ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Οι Αμερικανοί καταναλωτές πληρώνουν τους... δασμούς Τραμπ

Η αύξηση των τιμών στα εισαγόμενα προϊόντα λόγω δασμών ωθεί τους ανταγωνιστές στην εγχώρια οικονομία να ακριβύνουν τα προϊόντα τους

Kathimerini.gr

Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ισχυρίζεται πως οι δασμοί στις εισαγωγές από την Κίνα ενισχύουν τα δημόσια έσοδα της αμερικανικής οικονομίας. Αλλά η πραγματικότητα διαφέρει αρκετά. Οι δασμοί στις εισαγωγές προϊόντων 250 δισ. δολαρίων από την Κίνα οδηγούν σε αύξηση των τιμών εις βάρος του καταναλωτή στις ΗΠΑ.

«Οι δασμοί εις βάρος της Κίνας πληρώνονται από τους Αμερικανούς και όχι από τους Κινέζους. Είναι απλά ένας πρόσθετος φόρος που βαραίνει τους καταναλωτές της χώρας», σχολίασε στο πρακτορείο Bloomberg ο Στεβ Χανκ, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς και μέλος της Επιτροπής Οικονομικών Συμβούλων όταν πρόεδρος των ΗΠΑ ήταν ο Ρόναλντ Ρέιγκαν. Οι ΗΠΑ έχουν, επίσης, επιβάλει δασμούς σε εισαγωγές προϊόντων από την Ε.Ε. και άλλες χώρες, καθώς ο Λευκός Οίκος θεωρεί πως με αυτόν τον τρόπο θα αναγκάσει τους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ να διαπραγματευτούν συμφωνίες με ευνοϊκότερους όρους για την αμερικανική οικονομία. Αλλά η Ιστορία έχει δείξει πως ο προστατευτισμός πλήττει το εμπόριο και την πλευρά ζήτησης στην οικονομία.

Συν τοις άλλοις, η αύξηση των δημόσιων εσόδων από τη φορολόγηση των εισαγωγών επισκιάζεται από τις πρόσθετες δαπάνες που κάνει η κυβέρνηση για να καλύψει απώλειες λόγω των αντιποίνων από τους Κινέζους. Μεταξύ αυτών των μέτρων, η Ουάσιγκτον έχει δαπανήσει 12 δισ. δολάρια μόνον για τη στήριξη των Αμερικανών αγροτών. Υπενθυμίζουμε πως η Κίνα, αντιδρώντας σε δασμούς της κυβέρνησης Τραμπ, φορολόγησε μεταξύ άλλων τις εισαγωγές σόγιας από τις ΗΠΑ.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Υπηρεσίας Τελωνείων και Προστασίας Συνόρων των ΗΠΑ (US Customs and Border Protection), έχουν εισπραχθεί, συνολικά, δασμοί 13 δισ. δολαρίων το 2018 μέχρι τις 18 Δεκεμβρίου. Τα έσοδα από τους δασμούς σε κινεζικά προϊόντα υπολογίζονται στα 8 δισ. δολάρια και μπορεί να είναι χαμηλότερα εάν συνυπολογιστούν άλλοι παράγοντες, αναφέρεται σε σχετικό δημοσίευμα του πρακτορείου Bloomberg.

Η αύξηση των τιμών στα εισαγόμενα προϊόντα λόγω δασμών ωθεί, παράλληλα, τους ανταγωνιστές στην εγχώρια οικονομία να ακριβύνουν τα προϊόντα τους. Αυτό διαπιστώθηκε τους πρώτους μήνες μετά την επιβολή δασμών στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου από το Μεξικό, την Ευρώπη, τον Καναδά και την Ιαπωνία πέρυσι τον Iούνιο. Οπως επισημαίνεται σε δημοσίευμα των New York Times, οι τιμές του χάλυβα και του αλουμινίου στις ΗΠΑ αναρριχήθηκαν 50% μετά την επιβολή των δασμών, πλήττοντας τελικά τη ζήτηση για το προϊόν. Αυτό συνέβη διότι οι βιομηχανίες που βασίζονται σε μέταλλα, όπως είναι οι αυτοκινητοβιομηχανίες και οι κατασκευαστικές εταιρείες, προσπάθησαν να απορροφήσουν την αύξηση του κόστους παραγωγής εις βάρος της κερδοφορίας τους ή να την περάσουν στους καταναλωτές. Η General Motors αναθεώρησε προς τα κάτω τις προβλέψεις για την περσινή κερδοφορία της λόγω του αυξημένου κόστους του χάλυβα. Η Caterpillar, που παράγει μηχανολογικό εξοπλισμό για τον αγροτικό κλάδο, επιβαρύνθηκε με πρόσθετες δαπάνες 200 εκατ. δολαρίων λόγω των δασμών Τραμπ στον χάλυβα.

Σκέψεις για τα εισαγόμενα Ι.Χ.

O Τραμπ εξετάζει το ενδεχόμενο να προχωρήσει με την επιβολή πρόσθετων δασμών στις εισαγωγές αυτοκινήτων, έχοντας την προσδοκία πως έτσι οι Βρυξέλλες θα ανοίξουν περισσότερο την είσοδο των αμερικανικών αγροτικών προϊόντων στην Ε.Ε. Αυτά δήλωσε ο Τσακ Γκράσλεϊ, μέλος της Γερουσίας στο Κογκρέσο και στενός σύμμαχος του κ. Τραμπ. «Δεν είμαι υπέρ των δασμών, αλλά είναι μέρος της πραγματικότητας όσο ο κ. Τραμπ βρίσκεται στον Λευκό Οίκο – μπορεί να είναι ένα αποτελεσματικό εργαλείο», δήλωσε ο 85χρονος Ρεπουμπλικανός, που είναι επίσης πρόεδρος της Χρηματοοικονομικής Επιτροπής στη Γερουσία. Επιπτώσεις θα υποστεί, επίσης, η Ιαπωνία εάν ληφθεί αυτή η απόφαση από τις ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ πιέζουν τις Βρυξέλλες να συμπεριλάβουν τον αγροτικό κλάδο στις διαπραγματεύσεις που ξεκίνησαν πέρυσι τον Ιούλιο ύστερα από την «ανακωχή» στον μεταξύ τους εμπορικό πόλεμο που συμφωνήθηκε ανάμεσα στον κ. Τραμπ και στον πρόεδρο της Κομισιόν, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ. Το υπουργείο Εμπορίου έχει αναλάβει, ταυτόχρονα, την εκπόνηση έρευνας για να διευκρινιστεί εάν οι εισαγωγές αυτοκινήτων στις ΗΠΑ αποτελούν απειλή στην εθνική ασφάλεια της χώρας.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Οικονομία: Τελευταία Ενημέρωση

X