ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Καλοί μαέστροι αναδεικνύουν την Κρατική

Περιπετειώδης αποδείχτηκε η συναυλία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών

Kathimerini.gr

Περιπετειώδης αποδείχτηκε η πολυαναμενόμενη συναυλία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών στο Μέγαρο Μουσικής στις 2 Δεκεμβρίου 2016. Οσοι προσήλθαν προκειμένου να ακούσουν την περίφημη τρίτη Συμφωνία του Καμίγ Σεν-Σανς, στην οποία το εκκλησιαστικό όργανο διαδραματίζει σολιστικό ρόλο, έμειναν με τη χαρά, καθώς στο συγκεκριμένο έργο το όργανο δεν ήχησε!

Εδώ και χρόνια, το κοινό του Μεγάρου έχει συμφιλιωθεί με τα «μπράτσα» των καθισμάτων της αίθουσας «Φίλων της Μουσικής», που ενίοτε ξεκολλούν, αιφνιδιάζοντας τους καθήμενους. Συμφιλιώθηκε επίσης με την αυλαία της αίθουσας «Τριάντη», η οποία κλείνει κατά βούληση. Αυτή τη φορά το εκκλησιαστικό όργανο αρνήθηκε να παίξει.

Στο πλαίσιο της γενικότερης έλλειψης πόρων, η πλημμελής συντήρηση του Μεγάρου δεν ξαφνιάζει. Ωστόσο, ενόψει της συγκεκριμένης συναυλίας με βασικό ως σολιστικό όργανο το εκκλησιαστικό, ασφαλώς θα μπορούσε να δοθεί μεγαλύτερη φροντίδα ή, σε περίπτωση σοβαρής βλάβης, να αλλάξει ο προγραμματισμός. Αραγε το κρατικό Μέγαρο, που επί δυόμισι δεκαετίες αξίωνε ενοίκιο από την Κρατική Ορχήστρα της οποίας δήλωνε «στέγη» και σήμερα εισπράττει μέρος των εσόδων της, θα την αποζημιώσει για την προβληματική υπηρεσία που παρέσχε;

Συναυλία «θρίλερ»

Την ερμηνεία της Συμφωνίας του Σεν-Σανς έσωσε χάρη στην ετοιμότητα και την εμπειρία του ο ικανότατος Γάλλος οργανίστας Τιερί Εσκές. Αντιλαμβανόμενος το πρόβλημα ενώ είχε ήδη ξεκινήσει το έργο και προκειμένου να αποφευχθεί μια ερμηνεία τύπου «minus one», άφησε τη θέση του στο μη ανταποκρινόμενο εκκλησιαστικό όργανο και κάθισε στο πιάνο. Εκτόπισε τους δύο πιανίστες Τίτο Γουβέλη και Θάνο Μαργέτη, οι οποίοι επανήλθαν στη συνέχεια, προκειμένου να αποδώσουν το δικό τους μέρος.

Στο επαναλαμβανόμενο σήκω-κάτσε δεν αποφεύχθηκε το ατύχημα, καθώς οι πιανίστες έπεσαν από το κάθισμα, ευτυχώς χωρίς σοβαρές συνέπειες. Εννοείται ότι το επιβλητικό μέρος του εκκλησιαστικού οργάνου ακουγόταν οριακά στο πιάνο, καθώς η ορχήστρα που προβλέπει ο Σεν-Σανς είναι ιδιαίτερα μεγάλη.

Αποζημίωσε, πάντως, η εξαιρετική μουσική διεύθυνση του αρχιμουσικού Μιχάλη Οικονόμου, γεμάτη δύναμη και ορμή. Ανέδειξε τη μεγαλοπρέπεια αλλά και την ευγένεια της μουσικής, αντλώντας από τα έγχορδα ήχο διαυγή και ακριβή, με καλά επεξεργασμένες λεπτομέρειες.

Ετσι, διαφοροποιήθηκε από συνήθεις προσεγγίσεις, που εξαντλούνται στο «γρήγορα και δυνατά».

Ο Εσκές είχε την ευκαιρία να επιδείξει τις ικανότητές του νωρίτερα, κατά το πρώτο μέρος της βραδιάς, στο οποίο ακούστηκε το Κοντσέρτο για εκκλησιαστικό όργανο του Πουλένκ. Ο διάλογος του οργάνου –που αυτήν τη φορά λειτούργησε– με την ορχήστρα διευκολύνθηκε χάρη στη διαύγεια και στον συντονισμό των εγχόρδων που πέτυχε ο Οικονόμου, αποδίδοντας την πιο ανάλαφρη όσο και την πιο στοχαστική διάθεση του έργου.

