ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Η αναδόμηση ενός ομηρικού σύμπαντος

Στο νέο βιβλίο της Άρτεμις Ευαγόρου «Η Σκιά του Οδυσσέα» ο πολυμήχανος γιος του Λαέρτη από ήρωας γίνεται... άνθρωπος

Του Πάρη Δημητριάδη

Του Πάρη Δημητριάδη

Στο νέο βιβλίο της Άρτεμις Ευαγόρου «Σκιά του Οδυσσέα» (εκδ. A bookworm publication), το οποίο εκδόθηκε στην κυπριακή διάλεκτο, με το αντιπροσωπευτικό σαρκαστικό και πνευματώδες ύφος της συγγραφέως, ο ομηρικός Οδυσσέας από ήρωας γίνεται άνθρωπος. Όπως λέει η Άρτεμις Ευαγόρου, στην κουβέντα που κάναμε μαζί της, στο βιβλίο της επιχειρείται, μεν, μια απόπειρα αποκαθήλωσης του Οδυσσέα, αυτή ωστόσο γίνεται με «συμπόνια και κατανόηση». «Του επιτρέπω να είναι άνθρωπος, να έχει αμφιβολίες και ελαττώματα και να κάνει λάθη» σημειώνει ενδεικτικά.

–Τι πραγματεύεται το νέο σου βιβλίο;

«Η Σκιά του Οδυσσέα» μιλάει για το ταξίδι της επιστροφής του γνωστού ομηρικού ήρωα, μέσα από τις σχέσεις του με τέσσερις γυναίκες, την Κίρκη, την Αντίκλεια, την Καλυψώ και την Πηνελόπη. Η επιστροφή όμως δεν αφορά μόνο στην πολυαγαπημένη του πατρίδα αλλά και στον ίδιο του τον εαυτό. Μέσα από κάθε σχέση προκύπτει και ένας διαφορετικός ρόλος, αυτός του εραστή, του συζύγου, του πατέρα, του γιου, του βασιλιά, καθώς και άλλοι, λιγότερο ξεκάθαροι και εμφανείς. Είναι αυτοί οι ρόλοι που τον βοηθούν να εξερευνήσει τον ψυχισμό του και να έρθει σε επαφή με την εκδοχή του εαυτού του που θέλει να είναι μετά από δέκα φρικτά χρόνια πολέμου, όπου ο εγωισμός, η βία, ο ναρκισσισμός και η διαρκής καταστροφή επισκίασαν την ανθρωπιά του.

Όλα αυτά διαδραματίζονται σε έναν εναλλακτικό ομηρικό κόσμο, όπου οι θεοί και τα τέρατα «κατοικούν» μόνο στη συνείδηση των ανθρώπων και δεν παίζουν κανένα απολύτως ρόλο στις ζωές τους. Μια πιο ρεαλιστική Οδύσσεια, χωρίς μεταφυσικά στοιχεία, αυτόματα δημιουργεί ερωτήματα και κενά στη χιλιοειπωμένη ιστορία. Τι ήταν η Κίρκη, αν δεν ήταν μάγισσα; Ποιος ήταν ο Πολύφημος, αν δεν ήταν ένα ανθρωποφάγο μονόφθαλμο τέρας; Πώς κράτησε αιχμάλωτο η Καλυψώ έναν ενήλικα άντρα στη σπηλιά της για επτά ολόκληρα χρόνια; Αυτά και άλλα πολλά ερωτήματα απαντώνται μέσα από την αναδόμηση ενός νέου ομηρικού σύμπαντος.

–Τόσο οι «Γεναίτζιες», το τρίτο σου βιβλίο που επίσης γράφτηκε στα κυπριακά όσο και η «Σκιά του Οδυσσέα» αντλούν έμπνευση από τα ομηρικά έπη. Τι σου κεντρίζει το ενδιαφέρον γύρω από τη μυθολογία των αρχαίων Ελλήνων;

