ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Η Επανάσταση του 1821 και η Κύπρος

«Είσ̆εν σγoιαν είχαν ούλοι τους τζ̆ι η Τζύπρου το μερτικόν της»

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

Μπορεί οι φλόγες της επανάστασης του 1821 να έφτασαν στην Κύπρο το καλοκαίρι εκείνου του έτους, με τα γεγονότα της 9ης Ιουλίου και μετέπειτα, ωστόσο, στο νησί δεν ήταν άγνωστα όσα συνέβαιναν στον κυρίως ελλαδικό χώρο. Γνωρίζουμε πλέον ότι στην Κύπρο οι τοπικές αρχές από την πρώτη στιγμή εφάρμοσαν συγκεκριμένα μέτρα, κυρίως αφοπλισμού των Ελλήνων κατοίκων του νησιού. Τον Απρίλιο του 1821 σουλτανικό φιρμάνι διέταζε να αφοπλιστούν όλοι των ραγιάδων της Αυτοκρατορίας, στην Κύπρο ο αρχιεπίσκοπος Κυπριανός με εγκύκλιό του, προκειμένου να αποφύγει δυσάρεστες εξελίξεις ζήτησε από το ποίμνιό του να πειθαρχήσει. Τον επόμενο μήνα, τον Μάιο του 1821 ο Γάλλος πρόξενος στη Λάρνακα ενημερώνει τον υπουργό Εξωτερικών της χώρας ότι οι οθωμανικές αρχές της νήσου είχαν αφοπλίσει τους χριστιανούς και σημείωνε ότι είχαν έλθει από τις απέναντι ακτές της Μ. Ανατολής στρατεύματα προς ενίσχυση της φρουράς στην Κύπρο. Ο αρχιεπίσκοπος Κυπριανός εξέδωσε δεύτερη εγκύκλιο στις 16 Μαΐου, με την οποία και πάλι προέτρεπε τους πιστούς «εις το άπειρον έλεος του παναγάθου Θεού».



Ημερομηνία σταθμός

Η 9η Ιουλίου είναι η ημερομηνία σταθμός για την Κύπρο και την εμπλοκή της στα γεγονότα των επαναστατημένων χριστιανών ανά τον ελληνικό κόσμο. Με σουλτανική διαταγή οι εκκλησιαστικές αρχές του τόπου, ο αρχιεπίσκοπος Κύπρου Κυπριανός, οι μητροπολίτες Κιτίου Μελέτιος, Πάφου Χρύσανθος, Κυρηνείας Λαυρέντιος και μεγάλος αριθμός προκρίτων του νησιού απαγχονήθηκαν είτε καρατομήθηκαν. Σύμφωνα με την πρώτες βιβλιογραφικές αναφορές ο αριθμός των προγραφέντων ανερχόταν στους 486, άλλοι ιστορικοί ελλείψει στοιχείων σημείωναν ότι ο αριθμός των εκτελεσθέντων έφθαναν τους 200. Ωστόσο, το 2006, εκδόθηκε από τον Ιωάννη Θεοχαρίδη ανέκδοτο οθωμανικό έγγραφο στο οποίο σημειώνονται μόνο 96 προγραφέντες, εκ των οποίων εκτελέστηκαν οι 74, οι υπόλοιποι 22 κατάφεραν να δραπετεύσουν.

Όπως είναι φυσικό τα γεγονότα της 9ης Ιουλίου και των επόμενων ημερών είχαν διεθνή αντίκτυπο. Όταν τα νέα μαθεύτηκαν στη Δύση, τον Σεπτέμβριο πια του 1821, ο διεθνής Τύπος έκανε λόγο για πολύ δυσάρεστες και άσχημες στιγμές. Διαβάζουμε χαρακτηριστικά στο Giornale della provincia Bresciana: «Είπαμε ήδη ότι στην Κύπρο για δεύτερη φορά συνέβησαν πολύ δυσάρεστες σκηνές. […]. Ο σημερινός κυβερνήτης της Κύπρου (άνδρας με άγνωστη καταγωγή και εξαιρετικά άπληστος […]) και χωρίς να έχει εκδηλωθεί κάποιο σημάδι εξέγερσης, κατηγόρησε στην Πύλη τους Έλληνες κατοίκους της Κύπρου για συνωμοσία, εξέγερση και επικοινωνία με τους Υδραίους. Οι διαταγές που έλαβε από την Κωνσταντινούπολη ήταν να εξεταστεί ενδελεχώς το γεγονός, να τιμωρηθούν οι ένοχοι και να απαλλαχθούν οι αθώοι. Ωστόσο, αντί εκείνος να ενεργήσει κατ’ αυτόν τον τρόπο, εκείνος προσκάλεσε τον αρχιεπίσκοπο, τους επισκόπους και τους προκρίτους με το πρόσχημα της συμμετοχής τους σε συνάντηση για την παράδοση φιρμανιού. Όταν όλοι συγκεντρώθηκαν τους κρέμασε στην πύλη του σαραγιού. Στη συνέχεια και για έναν περίπου μήνα θανάτωσε πολλούς προκρίτους της Λευκωσίας, της Λάρνακας, της Πάφου και άλλων περιοχών του νησιού. […] Οι Ευρωπαίοι πρόξενοι και έμποροι έγραψαν αμέσως στους πρέσβεις τους, όμως ο κυβερνήτης παρενέβη στις επιστολές τους. […] Πολλοί Έλληνες για να σώσουν τη ζωή τους έγιναν μουσουλμάνοι […]».

