός του 2018 οι τράπεζες παραχώρησαν τα όσα ζήτησε η ΕΤΥΚ για τους τραπεζοϋπαλλήλους, δίχως όμως να ανανεώνονται οι συλλογικές συμβάσεις, τουλάχιστον με τις δύο μεγάλες τράπεζες, Τράπεζα Κύπρου και Ελληνική. Την ίδια ώρα, μία νέα εξέλιξη δυναμιτίζει εκ νέου την μεταξύ τους σχέση, αυτή που προκύπτει από την απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου, που δικαιώνει τους εργαζόμενους στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και συγκεκριμένα αυτούς που προσέφυγαν στη δικαιοσύνη ζητώντας την άμεση αποκατάσταση των μισθών τους που υπέστησαν μείωση από το 2012 μέχρι και τα μέσα του 2018.
Η ΕΤΥΚ, δραττόμενη της ευκαιρίας, υποστηρίζει τη μισθολογική επαναφορά και στις τράπεζες. Πληροφορίες αναφέρουν πως αν δεν επιστραφούν οι μισθοί τότε δεν αποκλείονται τα απεργιακά μέτρα στις τράπεζες, όπου εργάζονται τραπεζοϋπάλληλοι που ήταν υπό το καθεστώς εργασίας δημοσίου υπαλλήλου. Παράλληλα, ενώ η ΠΑΣΥΔΥ φαίνεται να βάζει «νερό στο κρασί» της και να αναφέρει δια του Προέδρου της, Γλαύκου Χατζηπέτρου, πως μόνο όσοι έχουν προσφύγει στο δικαστήριο δικαιούνται να λάβουν αναδρομικά για τις αποφάσεις του Διοικητικού Δικαστηρίου, η ΕΤΥΚ δεν φαίνεται διατεθειμένη.
Οι πληροφορίες της «Κ» θέλουν τα επηρεαζόμενα μέρη να έχουν ενημερωθεί σχετικά με την πρόταση της ΕΤΥΚ για στάση εργασίας των επηρεαζόμενων μερών εάν και εφόσον δεν δοθούν εκείνα που αποκόπηκαν ή δεν εφαρμοστούν όποιες αποφάσεις επηρεάσουν τους δημοσίους υπαλλήλους.
Από την άλλη, τραπεζικές πηγές σημειώνουν πως η απόφαση για τους μισθούς του δημοσίου, εκτός από δημοσιονομικής σκοπιάς υπάρχει ενδεχόμενο να επηρεάσει τον ιδιωτικό τομέα. Ανέφεραν πως το θέμα θέλει λεπτό και αποτελεσματικό χειρισμό.
Τι ζητά η ΕΤΥΚ
Μετά την απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου η ΕΤΥΚ εξέδωσε τρεις διαφορετικές εγκυκλίους τις οποίες απέστειλε στα τραπεζικά ιδρύματα. Σύμφωνα με την ίδια, αφορούν τους υπαλλήλους της πρώην Συνεργατικής Κυπριακής Τράπεζας που είτε παρέμειναν στην ΚΕΔΙΠΕΣ, ή στην ALTAMIRA, είτε μεταφέρθηκαν στην Ελληνική Τράπεζα, τους υπαλλήλους της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου και τους υπαλλήλους του Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Στέγης.
Η απόφαση, αναφέρει η ΕΤΥΚ, δημιούργησε νέα δεδομένα στο χώρο και κατά συνέπεια και σ’ όλους τους υπαλλήλους των οποίων επηρεάσθηκαν οι μισθοί και τα ωφελήματα. Συγκεκριμένα, έγιναν τα εξής στους υπαλλήλους αυτούς:
α) Μη παραχώρηση ετήσιων προσαυξήσεων για τα έτη 2012 – 2016.
β) Μείωση μισθών.
γ) Υποχρεωτική εισφορά στο Σχέδιο Σύνταξης.
Μετά και με βάση την απόφαση του Δικαστηρίου, κατά την ΕΤΥΚ θα πρέπει η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, η Ελληνική, η ΚΕΔΙΠΕΣ, η Altamira και ο ΟΧΣ να προχωρήσει άμεσα στην αποκατάσταση των μισθών, στην παραχώρηση όλων των προσαυξήσεων των τραπεζοϋπαλλήλων κατά τα έτη 2012, 2013, 2014, 2015 και 2016 και στον τερματισμό της υποχρεωτικής εισφοράς στο σχέδιο συντάξεων. Όλα τα πιο πάνω πρέπει να εφαρμοσθούν άμεσα, τονίζει, ενώ εκείνο που πιθανόν να διευκρινισθεί είναι η πιθανή αναδρομικότητα για το διάστημα 2012 – 2016.
Κινήσεις κυβέρνησης
Ενώ το ζήτημα με τους τραπεζοϋπαλλήλους είναι ένα κομμάτι του «παζλ», η μεγαλύτερη εικόνα είναι οι κινήσεις της Κυβέρνησης. Στο αμέσως επόμενο διάστημα, δηλαδή, εντός αυτής ή της επόμενης εβδομάδας, η Κυβέρνηση μπορεί να προχωρήσει σε ένσταση των αποφάσεων αυτών που λήφθηκαν στα τέλη Μάρτη και έπειτα θα προχωρήσει στις εφέσεις.