Είναι πολλά που μου κεντρίζουν το ενδιαφέρον, τόσο από τη μυθολογία όσο και από τα αρχαιοελληνικά έργα. Το μεταπτυχιακό μου είναι στην Κοινωνική Ανθρωπολογία έτσι πρωτίστως για μένα έχουν ανθρωπολογικό ενδιαφέρον. Βρίσκω συναρπαστικό να διαβάζω πράγματα όπως τα έθιμα της φιλοξενίας, τους άγραφους νόμους του πολέμου και τη θέση της γυναίκας στην αρχαία Ελλάδα. Λατρεύω το γεγονός ότι έχω την ευκαιρία να μελετήσω σε βάθος ήθη, έθιμα και συστήματα αξιών μιας οργανωμένης κοινωνίας, που δεν υπάρχει πια. Είναι το κοντινότερο που θα μπορούσαμε να φτάσουμε σε μηχανή του χρόνου! Ταυτόχρονα, η αρχαιοελληνική μυθολογία είναι κομμάτι της συλλογικής μας συνείδησης, έχουμε μεγαλώσει με τις ιστορίες της, τους ήρωες και τους θεούς της. Ως παιδί αυτά ήταν τα αγαπημένα μου παραμύθια και πιστεύω ότι τα παιδικά βιώματα αφήνουν βαθιά αποτυπώματα στον ψυχισμό, επηρεάζοντας αποφασιστικά τα μελλοντικά ενδιαφέροντα του καθενός μας.

–Στις «Γεναίτζιες» είναι ξεκάθαρο ότι γνωστές ιστορίες ειπώθηκαν ξανά με τις γυναίκες πρωταγωνίστριες. Θα έλεγες ότι στη «Σκιά του Οδυσσέα» η αντικατάσταση της ανδρικής με τη γυναικεία οπτική ισχύει στον ίδιο βαθμό ή μήπως περισσότερο αφήνεται να νοηθεί;

Στη «Σκιά του Οδυσσέα» η υπόθεση του βιβλίου ξετυλίγεται μέσα από τις σχέσεις του Οδυσσέα με τις τέσσερις σημαντικότερες ηρωίδες της Οδύσσειας. Άρα ναι, και πάλι τοποθετώ τις γυναίκες στο προσκήνιο και τους δίνω μια πιο τρισδιάστατη υπόσταση. Τους δίνω ένα παρελθόν, δικά τους βιώματα, συναισθήματα, σκέψεις και επιθυμίες.

Όμως αυτή τη φορά κύριος πρωταγωνιστής είναι ο Οδυσσέας. Και ναι, αποκαθηλώνω ξανά τον «ήρωα», όμως χωρίς θυμό και εκδικητικότητα. Ρίχνω τον Οδυσσέα από το βάθρο του με συμπόνια και κατανόηση. Του επιτρέπω να είναι άνθρωπος, να έχει αμφιβολίες και ελαττώματα, να κάνει λάθη και να βλέπει την πραγματικότητα μέσα από το δικό του πρίσμα, όπως άλλωστε κάθε άνθρωπος. Μετά από την ασχήμια του πολέμου, πρέπει να ζήσει με τις συνέπειες, τόσο πρακτικές όσο και ψυχολογικές, των πράξεών του. Δεν είναι εύκολη η συμφιλίωση με τη σκοτεινή πλευρά μας, τη σκιά μας, έτσι του αφήνω χώρο μέσα από κάθε ρόλο που αναλαμβάνει, να μπορέσει να εξερευνήσει τον ψυχισμό του μέχρι να φτάσει στον τελικό του προορισμό, είτε αυτό ονομάζεται Ιθάκη, είτε αυτοπραγμάτωση.

–Πόσο «μαύρος τζαι γέριμος» είναι τελικά ο Οδυσσέας;

(σ.σ. γέλια) Ίσως η ερώτηση δεν θα έπρεπε να είναι πόσο μαύρος τζαι γέριμος είναι ο Οδυσσέας αλλά πόσο «λέσιην» είναι τελικά. Προσωπικά αγαπώ τον Οδυσσέα. Είναι ένας χαρακτήρας με τον οποίο μεγάλωσα και ένιωθα πάντοτε μια βαθιά τρυφερότητα απέναντί του. Διαβάζοντας περισσότερα όμως για αυτόν, ως ενήλικας πια, χωρίς τα «ροζέ» γυαλιά της παιδικής ηλικίας, ανακάλυψα μία πλευρά του η οποία κάθε άλλο παρά ηρωική ήταν. Συνειδητοποίησα ότι οι πράξεις του σκιαγραφούν έναν άντρα δολοπλόκο, βίαιο και αδίστακτο. Κι όμως, ακόμα και μέσα από αυτήν τη νέα οπτική γωνία, εξακολουθούσα να νιώθω την ίδια τρυφερότητα, λίγο όπως ο κάθε νέος ενήλικας αγαπά τους γονείς του, έστω κι αν έχει μόλις συνειδητοποιήσει ότι δεν είναι «θεοί» αλλά άνθρωποι με ελαττώματα που κάνουν ό,τι ξέρουν και μπορούν. Έτσι στο βιβλίο μου προσπάθησα να περάσω προς τα έξω ακριβώς αυτό, να ενώσω όλες τις πλευρές αυτού του άντρα, χωρίς επίκριση, χωρίς εξιδανίκευση, δημιουργώντας με κατανόηση μια πιο ρεαλιστική απεικόνιση ενός ανθρώπου που παλεύει με τη «σκιά» του.

