Του Παναγιώτη Ρουγκάλα
Τα δεδομένα έχουν ως εξής. Μέχρι τον Ιανουάριο του 2023 θα έχουν επιστραφεί σταδιακά οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων στα προ κρίσης επίπεδα, κόστος που για το 2018 ανήλθε στα 22 εκατομμύρια ευρώ, ενώ για τα επόμενα έτη θα κυμαίνεται στα 40-45 εκατομμύρια ευρώ. Και είναι ένα προϋπολογισμένο κονδύλι, το οποίο αν και υπήρξαν αρχικώς αντιδράσεις, ψηφίστηκε στις αρχές του καλοκαιριού και εφαρμόζεται από τον Ιούλιο του 2018.
Είναι μέτρο γνωστό και ως «σταδιακή μείωση των αποκοπών». Από τη μείωση των απολαβών και συντάξεων των αξιωματούχων, εργοδοτουμένων και συνταξιούχων της κρατικής υπηρεσίας και του ευρύτερου δημοσίου τομέα που έλαβαν χώρα από τον Δεκέμβριο του 2012 μέχρι και το 2017, είχε ως αποτέλεσμα να μείνουν στα ταμεία του κράτους 1,24 δισεκατομμύρια ευρώ, με το κράτος να εξοικονομεί κατά μέσο όρο γύρω στα 250 εκατ. ευρώ ετησίως.
Ωστόσο, αναμένεται απόφαση στο αμέσως επόμενο διάστημα αναφορικά με την έφεση που άσκησε η Δημοκρατία τον Δεκέμβριο του 2018, καθώς ένα μήνα πριν, τον Νοέμβριο του 2018, το Διοικητικό Δικαστήριο είχε κρίνει ως αντισυνταγματικές τις αποκοπές που έγιναν από το κράτος στις συντάξεις των πρώην δημόσιων υπαλλήλων και των εργαζομένων του Δημοσίου.
Εάν η έφεση αυτή απορριφθεί, τότε θα πρέπει αρχικώς να επιστραφούν αναδρομικά χρήματα σε 208 συνολικά αιτητές, τα οποία όμως και θα ανοίξουν τον ασκό του Αιόλου για επαναφορά των αποκοπών σε όλους εκείνους στους οποίους επεβλήθησαν αποκοπές από το τέλος του 2012 μέχρι και τον Ιούνιο του 2018. Επί της ουσίας, τα 1,24 δισ. που αποκόπηκαν από τους μισθούς και τις συντάξεις για την περίοδο της οικονομικής κρίσης για να «ορθοποδήσει» το σύστημα, θα πρέπει το κράτος να τα επιστρέψει. Και είναι χρήματα τα οποία σίγουρα δεν είναι προϋπολογισμένα, αλλά ούτε και είναι εύκολο να βρεθούν δίχως άλλες μεθόδους, όπως για παράδειγμα μέσω ενός «μικρού μνημονίου».
Για του λόγου το αληθές, τα στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου καταδεικνύουν πως η μέση μηνιαία ακαθάριστη σύνταξη για τους συγκεκριμένους 208 αιτητές ανέρχεται στα 2.414 ευρώ, με τη μέση μηνιαία αποκοπή όπου έφερε ο νόμος στα τέλη του 2012 να ανέρχεται στα 207 ευρώ (μέχρι και το τέλος Ιουνίου 2018). Άρα, η μέση ετήσια αποκοπή από τη μείωση των απολαβών ήταν στα 2.689 ευρώ. Συνολικά η δημοσιονομική επίπτωση από την επιστροφή αναδρομικών ποσών σε αυτούς του 208 αιτητές, ανέρχεται στα 3,4 εκατ. ευρώ.
Υπογραμμίζεται δε, πως, το παραπάνω ποσό θα τύχει φορολόγησης, άρα και κάποιο ποσοστό του –εάν εντέλει δοθεί– θα παραμείνει στα κρατικά ταμεία. Και όλα τα παραπάνω στη βάση της δικαίωσης των προσφυγών που καταχωρήθηκαν από μέλη της ΠΑΣΥΔΥ για επαναφορά των μισθολογικών κλιμάκων στα επίπεδα πριν από την εφαρμογή του νόμου για τη μείωση των μισθών και των συντάξεων, από δικαστές που οι ίδιοι αυτοεξαιρέθηκαν από τη μείωση των απολαβών πολύ πριν από τον Ιούλιο του 2018, και που ισχύει για όλους τους δημοσίους λειτουργούς.
Ναι στις προσαυξήσεις
Σύμφωνα με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου που χρονολογείται τον Ιούνιο του 2013, οι δικαστές εξαιρέθηκαν από τις μειώσεις των απολαβών που όλες οι άλλες ομάδες δημοσίων υπαλλήλων υπέστησαν. Στο μόνο το οποίο προχώρησαν οι δικαστές, το οποίο σημειωτέον, ήταν σε εθελοντική βάση, από το 2014 μέχρι και το 2016 –δηλαδή λίγους μήνες μετά την έξοδο της Κύπρου από τις μνημονιακές της υποχρεώσεις– ήταν να αποκόπτεται το 20% του μισθού ή της σύνταξής τους.