Χθες, το Υπουργικό Συμβούλιο εξουσιοδότησε τον υπουργό Οικονομικών Χάρη Γεωργιάδη για τυχόν εναλλακτικά μέτρα για τις επιπτώσεις της απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου. Μιλώντας στην «Κ» ο Υπουργός, εξήγησε πως βασικά είναι έτοιμη η Κυβέρνηση για μέτρα τα οποία θα τύχουν νέας νομοθετικής ρύθμισης. Τόνισε ότι αν δεν πετύχει η έφεση, θα ακολουθηθεί το ακόλουθο πλάνο: «Μέσω της Βουλής των Αντιπροσώπων θα προωθηθούν νέες νομοθετικές ρυθμίσεις οι οποίες θα θωρακίζονται αν χρειαστεί και με τροποποίηση του συντάγματος.
Το βασικό χαρακτηριστικό των ρυθμίσεων θα είναι η διατήρηση αυτών που και σήμερα εφαρμόζονται, όπως η σταδιακή κατάργηση των αποκοπών στους εργαζόμενους στον δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα», κατέληξε.
Κατά το 2012, τα έσοδα του κράτους από την μείωση των απολαβών ανήλθαν στα 21 εκατ. ευρώ, κατά το 2013 στα 175 εκατ. ευρώ, το 2014 στα 262 εκατ. ευρώ, το 2015 στα 259 εκατ., το 2016 στα 259 εκατ. και το 2017 στα 265 εκατ. Το 2018 ανήλθαν στα 257 εκατ. ευρώ, σημείωσαν δηλαδή μείωση 3,2% σε σχέση με τα έσοδα του 2016, λόγω των μειωμένων ποσοστών αποκοπής από τον Ιούλιο του 2018 και τον τερματισμό της εν λόγω μείωσης. Σύμφωνα με τις μέχρι τώρα εκτιμήσεις της κυβέρνησης η εφαρμογή της απόφασης κόστισε 1,06 δισεκατομμύρια ευρώ, χωρίς όμως να υπολογίζεται η αναδρομική καταβολή των μισθών. Εάν μπει στην εξίσωση και αυτή η παράμετρος, τότε το κόστος θα ανέλθει στα 1,6 – 2 δισ. ευρώ.
Συμφωνίες και αποφάσεις
Το Διοικητικό Δικαστήριο με τρεις αποφάσεις που εξέδωσε στις 29.03.2019 έκρινε ως αντισυνταγματικές τις διατάξεις που αποτέλεσαν τη δικαιοδοτική βάση για τον περιορισμό της μισθοδοσίας (Νικολαΐδης κ.ά. v. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 98/2013 κ.ά), τη μη παραχώρηση προσαυξήσεων και τιμαριθμικών αυξήσεων (Κούνδουρου κ.ά. v. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 611/2012 κ.ά) και την αποκοπή από τις μηνιαίες απολαβές ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό ίσο με 3% ως εισφορά στο Κυβερνητικό Σχέδιο Συντάξεων (Φιλίππου κ.ά. v. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 1713/2011 κ.ά.).
Στο πλαίσιο της συμπληρωματικής συμφωνίας πλαίσιο 2015-2018 μεταξύ του κράτους και των συνδικαλιστικών οργανώσεων, έγινε διαβούλευση με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις ΣΕΚ, ΠΕΟ, ΠΑΣΥΔΥ, ΠΟΕΔ, ΟΛΤΕΚ και ΟΕΛΜΕΚ για τη σταδιακή κατάργηση των αποκοπών των μισθών και των συντάξεων των αξιωματούχων, εργοδοτούμενων και συνταξιούχων της κρατικής υπηρεσίας και του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Μέσα από τον διάλογο υπήρξε συμφωνία με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις για τη ρύθμιση της σταδιακής μείωσης των υφιστάμενων αποκοπών σε 5 στάδια ξεκινώντας από την 1/7/2018 και μετέπειτα κάθε 1η Ιανουαρίου κάθε έτους για την περίοδο 2019-2022, εξαλείφοντας πλήρως τις εν λόγω μειώσεις την 1/1/2023.
Υποχώρηση του ρυθμού ανάπτυξης βλέπει το ΔΝΤ
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αναθεώρησε προς τα κάτω την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη της κυπριακής οικονομίας για το 2019, σύμφωνα με την έκθεση World Economic Outlook, δίχως όμως να κάνει λόγο για την απόφαση του Δικαστηρίου. Επισημαίνεται πως η Τρόικα πριν από δύο εβδομάδες που είχε επισκεφθεί το νησί είχε κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου κάνοντας λόγο για προσοχή σε δημοσιονομικούς εκτροχιασμούς.
Το ΔΝΤ εκτιμά πως ο ρυθμός ανάπτυξης θα υποχωρήσει φέτος στο 3,5% έναντι 4,2% που έβλεπε στην αντίστοιχη έκθεσή του τον Οκτώβριο του 2018. Για το 2020 προβλέπει ακόμα πιο χαμηλό ρυθμό ανάπτυξης και συγκεκριμένα 3,3%. Αναφορικά με τον πληθωρισμό, αναφέρει πως θα κυμανθεί στο 0,5% σε σύγκριση με το 1,8% που προέβλεπε τον Οκτώβριο, ενώ για το 2020 εκτιμά ότι θα αυξηθεί στο 1,6%. Εντούτοις, η Έκθεση του ΔΝΤ προβλέπει συνεχιζόμενη και σταδιακή μείωση της ανεργίας και θα μειωθεί κατά 1,4% από το 2018 και θα κυμανθεί στο 7%. Το 2020 εκτιμά ότι το ποσοστό θα μειωθεί περαιτέρω στο 6%.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