ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Αβεβαιότητα την επόμενη 2ετία βλέπει το Δημοσιονομικό Συμβούλιο

Η Κύπρος φαίνεται να παραμένει σε θέση να εξυπηρετεί το δημόσιο χρέος, τονίζει στην Εαρινή του Έκθεση, «Ιούνιος 2021» το Δημοσιονομικό Συμβούλιο

ΚΥΠΕ

Τα πιο πρόσφατα στοιχεία σχετικά με την εξέλιξη της πανδημίας και τις επιπτώσεις της στην οικονομία δείχνουν σταδιακή επιστροφή στην ομαλότητα και ανάκαμψη της οικονομίας, τονίζει στην Εαρινή του Έκθεση, «Ιούνιος 2021» το Δημοσιονομικό Συμβούλιο, υπογραμμίζοντας, ωστόσο, ότι οι γενικές εκτιμήσεις σε σχέση με την οικονομία για την επόμενη διετία εμπεριέχουν μεγάλο βαθμό αβεβαιότητας, λόγω της μη προβλεψιμότητας για την πιθανή εξέλιξη της πανδημίας του COVID-19.

Ταυτόχρονα, το Συμβούλιο τονίζει ότι με βάση τα μέχρι σήμερα δεδομένα και παραδοχές, τα οποία χαρακτηρίζονται από μεγάλο βαθμό αβεβαιότητας, η Κύπρος φαίνεται να παραμένει σε θέση να εξυπηρετεί το δημόσιο χρέος, ενώ εκφράζει την ανάγκη να δοθεί έμφαση στις μεταρρυθμίσεις που αφορούν στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.

Ενώ σε σχέση με κινδύνους/προκλήσεις για τα δημόσια οικονομικά το Συμβούλιο αναφέρει τις πιθανές μεταλλάξεις του covid-19 και επαναφορά περιοριστικών μέτρων και μέτρων στήριξης της οικονομίας, αλλά και αύξηση των κρατικών δαπανών.

Πιο συγκεκριμένα, στην Έκθεση, η οποία έχει ετοιμαστεί με στοιχεία τα οποία είχε στη διάθεση του το Δημοσιονομικό Συμβούλιο μέχρι τις 25/5/2021, αναφέρεται ότι «οι γενικές εκτιμήσεις για την επόμενη διετία εμπεριέχουν μεγάλο βαθμό αβεβαιότητας, λόγω της μη προβλεψιμότητας για την πιθανή εξέλιξη της πανδημίας του COVID-19, όπως και τυχόν μόνιμες επιπτώσεις στις καταναλωτικές συνήθειες και στον τρόπο διεξαγωγής των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων», ενώ σημειώνεται πως οι μακροοικονομικές προβλέψεις αφορούν ένα ευρύ φάσμα τιμών το οποίο βασίζεται σε παραδοχές σεναρίων για την εξέλιξη της πανδημίας.

Το Δημοσιονομικό Συμβούλιο αναφέρει ότι το μακροοικονομικό περιβάλλον κατά το 2020 παρέμεινε αβέβαιο με σημαντικές προκλήσεις, σκηνικό το οποίο συνεχίζεται και το 2021 και προσθέτει ότι η Κύπρος όπως και άλλα κράτη μέλη της ΕΕ έχουν ενεργοποιήσει τη Γενική Ρήτρα Απόδρασης η οποία επιτρέπει την προσωρινή απόκλιση από τους αριθμητικούς δημοσιονομικούς κανόνες με στόχο την πιο αποτελεσματική αντιμετώπιση της κρίσης.

Το Συμβούλιο επισημαίνει ότι, «η χρήση της Ρήτρας αυτής επιβάλλεται να λαμβάνει υπόψη το ύψος του δημόσιου χρέους και τη διαχρονική βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών και συγκεκριμένα τη δυνατότητα εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους».

Αναφέρει ότι οι προβλέψεις και ο δημοσιονομικός σχεδιασμός θα πρέπει να αναθεωρούνται και να αναπροσαρμόζονται σε τακτά χρονικά διαστήματα ανάλογα με τα νέα στοιχεία και δεδομένα αντικατοπτρίζοντας πιο ξεκάθαρη εικόνα για την εξέλιξη της πανδημίας και τις επιπτώσεις της στην οικονομία.

Σημειώνει ότι στο μεσοδιάστημα και μέχρι να ξεκαθαρίσει το σκηνικό αναφορικά με την εξέλιξη της πανδημίας COVID-19 και λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση στην οποία θα βρίσκεται η οικονομική δραστηριότητα, οι δημοσιονομικοί πόροι θα πρέπει να παρέχονται με φειδώ.