Παράλληλα, όμως, μπορεί να ίσχυαν για κάποιο χρονικό διάστημα όπως φαίνεται για τους δικαστές οι αποκοπές (πολύ λιγότερο από όλους τους άλλους δημόσιους υπαλλήλους), ωστόσο οι προσαυξήσεις για τους ίδιους ποτέ δεν σταμάτησαν. Συνέχισαν δηλαδή λαμβάνουν προσαυξήσεις επί του μειωμένου τους μισθού για το διάστημα του 2014 έως και το τέλος του 2016. Πρόσθετα, το δικαστήριο κήρυξε ως άκυρη τη μείωση του εφάπαξ ποσού το οποίο δικαιούνταν να λάβουν κατά την αφυπηρέτησή τους τέσσερις δημόσιοι υπάλληλοι, οι οποίοι προσέφυγαν στο δικαστήριο κατά των αποκοπών που υπέστησαν.
Η απόφαση αυτή δεν εμπίπτει στο νόμο για τη μείωση των απολαβών, αλλά στον τρόπο υπολογισμού της σύνταξης των υπαλλήλων οι οποίοι αφυπηρέτησαν πρόωρα, με βάση τις πρόνοιες του νόμου για την έκτακτη εισφορά και του νόμου για τα συνταξιοδοτικά ωφελήματα.
Η συμφωνία
Στο πλαίσιο της συμπληρωματικής συμφωνίας πλαίσιο 2015-2018 μεταξύ του κράτους και των συνδικαλιστικών οργανώσεων, έγινε διαβούλευση με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις ΣΕΚ, ΠΕΟ, ΠΑΣΥΔΥ, ΠΟΕΔ, ΟΛΤΕΚ και ΟΕΛΜΕΚ για τη σταδιακή κατάργηση των αποκοπών των μισθών και των συντάξεων των αξιωματούχων, εργοδοτούμενων και συνταξιούχων της κρατικής υπηρεσίας και του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Μέσα από τον διάλογο υπήρξε συμφωνία με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις για τη ρύθμιση της σταδιακής μείωσης των υφιστάμενων αποκοπών σε 5 στάδια ξεκινώντας από την 1/7/2018 και μετέπειτα κάθε 1η Ιανουαρίου κάθε έτους για την περίοδο 2019-2022, εξαλείφοντας πλήρως τις εν λόγω μειώσεις την 1/1/2023. Εξάλλου, μέσα στην έκθεση των δημοσιονομικών κινδύνων που συνόδευε τον Προϋπολογισμό του 2019, το Υπουργείο Οικονομικών είχε κάνει λόγο για δύο κατηγορίες κινδύνων που προκύπτουν από αγωγές, οι οποίες είναι ενάντια στην Κ.Δ. Σύμφωνα με το ΥΠΟΙΚ, οι δημοσιονομικοί κίνδυνοι προκύπτουν σε περίπτωση που εκδοθεί απόφαση δικαστηρίου εναντίον της Δημοκρατίας, οπότε επιβάλλεται η καταβολή χρηματικών αποζημιώσεων στους ενάγοντες.
Σε περίπτωση που οι χρηματικές αποζημιώσεις είναι υψηλές τότε επηρεάζονται αρνητικά τα δημόσια οικονομικά και κατά συνέπεια η μη επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων που τίθενται με όλα τα αρνητικά συνεπακόλουθα. Οι δημοσιονομικοί κίνδυνοι θα προκύψουν κυρίως από την καταβολή οικονομικών αποζημιώσεων από τυχόν δικαστικές αποφάσεις σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας που αφορούν τις αγωγές δημοσίων υπαλλήλων για τις μειώσεις των απολαβών τους βάσει του νόμου των αποκοπών. Δεύτερον, από δικαστικές αποφάσεις που αφορούν αγωγές τρίτων των οποίων η οικονομική τους θέση επηρεάστηκε αρνητικά από τις αποφάσεις του Μαρτίου του 2013 για αναδιάρθρωση του χρηματοπιστωτικού τομέα. Όσον αφορά στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (ΝΠΔΔ) και τις Αρχές Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΑΤΑ), οι δημοσιονομικοί κίνδυνοι αφορούν είτε αγωγές τρίτων, είτε αγωγές υπαλλήλων κατά των οντοτήτων αυτών.
Σύμφωνα με το Υπουργείο, δεν είναι ιδιαίτερα ανησυχητικοί, αφού σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, δεν ξεπερνούν τα 5 εκατ. ευρώ. Αξίζει να διευκρινιστεί πως τα μέλη της ΠΑΣΥΔΥ απολαμβάνουν τη σταδιακή μείωση του ποσοστού των αποκοπών από τον Ιούλιο του 2018, παρά την πλήρη νομική αμφισβήτηση που έχει προχωρήσει.