Στο τεύχος του Αυγούστου του 1821 η εφημερίδα «Il Messaggiere Tirolese» γράφει: «Ο Τούρκος κυβερνήτης στραγγάλισε, απαγχόνισε, καρατόμησε σημαντικό αριθμό Ελλήνων, μεταξύ αυτών πέντε παπάδων (papas), τον ιερωμένο του ναού της Φανερωμένης στη Λευκωσία, έναν σεβαστό άνδρα, που τύγχανε πολλής αγάπης από όλους. […] Το τελευταίο διάστημα έφθασαν από τη Συρία στη Λάρνακα δύο χιλιάδες περίπου στρατιώτες και αναμένονται άλλοι τόσοι […]». Σημειώνουμε ότι το δημοσίευμα της εφημερίδας «Notizie del Giorno» που δημοσιεύτηκε στις 25 Οκτωβρίου και στις 2 Νοεμβρίου του 1821, αποτελεί σημαντική πρωτογενή πηγή για όσα συνέβησαν τις δύσκολες ημέρες γύρω από τις 9 Ιουλίου 1821.

Κύπριοι αγωνιστές στην Επανάσταση

Στα μέρη της Ελλάδας σε πολλές μάχες συμμετείχαν αρκετοί Κύπριοι, εξόν εκείνων που ζούσαν ήδη στο εξωτερικό, όπως ο Νικόλαος Θησέας ή ο Αγγελής Μιχαήλ από τον Αστρομερίτη. Η συμμετοχή των Κυπρίων σε διάφορες μάχες βεβαιώνεται από αρχειακές πηγές, όπως βεβαιώσεις οπλαρχηγών ή καταλόγους. Μεταξύ άλλων ο Παύλος Ιωάννου Τουφεξής, ο Ιωσήφ Κύπριος, ο οποίος πολέμησε επικεφαλής μερικών πατριωτών του, ο Αδάμ Μάρκου, ο Χρίστος Μιχάηλος, οι Κωνσταντίνος και Γεώργιος Κυπριώτης, αλλά και ο γενναίος πατριώτης Μιχάλης Κυπραίος, όπως τον αναφέρει ο στρατηγός Μακρυγιάννης, αλλά και ο Μιχάλης Λουίζος, επίσης στο πλευρό του στρατηγού. Όπως αναφέρει ο Κωστής Κοκκινόφτας στο πρόσφατο βιβλίο του («Κύπρος και 1821», εκδ. Κέντρο Μελετών Ιεράς Μονής Κύκκου, Λευκωσία 2021), σελ. 824 ο αριθμός των Κυπρίων εθελοντών του 1821 είναι αρκετά σημαντικός, «απουσιάζει όμως η συστηματική μελέτη, που θα αξιοποιήσει το σύνολο των πηγών, θα επισημάνει τις ανέκδοτες και θα καταδείξει με ακρίβεια τον αριθμό και τη δράση τους».

Πώς εορτάστηκαν τα 100χρονα του 1821 στην Κύπρο

Η εφημερίδα «Αλήθεια» της Λεμεσού στις 25 Μαρτίου 1921 αφιερώνει το πρωτοσέλιδό της στο 1821, με τον τίτλο: 1821-1921: Η μεγάλη Επέτειος και με υπέρτιτλο: Μια Εθνική Εκατονταετία. Στη σελίδα 3 σημειώνεται: «Τα Σωματεία και πλείσται ιδιωτικαί οικίαι και καταστήματα ήσαν από πρωίας φιλοκάλως σημαιοστολισμένα, ο δε εορτασμός ήρξατο επί των Σχολείων, όπου αντί της συνήθους παραδόσεως οι Καθηγηταί και οι Διδάσκαλοι ωμίλησαν έκαστος εις την οικείαν τάξιν περί της Μεγάλης Ημέρας […] Ατυχώς την λαμπρότητα των τελετών τούτων ηλάττωσε κάπως η υπό της Κυβερνήσεως απαγόρευσις των Παρελάσεων, αλλά και ούτω κόσμος άπειρος παρηκόλουθησε τας σεμνάς τελετάς […]». Και παρακάτω: «Σήμερον από όρθρου βαθέως η πόλις αφυπνίσθη με τους γλυκείς και συναρπάζοντας τόνους του Εωθινού, ανακρουομένου υπό της Φιλαρμονικής και από τους κρότους των ολμοβολών χαιρετίζοντας την έπαρσιν της Εθνικής Σημαίας, πλαταγιζούσης εις την πρωινήν αύραν […]».