Τα μέτρα στήριξης από την Κυβέρνηση, σύμφωνα με το Δημοσιονομικό Συμβούλιο, «θα πρέπει να παρέχονται με προτεραιότητα σε βιώσιμες δραστηριότητες που αντιμετωπίζουν προσωρινά προβλήματα ρευστότητας και σε νοικοκυριά τα οποία θα έχουν απόλυτη ανάγκη. Το κράτος θα πρέπει να διατηρεί ένα αποθεματικό με γνώμονα τη δημιουργία νέας ανάγκης παρέμβασης σε κατοπινό στάδιο».

Επιπρόσθετα, τονίζει πως «θα πρέπει πάντα να λαμβάνεται υπόψη το ενδεχόμενο το δημόσιο χρέος να καταστεί μη βιώσιμο, είτε λόγω της περαιτέρω αύξησης του, είτε λόγω μείωσης της δυνατότητας πραγματοποίησης ικανοποιητικών δημοσιονομικών πλεονασμάτων».

«Πιθανή μείωση της παραγωγικής δυνατότητας της Κύπρου ή και ενδεχόμενη αύξηση των επιτοκίων θα έχουν αρνητική επίπτωση στη δυνατότητα εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους, γι’ αυτό θα πρέπει να διατηρηθεί στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο», υπογραμμίζει.

Επικαλούμενο τις παραδοχές και προβλέψεις του Υπουργείου Οικονομικών, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, το Συμβούλιο αναφέρει πως αναμένεται ότι το ΑΕΠ της Κύπρου θα επιστρέψει τα προ της κρίσης επίπεδα μέχρι το 2023 και σημειώνει πως «με βάση τα μέχρι σήμερα δεδομένα και παραδοχές, τα οποία επαναλαμβάνεται ότι χαρακτηρίζονται από μεγάλο βαθμό αβεβαιότητας, η Κύπρος φαίνεται να παραμένει σε θέση να εξυπηρετεί το δημόσιο χρέος».

Σημειώνει ότι η πρόβλεψη αυτή, η οποία καταγράφεται στις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, «βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην υπόθεση ότι η Κύπρος θα επιτύχει ονομαστικό ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης μεγαλύτερο από το μέσο επιτόκιο δημόσιου χρέους».

Όπως αναφέρει, με δεδομένο ότι η νομισματική πολιτική, η οποία μέχρι σήμερα αποσκοπεί στην ποσοτική χαλάρωση και στη διατήρηση των επιτοκίων σε χαμηλά επίπεδα, καθορίζεται σε επίπεδο ευρωζώνης από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η οποία μπορεί να διαφοροποιηθεί όταν και εφόσον τα πλείστα μέλη της επιτύχουν ψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης με πληθωριστικές πιέσεις, «η Κύπρος πρέπει να επανέλθει σύντομα σε πλεονασματικό προϋπολογισμό και ψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης».

Μεταρρυθμίσεις

Το Συμβούλιο θεωρεί ότι, η απρόσμενη κρίση αναδεικνύει για ακόμη μία φορά τη σημασία της προώθησης των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων που καταγράφονται διαχρονικά στις Εκθέσεις και παρεμβάσεις θεσμών και οργανισμών, μεταξύ των οποίων και του Δημοσιονομικού Συμβουλίου.

Αναφέρει ότι ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί στις μεταρρυθμίσεις που αφορούν στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας ώστε να την καταστήσουν πιο ελκυστική σε εγχώριες και ξένες επενδύσεις αλλά και στη δημιουργία δημοσιονομικών πλεονασμάτων, τόσο μέσω της συγκράτησης των δαπανών και ιδιαίτερα του κρατικού μισθολογίου, όσο και της ενίσχυσης της οικονομικής δραστηριότητας, πολιτικές που θα μειώσουν δραστικά το δανεισμό και το κόστος εξυπηρέτησης του και θα ενισχύσουν το αποθεματικό που είναι αναγκαίο για την αντιμετώπιση κινδύνων όπως της τρέχουσας πανδημίας.

Επιπλέον, το Συμβούλιο αναφέρει ότι έμφαση επίσης θα πρέπει να δοθεί στην αποτελεσματική αντιμετώπιση της χαμηλής ιδιωτικής αποταμίευσης συμπεριλαμβανομένης της δημιουργίας ενός αποτελεσματικού συνταξιοδοτικού συστήματος που θα διασφαλίζει τη συνταξιοδοτική επάρκεια για το σύνολο των πολιτών και στην επίλυση του προβλήματος του υπερδανεισμού στον ιδιωτικό τομέα, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης των μη εξυπηρετούμενων χορηγήσεων που ακόμη αποτελούν απειλή για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.

Συνταξιοδοτικό

Το Συμβούλιο καταγράφει στην Εαρινή του Έκθεση «την έλλειψη προόδου στην προσπάθεια προώθησης των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων για τη δημιουργία ενός συνταξιοδοτικού πλαισίου που θα δημιουργήσει τις συνθήκες για τη διασφάλιση επαρκών συντάξεων για το σύνολο των πολιτών».

