
ΚΥΠΕ
H κυπριακή οικονομία εξακολουθεί να επιδεικνύει σημαντική ανθεκτικότητα και προσαρμοστικότητα, παρά την περίοδο αβεβαιότητας, αναφέρει ο Διοικητής της ΚΤΚ, Χριστόδουλος Πατσαλίδης, στο οικονομικό δελτίο Ιουνίου, στο οποίο αναθεωρούνται οι προβλέψεις για τον ρυθμό ανάπτυξης της κυπριακής οικονομίας για το 2025 στο 3,1%, σε σχέση με 3,2% που ήταν στις μακροοικονομικές προβλέψεις του Μαρτίου.
Η ανθεκτικότητα της κυπριακής οικονομίας οφείλεται, όπως είπε, σε μεγάλο βαθμό, στη δημιουργία ισχυρών αποθεμάτων τα τελευταία χρόνια σε κρίσιμους τομείς όπως τα δημόσια οικονομικά, ο τραπεζικός τομέας και η εποπτική αρχιτεκτονική.
Παράλληλα, προσθέτει ότι η ενισχυμένη διαφοροποίηση της παραγωγικής βάσης, η τεχνολογική αναβάθμιση κρίσιμων κλάδων και η προσέλκυση ξένων επενδύσεων υψηλής προστιθέμενης αξίας προσδίδουν στην οικονομία την απαιτούμενη δυναμική, ώστε να ανταποκρίνεται με επάρκεια σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο και γεωπολιτικά εύθραυστο διεθνές περιβάλλον.
Ανάπτυξη στο 3,4% το 2024, προβλέψεις για 3,1% το 2025
Το 2024 το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) αυξήθηκε με ρυθμό 3,4%, λόγω, μεταξύ άλλων, της αύξησης της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 3,8%.
Οι επενδύσεις (εξαιρουμένων των εγγραφών πλοίων) αυξήθηκαν κατά 1,4%. Οι καθαρές εξαγωγές κατέγραψαν θετική συμβολή, υποστηριζόμενες από τους τομείς των υπηρεσιών πληροφορικής, υπηρεσιών για τη χρήση διανοητικής ιδιοκτησίας (intellectual property), των χρηματοοικονομικών και επαγγελματικών υπηρεσιών, και του τουρισμού.
Κατά το πρώτο τρίμηνο του 2025, το ΑΕΠ κατάγραψε ετήσια αύξηση 3% σε σχέση με 3,7% το αντίστοιχο τρίμηνο του 2024, προερχόμενη από όλους τους τομείς της οικονομίας, ιδιαίτερα του εμπορίου, μεταφορών, ξενοδοχείων και εστιατορίων, ενημέρωσης και επικοινωνίας, των χρηματοπιστωτικών και επαγγελματικών υπηρεσιών καθώς και των κατασκευών.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις του Ιουνίου 2025 της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (ΚΤΚ), ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ για το 2025 αναμένεται να ανέλθει στο 3,1%, οριακά χαμηλότερα από τις μακροοικονομικές προβλέψεις Μαρτίου (3,2%), ενώ για την περίοδο 2026-27 αναμένεται μεγέθυνση του ΑΕΠ κατά 3% ετησίως, με την ιδιωτική κατανάλωση να παραμένει ο βασικός μοχλός ανάπτυξης, λόγω της αύξησης του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών και της ανθεκτικότητας που συνεχίζει να καταγράφει η αγορά εργασίας.
Συνεχίζει να μειώνεται η ανεργία
Η απασχόληση συνέχισε την ανοδική της πορεία, ενώ η ανεργία μειώθηκε στο 5% κατά το πρώτο τρίμηνο του 2025 από το 5,8% το αντίστοιχο τρίμηνο του 2024.
«Το ποσοστό αυτό παραμένει κοντά σε συνθήκες πλήρους απασχόλησης, αντανακλώντας τη σταθερή τροχιά της οικονομικής ανάπτυξης», σημειώνει ο Διοικητής. Για την περίοδο 2025-2027, η ανεργία αναμένεται να σταθεροποιηθεί γύρω στο 4,7%.
Πτωτική πορεία πληθωρισμού
Ο πληθωρισμός επιβραδύνθηκε στο 1,6% το πρώτο εξάμηνο του 2025 σε σύγκριση με 2,3% την αντίστοιχη περίοδο του 2024. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της ΚΤΚ τον Ιούνιο 2025, ο πληθωρισμός στην Κύπρο προβλέπεται να υποχωρήσει περαιτέρω στο 1,5% το 2025 σε σύγκριση με 2,3% το 2024, αντικατοπτρίζοντας κυρίως τις εξελίξεις στις τιμές της ενέργειας και τον αντίκτυπο της ενιαίας νομισματικής πολιτικής η οποία συνεχίζει να επιδρά, αν και σε εξασθενημένο βαθμό, κατασταλτικά στη ζήτηση.