Η βραδιά ξεκίνησε με τη μάλλον ατυχή μεταγραφή του Πρελουδίου και της Φούγκας BWV 544 του Μπαχ από τον Δημήτρη Μητρόπουλο: Μια πυκνή και δυσανάγνωστη απόδοση στο πρότυπο ανάλογων μεταγραφών του Λέοπολντ Στοκόφσκι, οι οποίες ήταν της μόδας μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα.

Ορμητική διεύθυνση

Μία εβδομάδα νωρίτερα, στις 25 Νοεμβρίου, στην ίδια αίθουσα την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών διηύθυνε ο 36χρονος Γερμανός αρχιμουσικός Ντάνιελ Χούπερτ. Ξεχώρισε η ερμηνεία του στην «Ιταλική» Συμφωνία του Φέλιξ Μέντελσον, όπου δεν ήταν απλώς ταχύς, όπως συνηθίζεται. Η χαρακτηριστική ορμητικότητα της μουσικής αποδόθηκε αποτελεσματικά, χάρη σε καλά αρθρωμένες, σύντομες μουσικές παραγράφους, διαφοροποιημένες ως προς τη δυναμική.

Ολα τα συναισθήματα ήρθαν στο φως: από τον ενθουσιασμό που εκφράζει ο Μέντελσον στο πρώτο μέρος και ο οποίος μοιάζει να αντικατοπτρίζει τη διάθεσή του, καθώς περνώντας τις Αλπεις αντίκριζε επιτέλους την ιταλική γη και το μεσογειακό φως, έως το θυελλώδες «σαλταρέλο» που αντανακλά τη ζωντάνια των ανθρώπων τους οποίους συνάντησε ο συνθέτης στο ταξίδι του.

Το αποτέλεσμα διέθετε παλμό και κίνηση, που συνέγειραν το ακροατήριο. Συνέβαλαν αποφασιστικά η ακρίβεια της ορχήστρας αλλά και μεμονωμένοι μουσικοί, όπως η Χρυσή Πιλαφτσή (φλάουτο), ο Δημήτρης Βάμβας (όμποε), ο Σπύρος Μουρίκης (κλαρινέτο), ο Βασίλης Λιοδάκης (φαγκότο).

Η συναυλία ξεκίνησε με τη σύνθεση «Suite Giocosa» του Κωστή Κριτσωτάκη. Παρά τη διάθεση για έναν «προσωπικό ηχητικό κόσμο», η σύνθεση πρόδιδε τον έντονο θαυμασμό του δημιουργού της προς τον Θεοδωράκη σε ό,τι αφορούσε τη χρήση εμβατηριακής μουσικής, αλλά και προς τον Χατζιδάκι, σε ό,τι αφορούσε ενορχηστρωτικές λεπτομέρειες αλλά και το πλατύ, κινηματογραφικής διάθεσης λυρικό μελωδικό θέμα, που δέσποζε στο έργο. Ο Χούπερτ οδήγησε την ορχήστρα καλά, τόσο στις ενθουσιώδεις ζωηρές σελίδες όσο και στις λυρικές, είτε αυτές απαιτούσαν το πλήρες σώμα των εγχόρδων είτε περιορίζονταν σε λιγοστά όργανα, όπως το φλάουτο, η άρπα και το γκλόκενσπιλ.

Στη συνέχεια ο τσελίστας Γιάννης Τσιτσελίκης απέδωσε το θαυμάσιο Κοντσέρτο για βιολοντσέλο του Εντουαρντ Ελγκαρ. Καλά προετοιμασμένος, ο σολίστ δεν φάνηκε να αντιμετωπίζει προβλήματα τεχνικής ή δεξιοτεχνίας. Ωστόσο, ο ήχος σπάνια διέθετε ποιότητες ικανές να αξιοποιήσουν εκφραστικά τη μουσική, ειδικά στο πρώτο μέρος. Η περιορισμένη έλλειψη συντονισμού με την ορχήστρα, αλλά και ο συχνά μεγάλος ήχος που παρήγαγε παρά το περιορισμένο μέγεθός της, δεν διευκόλυναν τα πράγματα.

Μουσική: Τελευταία Ενημέρωση

X