
Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ εξετάζει το ενδεχόμενο επιβολής κυρώσεων σε βάρος της Μόσχας, αυτή την εβδομάδα, καθώς έχει απογοητευθεί από τις συνεχιζόμενες επιθέσεις του Ρώσου Προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν στην Ουκρανία, καθώς και από τον αργό ρυθμό των ειρηνευτικών συνομιλιών, σύμφωνα με άτομα του στενού κύκλου του, που μίλησαν στη Wall Street Journal.
Οι κυρώσεις πιθανότατα, αυτή τη φορά, δεν θα σχετίζονται με τον τραπεζικό τομέα, ανέφερε ένα από τα άτομα. Ωστόσο, εξατάζονται άλλες επιλογές ώστε να πιεστεί ο Ρώσος πρόεδρος να προβεί σε παραχωρήσεις στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, όπως να αποδεχθεί εκεχειρία 30 ημερών που υποστηρίζεται από την Ουκρανία και την οποία η Ρωσία έχει εδώ και καιρό απορρίψει. Παρόλα αυτά, δεν είναι βέβαιο πως ο Τραμπ θα επιβάλει νέες κυρώσεις.
Ο Αμερικανός πρόεδρος αναφέρθηκε στο ενδεχόμενο νέων κυρώσεων την Κυριακή. Επιπλέον, αναφερόμενος στον Ρώσο πρόεδρο προέβη ανέβασε τον τόνο, χαρακτηρίζοντάς τον «τρελό» και πρόσθεσε: «Σκοτώνει πολλούς ανθρώπους. Δεν ξέρω τι του συμβαίνει. Τι στο διάολο συνέβη;».
Επιδείνωση σχέσεων
Σύμφωνα με τα άτομα του περιβάλλοντός του, ο Τραμπ έχει κουραστεί από τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις και σκέφτεται να τις εγκαταλείψει, εάν δεν σημειωθεί πρόοδος. Πρόκειται για αξιοσημείωτη στροφή για τον Αμερικανό πρόεδρο, ο οποίος κατά την προεκλογική του εκστρατεία υποσχόταν να τερματίσει τη σύγκρουση στην Ουκρανία από την πρώτη ημέρα της προεδρίας του.
Δεν είναι σαφές τι θα συμβεί εάν οι ΗΠΑ αποχωρήσουν από την ειρηνευτική διαδικασία και ούτε έχει γίνει ξεκάθαρο ότι ο Τραμπ θα συνεχίσει να παρέχει στρατιωτική υποστήριξη στην Ουκρανία.
«Ο πρόεδρος Τραμπ ήταν ξεκάθαρος ως προς το ότι θέλει ειρηνευτική συμφωνία μέσω διαπραγματεύσεων», ανέφερε η εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου Κάρολαϊν Λέβιτ σε δήλωσή της στη Wall Street Journal, προσθέτοντας: «Ο πρόεδρος Τραμπ κράτησε όλες τις επιλογές στο τραπέζι».
Οι εξελίξεις σηματοδοτούν νέα επιδείνωση στις σχέσεις ΗΠΑ – Ρωσίας, οι οποίες ήταν ασταθείς ακόμη και κατά τη διακυβέρνηση του Τραμπ. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ όταν ανέλαβε τα καθήκοντά του για τη νέα θητεία, εκτιμούσε ότι θα βελτίωνε τις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών, εξαιτίας της «ισχυρής προσωπικής του σχέσης με τον Πούτιν».
Ωστόσο, δεν κατάφερε να πείσει τον Ρώσο πρόεδρο να προβεί σε παραχωρήσεις για να επιτευχθεί ειρήνη με την Ουκρανία μέσω διαπραγματεύσεων. Ο Πούτιν από πλευράς του, έχει εντείνει τις επιθέσεις του ρωσικού στρατού.
Λίγες ώρες μετά τα σχόλια του Τραμπ την Κυριακή, τη νύχτα της Δευτέρας, η Ρωσία εξαπέλυσε τη μεγαλύτερη επίθεση με drone και πυραύλους από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία.
Η Μόσχα χαρακτήρισε τα χτυπήματα «αντίποινα» για τους ουκρανικούς βομβαρδισμούς στη ρωσική επικράτεια.
Ωστόσο, χθες, Δευτέρα, ο Γερμανός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς δήλωσε ότι οι ΗΠΑ, η Γερμανία, η Γαλλία και η Βρετανία αίρουν τους περιορισμούς ως προς την εμβέλεια των επιθέσεων της Ουκρανίας με όπλα που προμηθεύονται από δυτικούς συμμάχους, κάτι που σημαίνει ότι το Κίεβο θα μπορεί να στοχεύσει στρατιωτικές θέσεις βαθύτερα στη Ρωσία.