Όσον αφορά τα έτη 2026 και 2027, ο εγχώριος πληθωρισμός αναμένεται να σημειώσει άνοδο στο 2% και 2,4%, αντίστοιχα. Η προβλεπόμενη άνοδος του πληθωρισμού το 2026 και 2027 σε σύγκριση με την πρόβλεψη για το 2025, οφείλεται κυρίως στην πορεία των τιμών της ενέργειας και των τροφίμων, καθώς επίσης και στη συνεχιζόμενη σθεναρή, αν και με επιβράδυνση, πορεία στις τιμές των υπηρεσιών.
Σταθερά τα δημόσια οικονομικά
Τα δημόσια οικονομικά συνεχίζουν να παρουσιάζουν θετική εικόνα. Το 2024, το δημοσιονομικό πλεόνασμα ανήλθε στο 4,3% του ΑΕΠ, με τα έσοδα να παρουσιάζουν μεγαλύτερη αύξηση από τις δαπάνες.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις του Υπουργείου Οικονομικών, το 2025 το πλεόνασμα προβλέπεται να παραμείνει υψηλό στο 3,5% του ΑΕΠ, παρά τις αυξημένες δαπάνες για έργα υποδομής.
Ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ μειώθηκε στο 65,3% το 2024, ενώ μέχρι τον Απρίλιο του 2025 μειώθηκε περαιτέρω στο 61,9%. Για ολόκληρο το 2025 προβλέπεται να υποχωρήσει στο 57% και στο 52,6% το 2026, κάτω από το όριο του 60% που ορίζει το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
«Αυτό που διακρίνει τη συνολική, θετική πορεία της οικονομίας είναι το βάθος του διαρθρωτικού μετασχηματισμού της», αναφέρει ο Διοικητής, σημειώνοντας ότι η κυπριακή οικονομία είναι πλέον διαφοροποιημένη, τόσο ως προς τους τομείς, όσο και ως προς τις αγορές προορισμού των εξαγωγών.
Παράλληλα, σημειώνει ότι η αυξανόμενη παρουσία ξένων επιχειρήσεων, ιδιαίτερα στους τομείς της τεχνολογίας και των υπηρεσιών, ενισχύει την παραγωγικότητα της οικονομίας, αναφέροντας ωστόσο ότι επιβάλλεται επαγρύπνηση, εξαιτίας της αυξημένης παγκόσμιας αβεβαιότητας, η οποία βρίσκεται σε επίπεδα αντίστοιχα με αυτά της πανδημίας.
Στην περίπτωση της Κύπρου, παρότι η άμεση έκθεση μέσω εμπορίου αγαθών με τις ΗΠΑ είναι περιορισμένη, ενδέχεται να υπάρξουν έμμεσες επιπτώσεις στις υπηρεσίες και στην επενδυτική δραστηριότητα μέσω της εξωτερικής ζήτησης, λέει ο κ. Πατσαλίδης. «Αυτό ενισχύει την ανάγκη συνεχούς εγρήγορσης, τόσο σε επίπεδο δημοσιονομικής πολιτικής όσο και στον χρηματοοικονομικό τομέα», προσθέτει.
Τραπεζικός τομέας
«Αξιοσημείωτη» χαρακτηρίζει και την πρόοδο του τραπεζικού τομέα ο Διοικητής της ΚΤΚ, καθώς διατηρεί την ευρωστία και την ανθεκτικότητά του, με τις τράπεζες να καταγράφουν ισχυρή κεφαλαιακή επάρκεια, υψηλή κερδοφορία καθώς επίσης και σημαντική πρόοδο σε λειτουργικό επίπεδο.
Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, ο δείκτης κεφαλαίου κοινών μετοχών (CET1) ενδυναμώθηκε περαιτέρω το Δεκέμβριο του 2024 φτάνοντας το 24,7%, το υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ και αισθητά υψηλότερο από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο του 16,1%. Συνεπώς, ενισχύεται η σταθερότητα και η προστασία του συστήματος έναντι οποιωνδήποτε μελλοντικών και απροσδόκητων ζημιών.
