ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
ΚΛΕΙΣΙΜΟ
 

Άσκηση μνήμης και κριτικής διά του θεάτρου

Ο σκηνοθέτης της παράστασης «Μια ζωή γερμανική», με τη Δέσποινα Μπεμπεδέλη, Ανδρ. Αραούζος μιλάει στην «Κ»

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

«Δεν είχα ιδέα τι συνέβαινε. Ή πολύ λίγο. Τίποτα περισσότερο απ’ ότι όλοι οι άλλοι. Άρα δεν μπορείτε να μου προκαλέσετε ενοχές», λέει η γραμματέας του Γιόζεφ Γκέμπελς, η Μπρουνχίλντε Πόμσελ. Τη μαρτυρία της έκανε θεατρικό ο Κρίστοφερ Χάμπτον και η Alpha Square, μαζί με το Σατιρικό Θέατρο, στην πρώτη τους σύμπραξη, παρουσιάζουν την πανελλήνια πρώτη του έργου «Μια ζωή γερμανική», με τη Δέσποινα Μπεμπεδέλη σε σκηνοθεσία Ανδρέα Αραούζου. Ο Ανδρέας στη συνέντευξή του στην «Κ» μιλάει για το έργο, τη συνεργασία του με τη σπουδαία Δέσποινα Μπεμπεδέλη και λέει για την παράσταση ότι ο θεατής καλείται να αποφασίσει αν πιστεύει την Πόμσελ, αν την κατανοεί, αν την «απαλλάσσει» από τον συσχετισμό με τη μεγαλύτερη φρικαλεότητα της ανθρωπότητας… Η Δέσποινα Μπεμπεδέλη, όμως, ως ηθοποιός, έχει έναν μόνο άξονα για την ενσάρκωσή της: το κείμενο.

–Πώς έγινε η επιλογή αυτού του έργου;

–Μια μέρα στο καμαρίνι των «Χάλκινων Χρόνων», μου λέει ο Λάκης Γενεθλής, «άκουσες ότι ο Μάγκι Σμιθ επιστρέφει στη σκηνή»; «Αλήθεια;» είπα. Είναι είδηση, γιατί πρόκειται για τις κορυφαίες ηθοποιούς της υφηλίου. «Ναι,» μου λέει «παίζει τη γραμματέα του Γιόζεφ Γκέμπελς». Ήμουν στο μακιγιάζ εκείνη τη στιγμή και ανατρίχιασα, γιατί είχα ήδη τελειώσει τον «Επισκέπτη» και έκανα το «Ένας Πικάσο», και τα δύο έργα είχαν να κάνουν με τους Ναζί… Σκέφτηκα «Ναζιστική τριλογία, ίσως;» «Wow, και ποιος έγραψε αυτό το έργο;» τον ρώτησα. Μπαίνει ο Λάκης να το ψάξει και μου λέει «Κρίστοφερ Χάμπτον». Άφησα τη μακιγιέζ με το πινέλο στο χέρι και φώναζα μέσα στο καμαρίνι… «Αυτό το έργο θα γίνει από την Alpha Square και εσύ θα είσαι ο σκηνογράφος! Αμέσως!» Ο Χάμπτον δεν είναι μόνο ο αγαπημένος μου συγγραφέας, αλλά και ένας από τους λόγους που μπήκα στο θέατρο, λόγω των «Επικίνδυνων Σχέσεών» του. Έτσι, λοιπόν, έγινε η επιλογή του έργου – αρκετά δραματικά…!

–Είναι η πρώτη σου συνεργασία με τη Δέσποινα Μπεμπεδέλη, πώς προέκυψε;

–Μόνο λίγες μέρες πριν το πιο πάνω συμβάν, συνέβη η πρώτη μας προσωπική γνωριμία με την κυρία Μπεμπεδέλη. Ήταν σε ένα πάρτι, όπου και για πρώτη φορά μιλήσαμε. Ένιωσα τόση χαρά που ανταλλάξαμε δυο κουβέντες. Θυμάμαι που πήρα τηλέφωνο ένα φίλο μόνο και μόνο για να του πω αυτό! Και μετά εμφανίζεται αυτό το κείμενο. Δεν υπήρχε αμφιβολία… Βρήκα το τηλέφωνό της, ζήτησα συνάντηση και εκεί μου είπε το «ναι». Ευτυχία…!

–Ποιο ήταν το ζητούμενό σου από την ηθοποιό-ηρωίδα σου, σκηνοθετώντας τη; Σε δυσκόλεψε ότι ήταν μία αληθινή ιστορία;

–Καθόλου. Το ζητούμενο από τον ηθοποιό έχει να κάνει πάντα με το θεατρικό κείμενο και με τις προσδοκίες (και αντοχές) των θεατών. Το ότι είναι αληθινή ιστορία μπορεί να επηρεάζει τον θεατή, να έρχεται δηλαδή προϊδεασμένος για κάποια πράγματα. Σε αυτή την περίπτωση η Μπρουνχίλντε, ανεπίσημα, δικάζεται από το κοινό. Καλείται ο θεατής να αποφασίσει αν την πιστεύει, αν την κατανοεί, αν την «απαλλάσσει» από τον συσχετισμό με τη μεγαλύτερη φρικαλεότητα της ανθρωπότητας… Η ηθοποιός, όμως, έχει έναν μόνο άξονα για την ενσάρκωσή της: το κείμενο.

–Ασχολούμενος με αυτό το έργο τι σκέφτηκες πριν από τις πρόβες, και τι όταν είχες μπροστά σου ολοκληρωμένη θεατρική εικόνα;

–Δεν φοβήθηκα ούτε τη θεματολογία ούτε το «μονόλογος». Με εργαλεία και συστατικά τον Χάμπτον και την Μπεμπεδέλη ήμουν ανυπόμονος να πιάσω δουλειά! Είχαμε αποφασίσει ότι παρά το ότι είναι μονόλογος, ταιριάζει σε αυτή την παράσταση η κεντρική σκηνή του Σατιρικού. Είχα κάποιες εικόνες στο μυαλό μου, αλλά οφείλω να πω ότι βλέποντας τώρα το σκηνικό του Λάκη και τους φωτισμούς που κάναμε με τον Βικέντιο, η εικόνα με ικανοποιεί περισσότερο κι από το αρχικό όραμα, έστω κι αν είναι δευτερεύουσας σημασίας: γιατί πρωταγωνίστρια είναι η ερμηνεία, η ενσάρκωση της Μπρουνχίλντε Πόμσελ…

–Τι έχει να προσφέρει σήμερα η ιστορία μιας αμφιλεγόμενης προσωπικότητας;

–Μια ματιά κάτω από την επιφάνεια του ατόμου που «κρίνουμε». Κάτω από την επιφάνεια της ιστορίας, της επικεφαλίδας, της ετικέτας. Και δεν υπάρχει τίποτα πιο διαχρονικό από αυτό: Το πώς και πόσο και γιατί κρίνουμε και αποδεχόμαστε τον συνάνθρωπο…

–Υπουργείο Προπαγάνδας τότε, fake news σήμερα, μπορούν νομίζεις να παραλληλιστούν;

–Είχα τεράστια απορία πώς γίνεται ένα ολόκληρο Υπουργείο (σε όποια «πεποίθηση» κι αν ανήκει) να προσκολλά τη λέξη προπαγάνδα στην ονομασία του! Η λέξη όμως, αρχικά, σημαίνει «η διάδοση μιας ιδεολογίας» –αυτό, ως σκοπός, θα μπορούσε να ήταν και μια θετική προσπάθεια, θεωρητικά. Θα μπορούσε, σήμερα, να συγκαταλέγεται κάτω από το «Επικοινωνία και Προβολή». Από τους Ναζί, λοιπόν, και μετά, η λέξη προπαγάνδα έγινε, σαφέστατα, συνώνυμο με την «πλύση εγκεφάλου». Λέει η Μπρουνχίλντε: «Δεν υπήρξε Υπουργείο Προπαγάνδας πριν από τον πόλεμο, και δεν υπήρξε ούτε μετά τον Πόλεμο.» Η τακτική όμως της χειραγώγησης ή της εκμετάλλευσης του κόσμου, των ψηφοφόρων, είναι σίγουρα μια τακτική που δεν σταμάτησε ποτέ, και που μάλλον εξελίσσεται σε επιστήμη σήμερα… Με πολύ πιο προσεκτικούς τίτλους από «Υπουργείο Προπαγάνδας»!

–Σκέφτηκες καθόλου ότι μπορεί να είναι εξευμένιση της συνείδησής της η μαρτυρία της στην ηλικία των 106; Ή και «ξέπλυμα»;

–Λύνει τη σιωπή της σε αυτή την ηλικία. Πολύ λίγο είχε μιλήσει νωρίτερα. Ναι, δεν μπορεί να είναι τυχαίο, μετά από ένα αιώνα ζωής (και τι ζωή, όπως θα ακούσετε στην παράσταση!) ότι αποφασίζει να πει ό,τι θυμάται. Δεν παρουσιάζει τίποτε με ελαφρυντικά, δεν κάνει τίποτε ρόδινο, δεν έχει διάθεση απολογίας, ούτε μετάνοιας. Καταθέτει. Είναι άσκηση μνήμης – και ίσως είναι ο πιο αντικειμενικός τρόπος να «καθαρίσεις». Χωρίς συναισθηματισμούς: με γεγονότα και την ερμηνεία αυτών. Η υποκειμενικότητα βρίσκεται στον κάθε ακροατή/δικαστή…!

Λίγα λόγια για το έργο

Το έργο «Μια ζωή γερμανική» είναι βασισμένο στη ζωή και την μαρτυρία της Μπρουνχίλντε Πόμσελ – μια ζωή που καλύπτει τον εικοστό αιώνα. Πέρασε δύσκολους καιρούς για να τα βγάλει πέρα ως γραμματέας τη δεκαετία του 1930 στο Βερολίνο, με τελευταίο της εργοδότη τον Τζόζεφ Γκέμπελς. Το έργο του Χάμπτον βασίζεται στην μαρτυρία που έδωσε η Πόμσελ όταν επιτέλους έλυσε τη σιωπή της σε μια ομάδα Αυστριακών κινηματογραφιστών το 2016, λίγο πριν πεθάνει, στην ηλικία των 106.

Πληροφορίες

«Μια ζωή γερμανική», του Christopher Hampton, με τη Δέσποινα Μπεμπεδέλη. Σατιρικό Θέατρο, Κεντρική Σκηνή, Λευκωσία. Παραστάσεις: 7, 8, 12, 13, 14, 15, 21 και 22 Μαρτίου 2020, ώρα 8:30 μ.μ. (6:30 μ.μ. τις Κυριακές). Κρατήσεις: 22312940, 22421609. Email: satiriko.tameio@cytanet.com.cy. Θα ακολουθήσουν παραστάσεις σε Πάφο, Λάρνακα και Λεμεσό.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Θέατρο-Χορός: Τελευταία Ενημέρωση