
Της Δωρίτας Γιαννακού
Η έκφραση ουδείς αναντικατάστατος θα πίστευες ότι θα προερχόταν από τους εργοδότες οι οποίοι προχωρούν σε ανακατατάξεις του προσωπικού τους. Ωστόσο η κατάσταση έτσι όπως έχει εξελιχθεί καταδεικνύει ότι οι εργαζόμενοι είναι αυτοί που διαμορφώνουν το σκηνικό σε σημαντικούς κλάδους της οικονομικής δραστηριότητας. Υπάρχουν σοβαρά προβλήματα έλλειψης προσωπικού και μάλιστα σε πολλούς και διάφορους νευραλγικούς κλάδους της οικονομίας. Αυτό βέβαια δεν είναι κυπριακό φαινόμενο αλλά παρατηρείται σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Τομείς όπως του τουρισμού δεν έχουν προσωπικό γεγονός το οποίο έχει ζημιώσει τους επιχειρηματίες του κλάδου που καλούνται να εξυπηρετήσουν τους τουρίστες σε μια περίοδο όπου επιτεύχθηκε η επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου μέχρι το τέλος του Νοέμβρη. Η επαρχία Πάφου φαίνεται να αντιμετωπίζει το μεγαλύτερο πρόβλημα. Ουσιαστικά μετά από το πέρας μιας σεζόν παρατηρείται φυγή εξειδικευμένου προσωπικού στο εξωτερικό, καθώς και απροθυμία εγχώριου πληθυσμού να ενταχθεί σε απαιτητικά και χαμηλόμιστα επαγγέλματα. Επίσης, η περιορισμένη τουριστική εκπαίδευση και η έλλειψη κινήτρων εντείνουν το πρόβλημα ενώ οι χαμηλές απολαβές και η εποχικότητα της εργασίας λειτουργούν αποτρεπτικά για πολλούς εργαζόμενους.
Ως εκ τούτου, η απουσία επαρκούς προσωπικού αναμένεται ότι θα έχει άμεσες συνέπειες στην εξυπηρέτηση των τουριστών. Μάλιστα έχουν διαπιστωθεί περιπτώσεις που κατά την περίοδο των εορτών του Πάσχα ορισμένα ξενοδοχεία λόγω των συγκεκριμένων ελλείψεων είχαν αναγκαστεί να μείνουν κλειστά στοιχίζοντας τους σε έσοδα. Το παράδοξο είναι ότι οι εργαζόμενοι τρίτων χωρών ή και Ευρωπαίοι που φεύγουν από την Κύπρο προσδοκώντας καλύτερες αμοιβές και παροχές στο τέλος μπορεί και να ζημιώνουν καθώς δεν παρατηρείται και τόσο μεγάλη απόκλιση στις αμοιβές για τον συγκεκριμένο τομέα. Το όλο πρόβλημα ξεκινά από το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι στον τουρισμό που φτάνουν από τρίτες χώρες μένουν το πολύ μια σεζόν στην Κύπρο και φεύγουν είτε νόμιμα είτε παράνομα. Η βασική αιτία είναι τα εξαντλητικά ωράρια και οι κακοπληρωμένες θέσεις με αποτέλεσμα τα ξενοδοχεία, εστιατόρια και άλλες τουριστικές μονάδες να λειτουργούν συχνά με περιορισμένο ωράριο ή υποστελεχωμένες, ενώ οι εργαζόμενοι που παραμένουν καλούνται να καλύψουν πολλαπλά καθήκοντα κάτω από συνθήκες έντονης πίεσης. Το αποτέλεσμα είναι η σταδιακή φθορά της ποιότητας υπηρεσιών, κάτι που αντανακλάται αρνητικά στις εμπειρίες των επισκεπτών.
Ποιο είναι το πρόβλημα που προκαλεί αυτή τη φυγή; Το θέμα της αντικατάστασης των πολιτικών προσφύγων με υπαλλήλους από τρίτες χώρες που ισχύει για έξι μήνες, κρύβει μεγάλη ταλαιπωρία και σημαντικό κόστος κάθε φορά που γίνεται ανανέωση. Εξάλλου, πρόκειται για θέσεις οι οποίες, δύσκολα μπορούν να καλυφθούν από Κύπριους, καθώς αποδεδειγμένα, πλέον, δεν υπάρχουν διαθέσιμοι άνεργοι.
Το κενό στην Κύπρο δημιουργήθηκε λόγω της πανδημίας, η οποία άνοιξε την πόρτα της επιστροφής για πολλούς Ευρωπαίους προς τις χώρες τους, δεδομένου του ότι το πρόβλημα υπάρχει και στις υπόλοιπες χώρες και συνεπώς οι Ευρωπαίοι εργαζόμενοι έχουν τη δυνατότητα να εργοδοτηθούν και στις πατρίδες τους.
Ποιες είναι οι λύσεις; Αν θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε βέλτιστες πρακτικές, έρευνα της Αμερικανικής Ένωσης Ξενοδοχείων και Καταλυμάτων (AHLA) υποδεικνύει ότι τα ξενοδοχεία υιοθετούν διάφορες στρατηγικές για την αντιμετώπιση αυτών των ελλείψεων. Σχεδόν τα μισά (47%) από τα ξενοδοχεία που συμμετείχαν στην έρευνα ανέφεραν την αύξηση των μισθών ως κύρια μέθοδο προσέλκυσης εργαζομένων. Άλλες προσεγγίσεις περιλαμβάνουν την προσφορά ευέλικτων ωρών εργασίας (20%), την παροχή εκπτώσεων στους εργαζομένους για διαμονή στο ξενοδοχείο (13%) και την ενεργό συμμετοχή σε επαγγελματικές εκθέσεις και διαφημιστικές καμπάνιες (9%).
Μήπως ο Πρόεδρος παράλληλα με το brain gain ταλέντων που επιχειρεί να μεριμνήσει και για την προσέλκυση εργατικών χεριών που είναι πολύτιμα για ένα τομέα που βρίσκεται στο ζενίθ και χτυπά αριθμούς ρεκόρ συνεισφέροντας όλο και περισσότερα στο ΑΕΠ;