Όσον αφορά στην κερδοφορία του τραπεζικού συστήματος της Κύπρου, αυτή παραμένει ισχυρή με τα καθαρά κέρδη το 2024 να ανέρχονται στο πολύ υψηλό επίπεδο των €1,2 δισ. Παράλληλα η απόδοση ιδίων κεφαλαίων (RoE) ανήλθε στο 21,1% — ποσοστό σχεδόν διπλάσιο του μέσου όρου της ΕΕ, ενώ ο λόγος έξοδα προς έσοδα (cost-to-income ratio) μειώθηκε στο 38%, αντανακλώντας σημαντική πρόοδο στον ψηφιακό μετασχηματισμό και την επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα.
Παρ’ όλα αυτά, ο Διοικητής επισημαίνει ότι η κερδοφορία πρέπει να τύχει ορθής και συνετής χρήσης, έτσι ώστε να συμβάλει ουσιαστικά στην περαιτέρω θωράκιση των τραπεζών σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Σχετικά με τα αποθέματα ρευστότητας, αυτά διατηρήθηκαν σε πολύ υψηλά επίπεδα επιβεβαιώνοντας την αυξημένη ανθεκτικότητα του συστήματος.
Συγκεκριμένα, ο Δείκτης Κάλυψης Ρευστότητας (LCR) διαμορφώθηκε στο 333% και ο Δείκτης Καθαρής Σταθερής Χρηματοδότησης (NSFR) στο 188%, επίπεδα που ξεπερνούν κατά πολύ τις ελάχιστες εποπτικές απαιτήσεις και υποδηλώνουν σταθερή και διαφοροποιημένη χρηματοδοτική βάση.
Επίσης, ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL) υποχώρησε στο 6,2% το 2024, συνεχίζοντας τη σταθερή καθοδική πορεία του. Αν και το ποσοστό αυτό παραμένει υψηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, η πρόοδος που έχει επιτευχθεί είναι αξιοσημείωτη, αναφέρει ο Διοικητής, προσθέτοντας ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις γενικευμένης επιδείνωσης της πιστοληπτικής συμπεριφοράς, γεγονός που ενισχύει την εμπιστοσύνη στην ανθεκτικότητα του τομέα.
Παρόλα αυτά, διατηρείται η ανάγκη στενής παρακολούθησης και λήψης περαιτέρω ενεργειών απομόχλευσης των ισολογισμών των τραπεζών, με ιδιαίτερη έμφαση στα λιγότερο σημαντικά ιδρύματα τα οποία χρειάζεται να εντείνουν τις προσπάθειές τους επί του προκειμένου.
Ενίσχυση εποπτικού ελέγχου
Ο Διοικητής αναφέρει ότι η ΚΤΚ έχει ενισχύσει το εποπτικό της πλαίσιο, τόσο οργανωτικά όσο και θεσμικά. «Δημιουργήσαμε ειδική Διεύθυνση για την εποπτεία των Ιδρυμάτων Ηλεκτρονικού Χρήματος και Παρόχων Υπηρεσιών Πληρωμών (EMIs και PIs), τα οποία αυξάνονται με ταχείς ρυθμούς — 39 ιδρύματα βρίσκονται πλέον υπό εποπτεία, η οποία διεκπεραιώνεται με εξειδικευμένο προσωπικό και μηχανισμούς».
Επιπλέον, αναγνωρίζοντας τη βαρύνουσα σημασία των κινδύνων που επιφέρει η κλιματική αλλαγή, η ΚΤΚ προέβη σε εφαρμογή ενισχυμένων προτύπων ESG, σε εισαγωγή ενιαίων κριτηρίων σε θέματα που άπτονται της διακυβέρνησης και της περιβαλλοντικής στρατηγικής καθώς και σε υλοποίηση νέων απαιτήσεων διαφάνειας στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής Οδηγίας για την Αειφόρο Χρηματοδότηση.
Όσον αφορά στην Νομιμοποίηση Εσόδων και Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας σημειώνεται ότι η νέα Οδηγία για την Πρόληψή της (AML 2025) ευθυγραμμίζεται πλήρως με τις κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών. Βελτιώνει το πλαίσιο κανονιστικής συμμόρφωσης, ενώ διευκολύνει την παροχή υπηρεσιών μέσω απλούστερων και σαφών διαδικασιών, προστίθεται.
Ιδιαίτερη έμφαση δίδεται επίσης στην ενσωμάτωση της τεχνητής νοημοσύνης στον τραπεζικό τομέα, στην ανθεκτικότητα απέναντι σε κυβερνοεπιθέσεις και στην ενίσχυση των επενδύσεων σε ψηφιακή υποδομή και εξειδικευμένο προσωπικό.