Μέχρι σήμερα, η Ουκρανία ήταν σε θέση να χρησιμοποιεί πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς, που προμηθευόταν από τους συμμάχους της, κατά των ρωσικών στρατευμάτων, εντός συγκεκριμένου βεληνεκούς. Η κυβέρνηση Μπάιντεν είχε αντιταχθεί στην άρση του ορίου εμβέλειας, φοβούμενη ότι κάτι τέτοιο, θα κλιμάκωνε του πολέμου. Ο Λευκός Οίκος αρνήθηκε να σχολιάσει τους περιορισμούς.
Η «αλλαγή» του Τραμπ
Οι εξελίξεις θα μπορούσαν να σηματοδοτούν αλλαγή του Τραμπ ως προς τον πόλεμο στην Ουκρανία. Οπως εξηγούν τα άτομα του περιβάλλοντός του, τρεις βασικές παράμετροι διαμόρφωσαν τη σκέψη του Αμερικανού προέδρου μέχρι σήμερα.
Αρχικά, ήταν η απέχθειά του για τον πρόεδρο της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι, για τον οποίο θεωρούσε ότι συνέβαλε στη συνέχιση της σύγκρουσης, πιέζοντας για κυρώσεις. Την Κυριακή, αφού κατακεραύνωσε τον Πούτιν, ο Τραμπ επέκρινε επίσης τον Ζελένσκι σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου ανέφερε ότι ο Ουκρανός ηγέτης «δεν βοηθά τη χώρα του» με τη στάση του.
Ο Τραμπ εκτιμούσε επίσης ότι οι πρόσθετες κυρώσεις στη Ρωσία δεν θα περιόριζαν την πολεμική της ικανότητα. Αντίθετα, θα εμπόδιζαν τις προσπάθειές του για αναζωογόνηση των οικονομικών σχέσεων ΗΠΑ – Ρωσίας.
Τέλος, ο Τραμπ ένιωθε ότι γνώριζε τον Πούτιν και ότι ο Ρώσος πρόεδρος θα τελείωνε τον πόλεμο ως προσωπική χάρη. Η απροθυμία του Πούτιν να υποχωρήσει έχει αλλάξει την άποψη που είχε διαμορφώσει ο Τραμπ για τον Ρώσο ομόλογό του. Η αλλαγή φάνηκε πιο έντονα μετά το τηλεφώνημα της περασμένης εβδομάδας κατά το οποίο ο Πούτιν αρνήθηκε να αποδεχθεί την πρότασή του για κατάπαυση του πυρός.
Σε συνομιλία με τον Ζελένσκι και τους Ευρωπαίους ηγέτες στη συνέχεια, ο Τραμπ ανέφερε, σύμφωνα με Wall Street Journal, πως «ο Πούτιν δεν θέλει πραγματικά ειρήνη».
«Ο Τραμπ βρίσκεται πλέον σε έναν δρόμο γνωστό στους προηγούμενους προέδρους των ΗΠΑ, οι οποίοι θεωρούσαν ότι μπορούσαν να συνεργαστούν με τον Ρώσο πρόεδρο, μέχρι που είδαν τις προσπάθειές τους να αποτυγχάνουν», σύμφωνα με τη Wall Street Journa.
Οπως θυμίζει η αμερικανική εφημερίδα, ο Τζορτζ Μπους το 2001 είχε δηλώσει, αναφερόμενος στον Πούτιν ότι είναι «πολύ ευθύς και αξιόπιστος». Αργότερα, ο Πούτιν εισέβαλε στη Γεωργία.
Ο Μπαράκ Ομπάμα και η κυβέρνησή του, το 2009, επιδίωξαν προσέγγιση με τον Πούτιν, ωστόσο αργότερα τα ρωσικά στρατεύματα εισέβαλαν στην Κριμαία.
Κατά την προεκλογική του εκστρατεία, ο Τραμπ είχε ισχυριστεί πως η Ρωσία δεν θα είχε εισβάλει στην Ουκρανία αν ήταν εκείνος στην εξουσία. Ενώ έχει δηλώσει επανειλημμένα ότι θα μπορούσε να δώσει τέλος στον πόλεμο.
«Πριν ακόμη φτάσω στο Οβάλ Γραφείο, αφού κερδίσουμε όλοι μαζί την προεδρία, θα τελειώσουμε τον φρικτό πόλεμο Ρωσίας – Ουκρανίας», είχε δηλώσει ο Τραμπ τον Ιούλιο του 2023.
Πηγή: Wall Street Journal