ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Ο νέος ιδεολογικός χάρτης της Ευρώπης (II)

Το κατά πόσο οι «ταυτοτικές» δυνάμεις θα ισχυροποιηθούν στην Ευρώπη εξαρτάται από την απήχηση που θα βρει η ιδεολογία τους τόσο έναντι των παραδοσιακών «δεξιών», «εθνικών» ή «πατριωτικών», κομμάτων, όπως στη Γερμανία και την Ιταλία, όσο και των πολιτικών και κομματικών δυνάμεων που παραμένουν κοντά στη χριστιανική Εκκλησία, όπως στην Πολωνία ή την Ουγγαρία. Είναι, επίσης, βέβαιο ότι την άνοδό τους εν μέρει την οφείλουν στη φιλελευθεροποίηση της παραδοσιακής δεξιάς, ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των χριστιανοδημοκρατικών κομμάτων στην Ευρώπη. Μήπως όμως η φιλελεύθερη και φιλοευρωπαϊκή αυτή ροπή δεν αποτελεί μετάλλαξη λόγω συγκεκριμένων αποφάσεων ιστορικών χριστιανοδημοκρατών ηγετών, όπως του Χέλμουτ Κολ ή της Αγκελα Μέρκελ στη Γερμανία, αλλά ήταν ήδη από τον 19ο αιώνα προδιαγεγραμμένη και ενταγμένη στο πολιτικό πρόγραμμα της χριστιανοδημοκρατίας;

Φαίνεται ότι η έκφραση «χριστιανική δημοκρατία» χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στις 21 Νοεμβρίου 1791, στη γαλλική Νομοθετική Συνέλευση, από τον Antoine-Adrien Lamourette, συνταγματικό επίσκοπο της επαρχίας Rhone-et-Loire. Η ονομασία αυτή τότε ήθελε να ευαισθητοποιήσει τους αντιπροσώπους απέναντι στις κοινωνικές επιταγές της νέας επαναστατικής κοινωνίας, ανακαλώντας το πνεύμα της Εκκλησίας των φτωχών και ταπεινών, τη χριστιανική αγάπη και αδελφοσύνη. Πολλοί καθολικοί διανοούμενοι του 19ου αιώνα καταδίκασαν τις ανισότητες που προκάλεσε η λαίλαπα της βιομηχανικής επανάστασης στη Δυτική Ευρώπη, τάχθηκαν υπέρ των εργατών, οργάνωσαν εργατικά συνδικάτα και συμμετείχαν σε εξεγέρσεις και αναταραχές στις δυτικές μεγαλουπόλεις στο πλευρό των κατατρεγμένων. Στο πρόσωπο του πάπα Λέοντος ΙΓ΄ και στην Εγκύκλιό του «Περί Νωτερικότητας» (Rerumnovarum) του 1891 τελικά αποκρυσταλλώθηκε η ταύτιση της πρώιμης χριστιανοδημοκρατίας με το όραμα του φιλελεύθερου καθολικισμού ενός Lamennais (1782-1854). Το όραμα αυτό εκφράστηκε ως το «κοινωνικό δόγμα της καθολικής Εκκλησίας» και αποτέλεσε το αντίπαλο δέος στην ανερχόμενη σοσιαλδημοκρατία. Ας σημειωθεί ότι, ακόμη και σήμερα, δεν υπάρχει αντίστοιχο συγκροτημένο πολιτικό και κοινωνικό δόγμα από τις Ορθόδοξες Εκκλησίες.

Κατά την πρώτη εικοσαετία του 20ού αιώνα, η χριστιανοδημοκρατία αποκτά ισχυρό έρεισμα στα ευρωπαϊκά πράγματα και προσλαμβάνει έναν έντονα ευρωπαϊκό χαρακτήρα μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Με τη λήξη του, ο πάπας Βενέδικτος ΙΕ΄ αναλαμβάνει όλο και περισσότερες πρωτοβουλίες προκειμένου να συσπειρώσει τους χριστιανούς διαφορετικών χωρών που είχαν διαιρεθεί λόγω του πολέμου. Εκείνη την εποχή δημιουργούνται χριστιανοδημοκρατικά κόμματα σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες. Το Ιταλικό Λαϊκό Κόμμα ιδρύθηκε το 1919 από τον ιερέα Λουίτζι Στούρτζι. Στη Γαλλία, το Λαϊκό Δημοκρατικό Κόμμα συστήθηκε το 1924. Για να θεμελιώσουν την ιδεολογία τους, τα κόμματα αυτά συγκεντρώθηκαν σε μια Διεθνή Γραμματεία Δημοκρατικών Κομμάτων Χριστιανικής έμπνευσης, που δημιουργήθηκε στο Παρίσι το 1925. Μ’ αυτή την αφορμή ξεκίνησαν οι επαφές και ενισχύθηκαν οι δεσμοί μεταξύ των μελλοντικών «πατέρων» της Ευρώπης, όπως του Ρόμπερτ Σούμαν, του Κόνραντ Αντενάουερ, του Αλτσίντε ντε Γκάσπερι. Αναμφίβολα σε αυτόν τον αγώνα για ενότητα, που διεξήχθη τη δεκαετία αμέσως μετά το τέλος του Μεγάλου Πολέμου, ανάγεται η ισχυρή ευρωπαϊκή ιδεολογία των Χριστιανοδημοκρατών. Οι αρχές της ιδεολογίας τους αυτής τούς οδήγησαν στην αντίσταση κατά του ναζισμού και του φασισμού, ωθώντας πολλούς από τους χριστιανοδημοκράτες ηγέτες, όπως τον Αλτσίντε ντε Γκάσπερι (1881-1954), στο αντάρτικο.

Στα ιταλικά βουνά, ο ντε Γκάσπερι συντάσσει το 1942 έναν χάρτη για την αναδιοργάνωση της χριστιανοδημοκρατίας, προνοώντας για τις ανάγκες της νέας Ευρώπης μετά τον πόλεμο. Γράφει χαρακτηριστικά: «Μια αντιπροσωπευτική δημοκρατία, που εκφράζεται με καθολική ψηφοφορία βασισμένη στην ισότητα των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων και εμψυχώνεται από το πνεύμα της αδελφότητας, ζωτικό στοιχείο του χριστιανικού πολιτισμού: αυτό πρέπει να είναι το αυριανό καθεστώς». Ο ίδιος διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στις πολιτικές ζυμώσεις για την υλοποίηση της ευρωπαϊκής ιδέας. Αντιπροσωπευτική ήταν η θέση του για τον πολιτικό και αμυντικό σχεδιασμό της Ένωσης, καίριας σημασίας για τη σημερινή κατάσταση της Ευρώπης. Ο ντε Γκάσπερι είχε προτείνει το 1950 τη δημιουργία ευρωπαϊκού στρατού και άμυνας στο πλαίσιο μιας Ευρωπαϊκής Αμυντικής Κοινότητας. Η πρότασή του, η οποία έγινε αποδεκτή από τη Δυτική Γερμανία, το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο και την Ολλανδία, απορρίφθηκε από το γαλλικό κοινοβούλιο το 1954, καθώς οι Γκωλικοί και οι κομμουνιστές αρνήθηκαν πεισματικά, η κάθε παράταξη για τους δικούς της λόγους, να εντάξουν τις εθνικές δυνάμεις στον υπερεθνικό ευρωπαϊκό πολιτικο-στρατιωτικό μηχανισμό. Το αποτέλεσμα ήταν η υποταγή των ευρωπαϊκών δυνάμεων στην αμερικανική δύναμη εντός του ΝΑΤΟ, κάτι το οποίο ενόχλησε έντονα τον ντε Γκάσπερι και τον ώθησε να ασκήσει δριμεία κριτική στην ένταξη της Ιταλίας στο ΝΑΤΟ. Εν ολίγοις, για τον ντε Γκάσπερι, η ιδέα της πολιτικής και αμυντικής ένωσης της Ευρώπης ήταν αναπόσπαστο κομμάτι της χριστιανοδημοκρατικής πολιτικής πράξης.

Μπορεί η ισχυρή παρουσία, αν όχι η κυριαρχία, της χριστιανοδημοκρατίας στα ευρωπαϊκά πράγματα τα τελευταία εβδομήντα χρόνια να υποχωρεί σήμερα, ωστόσο, είναι βέβαιο ότι τα οράματά της, οι πολιτικές και οικονομικές της επιλογές θα αποτελέσουν σημεία αναφοράς στον νέο ιδεολογικό χάρτη της Ευρώπης. Αξίζει να σημειωθεί ότι η ιστορική της «αδελφή», η σοσιαλδημοκρατία, κατέρρευσε γιατί είχε ουσιαστικά ταυτιστεί με τις χριστιανοδημοκρατικές οικονομικές και πολιτικές επιλογές, την κοινωνική οικονομία της αγοράς και την ευρωπαϊκή πολιτική ολοκλήρωση. Είχε ήδη προ πολλού εγκαταλείψει τον κρατισμό και τη σοσιαλιστική διεθνή, κάτι που της είχε δώσει σημαντική εκλογική ώθηση τις δεκαετίες του 1990 και του 2000.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Προσωπικότητες στην ''Κ'': Τελευταία Ενημέρωση