Εξ αφορμής του –ατυχούς– διορισμού του κ. Μιχαλάκη Μιχαήλ ως μέλους της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας και της σχεδόν άμεσης παραίτησής του, μετά από την πίεση και τον χλευασμό στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για τα προσόντα του, ανοίγει πιστεύω και πάλι η συζήτηση για το πώς επιλέγονται και πώς εγκρίνονται οι εκλεκτοί του εκάστοτε Προέδρου της Δημοκρατίας. Προφανώς και οι επιλογές είναι πολιτικές. Πολιτική ήταν και η συγκεκριμένη. Που άντεξε όμως, στην κονίστρα της κατακραυγής στο τουίτερ, μόλις μερικές ώρες.
Όπως πολιτικές είναι οι επιλογές και οι διορισμοί, πολιτική πρέπει να είναι και η συζήτηση και η κριτική. Τι βλέπουμε στις μόλις 45 μέρες διακυβέρνησης του Νίκου Χριστοδουλίδη; Βλέπουμε, δυστυχώς, ένα Πρόεδρο που περνά, από μόνος του, κάτω από τον πήχη που ο ίδιος, αυτοβούλως και χωρίς καμία πίεση έβαλε. Όταν ρωτήθηκε από τον δημοσιογράφο του ΡΙΚ Ανδρέα Κημήτρη, στο debate του ΡΙΚ στις 19 Ιανουαρίου για τις πρώτες του πολιτικές πράξεις, όταν εκλεγεί, από μόνος του κατέταξε την πράξη του διορισμού του υπουργικού συμβουλίου ως κορυφαία που θα δώσει και το στίγμα της διακυβέρνησής του. Για να επανέλθει λίγες μέρες μετά και να αυτοπεριοριστεί με ηλικιακά όρια και ποσοστό εκπροσώπησης γυναικών που απλούστατα δεν τήρησε. Οι δημοσιογραφικές –και όχι μόνο– πληροφορίες μιλούν για πιέσεις από τους κομματάρχες που τον στήριξαν, πιέσεις που προφανώς δεν άντεξε. Λίγες μέρες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, ανακοινώνεται η ανάθεση στον πρώην δικαστή κ. Αρέστη της προεργασίας ενός γνωμοδοτικού συμβουλίου για να προχωρεί σε διορισμούς. Για να έρθει, πριν καν στεγνώσει το μελάνι των ανακοινώσεων γι’ αυτό το γνωμοδοτικό συμβούλιο και να διορίσει τον κ. Μιχαήλ. Χωρίς προφανώς να γίνει ούτε ο υποτυπώδης έλεγχος του βιογραφικού του, όχι για το αν τηρεί τα τυπικά προσόντα που δεν υπάρχει σε έναν τέτοιο πολιτικό διορισμό, αλλά αν πληροί το ελάχιστο κριτήριο ενός βιογραφικού, αν είναι δηλαδή αληθές.
Προσωπικά ανησυχώ για δύο σοβαρές ελλείψεις σε όλη αυτή τη διαδικασία. Η πρώτη είναι το προσωπικό κριτήριο του Πρόεδρου της Δημοκρατίας. Ποιοι τον συμβουλεύουν; Γιατί δεν υπάρχει ένα υποτυπώδες σύστημα ελέγχου που θα προστατεύει τον ίδιο στο τέλος της μέρας; Γι’ αυτήν την έλλειψη, γι’ αυτό το κενό δεν μπορούμε εμείς, πέρα από την κριτική και την πολιτική πίεση να κάνουμε κάτι παραπάνω. Όσο ανησυχητική και αν είναι, όσο προβληματική και αν είναι, το προσωπικό κριτήριο του καθενός, ανεξαρτήτως ποιους ακούει, σε ποιους είναι υποχρεωμένος, είναι αυτό που είναι. Η δεύτερη όμως, όσο διαχρονική έλλειψη και αν είναι, είναι κάτι στο οποίο μπορούμε να συμβάλουμε. Μιλώ προφανώς, για την έλλειψη των θεσμικών αντίβαρων, των check and balances όπως είναι ευρέως γνωστά από το σύνταγμα της Κύπρου. Η δική μου εισήγηση για να καλύψουμε αυτό το κενό είναι πολύ συγκεκριμένη: Να ισχύσει για όλους τους διορισμούς του Προέδρου της Δημοκρατίας ό,τι ισχύει στον διορισμό του/της Επιτρόπου Διοικήσεως. Να καταθέσουμε μια πρόταση νόμου-ομπρέλα που θα υποχρεώνει τον εκάστοτε Πρόεδρο της Δημοκρατίας πριν προχωρήσει στην πράξη διορισμού να έχει τη σύμφωνη γνώμη της πλειοψηφίας της Βουλής. Είναι αυτό αντισυνταγματικό; Όσο αντισυνταγματικό είναι στην Επίτροπο Διοικήσεως θα είναι και σε όλους τους άλλους διορισμούς. Όπως και σωστά, κανείς Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν αμφισβήτησε τον νόμο αυτό, γιατί ο έλεγχος και η ισορροπία μεταξύ των εξουσιών εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, το ίδιο θα πρέπει να πράξουμε και σε όλους τους άλλους διορισμούς.
Η στυγνή αντίκριση της διάκρισης των εξουσιών στη βάση της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου του 1985 πιστεύω πως δεν εξυπηρετεί την Κυπριακή Δημοκρατία του 2023. Η αντιμετώπιση του Προέδρου της Δημοκρατίας ως αυτοκράτορα που μπορεί να διορίζει όποιον θέλει, είναι προβληματική. Ούτε πιστεύω πως ακροβατισμοί με γνωμοδοτικά συμβούλια μπορούν να λειτουργήσουν. Είναι η ώρα να τολμήσουμε. Να σπάσουμε τους αυστηρούς νομικούς και συνταγματικούς περιορισμούς. Εις γνώσιν μας να λειτουργήσουμε αντισυνταγματικά μεν, σωστά δε. Ας δούμε το δημόσιο συμφέρον, ας συμφωνήσουμε πολιτικά πως η ισορροπία και ο έλεγχος μεταξύ της εκτελεστικής και της νομοθετικής εξουσίας είναι και αναγκαίος και απαραίτητος, και από εκεί και πέρα θα βρούμε τον νομικό και συνταγματικό τρόπο να το εφαρμόσουμε. Άλλωστε, αδιέξοδα στη δημοκρατία δεν υπάρχουν. Οι νόμοι και το σύνταγμα υπάρχουν για να βοηθούν τη δημοκρατία και όχι για να την περιορίζουν.
*Βουλευτής Λευκωσίας Δημοκρατικού Συναγερμού | Πρόεδρος Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Θεσμών | twitter: @dmdemetriou