ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...

Αλαλούμ στην Ε.Ε. για καταλανικά, βασκικά, γαλικιανά

Ενστάσεις κρατών-μελών και Νομικής Υπηρεσίας Συμβουλίου – Η Λευκωσία υπέρ, εάν δεν δημιουργείται «προηγούμενο»

Του Παύλου Ξανθούλη

Του Παύλου Ξανθούλη

Πολιτικοί, νομικοί και οικονομικοί λόγοι «γειώνουν», προς το παρόν τουλάχιστον, το αίτημα της Ισπανίας για προσθήκη στις επίσημες γλώσσες της Ε.Ε., των καταλανικών, των βασκικών και των γαλικιανών. Όπως πληροφορείται η «Κ», μεγάλος αριθμός κρατών-μελών ζήτησαν διευκρινίσεις, θεωρώντας ότι η πρόταση δεν είναι ακόμη «ώριμη», ενώ η Κυπριακή Δημοκρατία, τάχθηκε «επί της αρχής, υπέρ» του ισπανικού αιτήματος, βάζοντας ωστόσο αστερίσκο και θέτοντας ως προϋπόθεση ότι δεν θα δημιουργηθεί προηγούμενο. Για προφανείς λόγους που πιθανότατα δεν είναι άσχετοι με το γνωστό ζήτημα συμπερίληψης της τουρκικής γλώσσας στις επίσημες γλώσσες της Ε.Ε.

Όπως είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε, στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων, στις 27 Μαΐου, η Μαδρίτη διαβεβαίωσε ότι αφενός θα καλύψει το κόστος προσθήκης καταλανικών, βασκικών και γαλικιανών στις επίσημες γλώσσες της Ε.Ε. και αφετέρου ότι «δεν θα δημιουργηθεί κανένα προηγούμενο», παραπέμποντας μάλιστα και σε «επτά κριτήρια», προς αυτή την κατεύθυνση. Ωστόσο, οι θέσεις της Ισπανίας δεν έπεισαν τη Νομική Υπηρεσία του Συμβουλίου, η οποία όπως είναι σε θέση να γνωρίζει η «Κ», διατύπωσε την άποψη ότι «τα 7 κριτήρια δεν είναι νομικώς δεσμευτικά», ενώ σε σχέση με το κόστος, επεσήμανε ότι η Ε.Ε. δεν μπορεί να λάβει αποφάσεις με δημοσιονομικές επιπτώσεις, χωρίς να υπάρχουν νομικές εγγυήσεις για χρηματοδότηση από τους «Ιδίους Πόρους» της Ε.Ε.

Παράλληλα, αριθμός δέκα κρατών-μελών, με επικεφαλής τη Γερμανία και την Ιταλία, αν και εξέφρασαν «κατανόηση» στο ισπανικό αίτημα, επί της ουσίας το «άδειασαν», ζητώντας διευκρινίσεις σε όλα τα επίπεδα, κυρίως επί των νομικών και των οικονομικών πτυχών του. Όπως μάλιστα έλεγε στην «Κ» κοινοτική πηγή, «το Βερολίνο ζήτησε επίσημο υπολογισμό του κόστους» και η Ιταλία κάλεσε τη Νομική Υπηρεσία να γνωμοδοτήσει επί όλου του φάσματος των νομικών και οικονομικών ζητημάτων, πριν τεθεί θέμα λήψης απόφασης. Όπως μάλιστα έλεγε η ίδια κοινοτική πηγή, «αναφανδόν στήριξη στο ισπανικό αίτημα, παρείχαν το Βέλγιο και η Ρουμανία, ενώ θετικά, επί της αρχής, και με κάποιες όμως προϋποθέσεις, τάχθηκαν η Κύπρος και η Πορτογαλία».

Η θέση της Κύπρου

Δύο ξένοι διπλωμάτες, με άριστη γνώση των όσων διαμείφθηκαν στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων, μας ανέφεραν ότι η Κύπρος τοποθετήθηκε θετικά επί της αρχής, στο ισπανικό αίτημα, παραπέμποντας ωστόσο σε κάποιες ουσιαστικές προϋποθέσεις. Οι πληροφορίες της «Κ» αναφέρουν ότι η υφυπουργός Ευρωπαϊκών Θεμάτων, Μαριλένα Ραουνά, σημείωσε μεν επί της αρχής τη στήριξη της Κύπρου, αλλά παρέπεμψε τόσο στη δέσμευση της Μαδρίτης για ανάληψη του συνόλου του κόστους, όσο και στη διαβεβαίωση που δόθηκε, στο πλαίσιο των «7 κριτηρίων», σύμφωνα με την οποία η ενδεχόμενη λήψη απόφασης «δεν θα δημιουργήσει προηγούμενο».