Για μένα η γραφή στα κυπριακά δεν αποτελεί κάποια πολιτική δήλωση

–Το βιβλίο σου γράφτηκε στην ελληνική κυπριακή, τι είναι εκείνο που σε γοητεύει στη γραπτή εκφορά της ντοπιολαλιάς μας;

Για μένα η γραφή στα κυπριακά δεν αποτελεί κάποια πολιτική δήλωση, μια εμμονή με το φολκλόρ ή χιπστερική επανάσταση, όπως πολλοί χαρακτηρίζουν την ολοένα αυξανόμενη τάση χρήσης της διαλέκτου στον γραπτό λόγο. Προσωπικά δεν τέθηκε ποτέ θέμα αν θα έγραφα στην κυπριακή ή στην κοινή ελληνική. Γνώριζα εξ αρχής ότι το δικό μου εκφραστικό μέσο, η δική μου συγγραφική «φωνή» είναι στα κυπριακά και δεν είχα ποτέ μου καμία αμφιβολία περί τούτου. Θα μπορούσα να γράψω τα ίδια πράγματα στην κοινή ελληνική ή και στα αγγλικά ακόμη, όμως δεν θα ένιωθα ότι κατέχουν το ίδιο χρώμα, την ίδια ένταση ή την ίδια ανόθευτη αμεσότητα. Αυτό φυσικά αφορά καθαρά τη δική μου δουλειά και αποτελεί μια πολύ προσωπική επιλογή. Δεν κρίνω εννοείται τη δουλειά των Κυπρίων συγγραφέων που γράφουν στην κοινή ελληνική, ούτε τη θεωρώ πιο αποστειρωμένη ή λιγότερο αυθεντική, πρόκειται απλώς για επιλογή ενός διαφορετικού εκφραστικού «οχήματος».

–Πώς θα σχολίαζες την πολυσυζητημένη πρόσφατη κριτική της κ. Πανταλέων;

Παρόλο που η εν λόγω κριτική αφορά το συγγραφικό μου έργο τουλάχιστον έμμεσα, αφού όλα μου τα βιβλία είναι γραμμένα εξ ολοκλήρου στην κυπριακή, εντούτοις διαβάζοντάς την, δεν ένιωσα θυμό. Μου προκάλεσε έναν ελαφρύ εκνευρισμό βέβαια, όπως θα μου προκαλούσε για παράδειγμα, ένα επίμονο κουνούπι κάποιο αυγουστιάτικο βράδυ, αλλά μέχρι εκεί. Στην εικαστική τέχνη υπάρχει μια απεριόριστη δυνατότητα εξερεύνησης και πειραματισμού χωρίς ασφυκτικά όρια γύρω από τα υλικά ή την τεχνοτροπία που θα χρησιμοποιήσει ο/η καλλιτέχνης. Θα κριθεί βέβαια το τελικό αποτέλεσμα κατά πόσο έχει κάτι να πει τελικά, όμως μέχρι να φτάσει εκεί το έργο, η ελευθερία είναι αυτονόητη. Το ίδιο αυτονόητη είναι για μένα η επιλογή οποιουδήποτε εκφραστικού μέσου θεωρεί ως απαραίτητο ο/η εκάστοτε συγγραφέας. Ελπίζω πάντως η κυρία Πανταλέων να μην τύχει να αγγίξει καν τα βιβλία μου μήπως και βγάλει κυπριακές «τσούννες».

 

Στα βιβλιοπωλεία Σολώνειο και Πάργα, καθώς και στο ηλεκτρονικό βιβλιοπωλείο Book-aro.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Βιβλίο: Τελευταία Ενημέρωση