
Σε συνθήκες αυξημένης αβεβαιότητας σχετικά με τις επιπτώσεις της πολιτικής της κυβέρνησης Τραμπ στην πορεία της αμερικανικής οικονομίας και του πληθωρισμού –ιδίως αναφορικά με τους υψηλότερους δασμούς–, η αρμόδια επιτροπή για τη χάραξη της νομισματικής πολιτικής (FOMC) της Ομοσπονδιακής Τράπεζας διατήρησε αμετάβλητα τα επιτόκια στη διήμερη συνεδρίαση που ολοκληρώθηκε την Τετάρτη, όπως ήταν αναμενόμενο από τις αγορές. Το μήνυμα της επιτροπής ήταν σαφές: δεν βιάζεται να προχωρήσει σε νέες αναπροσαρμογές στα επιτόκια και διατηρεί στάση αναμονής προκειμένου να σχηματίσει μια πιο ξεκάθαρη εικόνα για την ένταση και τη διάρκεια των επιπτώσεων της εμπορικής πολιτικής των ΗΠΑ στην αγορά εργασίας και τον πληθωρισμό, αναγνωρίζοντας ότι ο κίνδυνος αύξησης των πληθωριστικών πιέσεων και του ποσοστού ανεργίας έχει ενισχυθεί. Στην ουσία, η FOMC επιδιώκει μια ισορροπημένη προσέγγιση για την περαιτέρω πορεία των επιτοκίων. Στόχος της είναι η διατήρηση μιας νομισματικής πολιτικής που θα επιτρέπει τη διασφάλιση των συνθηκών σταθερότητας των τιμών μεσοπρόθεσμα (δηλαδή την επιστροφή του πληθωρισμού στον στόχο του 2%), χωρίς ωστόσο να εμποδίσει την αντιμετώπιση μιας πιθανής επιδείνωσης των συνθηκών στην οικονομική δραστηριότητα.
Η στάση αναμονής δικαιολογείται –σύμφωνα πάντα με τις εκτιμήσεις της FOMC– από τη μέχρι τώρα διατήρηση ισχυρών συνθηκών στην οικονομία και την αγορά εργασίας. Το ΑΕΠ της οικονομίας των ΗΠΑ παρουσίασε συρρίκνωση 0,3% σε ετησιοποιημένη βάση το πρώτο τρίμηνο του έτους, κυρίως λόγω των καθαρών εξαγωγών. Οι εξαγωγές αυξήθηκαν μόνο κατά 1,8% ενώ οι εισαγωγές κατά 41,3%, καθώς οι επιχειρήσεις επέσπευσαν προγραμματισμένες αγορές κεφαλαιουχικών αγαθών, εν αναμονή της αύξησης των αμερικανικών δασμών. Εντούτοις, οι τελικές πωλήσεις προς τις ιδιωτικές εγχώριες αγορές (PDFP), οι οποίες περιλαμβάνουν τις δαπάνες των καταναλωτών και τις ιδιωτικές σταθερές επενδύσεις παρέμειναν ισχυρές, αυξανόμενες κατά 3%, ελαφρώς υψηλότερα από το 2,9% του προηγούμενου τριμήνου. Παράλληλα, η ανεργία διατηρήθηκε τον Απρίλιο στο φυσικό ποσοστό της (4,2%, όπως εκτιμάται από τη FOMC). Συνεπώς, κατά την εκτίμηση της επιτροπής, δεν υπάρχει λόγος προς το παρόν να προχωρήσει σε νέα μείωση των επιτοκίων, δεδομένης άλλωστε της διατήρησης του πληθωρισμού σημαντικά υψηλότερα από τον στόχο του 2% (δομικός δείκτης προσωπικής κατανάλωσης PCE –δείκτης που παρακολουθεί η FOMC για την πορεία του πληθωρισμού– 3,5% το πρώτο τρίμηνο). Παρά ταύτα, η προθεσμιακή αγορά συνεχίζει να εκτιμά ότι η FOCM θα επιδείξει τελικά μεγαλύτερη ευαισθησία στην αναμενόμενη αύξηση της ανεργίας, παρά στον υψηλό πληθωρισμό, συνεχίζοντας να προεξοφλεί 75 μ.β. συνολική μείωση των επιτοκίων μέχρι το τέλος του έτους και επιπλέον περίπου 45 μ.β. μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2026.
* EUROBANK RESEARCH