ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Απεβίωσε ο μεγάλος Ρώσος ποιητής Γεβγκένι Γεφτουσένκο

Μια από πιο εμβληματικότερες φυσιογνωμίες, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 84 ετών

Kathimerini.com.cy

info@kathimerini.com.cy

Ο τελευταίος εν ζωή της μεγάλης γενιάς Σοβιετικών ποιητών, ο Γεβγκένι Γεφτουσένκο, πέθανε το πρωί του Σαββάτου από καρδιακή ανεπάρκεια, σε ηλικία 85 ετών. Βρισκόταν στην οικεία του, στην Οκλαχόμα των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου μετανάστευσε τη δεκαετία του ’90, μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, στην οποία υπήρξε πιστός έως την τελευταία της στιγμή. Από το 1992, δίδασκε ποίηση στο Πανεπιστήμιο της Τούλσα.

Γνωστός παγκοσμίως για το έργο του «Μπάμπι Γιαρ» (που κυριολεκτικά σημαίνει «φαράγγι της γιαγιάς»), ο Γεφτουσένκο, σε αυτό το επικό κείμενο, ανακαλεί μία από τις αγριότερες θηριωδίες των Ναζί, κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η οποία έλαβε χώρα στο Κίεβο, με αποτέλεσμα χιλιάδες Εβραίοι κάτοικοι της πόλης να χάσουν τη ζωή τους. Είναι το ίδιο έργο που, αργότερα, έχοντας πρώτα διαρρήξει το αντισημιτικό ταμπού της Σοβιετικής Ενωσης, μελοποιήθηκε από τον Ντμίτρι Σοστακόβιτς στη Συμφωνία αρ. 13. (Στα ελληνικά, απόσπασμα του ποιήματος μπορείτε να διαβάσετε εδώ, σε μετάφραση του Δημήτρη Β. Τριανταφυλλίδη).

Ο Γεβγκένι Γεφτουσένκο δημοσίευσε περισσότερες από 150 ποιητικές συλλογές, ενώ το όνομά του είχε ακουστεί για το Νομπέλ Λογοτεχνίας το 1963. Το πρώτο του βιβλίο, με τον τίτλο «Οι προοπτικές του μέλλοντος», τον κατέστησε το νεότερο μέλος της Ενωσης Σοβιετικών Συγγραφέων, το έτος 1952. Ηδη, όμως, τα είχε βάλει με τον Ιωσήφ Στάλιν και το καθεστώς του, κοστίζοντάς του προφανώς σε φήμη. Η διεθνής αναγνώριση ήρθε το 1961, οπότε και δημοσίευσε το «Μπάμπι Γιαρ».

Σε συνέντευξή του στο Associated Press, το 2007, ο ίδιος είχε δηλώσει ότι δεν θα αποκαλούσε πολιτική την ποίησή του. «Την αποκαλώ ποίηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου· ποίηση που υπερασπίζεται την ανθρώπινη συνείδηση ως τη μεγαλύτερη πνευματική αξία».

Ο Γεγβκένι Γεφτουσένκο γεννήθηκε στα βάθη της Σιβηρίας, στην πόλη Ζίμα, όνομα που μεταφράζεται σε χειμώνα, τον Ιούλιο του 1932. Ο ίδιος ήρθε στο προσκήνιο κατά τη διάρκεια του καθεστώτος Χρουστσόφ, την περίοδο της λεγόμενης «αποσταλινοποίησης» της Σοβιετικής Ενωσης, τη δεκαετία του ’60.

Η ποίησή του ήταν χωρίς περιστροφές. Κάποιοι τον θεωρούσαν επικίνδυνο, την ίδια στιγμή που οι «κακές γλώσσες» έλεγαν ότι ήταν απλώς ένας αντιφρονών που δεν έλεγε δημοσίως περισσότερα απ’ όσα οι αξιωματούχοι του Κόμματος μπορούσαν να αντέξουν. Στο ίδιο πνεύμα, ο εξόριστος Ρώσος ποιητής Ιωσήφ Μπρόντσκι είχε δηλώσει για τον Γεφτουσένκο: «Ρίχνει πέτρες μόνον προς τα ’κεί που έχει πάρει έγκριση». Ο Μπρόντσκι, μάλιστα, ήταν εκείνος που παραιτήθηκε από την Αμερικανική Ακαδημία Τεχνών και Γραμμάτων, όταν ο Γεφτουσένκο κατέστη επίτιμο μέλος της.

Ο Ρότζερ Μπλέις, κοσμήτωρ του Πανεπιστημίου της Τούλσα, δήλωσε ότι ο Γεφτουσένκο παρέμεινε ενεργός δάσκαλος μέχρι και την τελευταία του στιγμή, καθώς οι παραδόσεις του περί την ποίηση ήταν διαχρονικά δημοφιλείς. «Του ήταν δύσκολο να βάλει κακούς βαθμούς στους φοιτητές, επειδή του άρεσε τόσο πολύ που τους είχε», συμπλήρωσε ο Ρότζερ Μπλέις.

Η Ναταλία Σολζενίτσινα, χήρα του συγγραφέα Αλεξάντρ Σολζενίτσιν, δήλωσε στη ρωσική κρατική τηλεόραση ότι ο Γεφτουσένκο «είχε ζήσει με τον δικό του τρόπο. Ενας ποιητής στη Ρωσία είναι κάτι παραπάνω από ένας ποιητής. Και στ’ αλήθεια ήταν κάτι περισσότερο από ένας ποιητής – ήταν ένας πολίτης με έντονη δημόσια παρουσία».

Πολιτισμός: Τελευταία Ενημέρωση

X