Οι ίδιοι ξένοι διπλωμάτες μάς ανέφεραν ότι «προφανώς η Λευκωσία επιχείρησε να ισορροπήσει μεταξύ από τη μια της αποστολής ενός θετικού υποστηρικτικού μηνύματος προς τη Μαδρίτη και από την άλλη της διασφάλισης ότι το ισπανικό αίτημα δεν θα καταστεί προηγούμενο και για άλλες περιπτώσεις, ενεργοποιώντας ενδεχομένως ένα νέο κύκλο συζητήσεων και για την προσθήκη της τουρκικής γλώσσας στις επίσημες γλώσσες της Ε.Ε». Κάτι που είχε συζητηθεί το 2016, στο πλαίσιο επιστολής του τέως προέδρου Νίκου Αναστασιάδη προς τους θεσμούς (με κοινοποίηση στην Ολλανδία που τότε ασκούσε την προεδρία της Ε.Ε.). Υπενθυμίζεται ότι ανακίνηση του ζητήματος επιχειρήθηκε από τον πρώην ευρωβουλευτή του ΑΚΕΛ Νιαζί Κιζίλγιουρεκ, το 2019.

Και αντιπαραθέσεις

Πάντως, παρά τις δεσμεύσεις που επιχειρήθηκαν να αναληφθούν από τη Μαδρίτη και παρά την επίκληση των «7 κριτηρίων», η Νομική Υπηρεσία του Συμβουλίου της Ε.Ε. δεν φάνηκε να συμμερίζεται τη θέση της Ισπανίας. Ανέφερε δε ευθέως ότι τα 7 κριτήρια δεν είναι νομικώς δεσμευτικά και ότι κανείς συνεπώς δεν είναι σε θέση να δεσμευτεί κατά πόσον μια τέτοια απόφαση θα αποτελέσει ή όχι προηγούμενο ή κατά πόσον το σύνολο του κόστους θα αναληφθεί από το κράτος-μέλος, δηλαδή την Ισπανία.

Όπως πληροφορείται η «Κ», η τοποθέτηση της Νομικής Υπηρεσίας του Συμβουλίου, προκάλεσε την αντίδραση της Ισπανίας. Η Ισπανία δεν δίστασε να επικρίνει μάλιστα τη Νομική Υπηρεσία του Συμβουλίου, διατυπώνοντας κατηγορίες για τον τρόπο ερμηνείας των Συνθηκών της Ε.Ε., ενώ διαφώνησε με τις ανησυχίες και τις εντάσεις που προέβαλε η Νομική Υπηρεσία. Στο πλαίσιο της επιχειρηματολογίας της, η Ισπανία ανέφερε ότι συμπληρώνει 40 χρόνια από την ένταξη στην Ε.Ε., επισημαίνοντας ότι ήδη υφίστανται διοικητικές διευθετήσεις με θεσμικά όργανα για τη χρήση των καταναλανικών, των βασκικών και των γαλικιανών. Υποστήριξε μάλιστα ότι το αίτημά της βασίζεται στο «προηγούμενο» της προσθήκης της ιρλανδικής γλώσσας, ως επίσημης γλώσσας της Ε.Ε., κάτι που προφανώς καταδεικνύει ότι η δημιουργία «προηγούμενου», δύσκολα μπορεί να αποκλεισθεί.

Η Μαδρίτη ζήτησε όπως οι συζητήσεις συνεχιστούν σε τεχνικό επίπεδο, ώστε να γίνει η απαραίτητη προετοιμασία, με την ελπίδα να δημιουργηθούν προοπτικές λήψης θετικής πολιτικής απόφασης σε μεταγενέστερο χρόνο. Υπό το φως των διαφωνιών, αλλά και των αιτημάτων για διασαφήνιση νομικών και οικονομικών πτυχών, η προεδρία παρέπεμψε το ζήτημα προς συζήτηση, σε ευθετότερο χρονικό σημείο, γενικώς και αορίστως.

Σημειώνεται ότι η Κομισιόν τοποθετήθηκε επί της αρχής υπέρ της πολυγλωσσίας, υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι δεν είναι μέρος της λήψης απόφασης, η οποία βρίσκεται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Ε.Ε. Η Κομισιόν ανέφερε ότι στα τέλη του 2023 είχε προβεί σε έναν προκαταρκτικό υπολογισμό του κόστους, σημειώνοντας όμως ότι θα απαιτηθεί λεπτομερέστερη ανάλυσή του.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

NEWSROOM

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Του Παύλου Ξανθούλη

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση