ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ατμοσφαιρικά Κουιντέτα για πιάνο των Κόρνγκολντ και Μπάρτοκ

Οι δυο τους συναντώνται στο πλαίσιο νέας δισκογραφικής κυκλοφορίας

Kathimerini.gr

ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ Α.ΔΟΝΤΑ

Ο Εριχ Κόρνγκολντ και ο Μπέλα Μπάρτοκ είναι δύο συνθέτες τους οποίους δύσκολα θα συνδύαζε κανείς. Παιδί θαύμα, εκφραστικά πληθωρικός, μελωδικός, συνεχιστής της κεντροευρωπαϊκής μουσικής παράδοσης, ο Αυστριακός Κόρνγκολντ κατέπληξε τη Βιέννη στα 11 του χρόνια με το μπαλέτο «Ο χιονάνθρωπος». Στα 13 συνέθεσε τη δεύτερη Σονάτα του για πιάνο, που ο Αρθουρ Σνάμπελ παρουσίασε με επιτυχία σε όλη την Ευρώπη και στα 15 ολοκλήρωσε τη Συμφωνιέτα σε σι μείζονα, την οποία διηύθυνε ο περίφημος Αυστριακός αρχιμουσικός Φέλιξ Βάινγκαρτνερ, δάσκαλος και του Αντίοχου Ευαγγελάτου.

Μετά την άνοδο των ναζί το 1934 ο Κόρνγκολντ μετακόμισε στις ΗΠΑ, όπου αναδείχθηκε σε έναν από τους βασικούς διαμορφωτές της μουσικής για τον κινηματογράφο. Αντίθετα, ο Ούγγρος Μπέλα Μπάρτοκ στράφηκε στην παραδοσιακή μουσική της πατρίδας του όπως και της ευρύτερης περιοχής των Καρπαθίων, την οποία αργότερα αξιοποίησε στο μουσικό του έργο. Αναζήτησε διαφορετικούς τρόπους έκφρασης απ’ ό,τι ο Κόρνγκολντ. Παίρνοντας σταδιακά αποστάσεις από τον ρομαντισμό, αναδείχθηκε σε έναν από τους πρωτοπόρους του μουσικού μοντερνισμού, και η λιτή, αυστηρή μουσική του γλώσσα στάθηκε πηγή έμπνευσης για πολλούς συνθέτες των επόμενων γενεών.

Οι δυο τους συναντώνται στο πλαίσιο νέας δισκογραφικής κυκλοφορίας (Hyperion CDA68290), η οποία περιλαμβάνει από ένα Κουιντέτο για πιάνο του καθενός, έργα που γράφτηκαν στη νεανική τους ηλικία. Ο Μπάρτοκ ολοκλήρωσε το δικό του το 1904 σε ηλικία 23 ετών, σε μία εποχή κατά την οποία η μουσική του ήταν ακόμα επηρεασμένη από τη μουσική γλώσσα του Ρίχαρντ Στράους. Παρότι το έργο δεν κρύβει τις καταβολές του στη μουσική των Λιστ και Μπραμς, διαθέτει αρκετά από τα χαρακτηριστικά που στη συνέχεια θα διαμορφώσουν την ξεχωριστή μουσική γλώσσα του Μπάρτοκ. Κατ’ αυτή την έννοια, οι δύο συνθέσεις της συγκεκριμένης δισκογραφικής κυκλοφορίας αποτυπώνουν δύο διαφορετικές τάσεις της μουσικής ζωής στη δύση της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας.

Η βασική διαφορά είναι ότι το έργο του Μπάρτοκ αποτελεί δείγμα νεανικής γραφής, την οποία στη συνέχεια ο συνθέτης άφησε πίσω του, ενώ εκείνο του Κόρν-γκολντ ανήκει στην εποχή μουσικής ωριμότητας του συνθέτη, η οποία απλά ξεκίνησε πολύ νωρίς. Την ίδια εποχή ο Κόρνγκολντ παρουσίασε τη διασημότερη όπερά του, τη «Νεκρή πόλη», ταυτόχρονα σε Αμβούργο και Κολωνία, όπου τη διηύθυνε ο Οτο Κλέμπερερ.

Ο Αυστραλός πιανίστας Πιρς Λέιν και το Κουαρτέτο Γκόλντνερ, που συστάθηκε το 1995 και εστιάζει κατεξοχήν στη μουσική του 20ού αιώνα, αποδίδουν με ιδιαίτερη επιτυχία τη νοσταλγική, συναισθηματικά φορτισμένη μουσική του Κόρνγκολντ, αναδεικνύοντας σταθερά την τρυφερότητα που κρύβεται ακόμα και πίσω από τις περισσότερο δεξιοτεχνικές σελίδες.

Στο έργο του Μπάρτοκ η ερμηνεία εστιάζει στις καταβολές του έργου, υπογραμμίζοντας λιγότερο τα μοντερνιστικά στοιχεία που τελικά θα τον οδηγούσαν σε διαφορετικό μουσικό δρόμο. Ετσι, με έναν τρόπο οι ερμηνείες των δύο έργων λειτουργούν περισσότερο ως «ενοποιητικός» παράγοντας, δείχνοντας την κοινή αφετηρία δύο δρόμων που στη συνέχεια θα διαχωριστούν ριζικά.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

Μουσική: Τελευταία Ενημέρωση