Στον «Κυπριακό Φύλακα» διαβάζουμε ότι λόγω της αναβολής του πανηγυρισμού της εθνικής Εκατονταετηρίδος στην Αθήνα στη Διακαινήσιμο εβδόμαδα και στην Κύπρο αποφασίστηκε η αναβολή των εορτασμών για τις 25 Απριλίου. Ωστόσο, στις 25 Μαρτίου 1921 στον ιερό ναό Φανερωμένης αποφασίστηκε να τελεστεί πανδημος δοξολογία και μετά το τέλος της πανηγυρική στέψη του μνημείο των Κυπρίων εθνομαρτύρων.

Στην εφημερίδα «Νέον Έθνος» ο εκδότης της και λογοτέχνης Κλεόβουλος Ν. Μεσολογγίτης δημοσιεύει στην πρώτη σελίδα του το ποίημά του «Εις την ελληνικήν ελευθερίαν». Στο επόμενο φύλλο της εφημερίδας της 1ης Απριλίου διαβάζουμε ότι ο ελληνικός κυπριακός λαός «εώρτασε την εκατοστήν επέτειον της ελληνικής παλιγγενεσίας κατά τρόπον αντάξιον του εθνικού αισθήματος του και της πολιτικής μορφώσεώς του. […] Ο λαός, μετά πανδήμους δοξολογίας, καθ’ ας ετονίσθησαν υπό των ρητόρων της ημέρας αίνοι τιμής και ευγνωμοσύνης προς την γιγαντομάχον γενεάν του 1821». Στην πόλη της Λάρνακας το πρωί «εύρε την πόλιν πλέουσαν εις τα κυανόλευκα χρώματα» και εκτός από τις δοξολογίες και τις ομιλίες «Την νύκτα η πόλις ήτο φωταγωγημένη και εκαίοντο πυροτεχνήματα εις την παραλίαν, όπου οι μαθηταί του Εμπορικού Λυκείου συνεκεντρώθησαν μετά φανών ψαλλοντες εθνικά άσματα».

Στην «Σάλπιγγα» διαβάζουμε το πρόγραμμα των εορτασμών για τη Μητρόπολη Κιτίου, ητοι τις πόλεις Λάρνακας και Λεμεσού. Εκτός από τις δοξολογίες, τις ομιλίες στα σχολεία και προβλεπόταν η γενική φωταγώγηση της πόλης και λαμπαδηδρομία. Στο επόμενο φύλλο διαβάζουμε: «Με πυροβόλων κρότους και ιαχάς επαναστατικάς εχαιρετίσθη η ανατολή της σημερινής ημέρας τω 1821. Με τηλεβόλων βροντάς και αστραποβόλημα λογχών χαιρετίζεται και σήμερον η ανατολή της ιδίας ημέρας».
 

Το πρώτο δημοψήφισμα

Στο πλαίσιο των εορτασμών σε ολόκληρη την Κύπρο στις 25 Μαρτίου 1921 πραγματοποιήθηκε από τον αρχιεπίσκοπο Κύριλλο Γ΄ το πρώτο ενωτικό δημοψήφισμα. Στην πραγματικότητα ο λαός δεν συμμετείχε σε ψηφοφορία, ουσιαστικά επρόκειτο για εκδήλωση που οργανώθηκε στο πλαίσιο των εορτασμών για την εκατονταετηρίδα από την έναρξη της Ελληνικής επανάστασης του 1821. Οι δημοτικές και κοινοτικές αρχές, καθώς και οι δάσκαλοι, οι ιερείς και άλλες προσωπικότητες της πόλης ή του χωριού υπέγραφαν ένα τυποποιημένο έγγραφο, το οποίο ανέφερε ότι οι κάτοικοι του τάδε χωριού ή ενορίας, αφού συγκεντρώθηκαν στους ναούς, μετά από δοξολογία, ψήφισαν την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Δήλωσαν επίσης ότι ουδεμία παροχή, υπόσχεση ή δύναμη  μπορούσε να αλλάξει τη θέλησή τους για ένωση και επικαλούντο «την μητρικήν αντίληψιν της Ελλάδος και την υποστήριξιν του φιλελευθέρου αγγλικού λαού». Τέλος, ανέθεταν στον αρχιεπίσκοπο και στους Ελληνοκύπριους βουλευτές να διαβίβαζαν το ψήφισμα στις κυβερνήσεις Αγγλίας και Ελλάδας.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Πολιτισμός: Τελευταία Ενημέρωση

X