Αναφέρει ότι η απουσία ισχυρού εποπτικού πλαισίου και η διατήρηση λανθασμένων κινήτρων και αντικινήτρων όπως αυτά καταγράφονται διαχρονικά στις Εκθέσεις του Συμβουλίου αποθαρρύνουν αντί να ευνοούν την αποταμίευση σε συνταξιοδοτικά σχέδια, επιδρούν αρνητικά στην αποταμίευση και διατήρηση της αποταμίευσης για σκοπούς συνταξιοδότησης στα σχέδια του δεύτερου (επαγγελματικά σχέδια) και τρίτου (ατομικά ασφαλιστικά σχέδια) πυλώνα.

«Η ύπαρξη ενός σύγχρονου συνταξιοδοτικού θεσμικού πλαισίου θα δημιουργήσει τις συνθήκες για διασφάλιση επαρκών συντάξεων για το σύνολο των πολιτών περιορίζοντας την πιθανότητα επιβάρυνσης των δημόσιων οικονομικών που προκύπτει από την αναγκαιότητα ενίσχυσης των εισοδημάτων των συνταξιούχων» και παράλληλα, η ύπαρξη ισχυρών συνταξιοδοτικών ταμείων που λειτουργούν σε ένα ορθολογιστικό και αποτελεσματικά εποπτευόμενο πλαίσιο θα αποτελέσει πηγή υγιούς χρηματοδότησης επενδύσεων και παράλληλα ένα εργαλείο βελτίωσης της εταιρικής διακυβέρνησης στις επιχειρήσεις τις οποίες επενδύουν», υπογραμμίζει.

Νέες τεχνολογίες και βελτίωση υποδομών

Επιπλέον, το Συμβούλιο θεωρεί αναγκαία την βελτίωση των υποδομών όσον αφορά την εκμετάλλευση νέων τεχνολογιών και τη λήψη μέτρων για τον καλύτερο στρατηγικό σχεδιασμό με στόχο την καινοτομία και την ανάπτυξη.

Προσθέτει πως «βήματα προς την ορθή κατεύθυνση που φέρνουν πιο κοντά την ακαδημαϊκή και επιχειρηματική κοινότητα και που υποβοηθούν το μεσοπρόθεσμο στρατηγικό σχεδιασμό με στόχο τη βιώσιμη και διατηρήσιμη ανάπτυξη έχουν γίνει με τη δημιουργία του Συμβουλίου Οικονομίας και Ανταγωνιστικότητας Κύπρου και του Ιδρύματος Έρευνας και Καινοτομίας».

Επίσης, το Συμβούλιο τονίζει την ανάγκη περιορισμού της αχρείαστης γραφειοκρατίας και τη βελτίωση της διαφάνειας και των θεσμών, που πέραν της βελτίωσης στην επιχειρηματικότητα, θα περιορίσουν τα φαινόμενα διαφθοράς.

Στο καταληκτικό του σχόλιο, το Συμβούλιο αναφέρει ότι η ανάπτυξη εμβολίων και η πρόοδος στα εμβολιαστικά προγράμματα τόσο στην Κύπρο όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο φαίνεται να οδηγούν σε αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας του COVID-19 και να επιτρέπουν την επανεκκίνηση της οικονομίας.

Αναφέρει ότι η περίοδος που ακολουθεί θα πρέπει να σηματοδοτήσει την έναρξη της σταδιακής άρσης των μέτρων στήριξης της οικονομίας και προσθέτει ότι από τη μια τα μέτρα δεν θα πρέπει να αποσυρθούν βεβιασμένα στερώντας αναγκαία ρευστότητα από υπό ομαλές συνθήκες βιώσιμες επιχειρήσεις και προκαλώντας προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα της οικονομίας και στην αγορά εργασίας και από την άλλη θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το ύψος του δημόσιου χρέους και η αναγκαιότητα διατήρησης του σε επίπεδα που θα επιτρέπουν την εξυπηρέτηση σου.

«Γι’ αυτούς τους λόγους δημόσιοι πόροι θα πρέπει να στηρίζουν μόνο βιώσιμες δραστηριότητες που αντιμετωπίζουν προσωρινά προβλήματα ρευστότητας και νοικοκυριά τα οποία θα έχουν απόλυτη ανάγκη», σημειώνει.

«Η επιστροφή σε πλεονασματικό προϋπολογισμό, η δημιουργία και διατήρηση αποθεματικών, ο περιορισμός του υπερδανεισμού και η ανάπτυξη ενός αξιόπιστου και ανταγωνιστικού περιβάλλοντος θα πρέπει να επανέλθουν το συντομότερο δυνατό στο επίκεντρο του δημοσιονομικού σχεδιασμού», καταλήγει.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

ΚΥΠΕ

Οικονομία: Τελευταία Ενημέρωση

X